Photo Gallery, Τοπικά

Ένα στα 10 παιδιά με καθυστέρηση στην ανάπτυξη λόγου και ομιλίας

Περισσότερα από τα μισά από αυτά τα παιδιά εκδηλώνουν μαθησιακές δυσκολίες και χαμηλή σχολική επίδοση με την είσοδό τους στο σχολείο
Περισσότερα από τα μισά από αυτά τα παιδιά εκδηλώνουν μαθησιακές δυσκολίες και χαμηλή σχολική επίδοση με την είσοδό τους στο σχολείο

Ένα στα τρία  παιδιά με ειδική γλωσσική διαταραχή έχει συγγενή πρώτου βαθμού με την ίδια διαταραχή του λόγου, γεγονός που αναδεικνύει το σημαντικό ρόλο της κληρονομικότητας στην ενεργοποίηση της διαταραχής, επισημάνθηκε μεταξύ άλλων από λογοπεδικούς-λογοθεραπευτές, που δραστηριοποιούνται στην πόλη του Βόλου, σε ημερίδα με θέμα την Ειδική Γλωσσική Διαταραχή, χθες στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.

Η Ευρωπαϊκή Ημέρα Λογοθεραπείας έχει καθιερωθεί από τη Μόνιμη Ευρωπαϊκή Επιτροπή Λογοπεδικών – Λογοθεραπευτών (CPLOL) ως ημέρα ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού γύρω από θέματα επικοινωνίας, φωνής, ομιλίας, λόγου και μάθησης. Στο πλαίσιο αυτό, ημερίδα με θέμα την Ειδική Γλωσσική Διαταραχή πραγματοποιήθηκε χθες στο αμφιθέατρο Κορδάτος του πανεπιστημιακού συγκροτήματος Παπαστράτος.  Στην παρουσίαση θεμάτων αλλά και στα στρογγυλά τραπέζια της ημερίδας, πέραν των λογοπεδικών, συμμετείχαν εκπαιδευτικοί (δάσκαλος, σχολικός σύμβουλος, εκπρόσωπος ΚΕΕΔΥ και ειδικός παιδαγωγός), ειδικοί του χώρου Ψυχικής Υγείας (παιδοψυχίατρος, λογοπεδικός, ψυχολόγος) καθώς και εκπρόσωπος της ακαδημαϊκής κοινότητας. Η ημερίδα ανέδειξε το διεπιστημονικό χαρακτήρα της προσέγγισης στις δυσκολίες λόγου και μάθησης, καθώς και την αξία της τρίπτυχης συνεργασίας μεταξύ του εκπαιδευτικού συστήματος, του συστήματος υγείας και της οικογένειας. «Ένα στα δέκα παιδιά, τα περισσότερα αγόρια, παρουσιάζει καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας. Περισσότερα από τα μισά από αυτά τα παιδιά εκδηλώνουν μαθησιακές δυσκολίες και χαμηλή σχολική επίδοση με την είσοδό τους στο σχολείο. Σύµφωνα µε έρευνες, το 50% των παιδιών µε δυσκολίες στην ανάπτυξη της γλώσσας εµφανίζουν συναισθηµατικά προβλήµατα και προβλήµατα συµπεριφοράς, τρεις φορές περισσότερο σε σχέση µε το γενικό πληθυσμό. Οι γονείς δεν πρέπει να εφησυχάζουν, αλλά ούτε και να ανησυχούν αδικαιολόγητα», σημειώνει ο λογοπεδικός κ. Δημήτρης Μαρούσος.

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ειδικές αναπτυξιακές διαταραχές του λόγου αφορούν έξυπνα παιδιά,  που μπορεί να παρουσιάζουν ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα: Να ξεκίνησε να λέει λέξεις μετά τα 2 έτη (24 μηνών), να μην μπορεί να σχηματίσει προτάσεις όταν είναι δυόμιση ετών, να μην μπορεί εύκολα να ανταποκριθεί σε οδηγίες με δύο στοιχεία όταν είναι 3 ετών π.χ. «Δείξε μου το κόκκινο λουλούδι», να μην μπορεί να παρακολουθήσει μια ιστορία όταν είναι τεσσάρων ετών, να μην γίνεται κατανοητό όταν μιλά όταν είναι τεσσάρων ετών, να μην μπορεί εύκολα να μάθει νέες λέξεις και να ξεχνάει αυτά που ακούει. Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό; Σύμφωνα με μελέτες, περίπου ένα στα τρία παιδιά με Ειδική Γλωσσική Διαταραχή έχει συγγενή πρώτου βαθμού με την ίδια διαταραχή του λόγου, γεγονός που αναδεικνύει το σημαντικό ρόλο της κληρονομικότητας στην ενεργοποίηση της διαταραχής.

Η Ειδική Γλωσσική Διαταραχή χαρακτηρίζει παιδιά, που παρουσιάζουν προβλήματα λόγου,  χωρίς να έχουν πρόβλημα νοητικής ανάπτυξης, βαρηκοΐας, οργανικές βλάβες, ψυχικές διαταραχές και δεν έχουν μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον φτωχό σε ερεθίσματα. Οι δυσκολίες στο λόγο και την ομιλία εκδηλώνονται από πολύ νωρίς στη ζωή των παιδιών. Το φυσιολογικό θα ήταν, να πει το παιδί τις πρώτες μία-δύο συνειδητές λέξεις του γύρω στην ηλικία των 12 μηνών  ή να εμφανιστούν σωστές προτάσεις περισσότερων λέξεων γύρω στα τρία  χρόνια, αυτό όμως δεν συμβαίνει. Τα ορόσημα στη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού αργοπορούν. Ακούμε λάθη γραμματικής («έχω δύο γιαγιές»), συντακτικού («τα παιδιά έκλαιγε») ή σύγχυση σε λέξεις με κοντινές σημασίες, όπως το «μακρύς» με το «ψηλός». Το παιδί με Ειδική Γλωσσική Διαταραχή συχνά καθυστερεί να «καθαρίσει» την ομιλία του. Οι δυσκολίες αυτές μετατρέπονται σε μαθησιακές δυσκολίες με την είσοδο του παιδιού στο Δημοτικό Σχολείο.

«Το περιβάλλον δεν προσδιορίζεται από τις μελέτες ως αιτιολογικός παράγοντας στις ειδικές αναπτυξιακές διαταραχές του λόγου. Το περιβάλλον, ωστόσο, οικογενειακό και εκπαιδευτικό, είναι αυτό που με τα κατάλληλα ερεθίσματα,  μπορεί να βοηθήσει ένα παιδί,  να ξεπεράσει τις δυσκολίες, που εμφανίζει στο λόγο. Στη διαμόρφωση του βέλτιστου δυνατού περιβάλλοντος για τη γλωσσική πρόοδο των παιδιών η συμβολή της λογοθεραπείας έχει κεντρικό ρόλο. Ο έγκαιρος εντοπισμός των γλωσσικών δυσκολιών, προσχολικά ακόμη, ήδη από τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού, είναι το ζητούμενο», τονίζει ο λογοπεδικός κ. Κωνσταντίνος Φωτίου.

«Η καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου έχει συνέπειες στη σχολική ετοιμότητα των νηπίων. Τα παιδιά που δεν εντοπίζονται έγκαιρα και άρα δεν δέχονται παρέμβαση από την προσχολική ήδη ηλικία, συνεχίζουν να έχουν μακροχρόνια προβλήματα στην μάθηση, την κοινωνική ένταξη και στην αυτοεκτίμησή τους»,  προσθέτει ο ίδιος. «Ο ρόλος των παιδιάτρων και των νηπιαγωγών είναι καίριος στον έγκαιρο εντοπισμό αυτών των παιδιών», αναφέρει χαρακτηριστικά η λογοπεδικός κ. Χαρούλα Κορβέση, που παρουσίασε στην ημερίδα ένα χρήσιμο ανιχνευτικό εργαλείο γλωσσικών δυσκολιών για παιδίατρους και νηπιαγωγούς, το ΑΝ.ΟΜΙ.ΛΟ 4 (σχεδιασμός και έκδοση του Πανελληνίου Συλλόγου Λογοπεδικών-Λογοθεραπευτών). Πλέον παιδίατροι και νηπιαγωγοί έχουν στα χέρια τους ένα πολύτιμο, λειτουργικό εργαλείο ανίχνευσης γλωσσικών δυσκολιών σε παιδιά ηλικίας 4 ετών. Τα παιδιά που εντοπίζονται έγκαιρα, παραπέμπονται στη συνέχεια σε λογοθεραπευτή για πλήρη λογοπεδική διερεύνηση. Ο ειδικός για τις δυσκολίες στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας, ο λογοπεδικός ή λογοθεραπευτής, θα αξιολογήσει το παιδί και θα συμβουλέψει τους γονείς τι να κάνουν. Εάν χρειάζεται, ο λογοπεδικός θα παραπέμψει σε άλλες ειδικότητες για μία ολοκληρωμένη διερεύνηση. Εάν οι ανάγκες του παιδιού είναι τέτοιες που χρίζουν αποκατάστασης προτείνεται στους γονείς άμεση παρέμβαση και χορηγείται έγκριση για κάλυψη της δαπάνης από τα ασφαλιστικά ταμεία.

«Η πρώιμη λογοπεδική παρέμβαση», σημειώνει ο κ. Ιωάννης Κυρίτσης, «είναι και η βέλτιστα αποτελεσματική, καθώς προλαμβάνει την περαιτέρω κλιμάκωση των γλωσσικών δυσκολιών σε μαθησιακές δυσκολίες, με περαιτέρω επιβλαβείς επιπτώσεις στην ψυχική υγεία των παιδιών. Ο έγκαιρος εντοπισμός διασφαλίζει τα απαιτούμενα χρονικά περιθώρια για το σωστό σχεδιασμό του θεραπευτικού πλάνου και την επιτυχία των προγραμμάτων αποκατάστασης».

Μαθητές με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες

Οι μαθητές με διαταραχές λόγου και ομιλίας, σύμφωνα με το Ν.3699/2008 που αφορά στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση, θεωρούνται από το εκπαιδευτικό σύστημα μαθητές με «ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες», καθώς εμφανίζουν σημαντικές δυσκολίες μάθησης. Το εκπαιδευτικό σύστημα σήμερα στην Ελλάδα προβλέπει συνεκπαίδευση των μαθητών αυτών στα γενικά σχολεία με εφαρμογή ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων και προγραμμάτων αποκατάστασης, με προσαρμογή του εκπαιδευτικού και διδακτικού υλικού, με χρησιμοποίηση ειδικού εξοπλισμού συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού εξοπλισμού και του λογισμικού και την παροχή κάθε είδους διευκολύνσεων και εργονομικών διευθετήσεων από τις ΣΜΕΑΕ και τα ΚΕΔΔΥ. Εκ μέρους του ΚΕΔΔΥ στην ημερίδα παρέστη ο κ. Αργύρης Μπίρης, απόφοιτος Ψυχολογίας Πανεπιστημίου Κρήτης, απόφοιτος ΠΤΔΕ Πανεπιστημίου Πατρών, απόφοιτος  Τμ. ΙΑΚΑ Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, MSc Επεξεργασίας Λόγου και Γλώσσας Πανεπιστημίου Εδιμβούργου, ΜΔΕ Διοίκησης Μονάδων Υγείας Ανοικτού Πανεπιστημίου.

Ο ίδιος σημείωσε χαρακτηριστικά για το Νομό Μαγνησίας πως «περίπου ένας στους πέντε μαθητές αντιμετωπίζει κάποιου είδους δυσκολία στο σχολείο. Όμως αυτές είναι ετερόκλητες και με διαφορετικές επιπτώσεις στη μαθησιακή πορεία των παιδιών. Επομένως, αδρά θα λέγαμε ότι για όλο το φάσμα της εκπαίδευσης, από τα Νηπιαγωγεία ώς τα Λύκεια του Νομού μας και με βάση το γεγονός ότι το μαθητικό δυναμικό είναι λίγες δεκάδες χιλιάδες μαθητές, οι μαθητές με μαθησιακές δυσκολίες είναι μερικές χιλιάδες. Ο λόγος που δεν μπορούμε να δώσουμε ακριβή ποσοστά είναι ότι τόσο λόγω της πολυσχιδούς μορφής των μαθησιακών δυσκολιών, όσο και των διαφορετικών καταγραφών που γίνονται σε διάφορες έρευνες για μεθοδολογικούς λόγους, οι αριθμοί διαφέρουν ελαφρώς. Πρέπει επίσης να σημειωθεί, ότι πολλοί από αυτούς τους μαθητές περνούν αδιάγνωστοι σε όλη τη μαθησιακή τους πορεία. Είναι γνωστές οι εκφράσεις: «Δεν τα παίρνει τα γράμματα», «δεν διαβάζει», «είναι τεμπέλης», «θα στρώσει με τον καιρό» (αλλά ποτέ δεν «στρώνει») κτσ. Σε άλλους πάλι δεν δίδεται η δέουσα προσοχή και σημασία. Τέλος, είναι και μία κατηγορία παιδιών που επειδή δεν «ενοχλούν» μέσα στην τάξη, δεν ασχολείται κάποιος ιδιαίτερα μαζί τους, αν και παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες. Για τον εντοπισμό των μαθησιακών δυσκολιών στα ελληνικά σχολεία και σε όλες τις βαθμίδες, πλην της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, αρμόδια είναι τα Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης (ΚΕ.Δ.Δ.Υ.) του υπουργείου Παιδείας, όπως αυτό που έχουμε και στο Βόλο και που στεγάζεται πλέον – δυστυχώς – στο πατάρι του κλειστού γυμναστηρίου του 4ου Γυμνασίου Βόλου, στην οδό Νεαπόλεως. Σε αυτά τα Κέντρα η διάγνωση γίνεται από ειδικούς ψυχολόγους και εκπαιδευτικούς, ενώ κοινωνικοί λειτουργοί λαμβάνουν πληροφορίες από την οικογένεια. Χρησιμοποιούνται ειδικά τεστ νοημοσύνης, εκπαιδευτικά και άλλα και ακόμη άτυπες δοκιμασίες, πληροφορίες από το σχολείο, γραπτά του παιδιού και φυσικά η συνέντευξη με το ίδιο το παιδί και τους γονείς.

Ο κ. Μπίρης υπογραμμίζει: «Δυστυχώς, το ΚΕ.Δ.Δ.Υ., έχοντας επιφορτιστεί με το έργο της αξιολόγησης, δυσκολεύεται σημαντικά σε αυτό της υποστήριξης – αντιμετώπισης,  αφού ασθμαίνει να προλάβει να ανταποκριθεί στο πλήθος των εκατοντάδων αιτημάτων από τα σχολεία του Νομού, με επιστημονικό προσωπικό μόλις 9 ατόμων(!). Το ΚΕΔΔΥ Μαγνησίας ωστόσο αναλαμβάνει και συμβουλευτική σε γονείς ή και μαθητές, ενημέρωση  στα σχολεία για εκπαιδευτικούς και γονείς και προσπαθεί παράλληλα, με εκτενείς οδηγίες στη γνωμάτευση, να υποβοηθήσει το έργο των εκπαιδευτικών και των άλλων ειδικών που ίσως χρειαστεί να ασχοληθούν με το παιδί. Κυρίως όμως πρέπει να τονιστεί ότι αυτοί που σηκώνουν το μεγάλο όγκο της αντιμετώπισης των παιδιών με μαθησιακές δυσκολίες, είναι οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί της τάξης, κάτι που καθιστά πλέον τη διαρκή τους κατάρτιση επιτακτική» κατέληξε ο κ. Μπίρης.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το