Πολιτισμός

Τα αρχεία Φορέων Υγείας στα Γενικά Αρχεία του Κράτους Μαγνησίας

Της δρ Αννίτας Πρασσά*

Α’ μέρος
Η Παγκόσμια Ημέρα Αρχείων (9 Ιουνίου) είναι ημέρα γιορτής για τη διεθνή αρχειακή κοινότητα και παράλληλα μια ευκαιρία για το κοινό να γνωρίσει καλύτερα τον συναρπαστικό χώρο της αρχειακής πολιτιστικής μας κληρονομιάς, να ανακαλύψει την αξία των αρχείων και τον πλούτο των πληροφοριών τους.
Στο πλαίσιο αυτό κάθε χρόνο επιλέγαμε ένα θέμα και προσκαλούσαμε τους συμπολίτες μας στο φιλόξενο Αναγνωστήριό μας ξεναγώντας τους στους αρχειακούς θησαυρούς μας. Φέτος όμως ο Covid-19 άλλαξε τα σχέδιά μας κι έτσι αποφασίσαμε να γιορτάσουμε αυτή την ημέρα με έναν διαφορετικό τρόπο. Ετοιμάσαμε ένα ψηφιακό αφιέρωμα με θέμα (τι άλλο;) την Υγεία, το πολυτιμότερο αγαθό, όπως πολύ καλά διαπιστώσαμε αυτές τις μέρες της πανδημίας. Ένα θέμα που είχε απασχολήσει τους κατοίκους του Βόλου πριν ακόμη ενσωματωθεί η Θεσσαλία στο ελεύθερο ελληνικό κράτος.
Από την πλευρά μας, τα Γ.Α.Κ. Μαγνησίας έχουμε δώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στο ευαίσθητο αυτό θέμα από την αρχή της λειτουργίας μας και με πολλούς τρόπους: Mε προσκτήσεις ή επισημάνσεις και καταγραφές αρχειακού υλικού, με εκθέσεις, εκδόσεις, ειδικά αφιερώματα και ξεχωριστές συνεργασίες. Στο πλαίσιο αυτό διαθέτουμε τα αρχεία τριών μεγάλων νοσηλευτικών ιδρυμάτων της περιοχής μας: Tου «Αχιλλοπούλειου» Νοσοκομείου Βόλου, του Τσιτσιλιάνειου Νοσοκομείου Καλών Νερών Πηλίου και του Σανατορίου «Η Ζωοδόχος Πηγή» (1909-1965) του γιατρού Γιώργου Καραμάνη στα Χάνια Πηλίου, ενώ παράλληλα έχουμε καταγράψει το αρχείο του Ιατρικού Συλλόγου Μαγνησίας, καθώς και ένα μεγάλο μέρος του αρχείου του «Αχιλλοπούλειου» που φυλάσσεται στο Κέντρο Ψυχικής Υγείας του ιδρύματος.

Το κτήριο «Λοιμωδών Νόσων» δίπλα στο παλιό κτήριο του «Αχιλλοπούλειου», 1930 (φωτ. Ζημέρη)

Το «Αχιλλοπούλειο» Νοσοκομείο Βόλου (ίδρ. 1884)
Το «Αχιλλοπούλειο» Νοσοκομείο είναι από τα πρώτα περιφερειακά νοσοκομεία μετά τον Ευαγγελισμό και το πρώτο της Θεσσαλίας. Της Λάρισας ιδρύθηκε το 1889, της Καρδίτσας το 1935 και των Τρικάλων το 1950.
Οι προβληματισμοί για τη δημιουργία πολιτικού νοσοκομείου στον Βόλο ξεκίνησαν την εποχή της τουρκοκρατίας, το 1874. Βεβαίως, ως λιμάνι διέθετε λοιμοκαθαρτήριο.
Έγκαιρα οι κάτοικοι, ανάμεσα στις άλλες φροντίδες τους, ενδιαφέρθηκαν και για το μείζον θέμα της υγείας των συμπολιτών τους. Δεδομένου ότι ακόμη ο Βόλος δεν ανήκε στο ελληνικό κράτος, έπρεπε να μεριμνήσουν οι ίδιοι οι πολίτες, η κοινωνία των πολιτών, προκειμένου να αναπληρωθεί η έλλειψη της κρατικής πρόνοιας. Έτσι, την Πρωτομαγιά του 1874 σ’ ένα ταπεινό παντοπωλείο, ιδρύθηκε η Φιλελεήμων Αδελφότης Βόλου, το λεγόμενο Αδελφάτο, με σκοπό την αγαθοεργία προς τους άπορους και την ίδρυση νοσοκομείου. Το Αδελφάτο αποτελεί τον πρώτο θεσμό φιλανθρωπίας και κοινωνικής πρόνοιας στον οθωμανικό Βόλο. Οι ιδρυτές του, «άσημοι και αφανείς», άνθρωποι απλοί, χωρίς να ανήκουν σε φορείς εξουσίας και πλούτου και πιστεύοντας ότι η παροχή υγείας είναι κοινωνικό αγαθό και συγχρόνως αναφαίρετο κοινωνικό δικαίωμα, επιδίωξαν να το κάνουν προσιτό σε όλους τους πολίτες με τη δημιουργία νοσοκομείου. «Το γλυκύτερον όνειρον, όπερ εβαυκάλιζεν ημάς να ίδωμεν πραγματοποιούμενον, ήτο η ίδρυσις Νοσοκομείου, όπερ να έχη αναπεπταμένας τας πύλας εις την πάσχουσαν δυστυχίαν, χωρίς να εξετάζη πού αύτη κατοικεί, εις ποίαν εθνικότητα ανήκει και τίνα Θεόν λατρεύει». Έτσι περιγράφει την πρωτοβουλία τους τριάντα χρόνια αργότερα, το 1903, ο δήμαρχος Παγασών (σημ. Βόλου) και γιατρός Νικόλαος Γεωργιάδης στην περίφημη λογοδοσία της δημαρχιακής του θητείας.
Πρώτος πρόεδρος υπήρξε ο Γεώργιος Καρτάλης, που διετέλεσε πρόεδρος της Εφορείας της νέας πόλεως πριν από το 1881 και πρώτος δήμαρχος του ελεύθερου Βόλου μετά την ενσωμάτωση.
Τα πρώτα χρόνια το Αδελφάτο ασχολήθηκε με τη φιλανθρωπία, ενώ η ίδρυση νοσοκομείου πραγματοποιήθηκε δέκα χρόνια αργότερα, το 1884. Παράλληλα η τοπική αυτοδιοίκηση έθετε τις βάσεις για τη μετάπλαση μιας πρώην οθωμανικής πόλης σε σύγχρονη ευρωπαϊκή και στο πλαίσιο του αστικού εκσυγχρονισμού της εγγράφεται η κοινωνική πολιτική του Δήμου. Σε ό,τι αφορά στο θέμα της παροχής υγειονομικής περίθαλψης, θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο Δήμος Βόλου χρηματοδοτούσε τη λειτουργία νοσοκομείου «κοινών γυναικών» και στρατιωτικού νοσοκομείου που αποτελούσε και χώρο υποδοχής άπορων και ενδεών ασθενών, ενώ παράλληλα μεριμνούσε για δημοτικό ιατρό και για την εξασφάλιση των φαρμάκων στα κατώτερα στρώματα του πληθυσμού. Πράγματι, στους προϋπολογισμούς του Δήμου για τα έτη 1883, 1884 και 1885 γίνεται αναφορά για «Νοσοκομείον κοινών γυναικών» και για «Στρατιωτικόν Νοσοκομείον» στο οποίο παρείχετο «βοήθεια εις ενδεείς και νοσηλεία ασθενών», ενώ παράλληλα προβλεπόταν «αντιμισθία δημοτικού ιατρού», «φάρμακα απόρων δημοτών» και λαμβανόταν μέριμνα για τα έκθετα βρέφη (βλ. Πρακτικά Συνεδριάσεων Δημοτικού Συμβουλίου Παγασών, τ. 1, συνεδρ. ΙΕ, ΙΣΤ, ΙΖ/29.7.1883, συνεδρ. ΜΣΤ/17.12.1883 και συνεδρ. Ν/16.11.1884, σ. 135v, 136r).
Από τον Ιανουάριο του 1884 στο δημοτικό συμβούλιο υπήρχαν συζητήσεις για την ανέγερση και συντήρηση πολιτικού νοσοκομείου, δηλαδή ενός συγκροτημένου οργανισμού ιατρικής περίθαλψης εντάσσοντας το θέμα της παροχής υγείας στο σύστημα της ιδρυματικής πολιτικής. Το 1885 οι πόροι του Αδελφάτου θα προορίζονταν για τον σκοπό αυτό. Η φιλανθρωπία και ο ευεργετισμός υποκαθιστούσαν την κρατική κοινωνική πολιτική.
Από το 1903 το νοσοκομείο απέκτησε ιδιόκτητο κτήριο χάρη στη χορηγία πολλών ευεργετών με μεγαλύτερη αυτή των αδελφών Αχιλλόπουλου από την Τσαγκαράδα Πηλίου (5.000 λίρες Αγγλίας), στους οποίους οφείλει την ονομασία του: Αχιλλοπούλειο. Από το έτος αυτό χρονολογείται το παλαιότερο σωζόμενο αρχειακό τεκμήριο του ιδρύματος. Τα σχέδια του κτηρίου ανήκουν στον Βολιώτη αρχιτέκτονα Κων. Αργύρη, φοιτητή τότε στο Παρίσι και γιο του τότε δημάρχου Ιωάννη Χατζηαργύρη. Το νοσοκομείο αρχικά είχε δύο τμήματα, Παθολογικό και Χειρουργικό, και τα πρώτα βιβλία ασθενών του σώζονται από το 1903, το έτος εγκατάστασης στο ιδιόκτητο κτήριο.
Το 1908 το «Αχιλλοπούλειο» μετατράπηκε σε δημοτικό ίδρυμα, αφού τα έξοδα λειτουργίας του καλύπτονταν στο μεγαλύτερο ποσοστό από τον Δήμο. Ωστόσο η διοίκηση εξακολουθούσε να ανήκει στο Αδελφάτο και πρόεδρος του νοσοκομείου ήταν ο εκάστοτε δήμαρχος.

Στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο το «Αχιλλοπούλειο» ήταν το Β’ Στρατιωτικό Νοσοκομείο Βόλου

Στον μεσοπόλεμο το «Αχιλλοπούλειο» εξελίχθηκε σε ένα σύγχρονο για την εποχή του νοσηλευτικό ίδρυμα και επίσης ανταπεξήλθε με επιτυχία στις αυξημένες και πιεστικές δυσκολίες λόγω της άφιξης μεγάλου κύματος προσφύγων στην πόλη στη δεκαετία του 1920. Στη διάρκεια του δεύτερου πολέμου, φιλοξένησε το Β’ Στρατιωτικό Νοσοκομείο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1950 και ενώ το ελληνικό κράτος άρχισε σταδιακά να αναδιοργανώνεται και να επουλώνει τις μεγάλες πληγές της προηγούμενης δεκαετίας, το «Αχιλλοπούλειο» αναδείχθηκε σε ένα από τα πιο οργανωμένα νοσηλευτικά ιδρύματα της περιφέρειας. Σύμφωνα με υπόμνημα το 1955 του τότε διευθυντή της Παθολογικής Κλινικής, Απόστολου Πυργιαλή, ήταν «το μεγαλύτερον της Θεσσαλίας ιατρικόν επιστημονικόν κέντρον» και γι’ αυτό οι πιο σπάνιες και βαριές περιπτώσεις νοσημάτων από όλο τον θεσσαλικό χώρο κατέφευγαν ανέκαθεν σ’ αυτό. Θα πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι αρκετοί γιατροί της περιοχής του Βόλου στα τέλη του 19ου με αρχές του 20ού αιώνα δεν φοιτούσαν στο ΕΚΠΑ, αλλά στο εξωτερικό και κυρίως στη Γερμανία και στη Γαλλία.
Το 1954 καταργήθηκε η Φιλελεήμων Αδελφότης και το νοσοκομείο έγινε κρατικό, ανήκοντας πλέον στο υπουργείο Κοινωνικής Πρόνοιας και Υγείας (υπαγόμενο στις διατάξεις του Ν.Δ. 2592/1953) ως Γενικό Νομαρχιακό «Αχιλλοπούλειο» Νοσοκομείο Βόλου. Την ίδια χρονιά μετατράπηκε σε κρατικό και το Νοσοκομείο Λάρισας. Έτσι η παροχή υγείας γίνεται υπόθεση του κράτους.
Η μετατροπή αυτή συνέπεσε στον Βόλο με τους γνωστούς καταστροφικούς σεισμούς του ’55 που μετέτρεψαν την πόλη σε ερείπια εξαφανίζοντας τη μεσοπολεμική αρχιτεκτονική της φυσιογνωμία. Λόγω των σοβαρών ζημιών του κτηρίου, το νοσοκομείο στεγάστηκε σε σκηνές στην αυλή του. Στη θέση του ανεγέρθηκε νέο που εγκαινιάστηκε στη δεκαετία του ’60.
Εκτός από το κτήριο αυτό, στον μεσοπόλεμο ανεγέρθηκε και ένα δεύτερο κτήριο, πάλι σε σχέδια του Κων. Αργύρη, που αποπερατώθηκε το 1930 και στέγαζε το Γυναικολογικό – Μαιευτικό Τμήμα, το Γηροκομείο και το Παράρτημα των Λοιμωδών Νόσων, χάρη στο οποίο έμεινε γνωστό ως κτήριο «Λοιμωδών».
Το 1992 κατεδαφίστηκε παρά την εισήγηση της 5ης Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων για τον χαρακτηρισμό του ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο όντας αντιπροσωπευτικό δείγμα δημόσιας αρχιτεκτονικής. Στη θέση του ανεγέρθηκε η νέα πτέρυγα του νοσοκομείου συνολικού εμβαδού 33.500 τ.μ., που εγκαινιάσθηκε το 2007.

Ο γιατρός Φίλιππος Κασσιόπουλος με τις σπουδάστριες της Σχολής Νοσοκόμων (φωτ. Ζημέρη)

Σε αυτό το κτήριο των «Λοιμωδών» στεγαζόταν για πολλά χρόνια το παλιό αρχείο του «Αχιλλοπούλειου» Νοσοκομείου, το οποίο κληθήκαμε τα ΓΑΚ να παραλάβουμε το 1992, πριν από την κατεδάφισή του. Το αρχείο του νοσοκομείου αυτού έχει αξιοποιηθεί αρκετά. Το 2003 οι «Φίλοι του «Αχιλλοπούλειου» Νοσοκομείου» επί προεδρίας της Αγνής Γκιζίκη-Σκουζού είχαν την πρωτοβουλία της συγγραφής της ιστορίας του, που εκδόθηκε το 2007 σε έναν συλλογικό τόμο 500 σελίδων, όπου παρουσιάζεται όλη η μακρά ιστορική διαδρομή του ιδρύματος μέχρι τότε. Το αρχείο που φυλάσσεται στα Γ.Α.Κ. Μαγνησίας αποτέλεσε σημαντική πρωτογενή πηγή για τους ερευνητές και συγγραφείς του τόμου. Η επιτροπή σύνταξης (στην οποία είχα την τιμή να συμμετέχω) απευθύνθηκε, όχι μόνο σε ερευνητές, αλλά και στους ίδιους τους διευθυντές των κλινικών, καθώς και σε παλιούς εργαζόμενους, ώστε να προσεγγιστεί η ιστορία του ιδρύματος και «εκ των ένδον». Παράλληλα την έκδοση προλόγισαν και φρόντισαν για τη χρηματοδότηση δύο γυναίκες διοικητές: Η απερχόμενη και η νέα τότε, η κ. Ευαγγελία Κουρτέλη και η κ. Μαρία Καρά.
Στην έκδοση αυτή συμμετείχα με το άρθρο «Η Φιλελεήμων Αδελφότης Βόλου (1874-1954) και το Νοσοκομείο», στο οποίο έχει βασιστεί σε μεγάλο βαθμό το σημερινό μου κείμενο.
Εκτός από αυτό το βιβλίο, το 2015 ο χειρουργός Γιάννης Κωστής και ο κοινωνιολόγος Βασίλης Ντακούμης εξέδωσαν μια μελέτη αξιοποιώντας τα αρχειακά δεδομένα από ιατρικής και κοινωνιολογικής πλευράς με τίτλο: «Διερευνώντας το νοσοκομείο Βόλου. Ιατρικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά της πορείας του Αχιλλοπούλειου Γενικού Νομαρχιακού Βόλου κατά την περίοδο 1903-2013 (110 χρόνια)».

*Η Αννίτα Πρασσά είναι ιστορικός, αρχειονόμος, προϊσταμένη Γ.Α.Κ. Μαγνησίας

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το