Άρθρα

Παιδί μου, να γίνεις χρήσιμος άνθρωπος

Του Γ. Καπουρνιώτη

Επιμένω πάνω σε θέματα εκπαίδευσης, όχι μόνο γιατί η εκπαίδευση με την ευρεία έννοια περιλαμβάνει όλες τις δραστηριότητες που έχουν σκοπό την επίδραση με συγκεκριμένο τρόπο στη σκέψη, στον χαρακτήρα και στη σωματική αγωγή του ατόμου, αλλά και γιατί σε συνθήκες δομικής κρίσης (όπως αυτές που ζει ο μαθητής επί δώδεκα τουλάχιστον χρόνια), οι εκπαιδευτικές δομές αναλαμβάνουν τον ρόλο εκτόνωσης και κοινωνικής εξισορρόπησης.
Σήμερα ναι μεν υπάρχει μεγάλος φόρτος εργασίας στα παιδιά των σχολείων της Α/θμιας, της Β/θμιας και των Πανεπιστημίων, αλλά και στις παλαιότερες γενιές υπήρχε φόρτος και υπερβολικές απαιτήσεις. Δύσκολα κείμενα, δυσπρόσιτοι καθηγητές, προγράμματα και προγράμματα σπουδών που «τάιζαν» την αποστήθιση. Το αυταρχικό εκπαιδευτικό σύστημα, ακύρωνε τη νεότητα και τη χαρά, όπως και ποικίλοι γλωσσικοί καταναγκασμοί (π.χ. τα εις -μι ρήματα δείκνυμι, ίστημι, τίθημι) βασάνισαν πολλούς. Η γραμματική-συντακτική μονομέρεια στην προσέγγιση των αρχαίων κειμένων, κειμένων συχνά εκπληκτικής ποιητικής και φιλοσοφικής δύναμης, μετακίνησε το κέντρο, από την απόλαυση του κειμένου, στην διάταξη των φωνών, των εγκλίσεων, των χρόνων.

Επίσης, τότε, πέρα από τους διδακτικούς δογματισμούς (που όμως ήταν συνέχεια ενός ευρύτατου πολιτικού και πολιτιστικού πουριτανισμού), η μάθηση ήταν εργαλείο ταξικής, κοινωνικής υπέρβασης. Με τις σπουδές ξέφευγε κανείς από τη σκληρή αγροτική μοίρα. Σκεφτείτε το λίγο… Ίσως όμως δεν είχε δεχτεί (τότε) και η μάθηση τη μαζική ναρκισσιστική παραμόρφωση. Τη γενική, σχεδόν υστερική πίεση που παρωθεί, εκτός των άλλων και την μάθηση και την επιδοσιακή επικύρωσή της, στον ρόλο εργαλείων προβολής, ισχύος, αυτοπραγμάτωσης. Δεν έχει όμως ίσως νόημα να ορίζουμε τη διαγενεακή διάσταση της κούρασης, ούτε τη φυσική τάση όλων μας να διογκώνουμε τα δικά μας σχολικά βάσανα.
Τα χρόνια της παιδικότητας και της εφηβείας είναι χρόνια μετάβασης από τον κόσμο της φαντασίας στον κόσμο της πραγματικότητας. Κάθε μετάβαση, ακόμα κι αν είναι αναμενόμενη, όπως το πέρασμα στην εφηβεία, συνοδεύεται από ενθουσιασμό και προσμονή, αλλά και από αγωνία και φόβο. Πέρα από τις εποχές, το κοινωνικό περιβάλλον ή τα ιστορικά βάρη, υπό τα οποία εξελίσσεται κάθε σχολική εμπειρία, η μοναδικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης μοιάζει ακόμη πιο μοναδική στην συνείδηση του κάθε παιδιού, ιδιαίτερα τις μέρες που ξεκινά η νέα χρονιά με νέες αγωνίες. Ας φανταστούμε έναν έφηβο, Β/θμιας εκπαίδευσης, με κριτική διάθεση. Ζει την άμεση βιοτική αγωνία της οικογένειάς του ως μια δική του ψυχολογική πίεση. Ζει το ξύπνημα της ηθικής γνώσης και της σωματικής έκφρασης, μέσα από ατέλειωτες απορίες, αμηχανίες, περιέργειες. Εκνευρίζεται όταν ακούει σχόλια για τον βαθμό σοβαρότητας όσων καλείται να αντιμετωπίσει, όταν αντικρίζει αυτό το ύφος υπεροχής ή συγκατάβασης των ενηλίκων που πάντα «ξέρουν» καλύτερα, μα δεν μπορούν ωστόσο να απαντήσουν, παρότι μεγαλύτεροι και «ξέρουν», πώς έφτιαξαν τον κόσμο στον οποίο αυτός πρέπει να ζήσει. Σιωπά όταν του διδάσκουν τρόπους προσαρμογής στην καθιερωμένη υποκρισία με την υπόδειξη πως «το μη χείρον βέλτιστων»!

Είναι διατεθειμένος να δεχτεί πως αυτές οι υποδείξεις και οι διδαχές είναι μια μέθοδος στοργής μπροστά στις τόσες πιέσεις του σύγχρονου κόσμου. Μα βλέπει από τη μια τις οικολογικές ανησυχίες και το ανάθεμα στον καταναλωτισμό κι από την άλλη τη χρηματική προϋπόθεση να γίνεται όλο και πιο ασφυκτική. Τον συγκινούν, φυσικά, διακηρύξεις περί ειρήνης, μα νιώθει την ανάγκη να υπερασπιστεί τη ζωή του, το σπίτι του, την πατρίδα του από τη φαντασίωση όσων διψούν για δύναμη. Βλέπει την κατάρρευση των αυθεντιών κι από την άλλη την οργισμένη υποστήριξη περίεργων απόψεων με σημαίες που γίνονται «στειλιάρια». Χαίρεται για τη χειραφέτηση που όλα τα απομυθοποιεί – δεν το αντέχει το βάρος μιας τυποποιημένης σχολαστικότητας – αλλά αισθάνεται μέσα του ακατανίκητη την ορμή για παραδείσους, ας είναι και τεχνητοί.

Κι όμως. Πρέπει να γίνει υποζύγιο γνώσεων, εφοδίων και αρετών γιατί ο κόσμος αυτός, ρευστός, επικίνδυνος, μα και τόσο ελκυστικός – η ψεύτικη λάμψη των μίντια, η άχρηστη δημοσιότητα, η χωρίς όριο προβολή – τον καλεί να τον κερδίσει γρήγορα κι όπως-όπως, χωρίς την ασφάλεια δεσμών που κάνουν την ανάγκη για κοινή ζωή να μην καταλήγει τυχαία σύμβαση. Σκέψεις ασθματικές, σαν περιήγηση στους πέραν του καλού και του κακού δρόμους του διαδικτύου. Θα αρχίσουν, σε λίγο, οι διαγωνισμοί προκειμένου να πετύχει. Οι κυνικές ειλικρίνειες με τις οποίες καλείται να συμπορευτεί φωνάζουν κιόλας το όνομά του. «Να γίνεις χρήσιμος άνθρωπος» του λένε – δεν ξέρω κατά πόσο αξίζει σε αυτήν την κοινωνία να έχει χρήσιμους ανθρώπους. Να είναι άνθρωποι (άνθρωπος = άνω θρώσκω = κοιτώ, βλέπω). Να κοιτούν ψηλά, να αποφεύγουν τις μικρότητες, τις φτήνιες, τη σκληρότητα, την κακία. Μα αυτός φοβάται μήπως κάτι που είναι χρήσιμο παύει να είναι ωραίο. Το κουδούνι χτυπά και ξαναχτυπά ή πολλές φορές το ακούει στον ύπνο του και σηκώνεται με αφίδρωση – κάτι που συμβαίνει συχνά και σε εμάς! Δεν έχει χρόνο για παιχνίδι. Σε λίγο δεν θα έχει χρόνο ούτε για σκέψη.

Αποτελεί άραγε αυτό, την επιτομή του νέου σχολείου, του νέου πανεπιστημίου; Χαρά για μάθηση ή συλλογή πτυχίων; Καλλιέργεια ατομικών δεξιοτήτων ή εξομοίωση όλων; Ευελιξία, κινητικότητα, δημιουργία δυνατών προσωπικοτήτων ή παπαγαλάκια και άνευροι πτυχιούχοι; Η εκπαίδευση λειτουργεί ως μια ασφαλής νησίδα θαλπωρής, κοινωνικοποίησης, μάθησης και πειραματισμού ή είναι ο προθάλαμος μιας αδυσώπητης αρένας όπου κυριαρχούν ο στείρος ανταγωνισμός, η ανία και η βαθμοθηρία; Και οι εκπαιδευτικές νομοθετήσεις, μεταρρυθμίσεις ή αντιμεταρρυθμίσεις, αρθρώνονται σε τέτοιου είδους προβλήματα;

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το