Άρθρα

Τι σημαίνει μοντέλο ανάπτυξης για τη Θεσσαλία; Δικτύωση, συνεργασία και επένδυση στον άνθρωπο

του Γ. Σταμπουλή*

Η Θεσσαλία χαρακτηρίζεται από την πολυδιάστατη πολυμορφία της, γεωγραφική, δημογραφική, χωροταξική, παραγωγική, πολιτισμική. Κάθε απόπειρα διατύπωσης ενός σχεδίου ή μοντέλου ανάπτυξης πρέπει να λάβει υπόψη αυτή την πολυμορφία και να την αξιοποιήσει. Όμως συνήθως οι προσεγγίσεις είναι απλοϊκές, με αποτέλεσμα να χάνεται η δυνατότητα αξιοποίησης της Θεσσαλικής ποικιλότητας που μπορεί να αποτελέσει πλεονέκτημα αντί για μειονέκτημα.
Προσεγγίσεις που αντί να αξιοποιούν τη πολλαπλότητα και την πολυμορφία, αναζητούν μαγικές λύσεις και λαϊκίζουν με διατυπώσεις όπως «η πρωτογενής παραγωγή θα μας βγάλει από την κρίση» ή «η μεταποίηση είναι η ατμομηχανή της ανάπτυξης» ή ακόμη «ο τουρισμός είναι η βαριά βιομηχανία μας». Η αδυναμία της διατύπωσης ενός συνεκτικού σχεδίου ξεκινά από τον λογισμό αυτών των προσεγγίσεων. Θεμελιώδης μεταξύ τους είναι η λανθασμένη αντίληψη για την ανταγωνιστικότητα που εστιάζει στο κόστος, αντί για την παραγόμενη αξία. Προέρχεται από μερική, αποσπασματική προσέγγιση που εστίαζε στην παραγωγή μεγάλης κλίμακας, κάτι που εκτός των άλλων όχι μόνο δεν ταιριάζει στο μεγαλύτερο μέρος του παραγωγικού δυναμικού της Ελλάδας και της Θεσσαλίας, αλλά είναι και σε αντίθεση με τις διεθνείς τάσεις εξειδίκευσης που αξιοποιούν τις νέες τεχνολογίες.
Πρέπει να περάσουμε από αυτό που αποκαλούμε «στρατηγικές παρονομαστή» σε «στρατηγικές αριθμητή». Να εστιάσουμε στο πως το παραγόμενο προϊόν θα έχει τη μέγιστη προστιθέμενη αξία και όχι το ελάχιστο κόστος. Για να πετύχουμε αυτό τον στόχο μπορούμε να αξιοποιήσουμε τη διεθνή εμπειρία, δεν χρειάζεται να επανεφεύρουμε τον τροχό, απλά να τον προσαρμόσουμε στις ανάγκες μας. Μπορούμε να συνοψίσουμε τη νέα προσέγγιση σε δύο άξονες. Ο πρώτος αφορά στη μέθοδο (τι πρέπει να πράξουμε και πως πρέπει να το κάνουμε) και ο δεύτερος στη νοοτροπία (πως θα το πετύχουμε).
Σε ότι αφορά στη μέθοδο, αντί να εστιάζουμε σε μεμονωμένες παραγωγικές μονάδες ή κλάδους πρέπει να δούμε ολιστικά τις αλυσίδες αξίας, τα παραγωγικά συμπλέγματα, τις συστάδες (clusters) καινοτομίας και τα δίκτυα συνεργασίας. Αντί να μιλάμε για την αγροτική παραγωγή από τη μία και τη μεταποίηση από την άλλη να δούμε το αγρο-βιομηχανικό σύμπλεγμα. Αντίστοιχα τις συνδέσεις του τουρισμού με το αγροβιομηχανικό και με την πολιτισμική παραγωγή, των κατασκευών με τα υλικά και την ενέργεια. Στις υποδομές, αντί να εστιάζουμε αποσπασματικά στο αεροδρόμιο, το λιμάνι, τις μαρίνες, τον σιδηρόδρομο, τα τελεφερίκ ή τα εμπορευματικά κέντρα, να δούμε τη συνολική εικόνα ως ένα δίκτυο συνδυασμένων διατροπικών μεταφορών.
Αυτή τη λογική της δικτύωσης και της διασύνδεσης πρέπει να τη μπολιάσουμε με τη νέα τεχνολογία και την καινοτομία. Τι σημαίνει όμως αυτό στην πράξη; Για να αξιοποιηθεί η νέα τεχνολογία πρέπει ο παραγωγικός ιστός να επενδύσει σε καινοτομικές δραστηριότητες, με έμφαση στην ανάπτυξη νέων, βελτιωμένων προϊόντων. Να μην αντιμετωπίζουν την τεχνολογία μόνο ως μέσο για τη μείωση του κόστους, αλλά για αύξηση της αξίας που προσφέρεται. Με άλλα λόγια να επενδύσουν σε ανθρώπινο δυναμικό που θα δημιουργήσει την καινοτομία μέσα στην παραγωγή. Όταν αυτό αποτελέσει τη βάση της στρατηγικής των επιχειρήσεων, τότε θα αναπτυχθεί η αφομοιωτική ικανότητα ώστε να αξιοποιήσουν και την προηγμένη τεχνογνωσία που παράγεται στο δημόσιο ερευνητικό δυναμικό, αλλιώς η σύνδεση έρευνας και παραγωγής θα παραμένει μια ωραία ευχή. Προφανώς οι ΜμΕ επιχειρήσεις δεν μπορούν πάντα να αναπτύσσουν αυτή τη δραστηριότητα. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι μπορούν να επενδύουν σε κοινές δομές ανάπτυξης τεχνολογίας και επίλυσης προβλημάτων, έρευνας και ανάλυσης της αγοράς, ώστε να προσαρμόζουν την τεχνολογία στις εξειδικευμένες ανάγκες τους με μικρό κόστος. Η ΕΒΕΤΑΜ, για παράδειγμα, μπορεί να αποτελέσει τέτοιο εργαλείο για πολλές επιχειρήσεις σε μεγάλο εύρος κλάδων. Εδώ η πολιτική της κυβέρνησης και της περιφέρειας μπορεί να συμβάλλει με συγκεκριμένα εργαλεία.
Για να επιτευχθούν τα παραπάνω απαιτείται και το συστατικό στοιχείο που επισημαίνω παραπάνω, η νοοτροπία συνεργασίας. Μπορούμε να το πούμε και παραγωγικό πατριωτισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν μελετήσουμε τις θυγατρικές ευρωπαϊκών ή ασιατικών πολυεθνικών θα δούμε ότι συστηματικά μεγιστοποιούν τη χρήση προϊόντων και υπηρεσιών από τη χώρα προέλευσης (αυτοκίνητα, ηλεκτρολογικά, γραφική ύλη, ότι μπορούν να έχουν από τη χώρα τους). Το βασικό ανθρώπινο δυναμικό και οι συνεργασίες τους βασίζονται στα πανεπιστήμια με τα οποία συνεργάζονται εκεί. Αυτό δεν αποτελεί αφελή πατριωτισμό. Γνωρίζουν ότι ενισχύουν την παραγωγική βάση από την οποία αντλούν κι αυτοί τη δύναμή τους. Δεν κάνουν εκπτώσεις στην ποιότητα, την τιμή ή την εξυπηρέτηση. Έχουν αναπτύξει τον απαιτούμενο επαγγελματισμό και συνεπώς την αμοιβαία εμπιστοσύνη.
Η εμπιστοσύνη δεν πέφτει από τον ουρανό. Οικοδομείται στη βάση της συστηματικής συνεργασίας που συνεχώς θα βελτιώνεται. Στην Ελλάδα, τυφλωμένοι από την ιδεοληψία για την αγορά, έχουμε αφήσει αυτή τη διαδικασία στην τύχη. Δεν επενδύσαμε σε μηχανισμούς που φροντίζουν τη δικτύωση, την υποστήριξη των συνεργασιών. Οι συλλογικοί φορείς δείχνουν σαν να έχουν εμποτιστεί από τη λογική του κόστους, μιλούν μόνο για τη φορολογία και τις επιδοτήσεις. Κάπως έτσι αφέθηκε να καταρρεύσει το Κέντρο Επιχειρηματικής και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΚΕΤΑ) της Θεσσαλίας, μια σημαντική πρωτοβουλία που ανέλαβαν τα επιμελητήρια και οι σύνδεσμοι της περιφέρειας, σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο και το ΤΕΙ. Είναι κρίσιμο να λειτουργήσουν αυτά τα εργαλεία υποστήριξης της δικτύωσης και της συνεργασίας που θα έχουν ενεργό ρόλο προώθησης, σύνδεσης και δικτύωσης. Πρέπει να έχουν διακλαδικό χαρακτήρα και να απευθύνονται σε όλη τη Θεσσαλία. Είναι κρίσιμο οι συνεταιρισμοί από όλους τους κλάδους και τομείς να αναπτύξουν τις δικές τους κοινές δομές (μεταποίησης, πιστωτικούς, εξαγωγικούς κ.λπ.).
Τέλος, αυτή η παραγωγική ανασυγκρότηση στη βάση της συνεργασίας κατά μήκος αλυσίδων αξίας και παραγωγικών συμπλεγμάτων πρέπει να έχει δυναμικό και κοσμοπολίτικο χαρακτήρα. Με δεδομένη τη συνεχή τεχνολογική και κοινωνική εξέλιξη η συνεργασία πρέπει να επεκταθεί στον σχεδιασμό για το μέλλον. Διαθέτουμε την τεχνογνωσία για την εφαρμογή μεθόδων προοπτικής διερεύνησης (Foresight), όπου οι παραγωγικοί και κοινωνικοί φορείς μαζί με τους ερευνητικούς μελετούν τις τεχνολογικές, οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές τάσεις και διερευνούν από κοινού στρατηγικές και δράσεις για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση των προκλήσεων.
Θεσμοί δικτύωσης και συνεργασίας (όπως ήταν το ΚΕΤΑ) και εργαλεία συμμετοχικού σχεδιασμού (όπως το Foresight) θα συμβάλλουν όχι μόνο στην αποτελεσματική και συνεκτική ανάπτυξη της παραγωγής στη βάση ενός Θεσσαλικού μοντέλου ανάπτυξης, αλλά και στην ανάπτυξη της απαραίτητης Θεσσαλικής ταυτότητας και τη συνειδητοποίηση της ανάγκης να επενδύουμε στον τόπο μας και όχι μόνο να τον εκμεταλλευόμαστε. Γιατί η ανάπτυξη πρέπει να είναι ενδογενής για να είναι διατηρήσιμη.

* Ο Γ. Σταμπουλής είναι Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το