Άρθρα

Τι έγινε, bro;

 

Του
Γ. Καπουρνιώτη

Ο Στέφανος Κασσελάκης ήταν ο θριαμβευτής των εκλογών για την ανάδειξη νέου προέδρου στον ΣΥΡΙΖΑ. Ένας υποψήφιος, σχεδόν άγνωστος πριν – εμφανίστηκε τον Μάιο στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ σε μη εκλόγιμη θέση – εκλέχτηκε πανηγυρικά, και μπράβο του, για την προεδρία ενός κόμματος και δεν χρειάζεται καμία ανάλυση. Εννοείται ότι δεν θα τον κρίνω προσωπικά, γιατί οι ικανότητές του και ο ρόλος του θα κριθούν στο προσεχές μέλλον. Ωστόσο θα σταθώ στην επιλογή του, καθώς ο ίδιος διαπνέεται από υπερβολική αυτοπεποίθηση αλλά και παντελή άγνοια τοπίου, και να πιστεύει ότι η Ιθάκη του είναι η πρωθυπουργία της Ελλάδας.
Για να καταλάβουμε πώς συνέβη χρειάζεται, πιστεύω, να ξεκινήσουμε από τρία πράγματα. Πρώτον, ο νέος αρχηγός του κόμματος, δεν συνιστά αφετηρία κάποιας γενικής τάσης αλλαγής του συνόλου της ελληνικής πολιτικής πραγματικότητας. Δεν μπορούσε να συμβεί ούτε στη ΝΔ ούτε στο ΠΑΣΟΚ. Συνέβη στον ΣΥΡΙΖΑ γιατί σχετιζόταν με τη φύση και τις διαδοχικές μεταλλάξεις αυτού του κόμματος. Δεύτερον, όσοι παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις για την εκλογή του νέου προέδρου στο κόμμα, διαπιστώσαμε ότι το βασικό όπλο ήταν η εικόνα, τα βίντεο, κυρίως στο TikTok με κείμενα, που σε καμία περίπτωση δεν θύμιζαν έναν παραδοσιακό αριστερό λόγο. Θα έλεγε κανείς, ότι ήταν ένα κράμα, εικόνων, λέξεων, μηνυμάτων, συμβόλων που μιλούσε κυρίως στο θυμικό και λιγότερο στην λογική ενός πολιτικού χώρου βαριά τραυματισμένου από την πρόσφατη εκλογική ήττα, που συστηματικά και επίμονα αρνιόταν να συζητήσει και να αναγνωρίσει το πώς και γιατί ηττήθηκε στις εκλογές του 2019, αλλά και του 2023. Τρίτον, το μέλλον μάς επιφυλάσσει μια σκληρή πολιτική, γεμάτη δύσκολα και επώδυνα διλήμματα, και οι ηγεσίες θα κριθούν όχι για τα χαμόγελά τους και την ομορφιά τους, αλλά για την ικανότητά τους να πάρουν δύσκολες αποφάσεις.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε ως Συνασπισμός (έχοντας ως κύριους εταίρους τα δύο μεγάλα κόμματα της Αριστεράς: το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και την Ελληνική Αριστερά), ως μικρό κόμμα της μετακομμουνιστικής αριστεράς όπου αναζητούσε νέα φυσιογνωμία. Η κυριαρχία των εκ των ΚΚΕ προερχόμενων δυνάμεων όριζε το πεδίο της αναζήτησης κάπου «αριστερά της Σοσιαλδημοκρατίας» και σε σύγκρουση με τη Σοσιαλδημοκρατία. Το άλμα όμως και η θεμελιακή μετάλλαξη έγινε με την οικονομική χρεοκοπία. Πρόγραμμά του έγινε το «αντιμνημόνιο». Ταυτόχρονα έφτιαχνε ήδη μια «δική του πραγματικότητα» καθώς η «αγανάκτηση» υποκαθιστούσε την κατανόηση της εθνικής κρίσης και των διεθνών συσχετισμών. Ο νεαρός «Αλέξης» με το χαμόγελο και την φωτογένεια σε αντίθεση με τα ηλικιωμένα στελέχη και από τους «χαμένους» που τον περιστοίχιζαν, άρχισε να γίνεται πυλώνας του χώρου και να προσδίδει νεότητα στον εγγενή συντηρητισμό του ΣΥΡΙΖΑ. Κάποιος θα μπορούσε ήδη να διακρίνει τα σπέρματα προς τον σημερινό αρχηγό, τον Κασσελάκη, αλλά ήταν ακόμα νωρίς και υπήρχαν πολλές άλλες πιθανές διαδρομές.
Μία από αυτές μπορούσε να είναι μια γενναία αυτοκριτική της πορείας και αναθεώρηση της φυσιογνωμίας του κόμματος μετά την «διαπραγμάτευση» Βαρουφάκη και την «κωλοτούμπα» του 2015. Η αναθεώρηση δεν ήταν απλώς χρήσιμη, αλλά απαραίτητη. Θα οδηγούσε ίσως σε ένα κόμμα ευρωπαϊκής δημοκρατικής αριστεράς. Αντιθέτως, όταν γίνεσαι κυβέρνηση με πρόγραμμα το «αντιμνημόνιο» και ύστερα κυβερνάς με το τρίτο μνημόνιο, τότε αδειάζεις ιδεολογικά την παράταξή σου και αποδιαρθρώνεις τον κόσμο σου. Και όντως, η κυβερνητική θητεία ήταν ένα μείγμα συντηρητισμού, δομικής καθήλωσης, ριζοσπαστικής ρητορείας και προφανούς πολιτιστικής ανεπάρκειας του ηγετικού πολιτικού προσωπικού. Σαν αντίδοτο στο προγραμματικό και πολιτικό κενό που μεγάλωνε, εντάθηκε ο λαϊκισμός, η πρακτική του διχασμού και η συνεχής κατασκευή «εχθρών». Το αποκορύφωμα ήταν η πρωτοφανής «δίωξη» όλου του αντίπαλου ηγετικού προσωπικού με την υπόθεση Novartis. Παράλληλα, εντάθηκε η καθεστωτική νοοτροπία, το κόμμα έγινε παρακολούθημα του κράτους, τα στελέχη κρατικοί πάτρωνες και τα μέλη οπαδοί προσώπων και «τάσεων». Στον αστερισμό αυτόν ενισχύθηκε κατακόρυφα η εξουσία του Τσίπρα που γινόταν ο βασικός ενοποιητικός κρίκος.
Μετά την εκλογική ήττα του 2019 όλες οι αδυναμίες οξύνθηκαν. Ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε το κόμμα του Τσίπρα με συνεδριακή επικύρωση. Ο προγραμματικός λόγος ξέπεσε σε σοσιαλμιντιακό επίπεδο, η αντιπολίτευση σε ένα δίκτυο συζήτησης στέλνοντας προκλητικά μηνύματα με σκοπό τον εκνευρισμό των μελών του και ατέλειωτες συζητήσεις. Βαθμιαία παγιδεύτηκε το ίδιο το κόμμα και ο κόσμος του, όχι σε μια μετα-αλήθεια, αλλά σε μια μετα-πραγματικότητα που έχανε την επαφή με την κοινωνία. Ακόμα και τα έμπειρα στελέχη έπαψαν να βλέπουν ό,τι βλέπανε όλοι οι απέξω. Η λαϊκιστική κουλτούρα του χώρου ταυτίστηκε με μια δηλητηριώδη εχθροπάθεια που συρρικνώθηκε όχι στους «πάνω», όχι στις «ελίτ», αλλά σε ένα πρόσωπο, που δεν έπεισε τον κόσμο του.
Έτσι, έχουμε την επιτυχημένη εισβολή Κασσελάκη στον ΣΥΡΙΖΑ κάτι που δεν είχε ξαναγίνει ποτέ και πουθενά. Ένας άνθρωπος που δεν ήταν ούτε στέλεχος ούτε απλό μέλος ενός κόμματος, που δεν ζούσε καν στη χώρα όπου δρούσε το κόμμα αλλά ήταν κάτοικος εξωτερικού – με μοναδικές ανησυχίες τα πλοιοκτητικά συμβόλαια και τους δείκτες του Dow Jones – να εμφανιστεί ξαφνικά από το πουθενά και να γίνει αρχηγός του που ίσως να λειτουργούσε ευεργετικά για το ήδη λαβωμένο κόμμα. Κάθε καινούρια λύση που περιελάμβανε ένα απαστράπτον πρόσωπο και έναν ολοκαίνουριο αέρα μακριά από τα παλιά κομματικά δεδομένα, μάλλον για το καλύτερο και όχι για το χειρότερο προϊδέαζε. Κι όμως, αυτό που τελικά παρακολουθούμε τούτες τις σημαδιακές για τον ΣΥΡΙΖΑ ημέρες, είναι η απόλυτη επιβεβαίωση του νόμου του Μέφρι: «Οτιδήποτε μπορεί να πάει στραβά, τελικά θα πάει».
Εκ κατακλείδι, αυτό που παρακολουθούμε, εδώ και καιρό, είναι ο αργός θάνατος ενός κόμματος. Ο ρωμαλέος κινηματικός ΣΥΡΙΖΑ (και με όλα τα αρνητικά του) ετελεύτησε βίον. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πλέον ζωή ως ένα κόμμα χρήσιμο στο πολιτικό σύστημα και στην κοινωνία. Πρέπει να αλλάξει ριζικά. Το μπορεί; Ίσως, όμως δεν διαφαίνεται ότι αντιλαμβάνεται τον επιθανάτιο ρόγχο του. Συνήθως οι θνήσκοντες δεν τον συνειδητοποιούν…

Προηγούμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το