Άρθρα

Οι «φίλοι του βουνού και της θάλασσας» και τα κυπαρίσσια της Ανεμούτσας

Του Απόστολου Παντσά

Στα ρουθούνια μας ο αγέρας έφερνε την υγρασία και τον καπνό από τα ξύλα που και καίγανε στα αγουροξυπνημένα τζάκια. Οι λεπτές του γκριζογάλανες στήλες σκαρφάλωναν αργά αργά σαν λεπτοφτιαγμένο γυναικείο κορμί και φιδίσιες κινήσεις στον ουρανό ώσπου να αραιώσουν, να χαθούν, να γίνουν ένα με το θαμπό πρωινό. Η μέρα ξεκινούσε γκρίζα γιατί ακόμη δεν είχε φέξει καλά καλά, όμως, ήταν φανερό ότι σε λίγο ο ήλιος θα έπαιρνε το πάνω χέρι και η Κυριακή θα γινόταν φωτεινή και χαρούμενη. Οι «Φίλοι του βουνού και της θάλασσας» παιρναν κάθε πρωί της, σχεδόν πριν χαράξει, τους δρόμους για να συναντήσουν τη φύση, στο βουνό, στις παραλίες ή ακόμη και στα σπλάχνα μαγικής μας πόλης, για να χαρούν την ομορφιά της μακριά από τις έγνοιες της δουλειάς και τη βιωματική καθημερινότητα.

Με τα χρόνια γίναμε μια ομάδα ζηλωτών του απλού και του ωραίου, της μάνας γης, των εποχών, της βροχής, του χιονιού, του ήλιου. Ζηλωτές της γοητείας ενός τόπου, μυθικού μα και σύγχρονου. Αδικημένου πολλές φορές και παραμελημένου, αλλά πάντα ζηλευτού και αγαπημένου. Ξεκινήσαμε σαν μια μικρή ομάδα που αρχικά αριθμούσε 12 μέλη, όσοι και οι Απόστολοι ένα πράγμα, και σήμερα ξεπεράσαμε τα 1.100. Αριθμός τεράστιος που όπως είναι λογικό δεν ακολουθούν όλοι κάθε Κυριακή, αλλά είναι πάντα μαζί μας νοερά, γιατί ακόμη και όταν δεν έρθουν εμείς τους ταξιδεύουμε με διηγήσεις και φωτογραφίες σε όλες μας τις δράσεις. Είμαστε μια παρέα χωρίς δομή και γραφειοκρατία. Ανοιχτοί και ελεύθεροι. Χωρίς ΔΣ, προέδρους, γραμματείς, εκπροσώπους τύπου και ταμίες. Χωρίς συνδρομές, καταλόγους και μέλη. Χωρίς ισολογισμούς και απολογισμούς. Χωρίς εκλογές, ψηφοδέλτια και αντιπαραθέσεις. Είμαστε μια Εκκλησία του Δήμου. Μια Πνύκα εις τα καθ’ ημάς! Με τις κουβέντες, τους προβληματισμούς, τις αντιπαραθέσεις μας. Και περνάμε όμορφα. Απολογούμεθα στην περιβαλλοντική μας συνείδηση και μόνον, αφού φτιάχνουμε μια μεγάλη αγκαλιά για να υποδεχτούμε όποιον ή όποια θελήσει να περπατήσει μαζί μας. Τόσο απλά, τόσο χαλαρά, τόσο όμορφα.
Ακούμε την άνοιξη που στενάζει στριμωγμένη ακόμη στα σωθικά της γης και μεις περιμένουμε, κάθε Κυριακή περιμένουμε, να ξεπροβάλει νικηφόρα και πολύχρωμη. Όπως ξεπρόβαλε την περασμένη Κυριακή στη διαδρομή για την Ανεμούτσα από το ρέμα της Άλλης Μεριάς. Και ήταν μια μαγεία το πράσινο σεντόνι κεντημένο με παπαρούνες και άσπρες μαργαρίτες και χαμομήλια και λιλά «ψωμιά του φιδιού» να σου γεμίζουν τα μάτια, να σου χαλαρώνουν τον νου και να σε ταξιδεύουν πάντα στα όμορφα.

Ένας λευκός σταυρός σηκώνεται κόντρα στον ουρανό την αυλή του μοναστηριού τόσο ψηλά που όταν έχει καθαρό καιρό τον βλέπουν και από τα καΐκια που πλέουν προς το λιμάνι του Βόλου. Τα δυο τραυματισμένα από τον χρόνο κτίρια στέκουν σε πείσμα του αγέρωχα πάνω στο πλάτωμα να μας θυμίζουν τηνθρησκευτική προσήλωση και την πίστη των απλών ανθρώπων που έχτισαν πέτρα πέτρα το Μοναστήρι των Ταξιαρχών εκεί στην Ανεμούτσα στα ριζά του Πηλίου, πάνω από την Αγριά, εκεί όπου έτρεχε και τρέχει το πιο καθάριο νερό ολόκληρου του βουνού. Εκεί όπου για χρόνια πολλά πήγαιναν με ζώα και κάρα να πάρουν το ονομαστό νερό. Εκεί όπου το Πάσχα και την Πρωτομαγιά, αλλά και με άλλες ανοιξιάτικες ευκαιρίες οι κάτοικοι των γύρω χωριών, αλλά κυρίως της Αγριάς ανέβαιναν συν γυναιξί και τέκνοις να ψήσουν, να φάνε, να πιούν, να γιορτάσουν, να χαρούν. Συνήθειες που χάθηκαν και έσβησαν σιγά σιγά, έτσι όπως άλλαξαν οι ζωές και οι καθημερινότητες των ανθρώπων. Τώρα το μοναστήρι με τον τεράστιο τσιμεντένιο λευκό σταυρό στέκει σαν κόνισμα παλιό αγιασμένο και σεπτό. Το καθολικό του είναι σε καλή κατάσταση μετά από ανακαίνιση που έχει γίνει, όμως τα υπόλοιπα κτίρια και κελιά έχουν καταρρεύσει. Εμφανώς συντηρημένα και φροντισμένα είναι ό,τι έχει μείνει. Μερικά κυπαρίσσια μετατρέπουν το τοπίο σε έναν υποβλητικό χώρο λατρείας, αλλά και θλίψης και μεις μετά το σοκ των Τεμπών κάναμε τους αναπόφευκτους συνειρμούς.
Το κυπαρίσσι είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το πένθος και συνήθως φυτεύεται και απαντάται στα κοιμητήρια. Ήδη από την αρχαία Ελλάδα ήταν αφιερωμένο στον Πλούτωνα, τον θεό του Κάτω Κόσμου. Το γιατί το δέντρο αυτό κατέληξε να θεωρείται σύμβολο του πένθους εξηγείται από έναν αρχαίο μύθο. Σύμφωνα με τον μύθο αυτό, ο Κυπάρισσος ήταν ένας όμορφος νέος από την Κέα, που του άρεσε να ασχολείται με το κυνήγι. Ο θεός Απόλλωνας που του έτρεφε ιδιαίτερη συμπάθεια του δώρισε ένα εξημερωμένο ιερό ελάφι. Μια μέρα, ενώ κυνηγούσε, χτύπησε θανάσιμα το αγαπημένο του ελάφι νομίζοντας πως ήταν κάποιο θήραμα. Όταν ο Κυπάρισσος αντιλήφθηκε πως σκότωσε τον πιστό του φίλο θέλησε να αυτοκτονήσει. Ο θεός Απόλλωνας όμως λυπήθηκε τον νεαρό και τον μεταμόρφωσε στο ομώνυμο δέντρο. Ο Κυπάρισσος ζήτησε ως μόνη χάρη τα δάκρυά του να κυλούν για πάντα ως ένδειξη του πένθους και της θλίψης του για τον χαμό του αγαπημένου του φίλου. Το ρετσίνι που κυλάει από το δέντρο συμβολίζει αυτά τα δάκρυα του νεαρού κυνηγού. Από την άλλη η σουβλερή άκρη του συμβολίζει το ακόντιο με το οποίο σκότωσε το ελάφι.

Με αυτό τον μύθο λοιπόν το κυπαρίσσι καθιερώθηκε ως το δέντρο του πένθους. Οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν να κρεμούν κλαδιά κυπαρισσιού στις εξώπορτές τους μετά τον θάνατο ενός αγαπημένου τους προσώπου ή με αυτά στόλιζαν τα σώματα των νεκρών. Αλλά και στα χριστιανικά χρόνια ο πένθιμος συμβολισμός διατηρήθηκε. Το κυπαρίσσι αποτελεί το κατεξοχήν δέντρο που φυτεύεται στα κοιμητήρια και στις αυλές των εκκλησιών και των μοναστηριών. Σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, από το ξύλο του κυπαρισσιού ήταν φτιαγμένος ο σταυρός πάνω στον οποίο μαρτύρησε ο Χριστός, ενώ μια άλλη άποψη αναφέρει πως το κυπαρίσσι συνδέει τη γη με τον ουρανό και βοηθά τις ψυχές να ανέβουν στα επουράνια. Από μια πρακτική σκοπιά η ύπαρξη των κυπαρισσιών σε τέτοια μέρη έχει και πιο χρηστικό χαρακτήρα, καθώς με την ωραία τους ευωδιά εξαφανίζουν τις άλλες μυρωδιές. Και κει στο μπουμπούκιασμα της άνοιξης, στην Ανεμούτσα οι ψυχές μας απαλλαγμένες από τις αναθυμιάσεις των τραγικών γεγονότων βολτάρισαν στον ουρανό.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το