Θ Plus

Αρχαία Ερέτρια – Mια σπουδαία ακρόπολη στη μέση του κάμπου

του Κυριάκου Παπαγεωργίου

Πόσες φορές έχω περάσει από τον δρόμο που οδηγεί από τον Βόλο στα Φάρσαλα, την Καρδίτσα ή τα Άγραφα; Αναρίθμητες…
Ωστόσο ποτέ, όσο κι αν λοξοκοίταζα μια πινακίδα της αρχαιολογικής Υπηρεσίας, δεν μπήκα στον κόπο να σταματήσω για να ιδώ και να παρατηρήσω αυτή την εξαίρετη αρχαία οχύρωση που κρύβεται στα πρανή του δεξιού λόφου, όπως κατηφορίζουμε από τον Άγιο Χαράλαμπο για τον Παλαιόμυλο και τα Φάρσαλα.
Έπρεπε να στρώσει ο Γενάρης άφθονο χιόνι στον κάμπο για να προκληθούν οι επιθυμίες και να κυνηγήσουν τις καταιγιστικές εικόνες που προσέφερε ο χιονιάς και η ανάλαφρη μπαμπακένια κρούστα του κάμπου, περιπλανώμενοι κατά το μάλλον άσκοπα στον υπέροχο θεσσαλικό κοιτώνα.
Στο πίσω μέρος του μυαλού ωστόσο επώαζε η ιδέα μιας περιήγησης σε δυο ακροπόλεις του φθιωθεσσαλικού χώρου, αυτή των Φαρσάλων κι εκείνη του Θαυμακού.
Όμως σταμάτησα στη διασταύρωση στον Άγιο Χαράλαμπο, που οδηγεί στην Ερέτρια μια και ο πλαϊνός λόφος εκτυφλωτικά λαμπερός άστραφτε χιονισμένος και η πινακίδα της αρχαίας οχύρωσης μάς προκαλούσε καρφωτή στο αριστερό πρανές διαμαρτυρόμενη για την απροσεξία μας.
Έπιασα επάνω στη στροφή και στάθμευσα το αμάξι δίπλα από μια υδατοδεξαμενή. Πήραμε τις μηχανές και παρέα με τον Δημήτρη που με συντροφεύει τελευταία ανελλιπώς σε αμήχανες αποδράσεις, επιδοθήκαμε σε μιαν ελεύθερη ανάβαση σ’ αυτό που τα βιβλία ονομάζουν γήλοφο.
Αμ δε…
Τούφες από νωπό χιόνι κι άλλες τούφες από φρύγανα καμένα και παλιούρια φρενάρανε τον διασκελισμό μας στην επίπονη εκείνη ανηφορική τραβέρσα.
Χαλάλι της όμως αφού πατήσαμε τα πρώτα επιμήκη τείχη της οπλισμένης οχύρωσης και βέβαια μεριστήκαμε μιαν αρμαθιά από σπάνιες διαυγείς εικόνες που κάλυπταν ολόκληρο σχεδόν τον θεσσαλικό κάμπο και την αχανή πεδιάδα με τις καταχιόνιστες λοφοειδείς διακυμάνσεις ίσαμε την οροσειρά των Αγράφων, το Βελούχι, την Γκιώνα, τα Βαρδούσια και τον Παρνασσό. Φυσικά από το ολόλαμπρο κάδρο δεν θα μπορούσε να εξαιρείται το μεγαλείο του «ολολαμπή» Ολύμπου (εξ ου και τ’ όνομά του).
Βιαστήκαμε να «ολοκληρώσουμε» μισό κι ανέσωτο τον περίγυρο του λόφου και την περιφερειακή οχύρωση που αποκάλυπτε ένα θαυμάσιο οχυρωματικό έργο εκπληκτικής κατασκευής και τεχνικών υποδομών.
Ήπιαμε από τα δυνατά κρασιά της εποπτικής θέας αιχμαλωτίζοντας στον φακό μας μοναδικές σκηνές από το χιονισμένο και ηλιόλουστο περιβόλι της καμπίσιας λεκάνης. Γυρίσαμε πίσω, από τα ίδια, δίχως να γευτούμε τη χαρά της περιζώνωσης του λόφου, αφού βιαζόμαστε ν’ απολαύσουμε «άλλες» χαρές από το ιστορικό περιβόλι της Θεσσαλιώτιδας…
*

Το βόρειο τείχος της Ακρόπολης

Όμως το νερό είχε μπει στ’ αυλάκι. Και στην πρώτη ζήτηση. Δεν πέρασε βδομάδα και ξεκινήσαμε από τον Βόλο με αποκλειστικό προορισμό την ακρόπολη της Ερέτριας και την περιμετρική διάσχιση του λόφου της.
Δεν ήταν εύκολη δουλειά. Ούτε απλή αυτή η διάσχιση. Κι αποδείχτηκε ζόρικη αφού εξελίχθηκε σε περιπέτεια.
Τα χιόνια είχανε λιώσει, αλλ’ αφήσανε ένα υπόστρωμα ολισθηρής λάσπης. Από την άλλη λόγω της υγρασίας οι κυβόλιθοι της οχύρωσης ήταν γλιστεροί, σε απότομο και κρημνώδες πρανές δομημένοι, η πλαγιά του εδάφους καθόλου ομαλή, καθώς ολόκληρος ο λόφος περιβάλλονταν από αιχμηρά, αγκαθωτά κι ολόπυκνα θάμνα (δασωμένα αρκουδοπούρναρα και βάτα που δεν άφηναν περιθώρια ελιγμών για ανάβαση ή διάσχιση φυσιολογική.
Ίσως όμως όλες αυτές οι αντιπράξεις του φυσικού αναγλύφου να λειτουργούν ευεργετικά στην ψυχή και το σώμα όσων είναι μαθημένοι με το αντιδραστικό μήνυμα της φύσης. Αλλιώς η τελευταία θα ήταν ένα ποίημα νωχέλειας και καταλλαγής.
*
Από το κέντρο του Βόλου διανύσαμε σαράντα ακριβώς χιλιόμετρα, για να προσεγγίσουμε τον Άγιο Χαράλαμπο, στη ρίζα του οποίου απλώνει τους κλάδους του ο αρχαίος οχυρωματικός ιστός της Ερέτριας.
Στρίψαμε δεξιά κι αφήσαμε το αμάξι στις παρυφές του λόφου, ενώ από πάνω μας φάνταζε στιλπνή και γριφώδης η βραχωμένη διατομή της κορυφής και δεξιά μας, σε χαμηλό λεκανοειδές υπόστρωμα, απλώνονταν η καινούργια κώμη που φέρει το ίδιο αρχαίο όνομα.
Ερέτρια! Από πού τάχα να έλκει τ’ όνομά της; Και ποια η σχέση – αν υπάρχει τέτοια – που να τη συνδέει με την αναδέλφη της – την πιο γνωστή και διάσημη – Ευβοϊκή Ερέτρια;
Οι πρώτοι διασκελισμοί βρήκανε πρόσφορο έδαφος για να απλωθούν ανηφορίζοντας σαν σε λιβαδωτή πλαγιά. Μα γρήγορα μπήκαν σε ενέργεια οι αντιδραστήρες της φυσικής αυτοάμυνας. Διάπλατοι κι εκτεταμένοι συρρίκνωναν το λείο τους δέρμα οι ορθωτήρες θάμνοι, με πολύκλαδα κορμάκια που έκοψαν την ευχάριστη προοπτική στη μέση.
Ανέθαλλαν οι σουβλεροί μίσχοι και τα πολύκλωνα τερτίπια τους καθηλώνοντας τις κνήμες και τους μηρούς στο ίδιο πάντα μέρος.
Στο πάνω μέρος της πλαγιάς μάς χλεύαζε το γερμένο τείχος κι η επιβλητική άνοδος της οχύρωσης, η οποία στοιχίζονταν με μεγάλιθους σε μια οδοντωτή καθοδική διάταξη διακοπτόμενη από τεράστιες οπές στο πιο απόκρημνο πλευρό του πρανούς.
Δοκιμάσαμε εναλλακτικές διαφυγές, αλλά όλες πέσανε στο κενό. Κάπου κάπου βέβαια αχνοφαίνονταν ένα ανεπαίσθητο στενό μονοπατάκι που δεν ήταν παρά απόπειρες γιδόστρατων που δοκίμαζαν ελιγμούς και πνίγονταν μέσα στο πυκνό φυλλόκλαδο τομάρι του λόγγου.
Τσαρπαλωθήκαμε τόσο που οι σκισιές μας έτσουζαν τις κνήμες και τους βραχίονες, ματώνοντάς μας τα πόδια (*), αλλά το πείσμα γεννάει θέληση κι η θέληση φέρνει τη νίκη. Μια Πύρρεια νίκη όμως, που παρά τις απώλειες ήταν νίκη. Κατορθώσαμε με τα πολλά να προσεγγίσουμε την απόκρημνη πλευρά της οχύρωσης από τα ανατολικά. Πλησιάζοντας το οχυρό διακρίναμε πόσο εντυπωσιακή είναι η κατασκευή, μα και η δομική στατικότητα του τειχίου. Γι’ αυτό και δεν έπαθε σε μεγάλο μήκος, παρά το σεισμογενές της περιοχής, μεγάλες καταπτώσεις.
Οι γωνιακές τομές που πέτυχε να εμπεδώσει και η εκμετάλλευση του εδάφους για τον αρχαίο τέκτονα, ήταν παιχνίδι ως φαίνεται, από τη θέση που επέλεγε για να στηρίξει τα θεμέλια του τείχους.
Μπορεί και να μας πήρε ένα ολόκληρο μισάωρο η ενατένιση, ο θαυμασμός και η ογκολογική αποτίμηση του οχυρωματικού αυτού τειχίου που καλύπτει σε ανώμαλο έδαφος μιαν έκταση – σε ευθεία ανατολική πρόσοψη μόνο – τριακοσίων μέτρων. Στο επάνω μέρος της η οχύρωση σβήνει στη βραχοτομή της κορυφής, αλλά στο κάτω σέρνεται ανάμεσα από αγκαθωτά θαμνόδεντρα και είναι απλησίαστη. Μπορεί και να έχει εξαφανιστεί, αλλά η προσέγγιση, αν δεν αποκοπεί ο λώρος της αυθαίρετης κλαδομανίας, είναι αδύνατη.
*

Η νότια περιτοίχιση

Συρθήκαμε έπειτα πάνω στο τείχος και πέτρα την πέτρα κατηφορίσαμε ώς εκεί όπου τερμάτιζε η ανατολική περιτείχιση και εξαφανίζονταν η οχύρωση, για να πέσουμε μέσα σε πυκνό λόγγο χαμηλής φυτείας, με τα άπειρα αιχμηρά κλαδιά και βάτα.
Κινηθήκαμε έτσι για μισή ώρα ψάχνοντας διέξοδο από τα αγκαθωτά πρέμνα, παρατηρώντας όμως πάντα τη συνέχεια της οχύρωσης. Αφού καλύψαμε και τη βόρεια πλευρά της ακρόπολης (από τη μεριά του χωριού της Ερέτριας) φτάσαμε στην άκρη του δυτικού πυλώνα, όπου πέσαμε πάνω σε ένα εκπληκτικής τεχνικής κατασκευής πρόπυλο το οποίο φαινόταν πως έστριβε, κινούμενο πλέον προς τον νότο και ψηλώνοντας την οχύρωση προς την κορυφή του λόφου.
Αδύνατο να ακολουθήσουμε την περιτείχιση, εξαιτίας της θαμνώδους επικάλυψης, γι’ αυτό και κινηθήκαμε μέσα από ανεπαίσθητα γιδόστρατα αλλάζοντας κατεύθυνση και γυροφέρνοντας τον λόφο.
Η οχύρωση τελείωνε στο ύψος της βραχώδους έξαρσης που αποτελούσε φυσικό ανάχωμα και γύριζε νότια. Από εκεί και πέρα τα πράγματα ηρέμησαν ως προς τη φυτική δυσπλασία και ακολουθώντας την ήπια πλαγιά φτάσαμε σχετικά εύκολα στη διασταύρωση του εθνικού δρόμου Βόλου – Φαρσάλων – Ερέτριας.
*
Η περιοχή της αρχαίας Ερέτριας κρύβει στα σπλάχνα της μια σημαντική μυθολογία από τα ιστορικά και προϊστορικά χρόνια.
H πόλη της Ερέτριας είχε θεμελιωθεί πάνω στο πλάτωμα της κορυφής του λόφου που έχει υψόμετρο 650 μέτρα από τη θάλασσα.
Το όνομα της Ερέτριας προέρχεται από το ρήμα ερέσσω που σημαίνει κωπηλατώ. Επειδή όμως η πόλη βρισκόταν στο κέντρο της πεδιάδας, δίχως να επικοινωνεί με τη θάλασσα, δημιουργεί πρόβλημα η προέλευση της ονομασίας της, οπότε η έρευνα στράφηκε στους λαούς που την εποίκισαν. Έτσι λοιπόν αποκαλύφθηκε ότι Ερετριείς από την Εύβοια ήρθαν εδώ στον κάμπο και σε αυτό τον περίεργο λόφο ίδρυσαν χτίζοντας την πόλη, τα χαλάσματα της οποίας σήμερα είναι ορατά στην κορυφή του πλατώματός του.
Ιδρυτής της πόλης φέρεται ωστόσο ο βασιλιάς Άδμηττος, των Φερών, σύμφωνα δε με μια επιγραφή που βρέθηκε επάνω στον λόφο, λατρεύονταν εδώ ο Απόλλωνας.
Ο οικισμός από τη νότια πλευρά του έβλεπε προς την αχανή πεδιάδα, εκεί όπου σήμερα εκτείνεται το χωριό του Παλαιόμυλου, ενώ από τον βορρά διακόπτονταν από έναν απότομο γκρεμό στη συνέχεια του οποίου απλώνεται το σημερινό χωριό της Ερέτριας.
Η απαράμιλλη τεχνική του τείχους οδηγεί στο συμπέρασμα ότι είναι αποτέλεσμα μικτής τεχνοτροπίας, της οποίας ο πρώτος και καθοριστικός παράγοντας ήταν η έμπλεκτη τεχνική.
Περιτρέχοντας σήμερα την αρχαία οχύρωση διαπιστώνουμε δυο πράγματα: Πρώτα ότι η αρχαία πόλη διέθετε τουλάχιστον οκτώ ισχυρές πύλες, από τις οποίες σήμερα οι δυο είναι σωσμένες και ορατές (η βόρεια και η δυτική), καθώς και τέσσερις πύργους. Κι έπειτα ότι υπήρχε διπλό τείχος, ένα που προφύλαγε την πόλη κι ένα άλλο ψηλότερα που κάλυπτε την ακρόπολη.
Στην αρχαιότητα από την περιοχή της Ερέτριας διέρχονταν τρεις δρόμοι, οι οποίοι οδηγούσαν σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Ο ένας στην πεδιάδα του Αλμυρού, ο άλλος στις αρχαίες Φερές και ο τρίτος στη Φάρσαλο. Όλοι οι δρόμοι περνούσαν σχεδόν μπροστά από την Ερέτρια. Έτσι η θέση της αρχαίας πόλης είχε τεράστια στρατηγική σημασία.

25 του Γενάρη 2019
(*) Πού να φανταστούμε ότι θα έπρεπε να ντυθούμε ανάλογα, για την περίσταση, όπως έκαμε ο σοφός Λαέρτης, όταν δούλευε το κτήμα του και «περί δε κνήμησι βοείας κνημίδας ραπτάς δέδετο, γραπτύς αλεείνων χειρίδας τ’ επί χείρας βάτων ένεκα»…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το