Άρθρα

Το βαθύ ζήτημα της γυναικείας ανισοτιμίας

Tης Εύης Καρυδάκη*

«Νιώθουμε και την καταπίεση της γυναίκας, νιώθουμε την προνομιακή θέση των ανδρών και μισούμε, ναι, μισούμε και θέλουμε να φύγουν από τη μέση όσα καταπιέζουν και βασανίζουν την εργάτρια, τη γυναίκα του εργάτη, την αγρότισσα, τη γυναίκα του ταπεινού ανθρώπου και μάλιστα, από πολλές απόψεις, και τη γυναίκα των εύπορων τάξεων. Τα δικαιώματα και τα κοινωνικά μέτρα, που εμείς απαιτούμε απ’ την αστική κοινωνία για τη γυναίκα, αποτελούν απόδειξη του ότι καταλαβαίνουμε τη θέση και τα συμφέροντα των γυναικών, και θα τα λάβουμε υπ’ όψη μας στην προλεταριακή δικτατορία. Εννοείται, όχι σαν κηδεμόνες, η κηδεμονία αποκοιμίζει. Όχι, φυσικά, όχι, μα σαν επαναστάτες, που καλούν τις γυναίκες, σαν ισότιμες που είναι, να δουλέψουν οι ίδιες για την αναδιοργάνωση της οικονομίας και για το ιδεολογικό εποικοδόμημα».
Β.Ι. Λένιν (συνομιλία με την Κλάρα Τσέτκιν για το γυναικείο ζήτημα)

Οι πρόσφατες καταγγελίες για περιστατικά σεξουαλικής, σωματικής ή ψυχολογικής κακοποίησης στους χώρους του αθλητισμού και του πολιτισμού έφεραν για μια ακόμα φορά στο φως την υποδεέστερη θέση της εργαζόμενης γυναίκας στη σημερινή εκμεταλλευτική κοινωνία. Πρόκειται για ζήτημα που έχει βαθιές ιστορικές καταβολάδες και αίτια που γίνεται συστηματική προσπάθεια να συγκαλυφθούν. Οι εργαζόμενες γυναίκες της πατρίδας μας, αντάμα και από κοινού με τους άντρες συναδέλφους και συντρόφους τους, δεν πρέπει να δείξουν την παραμικρή εμπιστοσύνη σε όσους ισχυρίζονται ότι φτάνουν κάποιες εκστρατείες τύπου #MeToo στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάποιες νομοθετικές παρεμβάσεις και μια «αλλαγή νοοτροπίας» για να λυθεί το βαθύ πρόβλημα της γυναικείας ανισοτιμίας.
Αξίζει να αναρωτηθούν οι εργαζόμενες γυναίκες. Πόσοι άραγε από τους μεγαλόσχημους που σήμερα καμώνονται τους υπερασπιστές των δικαιωμάτων της γυναίκας, βγάζοντας πύρινους λόγους, ενδιαφέρθηκαν ποτέ:
• Για τις εργάτριες που για να πιάσουν μια κοπιαστική και με ελάχιστες απολαβές δουλειά σε ένα εργοστάσιο αναγκάζονται συχνά να δέχονται κάθε είδους εξευτελισμό από τα αφεντικά και τα διευθυντικά τους στελέχη.
• Για τις κακοπληρωμένες καμαριέρες, σερβιτόρες και άλλες εργαζόμενες στις μεγάλες ξενοδοχειακές μονάδες, την αποκαλούμενη «βαριά βιομηχανία» της χώρας, που δουλεύουν νύχτα-μέρα σαν τα μηχανάκια. Σε πρόσφατη έρευνα αναδείχτηκε ότι το 85% των εργαζόμενων γυναικών στον Επισιτισμό – Τουρισμό έχουν υποστεί σεξουαλική παρενόχληση, ενώ το 77% δήλωσε ότι είναι «συχνό» ή «πολύ συχνό» φαινόμενο.
• Για τις πωλήτριες και τις ταμίες στα σούπερ μάρκετ και τα μεγάλα εμπορικά καταστήματα που τσακίζονται στην ορθοστασία και από νεαρές ηλικίες «αμείβονται» με κάθε είδους μυοσκελετικές επαγγελματικές ασθένειες.
• Για τις εργαζόμενες στις Υπηρεσίες καθαριότητας των Δήμων, που αναγκάζονται να κάνουν τις πιο επίπονες δουλειές (αποκομιδή, πατάρια απορριμματοφόρων, κτλ), δίχως στοιχειώδη μέτρα προστασίας και δίχως να παίρνεται υπόψη η γυναικεία ιδιαιτερότητα. Οι πολύ πρόσφατες καταγγελίες για τον ψυχολογικό καταναγκασμό που έχει εξαπολυθεί ενάντια στις γυναίκες εργαζόμενες στην Υπηρεσία καθαριότητας του Δήμου Βόλου, με τις ευλογίες της Δημοτικής Αρχής, αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου, της πραγματικότητας που βιώνει η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων στους Δήμους της περιοχής μας και όλης της χώρας.

• Για τις εργαζόμενες στα συνεργεία καθαρισμού που ανεβοκατεβαίνουν εκατοντάδες σκάλες καθημερινά, εισπνέοντας επικίνδυνα χημικά από αμφίβολης ποιότητας καθαριστικά, για να εισπράξουν λίγες δεκάδες ευρώ από τους δουλέμπορους των εργολαβικών γραφείων;
Ο κατάλογος δεν έχει τελειωμό, γιατί σχεδόν κάθε εργαζόμενη γυναίκα βρίσκεται, άλλη λιγότερο και άλλη περισσότερο, είτε στο γραφείο είτε στον δρόμο, καθημερινά εκτεθειμένη σε έναν πολύμορφο σωματικό και ψυχολογικό καταναγκασμό, εξευτελισμό και καταπίεση στον χώρο εργασίας της για να βγάλει τα προς το ζην. Και οι μεγαλο-δημοσιογράφοι και αναλυτές που σήμερα χύνουν κροκοδείλια δάκρυα ποτέ δεν ενδιαφέρθηκαν για καμία από τις παραπάνω περιπτώσεις «παρενόχλησης», γιατί για τους μεγάλους εργασιακούς χώρους επικρατεί μια ιδιότυπη «ομερτά». Ένας νόμος της σιωπής που είναι αναγκαίος για να μείνουν ανέγγιχτα τα τεράστια κέρδη των χρυσοκάνθαρων της ελληνικής οικονομίας, που χρηματοδοτούν αδρά και τα παπαγαλάκια τους, προκειμένου να παραμένουν βουβά για όλα τα παραπάνω. Γι’ αυτό και μόλις κατακαθίσει ο κουρνιαχτός, όλοι αυτοί οι «φίλοι» της εργαζόμενης γυναίκας θα γίνουν φτερό στον άνεμο.

Η σεξουαλική παρενόχληση της εργαζόμενης γυναίκας αποτελεί μόνιμο χαρακτηριστικό της εργασιακής καθημερινότητας στο καπιταλιστικό σύστημα που μετρά ήδη μερικούς αιώνες. Συνιστά την άλλη όψη, τη σκοτεινή μεριά του φεγγαριού, μιας παραγωγής που, προκειμένου να εξασφαλίσει φθηνή και ευέλικτη εργατική δύναμη, τράβηξε εκατομμύρια γυναίκες στην εργασία. Όχι φυσικά για να βγάλει τη γυναίκα από τη μίζερη σκλαβιά της δουλειάς στο σπίτι και για να αναδείξει τις ικανότητές της, όπως ισχυρίζονται όσοι θέλουν να ξεπλύνουν τη σημερινή βαρβαρότητα, αλλά για να βάλει και τη γυναίκα στις μυλόπετρες της εκμετάλλευσης. Η εκμετάλλευση αυτή για να μπορέσει να γίνει ανεκτή από τους εκμεταλλευόμενους απαιτεί τον καταναγκασμό στους χώρους εργασίας από τα αφεντικά και τους «επιστάτες» τους. Και εδώ η γυναίκα αποτελεί τον αδύναμο κρίκο σε σχέση με τον επίσης εκμεταλλευόμενο άνδρα συνάδελφό της, γιατί κουβαλάει επιπλέον στις πλάτες της τη μακραίωνη κληρονομιά της κοινωνικής ανισοτιμίας που χαρακτηρίζει κάθε ταξική κοινωνία.
Δεν πρόκειται, λοιπόν, απλά για ένα ζήτημα ανισοτιμίας του γυναικείου φύλου στους εργασιακούς χώρους. Η ανισοτιμία αυτή αποτελεί ένα ακόμα ισχυρό βαρίδι στο συνολικό καθεστώς της εκμετάλλευσης που βασιλεύει σήμερα. Για την εργαζόμενη γυναίκα, στον φόβο της απόλυσης και της ανεργίας που συνοδεύει κάθε σκέψη για καταγγελία περιστατικών βίας και καταναγκασμού, έρχεται να προστεθεί και ο τρόμος του κοινωνικού στιγματισμού, αν τυχόν βγουν προς τα έξω τέτοια περιστατικά. Για τον λόγο αυτό αποτελούν ξεκάθαρη υποκρισία οι επικλήσεις προς τις γυναίκες να δείξουν «ατομική ευθύνη» και να καταγγείλουν τέτοια περιστατικά. ΟΧΙ! Η πραγματική ατομική ευθύνη, η αγωνιστική στάση ζωής της κάθε εργαζόμενης γυναίκας πρέπει να μπολιάζεται με τη συλλογικότητα και τη συναδελφικότητα της κοινής πάλης όλων των εργαζόμενων, αν πρόκειται να μπει κάποιο υποτυπώδες φρένο στη σημερινή αθλιότητα που επικρατεί στους εργασιακούς χώρους.

Σήμερα, πολύ περισσότερο από την εποχή που ο Λένιν έγραφε τις παραπάνω γραμμές, δε χωράνε αυταπάτες στα ζητήματα αυτά. Το ξεπέρασμα της γυναικείας ανισοτιμίας στους χώρους δουλειάς, στην κοινωνία συνολικότερα, δεν μπορεί να γίνει με απλά μερεμέτια, με ευχολόγια και με την ανάδειξη ως προτύπων κάποιων «πετυχημένων» γυναικών από τις κυρίαρχες τάξεις ή ακόμα και από τις λαϊκές οικογένειες, που δήθεν αποδεικνύουν ότι το σημερινό σύστημα μπορεί να δώσει ευκαιρίες σε όλους. Οι περιπτώσεις αυτές αποτελούν την εξαίρεση στον κανόνα, κυριολεκτικά σταγόνα στον ωκεανό. Μόνο ο συλλογικός αγώνας για να αφήσουμε πίσω μας την κοινωνία αυτή της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, να τη ρίξουμε στα αζήτητα της ιστορίας, μπορεί να ανοίξει τον δρόμο για το ξεπέρασμα κάθε βίας και καταναγκασμού ενάντια στη γυναίκα της λαϊκής οικογένειας.
Δεν σταυρώνουμε όμως τα χέρια στο σήμερα, παλεύοντας για ένα καλύτερο αύριο. Το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα δεν πρόκειται να αφήσει αναπάντητο κανένα περιστατικό σωματικού και ψυχολογικού καταναγκασμού εργαζόμενης γυναίκας στους χώρους ευθύνης του. Στέκεται και θα σταθεί στο πλευρό τους, προτείνοντας μέτρα για τον στιγματισμό και την καταδίκη των υπεύθυνων, για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, έστω και στο ελάχιστο. Μπορεί και σήμερα να σπάσει η σιωπή των γυναικών για την πολύμορφη βία που ασκείται πάνω τους, πρώτα και κύρια από την εργοδοσία και το κράτος της. Και κάτι τέτοιο μπορεί να γίνει πραγματικά μόνο στους χώρους δουλειάς, εκεί «που δένεται το ατσάλι», εκεί όπου η κάθε εργαζόμενη δεν είναι μόνη της, αλλά έχει στήριγμα και αποκούμπι όλους τους συναδέλφους της.

* Η Εύη Καρυδάκη είναι πρόεδρος Συνδικάτου Εργαζομένων ΟΤΑ Ν. Μαγνησίας, επικεφαλής της ΔΑΣ στον Σύλλογο Εργαζομένων ΟΤΑ Ν. Μαγνησίας, αντιπρόεδρος του Νομαρχιακού Τμήματος Μαγνησίας της ΑΔΕΔΥ, μέλος της Γραμματείας Μαγνησίας του ΠΑΜΕ

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το