Τοπικά

Θαλάσσιες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας: βιώσιμες λύσεις και συνέπειες – Για ποιες έχει εκφραστεί ενδιαφέρον για τον Παγασητικό Κόλπο

Της Λ. Οικονόμου*

Το ενεργειακό πρόβλημα και η κλιματική αλλαγή αποτελούν δυο διακριτές αλλά και άρρηκτα συνδεδεμένες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα. Με την κλιματική αλλαγή – κλιματική κρίση αδιαμφισβήτητα να απειλεί τις ανθρώπινες δραστηριότητες και τα οικοσυστήματα, καλούμαστε να χρησιμοποιήσουμε τεχνολογίες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που θα έχουν μηδενική εκπομπή των αερίων του θερμοκηπίου. Εκτός από την ηθική πλευρά της υπόθεσης, υπάρχουν και οι λεγόμενες ποινές άνθρακα ή δικαιώματα ρύπων, τα οποία καθιστούν την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα ακριβή.
Το πλαίσιο στο οποίο κινούνται οι Ευρωπαϊκές χώρες έχει επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από δράσεις για το περιβάλλον που έχουν λάβει χώρα τα τελευταία χρόνια τόσο σε επίπεδο πολιτών, όσο και σε κυβερνητικό και παγκόσμιο επίπεδο, με πολύ σημαντική τη διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (ΙPCC) που αποτελεί επιστημονική επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών, αρμόδια για τις μελλοντικές προβλέψεις της εξέλιξης των κλιματικών μεταβολών. Η Ελλάδα όπως και όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ, εφόσον έχει υπογράψει τη συμφωνία του Παρισιού (Paris Agreement, 2016 – σήμερα), οφείλει να ορίσει, να σχεδιάσει και να αναφέρει σε τακτά χρονικά διαστήματα τη συνεισφορά της για τις δράσεις που σχετίζονται με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.

Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία έχει ως στόχο να καταστεί η Ευρώπη η πρώτη κλιματικά ουδέτερη Ήπειρος έως το έτος 2050. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως ο τομέας των τεχνολογιών Πράσινης Ενέργειας θα πρέπει να αναπτυχθεί ραγδαία ώστε σταδιακά να απεμπλακούμε πλήρως από τη χρήση ορυκτών καυσίμων. Από τα πιο διαδεδομένα παραδείγματα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας είναι η Αιολική Ενέργεια, τα φωτοβολταϊκά (Φ/Β) συστήματα, η γεωθερμική ενέργεια, η βιομάζα, τα υδροηλεκτρικά, η παλιρροιακή ενέργεια, και η κυματική ενέργεια, με τα δυο πρώτα να παίζουν ενεργό ρόλο στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως. Ώσπου να επιτευχθούν οι στόχοι που προαναφέρθηκαν, κάποιες από τις υπάρχουσες τεχνολογίες, μπορούν να προσαρμοστούν και να εξελιχθούν περαιτέρω ώστε να είναι αποδοτικές σε παράκτια και θαλάσσια περιβάλλοντα.
Τα πλωτά αιολικά πάρκα είναι μια πολλά υποσχόμενη εξέλιξη των συμβατικών αιολικών πάρκων, καθώς μπορούν να παράγουν περισσότερη ενέργεια από αυτά που εγκαθίσταται σε χερσαίες εκτάσεις λόγω του υψηλότερου αιολικού δυναμικού που συναντάται στα υπεράκτια περιβάλλοντα. Η ιδέα των συστοιχιών υπεράκτιων ανεμογεννητριών έχει τεθεί σε εφαρμογή τα τελευταία χρόνια σε χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Δανία και η Ολλανδία. Στην Ελλάδα το θέμα των υπεράκτιων αιολικών πάρκων καλύπτεται από το αντίστοιχο νομοθετικό πλαίσιο. Οι διαθέσιμες εμπορικές ανεμογεννήτριες καλύπτουν το εύρος ταχυτήτων ανέμου, ενώ συγκεντρωτικά το Αιγαίο χαρακτηρίζεται από ικανοποιητικό αιολικό δυναμικό και το καλοκαίρι (λόγω των ετησίων ανέμων).

Θαλάσσια ανεμογεννήτρια («Πηγή: Shutterstock»)

Ανάλογα με το βάθος εγκατάστασής τους, τα αιολικά πάρκα μπορούν να διακριθούν σε σταθερής βάσης (θεμελιωμένα) και σε πλωτά. Τα πολύ μεγάλα βάθη που συναντώνται στον Ελλαδικό χώρο, πιθανά να μην επιτρέπουν την εγκατάσταση των αιολικών πάρκων σταθερής βάσης, εξαιτίας της μικρής απόστασής τους από τη στεριά. Κατά καιρούς έχουν γίνει γνωστές οι προθέσεις εταιρειών για την εγκατάσταση πλωτών ανεμογεννητριών στην ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας αλλά και μέσα στον Παγασητικό κόλπο. Πέρα όμως από το επενδυτικό ενδιαφέρον, μεγάλη βαρύτητα θα πρέπει να δοθεί στις ενδεχόμενες περιβαλλοντικές επιπτώσεις τέτοιων εγκαταστάσεων κατά τη διάρκεια της κατασκευής τους αλλά και της λειτουργίας τους. Κατά τον σχεδιασμό τους (εκτός από την προφανή πλήρη αποφυγή Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών), θα πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη η διατήρηση της ορνιθοπανίδας, αποκλείοντας περιοχές/υγροβιότοπους που αποτελούν ενδιαίτημα για τους αντίστοιχους πληθυσμούς.

Οι πλωτές ανεμογεννήτριες στην ανοιχτή θάλασσα προτιμώνται σε πολλές περιπτώσεις έναντι των θεμελιωμένων. Στη δεύτερη περίπτωση (τύπου monopile) η χρήση γεωτρύπανων κατά την εγκατάστασή τους ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τα θαλάσσια θηλαστικά. Αντίθετα, οι πλωτές εγκαταστάσεις στην ανοιχτή θάλασσα, χαρακτηρίζονται ως πιο αποδεκτές από το σύνολο των συμπολιτών μας με βασικό τους πλεονέκτημα την εκμετάλλευση υψηλότερου αιολικού δυναμικού. Υψηλό όμως είναι και το κόστος εγκατάστασής τους, ενώ η προσβασιμότητα αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την πραγματοποίηση απαραίτητων επεμβάσεων από εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό (π.χ. λόγω των δυναμικών καταπονήσεων από τις ριπές του ανέμου, η φθορά και θραύση των οδοντωτών τροχών απαιτεί συχνές επεμβάσεις στους μειωτήρες των ανεμογεννητριών). Επιπλέον, τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία που δημιουργούνται από τα καλώδια διασύνδεσης των πλωτών αυτών συστημάτων θα πρέπει να ελέγχονται συχνά, ωστόσο οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία όπως καταγράφονται μέχρι στιγμής στη βιβλιογραφία φαίνεται να είναι μικρές. Γενικότερα οι διαδικασίες σχεδιασμού Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων θα πρέπει να είναι συμβατές με τον ευρύτερο σχεδιασμό της χώρας για την προστασία του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας (άρθρο 72, σχεδιασμός ανάπτυξης Υπεράκτιων Αιολικών Πάρκων).
Μια άλλη περίπτωση θαλάσσιων ΑΠΕ είναι αυτή των φωτοβολταϊκών (Φ/Β). Στο Φ/Β πλαίσιο έχουμε ένα είδος «γεννήτριας» στην οποία δεν πρέπει να αναπτύσσονται υψηλές θερμοκρασίες, καθώς μειώνεται ο βαθμός απόδοσής του. Η ψύξη είναι φυσική και η απαγωγή θερμότητας είναι πιο μεγάλη όταν η θερμοκρασία του περιβάλλοντος είναι χαμηλότερη. Η απαγόμενη θερμότητα είναι ανάλογη της θερμοκρασιακής διαφοράς μεταξύ της θερμοκρασίας του panel και της θερμοκρασίας περιβάλλοντος. Επομένως οι περιβαλλοντικές συνθήκες στο θαλάσσιο περιβάλλον φαίνεται να είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές για τη λειτουργία και απόδοση τέτοιων εγκαταστάσεων. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία στην Ελλάδα, επιτρέπεται η χωροθέτηση, αδειοδότηση, εγκατάσταση και λειτουργία έως 10 πιλοτικών Θαλάσσιων Πλωτών Φωτοβολταϊκών Σταθμών. H συντήρηση των Φ/Β είναι σαφώς πιο εύκολη από αυτή των ανεμογεννητριών. Τελευταία έχει εκφραστεί ενδιαφέρον για χωροθέτηση πλωτού ΦΒ πάρκου στη Σούρπη Μαγνησίας (παράκτιο έλος και υγροβιότοπος), όπως και ενδιαφέρον για εγκατάσταση αιολικού πάρκου στο παρελθόν στην ίδια περιοχή, ωστόσο παρόμοιοι προβληματισμοί με αυτούς που έχουν τεθεί παραπάνω για την εγκατάσταση ανεμογεννητριών σε υγροβιότοπους θα πρέπει να τεθούν και εδώ.

Χάρτης κυματικού δυναμικού στην Ελλάδα

Μια από τις λιγότερο διαδεδομένες ΑΠΕ είναι η κυματική ενέργεια, ενώ για την ώρα δεν υπάρχει νομικό πλαίσιο αντίστοιχο με αυτά που υπάρχουν για τα υπεράκτια αιολικά πάρκα και τα πλωτά φωτοβολταϊκά. Μέχρι στιγμής έχει καταγραφεί ένας εξαιρετικά μεγάλος αριθμός προτεινόμενων συσκευών, με ελάχιστες από αυτές να έχουν φθάσει σε πειραματικό στάδιο κάτω από πραγματικές συνθήκες (π.χ. BiMEP – Ισπανία, Pico island – Πορτογαλία), κατά συνέπεια το επιχειρηματικό ενδιαφέρον είναι περιορισμένο λόγω έλλειψης λειτουργικής εμπειρίας. Αν και η Ελλάδα ως χώρα της Μεσογείου έχει σχετικά χαμηλό κυματικό δυναμικό, το δυναμικό δεν είναι ο μόνος παράγοντας που πρέπει να μας απασχολεί, καθώς εξαιρετικά υψηλό δυναμικό συνεπάγεται περιορισμένη διαθεσιμότητα χρόνου για εργασίες συντήρησης, και πιθανά υψηλή συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων που μπορεί να έχουν καταστροφικές επιπτώσεις για ένα έργο. Οι τρεις πιο διαδεδομένες κατηγορίες συσκευών εκμετάλλευσης κυματικού δυναμικού είναι i) οι σημειακοί απορροφητήρες (point absorbers), ii) οι συσκευές τύπου παλόμενης υδάτινης στήλης (oscillating water column) και iii) συσκευές παρόμοιες με τα υδροηλεκτρικά έργα (στα οποία διαθέτουμε μεγάλη εμπειρία στη χώρα μας). Ωστόσο, στην τελευταία περίπτωση ο στρόβιλος/τουρμπίνα είναι μέσα στο νερό επομένως κινδυνεύει να διαβρωθεί (απαιτείται ειδική έρευνα απαιτούμενων υλικών). Και οι τρεις αυτές κατηγορίες μπορούν να εγκατασταθούν είτε σε πλωτή μορφή (συστοιχίες), είτε ενσωματωμένες σε κυματοθραύστες. Στην πλειοψηφία τους οι υπάρχουσες τεχνολογίες των δυο πρώτων κατηγοριών είναι σχεδιασμένες ώστε να εξυπηρετούν μεγάλες ανάγκες, και η χρήση τους σε περιοχές του Αιγαίου προϋποθέτει τη μείωση του μεγέθους της συσκευής. Επομένως, οι διαστάσεις από τις υπάρχουσες τεχνολογίες θα μπορούσαν να προσαρμοστούν (μειωθούν) ώστε να ανταποκρίνονται στο κυματικό δυναμικό της περιοχής μας (που χαρακτηρίζεται από υψηλής συχνότητας κύματα). Επιπλέον, θα μπορούσαν να συνδυαστούν με άλλες θαλάσσιες ΑΠΕ (synergies).

Τέλος, μια άλλη προοπτική είναι αυτή της παραγωγής υδρογόνου μέσω της ηλεκτρόλυσης. Η διάσπαση του νερού στα βασικά στοιχεία του είναι δυνατή με την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος προερχόμενου από ΑΠΕ. Με τη σειρά του το υδρογόνο μπορεί να χρησιμοποιηθεί π.χ. για την παραγωγή υγρών καυσίμων και αντί για χρήση συμβατικών συσσωρευτών, να γίνεται χρήση κυψελών υδρογόνου. Oι ΑΠΕ που προαναφέρθηκαν δεν έχουν σταθερή απόδοση και πρέπει να συνδυαστούν με συσσωρευτές (χρήση κυψελών υδρογόνου), ωστόσο σταθερές αποδόσεις μπορούν να εξασφαλιστούν μέσα από την ανάπτυξη «έξυπνων δικτύων» (smart grids).
Σε κάθε περίπτωση η ανάπτυξη των ΑΠΕ είναι μονόδρομος. Οι εγκαταστάσεις με μόνο γνώμονα το επενδυτικό ενδιαφέρον, δικαιολογημένα βρίσκουν απέναντί τους τους κατοίκους αλλά και μέρος της επιστημονικής κοινότητας. Η προβολή της χώρας μας ως «πρωτοπόρου» στις σεισμικές έρευνες που λαμβάνουν χώρα δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης για την αναζήτηση υδρογονανθράκων, αλλά και ιδίως ο υπό συζήτηση σταθμός αποθήκευσης και αεριοποίησης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου (LNG) στον περίκλειστο Παγασητικό, θα έπρεπε να μας προβληματίζουν, καθώς τέτοιου είδους πρακτικές δεν ταιριάζουν με την Ευρωπαϊκή Πράσινη συμφωνία και τις δεσμεύσεις της χώρας μας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.

Προβληματισμό θα πρέπει επίσης να προκαλεί και η πρόσφατη απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (την τρέχουσα εβδομάδα) να αποστείλει επίσημη αιτιολογημένη γνώμη στην Ελλάδα (INFR(2014)4073) για τη μη συμμόρφωσή της με την οδηγία για διατήρηση των οικοτόπων κατά τον σχεδιασμό χερσαίων αιολικών πάρκων (Directive 92/43/EEC). Σύμφωνα με την παραπάνω οδηγία, όλα τα έργα που ενδέχεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στις τοποθεσίες Natura 2000 πρέπει να υπόκεινται σε κατάλληλη αξιολόγηση των επιπτώσεών τους. Όμως, το υπάρχον σχέδιο για τις ΑΠΕ («Eιδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης για Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας») είχε εγκριθεί χωρίς να έχει γίνει προηγουμένως τέτοια αξιολόγηση. Εάν η χώρα μας δεν απαντήσει μέσα σε δυο μήνες, ενδέχεται να παραπεμφθεί στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με γνωστές συνέπειες. Μέσα από την ενεργή δραστηριοποίηση και συμμετοχή των πολιτών, των φορέων που απασχολούνται στον τομέα των ΑΠΕ, και των περιβαλλοντικών επιστημόνων, ας δούμε τις υπάρχουσες συνθήκες και ανάγκες σαν μια ευκαιρία για καινοτόμες βελτιώσεις στον περιβαλλοντικό τομέα σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.
* Η Χαρίκλεια Λίλυ Οικονόμου, δρ Κυματικής Ενέργειας Πανεπιστημίου του Λάνκαστερ, επιστημονική συνεργάτης του Ινστιτούτου Ωκεανογραφίας του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε.), πρόεδρος Πτυχιούχων Ωκεανογράφων και Θαλασσίων Βιοεπιστημόνων Ελλάδας (ΣΠΩΘΒΕ).

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το