Πολιτισμός

Στην «Κυρία» μας με αγάπη

Του Κώστα Γκουντάρα

Στο έργο του «Αλέξης Ζορμπάς» ο Καζαντζάκης κάπου γράφει: «Όπως το παιδί βλέπει τα πάντα για πρώτη φορά κι όλο ξαφνιάζεται και ρωτάει κι όλα του φαίνονται θάμα και κάθε πρωί που ανοίγει τα μάτια του και βλέπει τα δέντρα, τη θάλασσα, τις πέτρες, ένα πουλί, μένει με το στόμα ολάνοιχτο. Τι ’ναι το θάμα ετούτο; φωνάζει. Τι θα πει δέντρο, θάλασσα, πέτρα, πουλί;». Λίγο ώς πολύ όλοι βιώσαμε παρόμοιες εμπειρίες έκστασης σε διάφορα περιστατικά που μας συνέβησαν ή συμβαίνουν στην όλο μεταβαλλόμενη ζωή μας, και τότε, τότε εμφανίζεται ο δάσκαλος, ο παιδαγωγός, που θα βοηθήσει, που θα αναλάβει τον βασικό ρόλο της ζωής, αυτόν της σμίλευσης του χαρακτήρα, της γνώσης, της προσφοράς. Η ποιότητα που μπορεί να παραχθεί είναι σημαντική και είναι το αποτέλεσμα της από κοινού προσπάθειας μεταξύ μαθητευομένου και δασκάλου. Το να απαιτείς προσοχή και πειθαρχία και να λειτουργείς ανάλογα από τους μαθητές σου είναι λίγο δύσκολο. Εδώ, όμως, έρχεται ο καταλυτικός ρόλος του δασκάλου, το να λειτουργεί αποδοτικά. Κάτι που από μόνο του είναι άξιο θαυμασμού.

Είχα την τύχη να έχω τέτοιους εκπαιδευτές, τέτοιους δασκάλους στη μαθητική μου πορεία και τη δυνατότητα να συσσωρεύω γνώσεις. Σε κάθε περίπτωση, ονόματα και πρόσωπα σου μένουν στη μνήμη, μα το κέντρο βάρους πέφτει στο κατεξοχήν καίριο άτομο της όλης διαδικασίας: Στον δάσκαλο-άνθρωπο, με άλλα λόγια, που κατορθώνει να παράξει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ο συντονισμός, το να αφουγκράζεσαι τις ιδιαιτερότητες όλων των μαθητών της τάξης σου, καθιστώντας το κάθε μάθημα κατανοητό στον ύψιστο βαθμό, αποτελεί τη Λυδία λίθο κάθε δασκάλου. Η συγκεκριμένη εκπαιδευτικός μακαριστή Ελένη Φυτιλή είχε τον δικό της τρόπο να χειρίζεται τις γνώσεις της κατά την ώρα της παράδοσης, τον τρόπο που μιλούσε μα και κινούνταν μέσα στην τάξη, όπως επίσης και την ειλικρίνειά της απέναντι στους κηδεμόνες-γονείς για τη συμπεριφορά και τις επιδόσεις των παιδιών τους. Πάνω από όλα ωστόσο, αυτό που φαίνονταν είχε να κάνει με την υπομονή της και τη μεθοδικότητά της. Το να στέκεται ζωντανός με όρεξη και μεράκι ο δάσκαλος μπροστά σου, εκφράζοντας σθεναρά την επιθυμία του να σε διδάξει και εκπαιδεύσει κατάλληλα, ακόμα και αποδεχόμενος ορισμένες φορές την αδυναμία του να απαντήσει σε κάποια απορία ή να λύσει ένα τεχνικό ζήτημα, είναι κάτι αποκαλυπτικά όμορφο. Άρα, ο δάσκαλος, όπως και η μακαριστή Ε.Φ., αλλά και ο κάθε άνθρωπος που δίνει την ψυχή του, ως Εκπαιδευτικός, δημιουργεί θαυμασμό πέραν του παιδαγωγικού αποτελέσματος, θαυμασμό διότι διαισθάνεσαι ότι γίνεσαι μάρτυρας ενός ατόμου που ξεχνά τα όποια προβλήματα μπορεί να τον απασχολούν, προκειμένου να γίνει αποδοτικός ενώπιον σου. Πρόκειται για ζήτημα άκρας ψυχραιμίας και νηφαλιότητας. Ένας άνθρωπος που ξέρει να ισορροπεί. Οι καιροί μας απαιτούν τέτοιους ανθρώπους, που μπορεί να έρχονται από το παρελθόν, αλλά είναι πάντα επίκαιροι και αναζητήσιμοι. Στον πλατωνικό διάλογο «Φαίδων» διαβάζουμε κάπου πως η ψυχή έρχεται στον Άδη χωρίς να κουβαλάει τίποτε άλλο πέρα από την παιδεία της και την αγωγή της («ουδέν άλλο έχουσα ες Άδου η ψυχή έρχεται πλην της παιδείας και τροφής»). Αναλογιζόμαστε, λοιπόν το μεγαλείο ψυχής, τη διάθεση για προσφορά, τη θέληση για δημιουργία. Μικρή και η ίδια, γεννήθηκε στις 15 Ιαν. 1932, θα είχε τα ίδια ερωτηματικά και απορίες για μια σειρά περιστατικά, «φατσούλες», ήχους, εικόνες και χρώματα, καθώς το βλέμμα της, σε ώρες ξεκούρασης, θα εξερευνούσε το ταβάνι του φτωχικού της τότε σπιτιού, που ο εργατικός και λατρεμένος πατέρας της, κυρ-Βασίλης, ο μικρότερος από τα δώδεκα αδέρφια, και η τρυφερή και γλυκύτατη μάνα της κυρία-Κατερίνη, κόρη του παππού Γκουτζή από τον Πλάτανο και τσαγκάρη στο επάγγελμα, περιποιόνταν και διατηρούσαν κοντά στο ποτάμι, που τακτικά πλημμύριζε και δημιουργούσε προβλήματα ή πάλι το ίδιο βλέμμα θα κοιτούσε τον ολοκάθαρο ουρανό της Φθίας με τα πολλά λαμπερά αστέρια του, τις δροσερές νύχτες.

Και μεγάλωνε, έπαιζε, έτρεχε στα δρομάκια της γειτονιάς, στο διάχυτο ποτάμι του Ξηριά και στον Πλάτανο, στους παππούδες, με τα μικρότερα αδέρφια της Χριστίνα και Πέτρο, στο πρώτο της σχολειό με τις φίλες της, Ευανθία, και Άννα, στο «παζάρι» της γειτονιάς της και αργότερα σοβαρή δεσποινιδούλα, αφού τελειώσει το οκτατάξιο Γυμνάσιο Αλμυρού θα εισαχθεί στη Φιλοσοφική Σχολή του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών στο Κλασσικό τμήμα. Θα τελειώσει το 1955 με «Λίαν Καλώς» έχοντας αποτυπωμένα μέσα της την ικανότητα, τον τρόπο και την ευφυΐα του μεγάλου δασκάλου φιλολόγου Γεωργίου Ζώρα. Σε ηλικία 23 χρονών, νεότατη διορίζεται στην Αλμυρό. Κατά καιρούς, διατηρώντας τη θέση της, μετακινείται με απόσπαση σε Φάρσαλα, Σκιάθο και Βόλο. Ελεύθερη και ανεξάρτητη, όπως ήθελε, με μοναδική αγάπη τη δουλειά της και την Ελληνική Γλώσσα θ’ αργήσει να παντρευτεί. Γνωρίζει τον Επαμεινώνδα Κόκκινο, που σπούδαζε Ιατρική, την οποία εγκαταλείπει για λόγους υγείας. Παντρεύονται το 1965 και το 1968 γεννιέται ο γιος τους Θανάσης τον οποίο υπεραγαπούσε, όπως και την πρόσχαρη, καλοπροαίρετη, ανθρώπινη και φιλότιμη νύφη της Άρτεμη. Εξ αυτών δε γεννήθηκε μια εγγονή που διασώζει το όνομά της και ακολουθεί την εκπαιδευτική πορεία της. Και ήλθε η ώρα να φύγει. Πλήρης ημερών, αλλά ως δυνατή προσωπικότητα που ήταν, δεν πέθανε, απλά έφυγε, πέταξε σε άλλη διάσταση. Ως ενεργός πολίτης, ως επιστήμονας και ως άνθρωπος ξεπερνούσε τα στενά όρια της καθημερινότητας και με την καινοτόμο σκέψη της απομάκρυνε τον άνθρωπο από τα καθημερινά αδιέξοδα. Πνεύμα ανήσυχο και λαμπρό άφησε πίσω της πλούσια παρακαταθήκη, που μπορεί να έρχεται από μακριά, αλλά είναι πάντα εδώ. Η ύπαρξη του όμορφου βοηθά στην αντιμετώπιση του άσχημου, η βασική επωδός της πορείας της. Στα 90 της χρόνια είχε το πάθος μίας φοιτήτριας, έδινε τα φώτα της με απλότητα και χιούμορ, εμπνέοντας και δημιουργώντας συγκίνηση σε όλους που βρίσκονταν κοντά της. Γιατί η ζωή, σκέπτονταν πως είναι «Μία, λίγη και χωρίς Πρόβα»! «Ζήστε τη ψέλλισε» και έφυγε για το μακρινό ταξίδι. Την στιγμή μάλιστα που καλούσα στο τηλέφωνό της για το τελευταίο μου πόνημα, που δεν πρόλαβε να το πάρει στα χέρια της, όπως συνήθως έκανε, αφού τα λέγαμε τακτικά, γιατί από την άλλη πλευρά ακούστηκε από την αγαπημένη της νύφη: «Κύριε Κώστα η «Κυρία» φεύγει, μας αφήνει». Και έφυγε τη Δευτέρα εκείνη 7 Αυγ. του 2023 στις 12 το μεσημέρι σε ηλικία 92 χρονών.
Προσωπικά είχα μια ιδιαίτερη ανθρώπινη σχέση. Σε εκδρομές στο εξωτερικό, σε εκδηλώσεις κ.ά. Μιλούσαμε τακτικά, της έλεγα, μου έλεγε πολλά συμβουλευτικά. Για την εκπαίδευση, για την πόλη μας, για τους ανθρώπους της, για τα σχολειά. Την εμπειρία της ως γυμνασιάρχης και λυκειάρχης και ποτέ δεν έλειπε από τις εκδηλώσεις του σχολείου, στο οποίο ήμουν διευθυντής. Πάντα δε στη γιορτή των Τριών Ιεραρχών στον Εσπερινό, είχαμε φτιάξει στο σχολείο ναΐσκο για τους προστάτες των γραμμάτων με ψιθύριζε: «Όπου μπαίνει ο Λόγος του Θεού και τα θυμίαμα, ο διάβολος φεύγει. Έτσι να πορεύεσαι».

Ήταν ανεπανάληπτη σαν φιλόλογος. Τα μάτια της έλαμπαν, όταν μιλούσε για τον Σολωμό, τον Παλαμά, τον Βαλαωρίτη, για τη Γλώσσα. Το μεγάλο κουδούνι που κτυπούσε ο Μπάρμπα-Σίμος δεν σήμαινε τίποτα, αν προηγουμένως δεν ολοκλήρωνε αυτό που ήθελε να διδάξει και μετά διάλειμμα. Ο χώρος της ήταν η τάξη και ο έρωτάς της η διδασκαλία και εμείς, τα παιδιά που αγαπούσε, ασάλευτοι, μαγνητισμένοι από τα μάτια της που πετούσαν φλόγες και ζούσε τους αρχαίους κλασσικούς. Λάτρευε αυτό που έκανε, λάτρευε το γνωστικό της αντικείμενο, λάτρευε και μας τους μαθητές της. Συγκίνηση, νοσταλγία, αγάπη για τους ανθρώπους που μας χάρισαν τις καλύτερες στιγμές μας. «Καλό σου ταξίδι, Κυρία». Ευγνώμονες που σε γνωρίσαμε και αντλήσαμε μέσα από σένα ένα μοναδικό κομμάτι αγάπης για τη ζωή. Πόσες ζωές δεν χώρεσες μέσα σε μία μόνο ζωή. Αντίδοτο στην περιρρέουσα θλίψη μιας αδιανόητης εποχής, το γέλιο σου, η χαρά σου, το νοιάξιμό σου για τον άλλον, η αναζήτηση μιας άλλης αλήθειας πίσω από το απατηλό προφανές των πραγμάτων. Καλή αντάμωση σ’ ένα καλύτερο κόσμο. Τον οραματίστηκες, πάλεψες γι’ αυτόν. Αν ποτέ υπάρξει, θα σου χρωστάει τόσα πολλά!». Ως καθηγήτρια υπήρξες αυστηρή και πειθαρχημένη, αλλά με χιούμορ που ενέπνεε σεβασμό. Δυνατή, δυναμική, ανιδιοτελής, δραστήρια, υποστηρικτική, θαρραλέα, ευφυής, πνευματώδης, περήφανη, επιβλητική, αποτελεσματική, επίμονη, ακούραστη, ειλικρινής, αξιοπρεπής, γοητευτική, ανθρώπινη, υπέροχη ύπαρξη. Μεγάλη ψυχή, σπουδαίο μυαλό, εξέχουσα προσωπικότητα. Διατηρούσες τις αξίες σου και κατέρριπτες τα κατεστημένα, αδιαφορούσες για το τυπικό, πήγαινες στην ουσία. Ζωντανό παράδειγμα δύναμης και θάρρους. Δεν δραματοποιούσες τα πράγματα, τα κατέγραφες και έβρισκες τρόπους αντιμετώπισης. Έτσι απλά. Δεν ήσουν θεωρητική, έδινες πρακτικές λύσεις και δεν φοβόσουν την αλήθεια. Δεν φοβόσουν ποτέ και δεν έκανες πίσω σε κάτι. Διαρκώς παρούσα, διαρκώς μπροστά.
Σιωπή απόψε, κενό το φεγγάρι κι ας είναι ολόγιομο. Έφυγε. Ένας μεγάλος άνθρωπος, μια ωραία γυναίκα μας αποχαιρέτησε το μεσημέρι της Δευτέρας εκείνης στις 12 ακριβώς, όπως ακριβής ήταν και εκείνη στη ζωή και το έργο της. Η φωνή που μας παρακινούσε να κυνηγήσουμε τα όνειρα και τις ιδέες μας, μας θεράπευε από τα σκοτάδια της ψυχής μας και μας ενέπνεε να ζούμε την κάθε στιγμή μέσα από ιδανικά και αξίες πανανθρώπινες, σώπασε πια μ’ ένα γλυκό χαμόγελο στο νεκροκρέβατό της. Πόσο θα μας λείψεις!!! Είσαι αναντικατάστατη «Κυρία». Μια χορεύτρια ήσουν στη σπείρα της ζωής. Τώρα στροβιλίζεσαι στο άπειρο και «τα παιδιά σου», όπως μας έλεγες, θα συνεχίσουμε να σε θωρούμε. Δράση συντονισμένη για το καλό όλων, για τη νέα γενιά, που τόσο ήθελες. Να πραγματοποιήσουμε το όνειρο της Δασκάλας μας. Αυτό είναι το χρέος μας σε σένα «Κυρία», που μας δίδασκες να στεκόμαστε όρθιοι στα πόδια μας και να προχωράμε. Καλό σου ταξίδι.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το