Άρθρα

Η τηλεοπτική διαπόμπευση του δημόσιου χώρου

Του Κώστα Μανωλίδη* 

Νομίζω ότι δεν είμαι ο μόνος που βρίσκει σχεδόν σαδιστική την διαρκώς αιωρούμενη απειλή περί αυστηροποίησης των περιοριστικών μέτρων για την πανδημία. Δεν θα αναφερθώ στους διάφορους κινδύνους που εγκυμονεί η παράταση κι ένταση των περιορισμών, αλλά μόνο στο τι υποδηλώνει η διακαής κι εμμονική δημόσια επίκληση νέων μέτρων.
Υποβολέας της «αυστηροποίησης» είναι βέβαια, όχι η επιστήμη, αλλά η παραεξουσία των τηλεοπτικών καναλιών. Η συστηματική δημιουργία κι αναμετάδοση μιας εκφοβιστικής εικόνας αψήφησης των μέτρων (κι άρα ανεπαρκούς σκληρότητάς τους) συνοδεύεται από την εκφορά ενός επιθετικά απαξιωτικού λόγου. Εκφράσεις του τύπου «δεν βάζουμε μυαλό», «ντροπιαστικές εικόνες», «θέλει βούρδουλα ο Έλληνας» εκτοξεύονται με κάθε αφορμή, κάθε μέρα. Προβάλλοντας και διογκώνοντας συγκεκριμένες παραβιάσεις των μέτρων φτάνουν να κατακεραυνώνουν το σύνολο των πολιτών που ζητούν μια μικρή και προσεκτική απόδραση στον ανοιχτό χώρο και στη φευγαλέα παρηγοριά της, έστω αποστασιοποιημένης, δημόσιας συλλογικής συνεύρεσης.

Από τι άραγε εκπορεύεται αυτό το μένος; Σίγουρα η καλλιέργεια του φόβου και της συλλογικής ενοχής υπήρξαν πάντα χρήσιμα εργαλεία για τη συμμόρφωση, αλλά και τη χειραγώγηση του κόσμου. Πιστεύω όμως ότι υπάρχει και κάτι βαθύτερο. Η πανδημία πρόσφερε την ιδανική ευκαιρία να εξωτερικευθεί το αντικοινωνικό ένστικτο που χαρακτηρίζει μερίδα του πολιτικού κόσμου και των παρατρεχάμενων δημοσιολογούντων. Από την εποχή που η Θάτσερ υποστήριξε ότι δεν υπάρχει κοινωνία, αλλά μόνο άτομα, είναι πολλοί αυτοί που, αν και δεν το διατυπώνουν ευθέως, έχουν αποκηρύξει πολλά από τα συστατικά που συγκροτούν μια ελεύθερη κοινωνία. Ήδη στην περίοδο των μνημονίων το αυτομαστίγωμα και η ισοπεδωτική ενοχοποίηση όλης της κοινωνίας άρχισε να εμπεδώνεται στον δημόσιο λόγο. Όχι πάντα άδικα. Αλλά μαζί με τις καθ’ έξιν παραβατικές πρακτικές, ο αναθεματισμός συμπεριέλαβε και κάθε είδους κοινωνικές πρωτοβουλίες, αντιδράσεις και διεκδικήσεις. Πολύ βολικά η πολιτική δυσαρέσκεια και εγρήγορση άρχισαν να αποδοκιμάζονται ως διαταραχές.

Τώρα όμως δόθηκε η δυνατότητα, στο όνομα της δημόσιας υγείας, να απονομιμοποιηθεί στη ρίζα της η έννοια της συλλογικής βούλησης. Να στιγματιστεί ως ελληνικό κουσούρι και ως αμαρτία η κάθε χαλαρότητα και απείθεια απέναντι στην εξουσία. Να διαπομπευθεί μια και καλή όποιος δεν κάθεται ήσυχος και υπάκουος και δεν λουφάζει στον καναπέ του, όποιος γυρεύει ανάσες στο «έξω» και στο «μαζί».

Οι δρόμοι και οι πλατείες ήταν πάντα το πεδίο της κοινωνικοποίησης, της αλληλεπίδρασης και της συλλογικής αντίστασης. Αν η πανδημία προσωρινά τους αδρανοποίησε δεν σημαίνει ότι πρέπει να αποκτήσουν μόνιμα αρνητικές συνδηλώσεις. Γιατί, αυτό που επιχειρεί έμμεσα η τηλεοπτική ρητορική είναι να εξισώσει τον δημόσιο χώρο με ένα ναρκοπέδιο για την υγεία και την κοινωνική ειρήνη. Έτσι, η περιστολή των ελευθεριών μας μπορεί να είναι προσωρινή, αλλά ο ακρωτηριασμός των κοινωνικών μας αντανακλαστικών μπορεί να έχει διάρκεια.
Ας είμαστε λοιπόν προσεκτικοί. Όχι μόνο με τη διάδοση του ιού, αλλά και με τον εθισμό μας στη φοβική παθητικότητα. Να μην αφήσουμε το «Όχι κοινωνικότητες δεξιά κι αριστερά» να γίνει το δόγμα της νέας εποχής.

*Ο Κώστας Μανωλίδης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το