Πολιτισμός

1922: Έξοδος – Προσφυγιά – Εγκατάσταση στον Βόλο και τη Νέα Ιωνία

Επιμέλεια
Δημήτρης Κωνσταντάρας – Σταθαράς

Εικοστό έβδομο δημοσίευμα

Ευχές της μητέρας
Και το σημερινό δημοσίευμα είναι συνέχεια του προηγούμενου. Δεν είναι συνέντευξη. Είναι εξ ολοκλήρου δική της «ομιλία», όταν την αφήσαμε σπίτι (Κυριακή 15 Ιουλίου 1984) και αυτή μόνη της έγραψε στο μαγνητόφωνο όλα τα παρακάτω:
«Ο Θεός να τους χαρίζει πολλά. Τίποτα δεν τους προσφέρω, εκτός από μία ταπεινή προσευχή προς το Θεό. Πάντοτε προσεύχομαι για την υγεία τους, για την προκοπή τους και χαίρομαι την προκοπή τους. Δόξα τω Θεώ, περάσαμε πολλά, αλλά, όταν το τέλος είναι καλό, όλα είναι καλά. Τώρα τι άλλο περιμένω εγώ, μέρα με τη μέρα. Πέρασε και αυτή η μέρα, περιμένω την άλλη, άντε να δούμε πώς θα πάω. Με τι παρηγοριά! Δε θέλω, παιδί μου, να λυπηθείς με αυτά που σου λέω. Να είσαι ήσυχος, ήσυχη η συνείδησή σας, διότι όταν φύγω μια μέρα απ’ αυτόν τον κόσμο, χωρίς να αφήσω πίσω μου υποχρεώσεις, φεύγοντας καθησυχασμένη, ότι σας αφήνω καλά. Να έχετε πάντοτε την ευχή μου και δε θέλω τίποτα, παρά μία απλή ενθύμηση, μια απλή ενθύμηση, όχι τίποτα άλλο. Δε σας πρόσφερα τίποτα στη ζωή μου. Έτυχε να πάθω αυτή την αναπηρία, έχασα το φως μου, έγινα ανάξια, έγινα ανίκανη. Αυτό με κατατρώει, γιατί να μη μπορώ να προσφέρω κάτι στα παιδιά μου, στον εαυτό μου, στον διπλανό μου, κάπου, τέλος πάντων. Γιατί να μείνω άχρηστη. Και όμως πάλι παρηγορούμαι, πάλι παίρνω θάρρος και ξαναπαίρνω ζωή εκεί που πέφτω. Μια θεία δύναμη από μέσα μου και σηκώνομαι και ξανά συνεχίζω τη ζωή. Εύχομαι, παιδί μου, να είστε χαρούμενοι και ευτυχισμένοι σε αυτή τη ζωή σας. Τίποτα δεν υπάρχει σαν την αγάπη, καλύτερο. Η αγάπη πάντα υπομένει, πάντα στέγει όλα τα συμπληρώνει και ό,τι δεν έχει ο άνθρωπος η αγάπη τα συμπληρώνει.( Εδώ η Μητέρα μου έχει υπόψη της τον ύμνο της αγάπης από τον Απόστολο Παύλο: «…η αγάπη, πάντα στέγει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει…» (Προς Κορινθίους Α’ επιστ., κεφ. 13, στίχοι 1-13).


Θέλω να είστε πάντοτε χαρούμενοι, κοινωνικοί, να προσφέρετε τις υπηρεσίες σας όπου μπορείτε, να είστε χρήσιμοι στον εαυτό σας, στο παιδί σας, στο διπλανό σας, στην κοινωνία. Ό,τι μπορείτε με τον λόγο, με την παρουσία σας, με το έργο σας. Υπάρχουν χίλιοι τρόποι, με ένα καλό βλέμμα, με ένα χάδι, με ένα χαμόγελο, να σκορπάτε τη χαρά και την αγάπη τριγύρω σας, γιατί αυτά έχει ο άνθρωπος ανάγκη σε αυτή τη ζωή. Όσο για τα χρήματα, έρχονται και παρέρχονται και η υγεία είναι το πιο σπουδαιότερο. Όταν ο άνθρωπος είναι καλά, μπορεί και ανεβαίνει και κατεβαίνει το βουνό με ευκολία. Πηγαίνει, έρχεται, άφοβα και αθόρυβα, κάνει ό,τι θέλει. Έτσι, λοιπόν, ο καλός Θεός, που μας έδωσε όλα αυτά τα καλά, τα μάτια, τα πόδια, τα χέρια και όλες τις πνευματικές ικανότητες, ας προσπαθούμε άλλες να τις μοιραζόμαστε με τους άλλους. Θα έχετε καθαρή συνείδηση, ότι τη μητέρα σας την κοιτάξατε πάρα πολύ καλά, όχι καλά, περισσότερο από καλά. Όταν βλέπω το παιδί μου, όταν διαβάζει τις εφημερίδες, τα τόσα που γράφει, τα τόσα σλάιτς, που δεν μπορώ να δω εγώ, χαίρομαι και αγάλλομαι και γίνομαι όχι τόση, άλλη τόση. Εκείνο που περίμενα μου τον κατέβασε ο Θεός, μου τον κατέβασε σύμφωνα με τις δικές μου δυνάμεις. Εγώ μια αδύναμη γυναίκα με τη βοήθεια του Θεού, το παιδί μου βγήκε στο σωστό δρόμο του Θεού και η οικογένειά του. Εύχομαι και η εγγονούλα μου. Να μη δουν στεναχώρια στη ζωή τους από το παιδί τους, όπως εγώ ως τώρα δεν έχω δει από το παιδί μου καμιά στεναχώρια. Κάθε μέρα έβλεπα την πρόοδό του, που με ευχαριστούσε και πετούσαμε με φτερά της φαντασίας μου ψηλά. Τώρα δε βλέπω, δε διαβάζω. Όλα αυτά έρχεται ώρα, που δε με στεναχωρούν. Κλείνομαι στον εαυτό μου και σεργιανώ και περπατώ όπου είχα συναντηθεί με φίλες, γνωστούς, οικογενειακό περιβάλλον, με τη μητέρα μου, τον πατέρα μου και τους παλιούς μου. Πάντοτε με γρηγοράδα ο νους μου τρέχει και όλα τα ξεπερνώ. Πρόκειται να πας αυτές τις μέρες στην Κρήτη να περάσεις το φαράγγι της Σαμαριάς (σ.σ. ναι, το περπάτησα, ανεβαίνοντας, από την Αγία Ρουμέλη προς τον Ομαλό, στις 21 Ιουλίου 1984). Σου εύχομαι από τα βάθη της ψυχής μου να πας και να ’ρθεις με το καλό. Να δεις και να θαυμάσεις τα θαυμάσια του Θεού, της φύσεως. Να θαυμάσεις εκείνα τα ανείπωτα έργα που έπλασε η φύση, για να βλέπουμε εμείς οι απλοί άνθρωποι. Όλα τα πράγματα έρχονται και παρέρχονται. Θέλω να έχεις ως το τέλος τη ψυχική δύναμη, γιατί, όταν η ψυχή είναι γερή, είναι γερό και το σώμα. Το ένα βοηθάει το άλλο. Θα πετάς με τα πόδια και με το πνεύμα θα ανεβαίνεις ψηλά. Να εκκλησιάζεσαι τακτικά στην εκκλησία σου. Χαίρομαι, όταν σ’ ακούω πότε-πότε να ψάλεις τους ψαλμούς. Αγάλλεται η ψυχή μου και σ’ ευχαριστώ. Δημητράκη μου, αγαπημένο μου παιδί, αυτά που σου είπα είναι λίγα. Πιο πολλά έχω να σου πω, η γλώσσα μου δεν ξέρει να στα ζωγραφίσει, να στα σχεδιάσει, σου τα είπα τόσο απλά. Το ξεχείλισμα της ψυχής μου το βλέπεις και στο πρόσωπό μου και στο βλέμμα μου το απλανές. Όταν φύγω απ’ αυτόν τον κόσμο, δε θέλω να λυπηθείτε. Είναι σαν ένα πράγμα, που πρέπει να πάει στη θέση του. Ο Θεός ό,τι κάνει, καλά το κάνει. Θα πάω εκεί και όπως όλοι οι άνθρωποι, εκεί θα βρούμε τη γαλήνη της ψυχής και του σώματος. Δε θέλω καθόλου να λυπηθείς, διότι έκανες το χρέος σου. Παρόλο που είμαι σ’ αυτά τα χάλια, τι μπορώ να κάνω; Δίνω κουράγιο στον εαυτό μου. Ο Θεός ας μ’ αγαπάει, να με πάρει κοντά του. Και σας εύχομαι από τα βάθη της ψυχής μου και της καρδιάς μου, να ζήσετε χαρούμενοι και ευτυχισμένοι. Η ζωή σας να είναι ένα χαρούμενο τραγούδι και ποτέ να μη σας λείπει από τα χείλη σας το χαρούμενο τραγούδι. Και αν πέφτετε, πάντοτε με τα ίδια σας τα χέρια να σηκώνεστε, να μη περιμένετε από τους άλλους. Να ακουμπάτε στα δυο σας χέρια και σηκώνεστε ολόρθοι και να λέτε «θα το περάσουμε και αυτό, θα το περάσουμε» (σ.σ. κάποια από αυτά τα λόγια της, είχα γράψει σε μια μικρή κορνίζα με τη φωτογραφία της και την είχα τοποθετήσει στον τάφο της, στο Κοιμητήριο των Ταξιαρχών (1992-1995).
Πολλά έχω να πω μα τι να πω. Ο νους μου σταματάει. Το τι δεν περάσαμε. Κατοχή, ξένοι κατακτητές, όλα ξεπεράστηκαν, όλα. Μες στο σπίτι μας υπήρχε η αγάπη, η ομόνοια και όταν υπάρχει αυτό, όλα ξεπερνιούνται. Αν δεν υπάρχει αγάπη, όλα είναι δύσκολα. Ενώ η αγάπη όλα τα νικάει, όλα τα υπερπηδάει. Σας εύχομαι πάντοτε αγαπημένοι, ευτυχισμένοι και χαρούμενοι. Σας χαιρετώ και σας περιμένω με αγάπη να κατεβείτε από τα Χάνια, που είσαστε.

Συγκινητικός επίλογος της μητέρας
Αυτά τα λίγα είχα να σας πω, το ξεχείλισμα της ψυχής μου και της καρδιάς μου. Το τι αισθάνομαι απέναντί σας και αν σας έχω πικράνει, με συγχωρείτε. Με τα λόγια μου, με τα έργα μου, σαν άνθρωπος, ίσως, τι και αν είμαι μεγάλη, και εμείς οι μεγάλοι σφάλουμε. Θέλω να με συγχωρείς, παιδί μου, και συ Μαρία για ό,τι σας έκανα. Το σπίτι σας να είναι πάντα ανοιχτό, να δέχεστε τους φίλους και τους ξένους. Πάντα να είστε πρόσχαροι και πάντα ευκίνητοι και χαρούμενοι.
Σας χαιρετώ με αγάπη, η μητέρα σας και φιλιά και με το καλό να ’ρθείτε από πάνω. Δημητράκη μου γεια και χαρά σου».
Τέλος των ενθυμημάτων της

Η μητέρα «αναπαύτηκε» στο Κοιμητήριο των Ταξιαρχών. Στην επιτύμβια πλάκα της έγραψα την καταγωγή της: «ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΣΣΑ». Σε μικρή κορνίζα (διακρίνεται κάτω δεξιά) έγραψα τις ευχές της: «Όταν φύγω… Nα ακουμπάτε στα δυο σας χέρια, να σηκώνεστε ολόρθοι και να λέτε: Θα το περάσουμε κι αυτό. Θα το περάσουμε!»

Τελευταίες στιγμές της μητέρας
Τη Δευτέρα 22 Ιουνίου 1992 κάλεσα τον φίλο μας παπα-Μιχάλη Βαΐου και την εξομολόγησε. Στο τέλος της είπε: «Κυρά-Μαρία τι θέλεις να σου ψάλουμε;». Και εκείνη απάντησε: «Το «Πού πορευθώ». Έτσι και οι δυο μας αρχίσαμε να το ψάλλουμε με συγκίνηση:
«Πού πορευθώ από του πνεύματός σου και από του προσώπου σου πού φύγω;
Εάν αναβώ εις τον ουρανόν, συ ει εκεί.
Εάν καταβώ εις τον άδην, πάρει.
Εάν αναλάβω τας πτέρυγάς μου κατ’ όρθρον και κατασκηνώσω εις τα έσχατα της θαλάσσης,
Και γαρ εκεί η χειρ σου καθοδηγήσει με» (Ψαλμός ΡΛΗ (138ος)).
Η Μητέρα άκουε με κλειστά μάτια, καταφανώς συγκινημένη, όπως ήμασταν κι εμείς συγκινημένοι.
Την Τετάρτη 24 Ιουνίου 1992, το βράδυ, γύρω στις 7 και ενώ ήμασταν γύρω στο κρεβάτι της, η Μητέρα άρχισε να λέει -όσο μπορούσε να μιλήσει- ευχές για όλους μας και στη συνέχεια έπεσε σε λήθαργο. Έτσι ήρεμα και ήσυχα, ώρα 7 και 38 λεπτά, η ψυχή της Μητέρας μου πέταξε σαν πουλάκι στον ουρανό σε ηλικία 81 ετών.
Την ξενυχτήσαμε στο σπίτι μας στη Νέα Ιωνία, που καθόμασταν τότε, διαβάζοντας ψαλμούς και την άλλη μέρα, 25 Ιουνίου 1992, γιορτή της Αγίας Φεβρωνίας, στην Ευαγγελίστρια, ψάλθηκε η εξόδιος ακολουθία της και την ενταφιάσαμε στο παλαιό κοιμητήριο των Ταξιαρχών, που λειτουργούσε τότε. Ας είναι αιωνία η μνήμη της. Την έχω μέσα στην καρδιά μου. Την έχω κοντά μου.
Συνεχίζεται την επόμενη Κυριακή

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το