Πολιτική

Στο τραπέζι η μείωση επιτοκίου στο πακέτο στήριξης στην Ελλάδα



Εξετάζουν ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, με όρο τον περιορισμό του χρέους


Το θέμα της μείωσης των επιτοκίων των δανείων που χορηγούνται από την ΕΕ σε Ελλάδα και Ιρλανδία είναι πιθανό να συζητηθεί στο Συμβούλιο των υπουργών Οικονομικών που συνεδριάζει την ερχόμενη εβδομάδα, σύμφωνα με πληροφορίες που επικαλείται το Bloomberg.
Το ειδησεογραφικό πρακτορείο επικαλείται τέσσερις ανώνυμες πηγές που έχουν άμεση γνώση των συζητήσεων, σύμφωνα με τις οποίες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εξετάζουν το θέμα της μείωσης των επιτοκίων των δανείων στήριξης σε αντάλλαγμα νέων εγγυήσεων για τον περιορισμό του κρατικού χρέους, ως μέρος του σχεδίου για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Η μείωση των επιτοκίων θεωρείται απαραίτητη από οικονομολόγους, όπως αναφέρεται στο δημοσίευμα.
Ο επικεφαλής οικονομικής έρευνας για τη Δυτική Ευρώπη της JP Morgan Ντέιβιντ Μακί θεωρεί ότι το επιτόκιο στο δάνειο ύψους 85 δισ. ευρώ προς την Ιρλανδία πρέπει να μειωθεί περίπου στο μισό και συγκεκριμένα στο 3,3% από το επίπεδο του 5,8%.
«Η Ευρώπη πρέπει να είναι σε θέση να μειώσει το κόστος δανεισμού κατά 250 μονάδες βάσης [2,5%]», είπε και προσέθεσε:
«Αν θέλετε έξοδο από την κρίση χωρίς αναδιάρθρωση κρατικού χρέους, αυτό δεν θα γίνει με τα τρέχοντα επιτόκια. Το κόστος δανεισμού έχει κρίσιμη σημασία, δεδομένου ότι η οικονομική ανάπτυξη θα είναι μέτρια για κάποιο χρόνο, λόγω της έκτασης του δημοσιονομικού σφιξίματος που απαιτείται».
Ο επικεφαλής οικονομολόγος για την Ευρώπη της Barclays Τζούλιαν Κάλοου πιστεύει ότι το κόστος δανεισμού θα πρέπει να μειωθεί κατά περίπου 2 έως 3%.
«Θα ήταν εύλογο να μειωθεί το τρέχον κόστος δανεισμού κατά περίπου 200 μονάδες βάσης έως 300 μονάδες βάσης, παρέχοντας με τον τρόπο αυτό πρόσθετη έμμεση χρηματοδοτική στήριξη», σημείωσε σε έκθεσή του με ημερομηνία 10 Ιανουαρίου.
Οι δύο αναλυτές λένε ότι θα πρέπει να μειωθεί το επιτόκιο και για το δάνειο ύψους 110 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα από τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ, το οποίο σήμερα ανέρχεται σε περίπου 5% για το τμήμα που αφορά τον ευρωπαϊκό δανεισμό.
«Αυτό που χρειάζεται είναι ένας συνδυασμός αυστηρής δημοσιονομικής πολιτικής σε όλη την περιφέρεια και μία παρατεταμένη περίοδος επιδοτούμενου κόστους δανεισμού για να διασφαλιστεί ότι ο όγκος της δημοσιονομικής προσαρμογής πηγαίνει για τη βελτίωση της δυναμικής του χρέους και όχι για υψηλότερες δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους», αναφέρει ο κ. Μακί σε έκθεσή του στις 7 Ιανουαρίου.
Στο μεταξύ, ο Βέλγος υπουργός Οικονομικών Ντιντιέ Ρέιντερς τάχθηκε, την Πέμπτη, υπέρ του διπλασιασμού του αποθεματικού του Ταμείου Στήριξης για την ευρωζώνη, στο 1,5 τρισ. ευρώ, και τόνισε πως έχουν δρομολογηθεί διαβουλεύσεις επί αυτού του θέματος.
«Πιστεύω πως ο διπλασιασμός των αποθεματικών του Ταμείου θα ήταν ένας πέρα για πέρα λογικός στόχος. Πιστεύω πως ο διπλασιασμός του Ταμείου Στήριξης, της ήδη υπάρχουσας διευκόλυνσης και του μόνιμου μηχανισμού που έχει συσταθεί για το μέλλον (και θα αρχίσει να εφαρμόζεται από τα μέσα του 2013) θα ήταν το πιο λογικό», είπε. Εάν προκριθεί η ιδέα του διπλασιασμού, «αυτό θα συνεπαγόταν πως θα διπλασιάζονταν οι εγγυήσεις για την Ευρωζώνη, που σήμερα φθάνουν τα 440 δισ. ευρώ», εξήγησε και συμπλήρωσε ότι δεδομένου πως το συνολικό ποσό που έχει τεθεί στη διάθεση των κρατών-μελών ανέρχεται στα 750 δισ. ευρώ, «εάν παίρναμε την απόφαση αυτή για διπλασιασμό θα φθάναμε το 1,5 τρισ. ευρώ».
Ερωτηθείς για το εάν οι συζητήσεις που έχουν ξεκινήσει στην Ευρώπη αναφέρονται σε αυτό το ποσό, απάντησε «βεβαίως».
«Η Κομισιόν, η ΕΚΤ έχουν αρχίσει να θίγουν εξίσου αυτού του είδους τις δυνατότητες», πρόσθεσε.
Η Γαλλίδα υπουργός Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε επίσης πως μία αύξηση των κεφαλαίων του ταμείου στήριξης μπορεί να αποφασισθεί «εάν κριθεί αναγκαίο» και μάλιστα «όχι τόσο λόγω των νέων αναγκών, αλλά προκειμένου να αποδειχθεί η αποφασιστικότητά μας να υπερασπισθούμε τη σταθερότητα της Ευρωζώνης».
«Μελετούμε την ικανότητα του ταμείου, το οποίο θα ενισχυθεί με επιπλέον μέσα εάν αυτό κριθεί αναγκαίο», είπε, υπογραμμίζοντας πως σε αυτό το σημείο λέει «ακριβώς το ίδιο πράγμα» με τον Γερμανό ομόλογό της Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.

Σύμφωνα με την κ. Λαγκάρντ, το ύψος της αύξησης δεν έχει αποφασιστεί ακόμη, καθώς, όπως είπε, «η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη δεν φέρει μία ετικέτα με τιμή».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το