Άρθρα

“Μονακό ή Reggio Emilia και καλές πρακτικές για την πόλη του Βόλου;”

Tου Σπύρου Κούρια*

Το κοινωνικό, οικονομικό και πολιτισμικό αποτύπωμα ενός στοχευμένου σχεδίου δράσης με όχημα την εκπαίδευση.
Στις προηγούμενες αλλά και στις επερχόμενες αυτοδιοικητικές εκλογές για την πόλη μας και τους πολίτες της, τέθηκε ως στόχος αλλά και θα τεθεί εκ νέου από την απερχόμενη Δημοτική Αρχή, η μετεξέλιξη του Βόλου σε… Μονακό. Ωστόσο, θα έπρεπε αλήθεια να χειραγωγείται τόσο «φθηνά» η κοινή γνώμη με αφηρημένα και ανούσια αφηγήματα; Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια, με περισσή άγνοια (στην καλύτερη περίπτωση) λόγος γίνεται από άλλους για τη σχεδόν μονομανιακού τύπου μίμηση των πρακτικών της πόλης των Τρικάλων και του περιβόητου μοντέλου της «έξυπνης πόλης». Και οι δυο προσδοκίες φαντάζουν τουλάχιστον ανεδαφικές με τα τωρινά δεδομένα και την κληρονομιά της Δημοτικής Αρχής Μπέου. Αφενός η εκπλήρωση του «Monaco dream» φαντάζει ρηχή και σαφέστατα κοντόφθαλμη, αφετέρου η εν μία νυκτί ψηφιακή μετάλλαξη απαιτεί γνώση και δεξιότητες που προς το παρόν φαίνεται να λείπουν. Αυτό φυσικά γιατί η δημιουργία μιας σύγχρονης και παράλληλα ευήμερης πόλης σε συνδυασμό με τη δόμηση προφίλ που εγγυάται ανταγωνιστικό τουριστικό προϊόν απαιτεί πολύπλευρες συνέργειες, σοβαρότητα, ουσιώδεις υλικές και άυλες επενδύσεις και φυσικά μακροπρόθεσμο προγραμματισμό. Στην περίπτωσή του Βόλου κάτι τέτοιο δεν ισχύει (ακόμα) δυστυχώς μιας και όλα τα παραπάνω υποκαθίστανται τεχνηέντως από σπασμωδικές κινήσεις φθηνού εντυπωσιασμού της κοινής γνώμης κυρίως και μόνο εντός του αστικού κέντρου. Δε θα πρέπει να μας ξεγελά σε καμία περίπτωση η αναφορά της απερχόμενης διοίκησης σε αόριστες εκτιμήσεις κέρδους και αύξησης της τουριστικής κίνησης και του βιωτικού επιπέδου (!) γιατί πολύ απλά για να γίνει σωστή αποτίμηση των παραπάνω απαιτείται συντονισμένη μελέτη πολλαπλών δεικτών σε βάθος χρόνου και με βάση σοβαρό σχεδιασμό που ουδέποτε έγινε αλλά βασίζεται σε καφενειακού τύπου παραδοχές.

Γιατί, άραγε, αντί για τις αναφορές σε γαλλικά θέρετρα και έξυπνες θεσσαλικές πόλεις, να μη στρέφαμε την προσοχή μας σε σε ουσιαστικότερα επιτυχημένα μοντέλα όπως του Reggio Emilia της Ιταλίας που, εκτός της αγροτικής και βιομηχανικής παραγωγής, διαθέτει ως καλά κρυμμένο μυστικό του τις ιδιαίτερα πρωτοπόρες πρακτικές, υποδομές και στρατηγικές που έχει αναπτύξει σε σχέση με ζητήματα προσχολικής αγωγής κι εκπαίδευσης γενικότερα. Η κοινότητα του Reggio Emilia αριθμεί περίπου 175.000 κατοίκους και διαθέτει σχεδόν το 10% του συνολικού προϋπολογισμού της για την εκπαίδευση. Ως εκ τούτου εξυπηρετεί κατά μέσο όρο 3.000 παιδιά και απασχολεί 575 εργαζόμενους όλων των ειδικοτήτων!

Κι εκεί τα πράγματα δεν ήταν εύκολα! Ουσιαστικά η υλοποίηση του πρότζεκτ ξεκίνησε δειλά μετά το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου. Από τότε, η ιταλική κοινότητα έχει καταφέρει να συνδέσει το όνομά της με την ομώνυμη Παιδαγωγική Προσέγγιση (Reggio Emilia Approach) που αφορά κυρίως στην Προσχολική Ηλικία και χάρη στην οποία έχει αποκτήσει φήμη παγκόσμιου βεληνεκούς και υψηλά ποσοστά επισκεψιμότητας και προσοχής από εκπαιδευτικούς και ερευνητές όλων των εθνικοτήτων. Δημιουργήθηκε αυτόνομο δίκτυο παιδικών σταθμών και νηπιαγωγείων στις αρχές της δεκαετίας του ’60 υπό την πλήρη ευθύνη και τον έλεγχο του τοπικού Δήμου. Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, το διεθνές ενδιαφέρον ήταν τεράστιο και αυτό οδήγησε -το 2003- στην ίδρυση ενός σχεδόν αυτοδιοίκητου οργανισμού, με παιδαγωγική, διαχειριστική και οικονομική αυτονομία, ισολογισμούς κι ετήσια budget στο πρότυπο ιδιωτικών επιχειρήσεων. Πρόκειται στην ουσία για ένα Νομικό Πρόσωπο που βασίζεται σε κοινοπραξία μεταξύ Δήμου (51%), ιδιωτών (48%) και της αντίστοιχης Περιφέρειας (1%).

Ως απόρροια των παραπάνω, η πόλη απέκτησε εξωστρέφεια διεθνώς, με δίκτυο 32 συνεργαζόμενων χωρών σε ζητήματα εκπαίδευσης και δημιούργησε ένα άυλο πρωτότυπο προϊόν με προεκτάσεις τόσο στην ποιοτική αναβάθμιση των τοπικών υπηρεσιών εκπαίδευσης όσο και στην οικονομική ευημερία του τόπου. Αυτό κυρίως οφείλεται στο γεγονός ότι γύρω από τον πυρήνα των εκπαιδευτικών δράσεων, αναπτύχθηκαν καλλιτεχνικές δραστηριότητες (ατελιέ, εκθέσεις με συμμετοχή παιδιών και καλλιτεχνών κ.ά.), αλληλεπίδραση με την ίδια την πόλη και τις επιχειρήσεις της, ρεύμα εκπαιδευτικού τουρισμού, νέα ανταποδοτική οικονομία, σταθερές θέσεις εργασίας. Είναι γεγονός ότι η επισκεψιμότητα στην πόλη ενισχύεται απόλυτα μετρήσιμα κάθε χρόνο κατά κάποιες χιλιάδες εκπαιδευτικών που παρακολουθούν από κοντά πλήθος εβδομαδιαίων σεμιναρίων σχετικά με το πώς να υιοθετήσουν και στις χώρες τους ανάλογες πρακτικές. Συνεπώς, το παράπλευρο οικονομικό όφελος που απορρέει μέσω του εκπαιδευτικού και συνεδριακού τουρισμού αποτυπώνεται και σε κρατήσεις καταλυμάτων, εστίαση, διασκέδαση, τουριστικές περιοδείες, κίνηση της τοπικής αγοράς κ.α.

Μπορούμε και στον Βόλο κάτι ανάλογο; Μα φυσικά μιας και οι ομοιότητες σε κάποιο βαθμό είναι αρκετές. Ο Δήμος μας υπήρξε από τους πρώτους στην Ελλάδα, που χάρη στις άοκνες προσπάθειες δημάρχων του παρελθόντος (π.χ. Δ. Πιτσιώρης) εδώ και μια εικοσιπενταετία σχεδίασε συστηματικά και υλοποίησε παρεμβάσεις στην προσχολική εκπαίδευση, με τη λειτουργία παιδικών σταθμών ώστε να φτάσει σήμερα να έχει υπό την ευθύνη του 11 δημοτικούς παιδικούς σταθμούς, οι οποίοι φιλοξενούν κατά μέσο όρο 800 παιδιά ηλικίας από 2,5 μέχρι 4,5 ετών επιτελώντας τόσο κοινωνικό όσο και πρότυπο εκπαιδευτικό έργο. Επομένως το δίκτυο σχολείων είναι ήδη εδώ. Ο Οργανισμός Εκπαίδευσης το ίδιο. Ικανά στελέχη υπάρχουν. Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας μπορεί να συνεισφέρει ποικιλοτρόπως. Πώς θα μπορούσε όλο αυτό να έχει και οικονομικό αποτύπωμα; Ο διεθνώς γνωστός μύθος της Αργούς, η πολιτισμική κληρονομιά, η ιστορική σημασία όλης της περιοχής, η συνεισφορά των Παιδαγωγικών τμημάτων στη μετουσίωση όλων αυτών των στοιχείων σε ένα ενιαίο «πακέτο» με προτεινόμενες παιδαγωγικές πρακτικές κι εφαρμογές, διοργάνωση θεματικών συνεδρίων και συνδυαστικά με τις φυσικές ομορφιές της περιοχής, θα μπορούσε να αναδείξει τον Βόλο ως το ελληνικό Reggio συνολικά. Σε μικρότερο βαθμό βέβαια αλλά από κάπου πρέπει να γίνει η αρχή! Θέλουμε; Προφανώς ναι. Μπορούμε; Ακόμα προφανέστερα ναι αφού η γνώση και η διάθεση υπάρχει. Σχετικές αναφορές με ρεαλιστικές προεκτάσεις, υπάρχουν στο αναλυτικό πρόγραμμα του συνδυασμού μας «Βόλος-Ανατροπή-Δημιουργία» με επικεφαλής, υποψήφιο Δήμαρχο τον Απ. Παπαδούλη. Ας κάνουμε λοιπόν το πρώτο βήμα από την Κυριακή 26 Μαΐου. Η ευθύνη ανήκει σε όλους μας. Η ευκαιρία είναι εδώ, ας μην την «πετάξουμε» για ακόμα χρόνια.

* Ο Σπύρος Κούριας είναι εκπαιδευτικός, συντονιστικός υπεύθυνος ομάδας Εκπ. Ρομποτικής TALOS και υποψήφιος διδάκτορας ΠΘ. Είναι υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος Βόλου με τον συνδυασμό «Βόλος – Ανατροπή – Δημιουργία»

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το