Άρθρα

Πόσα κακοκαίρια…

Του Διονύση Λεϊμονή

«Καλοκαίρι η γαλάζια προκυμαία θα σε φέρει
Καλοκαίρι καρεκλάκια, πετονιές μέσ’ το πανέρι
μες τη βόλτα αυτού του κόσμου που μας ξέρει
καλοκαίρι πλάι στα μέγαρα, στις τέντες με τ’ αγέρι
καλοκαίρι με χρυσούς ανεμιστήρες μεταφέρει
τη βανίλια με το δίσκο του στο χέρι
την κοψιά μιας προτομής μέσ’ το παρτέρι
καλοκαίρι μ’ ανοιχτό πουκαμισάκι στα ίδια μέρη… (Διονύσης Σαββόπουλος)

Σκοπός μου δεν είναι να γράψω σήμερα μια νεκρολογία έμψυχων και άψυχων. Να μοιραστώ σκέψεις μου, νιώθω την ανάγκη, βιώνοντας τον άφατο πόνο τούτης της πολυεπίπεδης απώλειας, απόληξη πολλών συναπτών απωλειών και καταστροφών. Και καθώς πονώ, όπως φαντάζομαι όλοι οι νοήμονες και ευαίσθητοι άνθρωποι των ημερών μας, αναπολώ πόσα καλοκαίρια πέρασαν που μύριζαν αρμύρα αντί στάχτη, ξενοιασιά αντί επιφύλαξη, χαρά αντί φόβο, φρεσκοκομμένο καρπούζι αντί φρεσκοκαμένη φύση. Πόσα καλοκαίρια προσδοκούσαμε να περάσουμε όμορφα και τις περισσότερες φορές τα περνάγαμε πιο όμορφα, από ό,τι είχαμε φανταστεί, βιώνοντας σήμερα καλοκαίρια που κατέληξαν… κακοκαίρια!
Όλες αυτές τις μέρες βλέπουμε, ακούμε, βιώνουμε, φαντασιωνόμαστε γύρω μας το κακό, μια απειλή που μπορεί άλλοτε να μάς πλησιάζει, άλλοτε να απομακρύνεται από κοντά μας, παραμένοντας όμως πάντα απειλή, αμαυρώνοντας μια εποχή, που εννιά ολόκληρους μήνες μπορεί να περιμέναμε, για να αποφορτιστούμε κι όχι να επιφορτιστούμε με περισσότερα βάσανα και ταλαιπωρία. Αυτό που καταφέραμε ιδίοις χερσί, είναι να καταστρέψουμε την ίδια μας την καθημερινότητα, να απανθρακώσουμε τις ελπίδες μας, να κατακάψουμε τα όνειρά μας, πιστεύοντας πως μπορεί να έχουμε τη δύναμη τάχα, να αλλάξουμε τον κόσμο προς ίδιον και μόνο όφελός μας.

Πόσο πιο ανόητος φαντάζει ο σύγχρονος υπεράνθρωπος της τεχνολογίας και της «λογικής» μπροστά στον «απολίτιστο» ινδιάνο, ιθαγενή, που με μαθηματική ακρίβεια και λαϊκή σοφία προέβλεψε αιώνες πριν, πως θα έρθει μια μέρα, που θα μαγαρίσουμε τελικά το κρεβάτι μας και θα πλαντάξουμε απ’ τις ίδιες μας τις μαγαρισιές! Και το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι για να μαγαρίσουμε το κρεβάτι μας, μαγαρίσαμε πρώτα το μυαλό μας, την ψυχή μας, τα αισθήματά μας, για να προβούμε στη συνέχεια ανενδοίαστα σε τούτη την ολοκληρωτική καταστροφή. Τώρα κι ο πιο ταπεινός μάντης κακών εύκολο είναι να προβλέψει τη συνέχεια. Δεν θα τού είναι καθόλου δύσκολο, να δει το αύριο, ακόμα κι αν κρύβεται πίσω από τους βαριούς καπνούς από λογής λογής αποκαΐδια.
Σ’ ένα μεταίχμιο ζωής και θανάτου, αεροβατώντας μεταξύ μιας αμυδρής ελπίδας κι ενός σκοτεινού βάραθρου όμως, ας κρατήσουμε μια αχτίδα φωτός, μια αχτίδα που δεν κατακαίει, αλλά εμπνέει, μια φλογίτσα που δεν αποδομεί, αλλά μπορεί ακόμα να οικοδομεί, ξεχωρίζοντας από τους απανταχού ανεύθυνους, υπεύθυνους για όλα τα τελευταία καλοκαίρια μας, που μας τα έχουν καταντήσει κακοκαίρια…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το