Άρθρα

«Ατομική ευθύνη» και στην εκπαίδευση

Του Γιώργου Καπουρνιώτη

Το τελευταίο διάστημα γίνεται έντονα λόγος στον εκπαιδευτικό χώρο για την ατομική ευθύνη, καθώς η κυβέρνησή μας επιθυμεί να τη νομοθετήσει. Σύμφωνα με το σκεπτικό της, ο καθένας ξεχωριστά θα είναι υπεύθυνος για τη ζωή του, για την εξασφάλιση της εργασίας του με επαρκή μισθό, για την επιτυχία του στο σχολείο και τελικά για τη μόρφωση, που θα τον οδηγήσει σε μια αξιοπρεπή ζωή.

Τι σημαίνει, όμως, αυτό και πώς μπορεί να επηρεάσει την εκπαιδευτική διαδικασία, τους δασκάλους, τους μαθητές; Η εκπαίδευση στη χώρα μας απαιτεί βελτίωση, αλλά αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος; Ποια είναι, η απαίτηση που έχει η «ατομική ευθύνη» από τους μαθητές και τις μαθήτριες; Πρέπει να παλέψουν, για να αποδείξουν την αξία τους στις σχολικές επιδόσεις, γεγονός που καθιστά το σχολείο ακόμα δυσκολότερο. Παρόλο ότι αποσύρθηκε το νομοσχέδιο για τα ατομικά χαρακτηριστικά των μαθητών, που τα οδηγούσε σε κατάταξη και κατανομή τους σε τάξεις, ανάλογα με τις μαθησιακές ανάγκες και ικανότητές τους, η αντίληψη για τη σχολική επιτυχία παραμένει ξεκάθαρη, πως δεν μπορούν όλες οι μαθήτριες και οι μαθητές, να την εξασφαλίσουν.

Στους λόγους για τους οποίους το νομοσχέδιο αυτό δεν είναι σωστό, ανήκουν οι παρακάτω: Αρχικά, τα παιδιά αναπτύσσονται σε ένα κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο, που δεν έχουν την αποκλειστική ευθύνη για τις ικανότητες που διαθέτουν. Επιπροσθέτως, η κοινωνία που μεγαλώνουν, είναι μεικτή ως προς τις ικανότητες και τις δυνατότητες των συμμετεχόντων σε αυτήν. Θεωρείται σημαντικό για την επιτυχή διαβίωσή τους στο κοινωνικό μας περιβάλλον, οι σχολικές τάξεις να είναι μεικτές, ώστε να μην λαμβάνει χώρα ο κοινωνικός διαχωρισμός και η δημιουργία στερεοτύπων. Είναι βασικό, επίσης, να τονισθεί, πως η μάθηση μεταξύ των συνομηλίκων με διαφορετικές ικανότητες έχει τεκμηριωθεί ερευνητικά στην παιδαγωγική επιστήμη ως ωφέλιμη και πολύ αποτελεσματική για όλους τους εκπαιδευόμενους.

Τι απαιτεί, όμως, η «ατομική ευθύνη» από τους εκπαιδευτικούς; Αν δεν καταφέρουν να πετύχουν υψηλά μαθησιακά αποτελέσματα, κινδυνεύουν να καταταχτούν σε «λιγότερο» ικανούς. Αν τα αποτελέσματά τους είναι πολύ καλά, τότε κατατάσσονται στους «περισσότερο» ικανούς εκπαιδευτικούς. Κάτι τέτοιο, μόνο άγχος θα μπορούσε να προκαλέσει και ίσως θα είχε και αρνητικό αντίκτυπο στους μαθητές. Αντίστοιχα μέσα από την εξωτερική αξιολόγηση των σχολείων, θα υπάρξει η κατάταξή τους σε «καλά» και «καλύτερα» σχολεία, παραγνωρίζοντας το κοινωνικό και εκπαιδευτικό πλαίσιο λειτουργίας τους και δίνοντας την ψευδαίσθηση, ότι τα σχολεία μπορούν να συγκριθούν μεταξύ τους, ανεξαρτήτως αυτών των πλαισίων.
Έχουμε σκεφτεί όμως τι αποτελέσματα αναμένουμε από ένα σχολείο και από τον εκπαιδευτικό της τάξης, όταν οι «δομικές» παράμετροι και οι «συνθήκες» εργασίας, τις οποίες δεν μπορεί να ελέγξει, επηρεάζουν το έργο του; Όταν οι εκπαιδευτικοί καλούνται να κάνουν το καλύτερο που μπορούν σε έναν χώρο, με λιγοστά μέσα, με πολλούς μαθητές και μαθήτριες, με ανεπαρκή στελέχωση σε επίπεδο σχολείου, με μια ύλη που πρέπει να μετασχηματίσουν σε μάθηση, σε συγκεκριμένο χρόνο, ανεξάρτητα από τη μαθησιακή ετοιμότητα των μαθητών/τριών τους και το πολιτισμικό τους κεφάλαιο;

Είναι αποδεδειγμένο από πολλές μελέτες, ότι μόνο ένα μικρό ποσοστό της επιτυχίας της σχολικής επίδοσης οφείλεται στην προσπάθεια του εκπαιδευτικού. Η σχολική αποτυχία μπορεί να σχετίζεται σε αστάθμητους δομικούς παράγοντες, στην έλλειψη στήριξης αδύναμων παιδιών, αλλά και στην αδυναμία επίλυσης μακροχρόνιων προβλημάτων στην εκπαίδευση. Οι δάσκαλοι και οι καθηγητές στην Ελλάδα εργάζονται χωρίς καν να τους παρέχονται τα απαραίτητα εκπαιδευτικά μέσα, για να κάνουν το μάθημα πιο εύκολο, πιο ενδιαφέρον, πιο διαδραστικό.

Ποιος θα είναι υπεύθυνος για την αξιολόγηση της σχολικής μονάδας; Από ποιον θα αξιολογούνται οι εκπαιδευτικοί; Στο νομοσχέδιο υπάρχει επιστροφή στα μονοπρόσωπα όργανα και κατάργηση των Περιφερειακών Κέντρων Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού (ΠΕ.Κ.Ε.Σ.), ενός θεσμού που δεν πρόλαβε να δοκιμαστεί σε βάθος χρόνου. Ο ρόλος τους φάνηκε πολύτιμος στην ευρύτερη οργάνωση και υποστήριξη των σχολείων και των εκπαιδευτικών σε περιφερειακό επίπεδο. Περιδιαβαίνοντας στις ιστοσελίδες των ΠΕ.Κ.Ε.Σ. μπορείς εύκολα να διαπιστώσεις ότι το έργο και οι δράσεις που υλοποίησαν, ήταν αδύνατον να παραχθούν από τα στελέχη σε ατομικό επίπεδο.
Μονοπρόσωπα όργανα, τα οποία εκτός από τον συμβουλευτικό θα έχουν και αξιολογικό ρόλο. Αυτή η επιλογή έχει ήδη δείξει τις αδυναμίες της, όταν εφαρμόστηκε πριν από κάποια χρόνια, αφού οι δύο ρόλοι λειτούργησαν συγκρουσιακά και δε φάνηκε να παρουσίαζαν κανένα σημείο ταύτισης σε σχέση με τους στόχους τους.
Απώτερος σκοπός του νέου νομοσχεδίου, σύμφωνα με όσα περιέγραψε η κυβέρνηση, είναι να ωφεληθούν τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας, οι μαθητές, οι εκπαιδευτικοί και οι γονείς καθώς και να επιτευχθούν καλύτερα αποτελέσματα στη σχολική κοινότητα. Τι θα συμβεί, όμως, στην πράξη; Η έμφαση στην αναζήτηση πόρων από τα σχολεία παρά την εξασφάλιση της κρατικής χρηματοδότησής τους, η έμφαση στις προσδοκίες από τα άτομα, χωρίς την παροχή ενός πλαισίου που να υποστηρίζει στο έργο τους, δείχνουν ότι το προτεινόμενο νομοσχέδιο θα έχει ακριβώς τις αντίθετες συνέπειες, από αυτές που ισχυρίζεται.
Η κυβερνητική επιλογή να αποσυρθεί το κράτος από την πρόνοια και την ευθύνη που έχει για το δημόσιο καλό των πολιτών του, συμπεριλαμβανομένης και της υποχρέωσής του να προσφέρει την πρόσβαση όλων των παιδιών στην εκπαίδευση, θα έχει συνέπειες για ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού πληθυσμού, το οποίο θα περιθωριοποιηθεί ακόμα περισσότερο. Τέλος, πρέπει να τονισθεί πως η «ατομική ευθύνη» δεν επαρκεί για να αιτιολογήσει τα πολλαπλά εκπαιδευτικά ζητήματα, αλλά και ούτε θα συμβάλει από μόνη της στη βελτίωση της εκπαίδευσης των παιδιών μας.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το