Τοπικά

Πάνω 20% η χρήση αντικαταθλιπτικών – Οι επιδράσεις του κορωνοϊού στη ψυχική υγεία των Βολιωτών

Αύξηση μέχρι και 20% παρουσίασε στο διάστημα της καραντίνας αλλά και τον Μάιο, μετά τη λήξη των περιοριστικών μέτρων, η πώληση ηρεμιστικών και αντικαταθλιπτικών φαρμάκων από τα φαρμακεία του Βόλου.
Ο τρόμος από την απειλή του θανάτου που έσπερνε η πανδημία, με τις εικόνες και τις πληροφορίες για χιλιάδες νεκρούς, σε όλο τον πλανήτη, φώλιασε στις ψυχές αρκετών ανθρώπων, που δύσκολα μπορούν να το ξεπεράσουν ακόμη και τώρα, που η κατάσταση έχει κάπως ηρεμήσει, χωρίς όμως να έχει σημάνει λήξη συναγερμού.
Ο φόβος, η απώλεια πολλών συνηθειών της κανονικότητας, η κοινωνική αποστασιοποίηση και η υποχρεωτική παραμονή στο σπίτι, επηρέασαν την ψυχική υγεία και διάθεση συμπολιτών, που αναζήτησαν καταφύγιο στην λήψη φαρμάκων για να αντιμετωπίσουν διάφορες διαταραχές άγχους, ακόμη και την κατάθλιψη.
Άλλωστε η πανδημία αποτελεί ένα γεγονός, που ο κάθε άνθρωπος το διαχειρίζεται διαφορετικά, άλλος εγκλωβίζεται, άλλος το προσπερνά, και άλλος προσπαθεί ακόμη να το καταπολεμήσει.

Η καραντίνα επέφερε άγχη και φοβίες στους ανθρώπους. Υπήρξε κόσμος που αγχώθηκε για τη δουλειά του όντας σε αναστολή ή έχοντας την επιχείρησή του κλειστή, άλλοι που αγχώθηκαν, μήπως μολυνθούν από τον ιό και κινδυνεύσει η ζωή τους. Επίσης άλλοι απογοητεύτηκαν, μελαγχόλησαν από την κοινωνική αποστασιοποίηση ή ξέκοψαν όλες τις κοινωνικές επαφές, φοβούμενοι, μήπως κολλήσουν τον ιό. «Τα στοιχεία από τον συνεταιρισμό δείχνουν ότι για την περίοδο από Μάρτιο μέχρι και Μάιο καταγράφηκε μια αύξηση στις πωλήσεις ηρεμιστικών, αγχολυτικών, αντικαταθλιπτικών φαρμάκων γύρω στο 15-20%», τονίζει ο πρόεδρος του Συνεταιρισμού Φαρμακοποιών Θεσσαλίας κ. Άλκης Καρατζίκας και προσθέτει πως λόγω της πρωτόγνωρης αυτής κατάστασης που βιώσαμε όλοι, συμπολίτες για διάφορους λόγους δεν μπόρεσαν να αντέξουν την κατάσταση και απευθύνθηκαν σε ψυχολόγους και ψυχιάτρους, που τους έγραψαν τις συνταγές και στη συνέχεια μετέβησαν στα φαρμακεία για να ξεκινήσουν τη θεραπευτική τους αγωγή. Εξάλλου πρόκειται για φάρμακα που συνταγογραφούνται, ενώ το κόστος κυμαίνεται από ένα ή δύο ευρώ μέχρι ακόμη και 100 ευρώ, ανάλογα με την πάθηση και τη συνταγή που έχει δώσει ο αρμόδιος γιατρός». Ο κ. Καρατζίκας συμπληρώνει πως «πρόκειται για ένα υψηλό ποσοστό αύξησης σε διάθεση φαρμάκων αυτών των κατηγοριών», υπογραμμίζοντας πως συνήθως πρόκειται για καινούριους ασθενείς, που έλαβαν αυτές τις θεραπευτικές αγωγές. Ερωτηθείς κατά πόσο θα συνεχιστεί αυτή η τάση, ο ίδιος εξέφρασε την ελπίδα, πως «μπορεί να μειωθεί, γιατί το καλοκαίρι, ο κόσμος θα έχει μεγαλύτερη κοινωνική συναναστροφή και αυτό μπορεί να επιδράσει θετικά στην ψυχολογία των πολιτών».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το