Θ Plus

Όθρυς – Διάσχιση του ανατολικού τόξου

του Κυριάκου Παπαγεωργίου

Η Όθρυς είναι ένα βουνό παραμελημένο, εν πολλοίς άγνωστο και παρθένο. Διαθέτει ένα μοναδικό πλεονέκτημα: Χωρίζεται σε εφτά διαδοχικά διαμερίσματα που συνιστούν εφτά διαφορετικούς πυλώνες που το στηρίζουν ωσάν δασικές κιονοστοιχίες και επιπλώνουν μια ιδιαίτερη σχέση ορεινής μορφολογίας. Πράγμα σπάνιο για ελληνικό ορεινό σύστημα, ακόμη και εθνικό δρυμό. Που ωστόσο οι αρμόδιες διευθύνσεις του υπουργείου και των Δασικών Υπηρεσιών το αγνοούν σκανδαλωδώς, για να το ανακηρύξουν ως Εθνικό Δρυμό.
Και για να μην πολυλογούμε ας περιοδολογήσουμε στα εφτά διαφορετικά συστατικά του βουνού: Πρώτη είναι η ανατολική Όθρυς με τη Στυλίδα, την Πελασγία και τις άνω κοιλάδες της. Δεύτερη έρχεται η περιοχή με τα βορειοανατολικά κράσπεδα (Βρύναινα, Κοκκωτοί, Μονή Ξενιάς) που ανήκουν στον Νομό Μαγνησίας. Τρίτη είναι η άνω λεκάνη του Ενιπέα με τα βουνά της Γούρας. Τέταρτη συνιστώσα αποτελούν οι εσωτερικές παρειές της Όθρυς, με τη Μελιταία, τη Φυλιαδώνα και το Νεοχώρι. Πέμπτη, το οροπέδιο του Δομοκού, έκτη η περιοχή της Ξυνιάδας και έβδομη και τελευταία η περιοχή της βόρειας πλευράς του βουνού με τις εσωτερικές κοιλάδες του Σπερχειού και του Στίρφακα.
Ας έρθει τώρα οποιοσδήποτε καμώνεται τον βαφτιστήρα εθνικών δρυμών, να μας απαντήσει αν δικαιούται ή όχι, μια τέτοια γεωφυσική «ακρόπολη», μετά από αυτούς τους πολυσχιδείς λαβύρινθους, να εξαιρείται του χαρακτηρισμού του ως εθνικού δρυμού…
Το παρθένο βουνό της Όθρυς αποτελείται από ένα αγιολόγιο ανώνυμων και πολυάριθμων πηγών, χαραδρών, αυχένων και κορυφών που ζει εν σιωπή και γαλήνη, δίχως την παραμικρή ενόχληση από τους λογής εκμεταλλευτές και εξορύκτες των πλούσιων σωθικών του.

Λιβάδια και άλση της Όθρυς πάνω από τον Αϊ-Γιάννη

*
Μιλήσαμε στο παρελθόν για μερικά από τα ιδιαίτερα ορεινά τεύχη που διαθέτει ο βουνίσιος τόμος της Όθρυς. Αυτή τη φορά θα ταξιδέψουμε περπατώντας ένα μεγάλο τόξο, δεκαοχτώ περίπου χιλιομέτρων αρχινώντας την πορεία μας από τον Αϊ-Γιάννη της Βρύναινας κι αφού διασχίσουμε εκτεταμένα τμήματα κοιλάδων και πυκνών λόγγων, θα φτάσουμε, ύστερα από μια ολοήμερη χορταστική διαδρομή, στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, ενάμισι χιλιόμετρο πάνω από το χωριό των Μύλων, που αποτελεί, κατά τη γνώμη μου το ωραιότερο μπαλκόνι και αγνάντιο που διαθέτει ελληνικό χωριό στην περιφέρεια της ηπειρωτικής χώρας.
Δεν είναι εύκολη η διαδρομή αυτή. Ούτε αναγνωρίσιμη. Οι χάρτες την αποσιωπούν ως προς τα οδικά δίκτυα και την επικοινωνία με τα γνωστά εν πάση περιπτώσει κέντρα της πλησιόχωρης περιφέρειας. Είναι σχεδόν άγνωστη.
Όσοι αποτολμούν να την παρουσιάσουν χωροταξικά αδυνατίζουν την ισχύ της με εσφαλμένες ενδείξεις και καταγραφές παρά τον εφοδιασμό τους με σύγχρονα εργαλεία που τους διαφωτίζουν για την ταξινόμηση των εδαφικών πληροφοριών της.
Ξεκινήσαμε λοιπόν ένα πρωινό του Απρίλη τη διάσχιση του ανατολικού κορμού της Όθρυς, που διανύει ένα πολύδρομο τόξο, τεντωμένο στα άκρα του, από τα χαμηλοβούνια της Βρύναινας μέχρι τους επάνω δυνατούς λόφους των Μύλων, εμβαθύνοντας σε υψηλούς αυχένες, κρεμαστές κοιλάδες, δασωμένα αντερείσματα και καμπυλωτές κορυφώσεις. Το μοναδικό σπανό τμήμα του καταδασωμένου ανατολικού τόξου της Όθρυς είναι αυτό του Πήλιουρα, που ωστόσο είναι διάσπαρτο από πληθυντικές ταξιαρχίες άγριων ορχιδέων, τσαγιού και βοτάνων.

Άποψη της τεχνητής λίμνης στο Μαυρομμάτι

*
Η ανατολική όψη της Όθρυς που θα περπατήσουμε έχει μια σειρά μέσου υψόμετρου βουνών που αρχίζουν από το Γερακοβούνι (κύρια κορυφή) με ύψος 1.724 μέτρα, περνάει στη Λούτσα με ύψος 1.630 μέτρα, στον Πήλιουρα, με ύψος 1.557 μέτρα, τη Μεγάλη Ράχη με ύψος 1.333 μέτρα, την κορυφή Τσαμαντήρα με ύψος 1.331 μέτρα, για να καταλήξει στα Σπληθίρια, πάνω από τους Μύλους, με υψόμετρο 998 μέτρα.
Η συνολική απόσταση που θα χρειαστεί να διανύσουμε, σε χιλιόμετρα είναι η παρακάτω: Από τον Αϊ-Γιάννη της Βρύναινας μέχρι τη διασταύρωση για την Αγία Παρασκευή και τα ερείπια της Άνω Γαβριανής 3,2 χιλιόμετρα. Από εκεί μέχρι τη διασταύρωση για τη Μεσοράχη 3,1 χιλιόμετρα και μέχρι τη νέα διασταύρωση για το φράγμα του Μαυρομάτη, άλλα 100 μέτρα, σύνολο ως εκεί 6,3 χιλιόμετρα. Σύνολο πορείας δύο ώρες.
Από τη διασταύρωση του φράγματος μέχρι την κρίσιμη διασταύρωση για την πηγή της Αρνόβρυσης 1.800 μέτρα. Από εκεί και μέχρι τη Λάκα του Κατσαμπέκη (όπως μας είπαν, ότι λέγεται η περιοχή, ντόπιοι τσοπάνηδες που βρήκαμε εκεί), 1.700 μέτρα. Συνολικά δε μέχρι τη διασταύρωση του Παλιοχωρίου 5,3 χιλιόμετρα. Άλλες δυο ώρες ώς εδώ.
Από τη διασταύρωση του Παλιοχωρίου και μέχρι να πατήσουμε άσφαλτο έξω από τη Μονή του Αγίου Γεωργίου θα απαιτηθούν άλλα 4,6 χιλιόμετρα. Θέλουμε τέλος άλλα 1.600 μέτρα για να καταλήξουμε στους Μύλους.
Σύνολο ανύσματος δρόμου από τον Αϊ-Γιάννη ως τους Μύλους 17.900 μέτρα. Ώρες βαδίσματος από επτά ως δέκα, ανάλογα με τις στάσεις, τις παρακάμψεις, τις φωτογραφίσεις και τα αγναντέματα.
Αφήνουμε απέξω την παράκαμψη των 700 μέτρων που απαιτούνται για την προσέγγιση του φράγματος Μαυρομάτη, για το οποίο είναι αναγκαία μια επίσκεψη, αφού πλέον αποτελεί μια «ελβετική» σφήνα στα ορεινά της Όθρυς, αντάξια των μεσευρωπαϊκών προτύπων, που περιβάλλεται από πυκνούς δρυμώνες
Τα τρία καθοριστικά στοιχεία της παρθένας ταυτότητας του βουνού, από την ανατολική του κόψη, είναι: H μεγάλη ποικιλία και ομορφιά της χαμηλής βλάστησης που αποτελεί τον πρώτο και βασικό πυλώνα της ανατολικής πλευράς. Ο δασικός πλούτος (βελανιδιές και έλατα) που συνιστά τον κύριο άξονα της δενδρώδους σύστασης του βουνού και τρίτο η βοτανική και ποώδης βλάστηση στα εξαιρετικά υψώματα της νοτιοανατολικής πλευράς (των Μύλων) που συνιστά κατά την άποψή μου και τον υπέροχο πλούτο της χλωρίδας του βουνού.
*
Στη διαδρομή που θα ακολουθήσουμε, θα μας εντυπωσιάσει και μια τριάδα χαρακτηριστικών συναπαντημάτων: Η διαμόρφωση του φράγματος Μαυρομάτη, που έγινε με σεβασμό στο περιβάλλον αποκαλύπτοντας ένα μυστικό τοπίο κι έναν υδροφόρο ορίζοντα που έμενε περίκλειστος κι αδιαπέραστος. Η περιοχή των πηγών του ρέματος Μαυρομάτη (Αρνόβρυση), ένα σύστημα αυθεντικής απομάστευσης των νερών της Όθρυς και τέλος το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, πάνω από τους Μύλους, από όπου το βλέμμα τυχαίνει να σκορπίζεται ονειρεμένο στη μισή Ελλάδα.
Θ’ ανηφορίσουμε από τον Αϊ-Γιάννη έχοντας στ’ αριστερά μας το Ζαχαρόρεμα, μια γοητευτική ρεματιά και πάνω από αυτή τον καμπυλωτό βιγλάτορα (669 μ.) Καστράκι, όπου μου δίνει την εντύπωση ότι κρύβεται κάποιο Παλιόκαστρο, που δεν έχει ανασκαφεί.
Θα διασχίσουμε πανέμορφα λιβαδωτά, με καλλιεργημένες πλαγιές, ενδιάμεσα δασωμένα τμήματα από πλατανοδάση και ιτιές για να φτάσουμε στο επιβλητικό βελανιδόδασο της Αγίας Παρασκευής. Είμαστε πάντα μέσα στα όρια του Νομού Μαγνησίας. Στη συνέχεια θα παρακάμψουμε το Ζαχαρόρεμα και θα ανηφορίσουμε σε ήπιο χαλικοστρωμένο χωματόδρομο ώς τη βρύση της Μεσοράχης, όπου θα συναντήσουμε τον μοναδικό τσοπάνη (από τον Αϊ-Γιάννη) στη θέση της πηγής, να εποπτεύει μέσα από το αγροτικό μισοκοιμισμένος τα πολυάριθμα βοοειδή του να διαχέουν μια νότα ζωής και κουδουνισμάτων στην πανέμορφη πλαγιά της Μεσοράχης.
Εκατό μέτρα παραπάνω ο δρόμος θα πάρει μια απότομη στροφή, πρόσφατα ασφαλτοστρωμένος για να κατηφορίσει ίσαμε 700 μέτρα ώς το φράγμα Μαυρομάτη. Κατηφορίζοντας παρακολουθούμε την αέναη ομορφιά της λίμνης με την εκπληκτική βλάστηση που την περιβάλλει.
Θα περπατήσουμε ως την αρχή του φαραγγιού και θα επιστρέψουμε αφού πρώτα κυκλώσουμε τη λίμνη, για ν’ αποθαυμάσουμε το «ελβετικό» τοπίο.
Aπό τη διασταύρωση του Μαυρομάτη και μέχρι τον επόμενο χαρακτηριστικό σταυρό της Αρνόβρυσης αλλάζει δραματικά το τοπίο. Αντιμετωπίζουμε ένα δυνατό επιχείρημα ελατόδασους. Η πλάση σκοτεινιάζει από το βαθύ σκιερό φως των ελατιών και ο δρόμος πια γίνεται έντονα ανηφορικός μέχρι τον αυχένα του Τσαμαντήρα. Περπατάμε γύρω στα 1.000 μέτρα υψόμετρο. Το δάσος αραιώνει, ενώ εμφανίζεται μια καινούργια δασική ζώνη, από ψηλούς θάμνους, κέδρα και αρκουδοπούρναρα. Από εδώ και κάτω θα έχουμε διαρκή και ήπιο κατήφορο. Αφού περάσουμε από τη Λάκα Κατσαμπέκη, ελάχιστα παρακάτω θα παρατηρήσουμε μια παράκαμψη εκατό μέτρων αριστερά για τον Αϊ-Θανάση, όπου είναι χτισμένο ένα πέτρινο ξωκλήσι στην κορυφή ολόγλυκου λόφου και στην επόμενη και τελευταία διασταύρωση για τα ερείπια του Παλαιοχωρίου θα ακολουθήσουμε την αριστερή κατεύθυνση.
Ο συνεχής δύσβατος (για επιβατικά) κατήφορος των 4,6 χιλιομέτρων θα μας φέρει απέναντι σε μια πλατιά θεώρηση του γραφικού και πολύκλαδου μετώπου (που μοιάζει με μια απίθανη σύνθεση γης, θάλασσας και ουρανού).

Η μονή του Αγίου Γεωργίου των Μύλων Στυλίδας

Από αριστερά διακρίνουμε πεντακάθαρα το Τισαίο με το Τρίκερι, απέναντί του τη βόρεια Εύβοια και τους Ωραιούς. Πιο δεξιά και πίσω από το βουνό Τελέθριο πλέουν στη θάλασσα του Ευβοϊκού τα Γιάλτρα και η Αιδηψός, το δασωμένο όρος Προφήτης Ηλίας και ο στενός πορθμός της Βασιλίνας με τη Λιχάδα στο απόγειό της. Από την πέρα μεριά διακρίνεται, επίσης ολοκάθαρα, ο κορμός του Καλλίδρομου, με τις Θερμοπύλες, τα Καμένα Βούρλα και τον Άγιο Κωνσταντίνο. Λίγο πιο πίσω φαίνεται αχνιστή η Αταλάντη. Ανάμεσά τους ο βόρειος Ευβοϊκός και στη βόρεια απόληξή του ο Μαλιακός κολπίσκος. Τέλος πίσω από τη Λιχάδα ορθώνεται συναρπαστικός ολόκληρος ο χιονισμένος όγκος του Παρνασσού.
Τρεις στενόμακρες υγρές λωρίδες, ο Μαλιακός, ο βόρειος Ευβοϊκός και το ξεπέταγμα του κεντρικού Αιγαίου συναντιώνται σε ένα σταυροδρόμι θαλασσινών δρόμων, για να σμιλέψουν μια σπάνια εικόνα υγρού ορίζοντα στον κεντρικό κορμό της χώρας.
Κι όλα αυτά, από μια βουνίσια διάσχιση της Όθρυς και συγκεκριμένα τη διάσχιση του ανατολικού της τόξου που προσφέρει αποχρώσες ενδείξεις μαγευτικής στόφας…
*
Στους Μύλους θα με περιμένει ένας αγαπημένος φίλος που θα του αφηγηθώ τα «παθήματα» της ανοιξιάτικης μέρας και στο τέλος θα με συνοδεύσει ως τον Αϊ-Γιάννη της Βρύναινας, μέσω Πελασγίας, για να παραλάβω το αμάξι μου και να επιστρέψω στον Βόλο, αργά τη νύχτα, ύστερα από μια ολοήμερη μέθεξη ακολασίας χρωμάτων κι ευωδιών της Οθρικής μαγείας…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το