Τοπικά

«Οικογένειά της το Κέντρο Υγείας Ζαγοράς παρά τις δυσκολίες, τα άγχη, την ευθύνη…»

«Δεν θεράπευε μόνο στο σώμα τον κόσμο, αλλά και στην ψυχή» τονίζουν στη «Θ» οι τρεις κόρες της Έλλης Θαμνίδη, της γιατρού που για χρόνια αφιέρωσε τις δυνάμεις της στο Κέντρο Υγείας Ζαγοράς.

«Ονομάζεται Έλλη Θαμνίδη και είναι ποντιακής καταγωγής! Γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1953 στο Καζακστάν (πρώην Σοβιετική Ένωση). Παντρεύτηκε το 1980 και είναι μητέρα τριών κοριτσιών. To 1977 αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο Ιατρικής της πόλης Αλμά-Ατά (νυν Αλμάτι), τότε πρωτεύουσας του Καζακστάν. Το 1978 ολοκλήρωσε το μεταπτυχιακό της στην εσωτερική παθολογία. Το 1981 απέκτησε την πρώτη της κόρη, Όλγα. Έπειτα, μέχρι το 1984 εργάστηκε στο Νομαρχιακό Νοσοκομείο της πόλης Τζαμπούλ (νυν Ταράζ) με εκπαίδευση στην ενδοκρινολογία – διαβητολογία – παθολογία. Το 1985 απέκτησε τη δεύτερή της κόρη, Μαρία. Στη συνέχεια και μέχρι το 1989 εργάστηκε ως παθολόγος – ενδοκρινολόγος στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο – Σανατόριο του υπουργείου Εθνικής Αμύνης της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, στην πόλη Σουχούμι (Αμπχαζία, Καύκασος).
Τον Ιούνιο του 1989 κατάφερε να έρθει με την οικογένειά της στην πατρίδα της, την Ελλάδα, όπου ξεκίνησε ο αγώνας επιβίωσής της μέχρι να αναγνωρισθεί το πτυχίο της από το «ΔΙΚΑΤΣΑ» το 1993. Πέρασαν 4 σχεδόν χρόνια, μέσα στα οποία χρειάστηκε να κάνει εντατικά μαθήματα ελληνικών για να μάθει τη γραφή και την ελληνική ιατρική ορολογία, αλλά και να καταφέρει να πάρει την ελληνική ιθαγένεια αυτή και η οικογένειά της (από υπηρεσία σε υπηρεσία). Η ελληνική γραφειοκρατία και η αναμονή μετά από κάθε βήμα διήρκησαν σε σύνολο 4 σχεδόν έτη. Χρειάστηκε πάλι να διαβάσει πολύ, να περάσει από απαιτητικές και επαναληπτικές εξετάσεις, να φυλάξει ηλικιωμένους για μεροκάματο, ενώ παράλληλα μεγάλωνε δύο κόρες. Πέρασε χρόνια φτώχειας όπου βοηθούσε η εκκλησία, και όχι μόνο, με φαγητό και ρούχα για τα παιδιά. Φεύγοντας από το Σουχούμι για την Ελλάδα πούλησαν όλα τα υπάρχοντά τους έχοντας στην κατοχή τους 90.000 δραχμές, εκ των οποίων τις 60.000 δραχμές χρειάστηκε να πληρώσουν στο τελωνείο για τη μεταφορά όλων των αποσκευών και τις υπόλοιπες στην προπληρωμή των ενοικίων στην Αθήνα. Οπότε ουσιαστικά ξεκίνησε ξανά από το μηδέν. Χρειάστηκε επίσης να εργαστεί άμισθι για έναν χρόνο, 1991-1992, στο Νοσοκομείο «Αλεξάνδρα» για να εκπαιδευτεί ακόμη περισσότερο στην ελληνική ιατρική ορολογία. Από τον Μάιο του 1994 μέχρι το 1998 έκανε την εξειδίκευσή της στη Γενική Ιατρική στο Λαϊκό Νοσοκομείο Αθηνών, ενώ τον Οκτώβρη του 1994 απέκτησε την τρίτη της κόρη, Κυριακή.

Η φασαρία της πόλης, οι πολύωρες μετακινήσεις από και προς την εργασία την έκαναν να θέλει να μετακινηθεί στη φύση και μάλιστα σε μέρη που να της θυμίζουν κάπως τα παιδικά της χρόνια. Έτσι τον Φεβρουάριο του έτους 1999 διορίσθηκε με βαθμό επιμελήτριας β’ στο Κέντρο Υγείας Ζαγοράς Πηλίου, από όπου και συνταξιοδοτήθηκε με τίτλο διευθύντριας τον Αύγουστο του 2022. Και όπως κάθε αρχή και δύσκολη έτσι έγινε και αυτή τη φορά.
Όταν ήρθαμε Ζαγορά δεν μπορούσαμε να βρούμε σπίτι. Δυσκολευτήκαμε πολύ. Το μόνο σπίτι που βρήκαμε ήταν ένα πολύ παλιό πάνω από κατώι με προβληματική σκεπή! Δεν είχαμε ζεστό νερό για μπάνιο και όταν έβρεχε έσταζε νερό από τα ταβάνια οπότε αλλάζαμε θέση στα κρεβάτια για να κοιμηθούμε. Θυμάμαι μία μέρα έπεσε και κομμάτι από το ταβάνι του μπάνιου. Αλλά ήταν το μόνο σπίτι που μπορέσαμε να νοικιάσουμε. Παρόλα αυτά με την κυρία Έλλη για μαμά το σπίτι γέμιζε συνέχεια με κόσμο, τραπέζια, φιλοξενούμενους και αναμνήσεις. Ο μπαμπάς γενικά έκανε όλες τις εργασίες που μπορούσε για να το φέρει σε καλύτερη κατάσταση. Έπιαναν πολύ τα χέρια του.

Η μαμά δυσκολεύτηκε πολύ στην αρχή μέχρι να βρει σπίτι, να προσαρμοστεί στον νέο χώρο εργασίας και φυσικά να την εμπιστευτεί ο κόσμος. Ουσιαστικά ήταν μία ξένη γιατρός που δεν την ήξερε ο κόσμος μιας πιο κλειστής τότε κοινωνίας. Θυμόμαστε χαρακτηριστικά να γυρίζει από τη δουλειά και να κλαίει επειδή δεν πήγαινε κανένας να τον εξετάσει. Αυτό, όμως, δεν κράτησε για πολύ γιατί μέσα σε λίγο καιρό συνέβη ακριβώς το αντίθετο! Ουρές μόνο έξω από το ιατρείο της. Θυμάμαι κάποιους γιατρούς να βγαίνουν στον χώρο αναμονής και να λένε ελάτε και στα άλλα ιατρεία γιατί δεν θα προλάβει η κυρία Έλλη να σας δει όλους, αλλά αυτοί επέμεναν και περίμεναν. Μάλιστα από ένα σημείο και μετά ερχόντουσαν στο ΚΥ και άμα έλειπε η μαμά έφευγαν ή πολλοί έπαιρναν πρώτα τηλέφωνο να δούνε αν είναι εκεί για να πάνε. Εμείς συστηνόμασταν πια ως κόρες της κυρίας Έλλης!

Το όνομά της ως γιατρός είναι επίσης πολύ γνωστό και στον Βόλο, ενώ μέχρι τώρα τη θυμούνται ξένοι τουρίστες που είχε φροντίσει παλαιότερα στο Κέντρο Υγείας! Κάποιοι μάλιστα της έστελναν μέχρι πρόσφατα κάρτες! Να σημειωθεί ότι όσοι ξένοι πέρασαν από τη μαμά δήλωσαν ότι τέτοια φροντίδα σε δημόσιο νοσοκομείο στις χώρες τους δεν έχουν ξαναδεί.
Όλα αυτά τα χρόνια στο Κέντρο Υγείας Ζαγοράς χρειάστηκε να κάνει παραπάνω ή ακόμη και δωρεάν εφημερίες και αυτή και άλλοι γιατροί για να καλυφθούν όλες οι μέρες του μήνα! Σχετικά με τις δυσκολίες που συνάντησε αυτά τα χρόνια στο ΚΥ ως γιατρός, αυτές ήταν κυρίως η έλλειψη επιμελητών και η ευθύνη διαχείρισης του ασθενοφόρου. Το μεγαλύτερο άγχος ήταν πάντα το ασθενοφόρο (π.χ. μπορεί να τύχαινε ένα πιο ήπιο περιστατικό, το οποίο κατέβαζε το ασθενοφόρο στον Βόλο και στο ενδιάμεσο να τύχαινε ένα πιο σοβαρό και κρίσιμο περιστατικό και το ασθενοφόρο να μην είχε επιστρέψει ακόμη από την πρώτη συγκομιδή) και η έλλειψη αυτού σε δύσκολες περιπτώσεις. Τότε, ωστόσο, το ΚΥ είχε μικροβιολόγο, παιδίατρο, οδοντίατρο, υποδοχή και σίτιση. Παρά τις δυσκολίες, τα άγχη και την ευθύνη για εκείνη το Κέντρο Υγείας ήταν και είναι οικογένειά της. Πολλές φορές μάλιστα δεν εφημέρευε και σε κρίσιμα περιστατικά είτε τη φώναζαν και πήγαινε να βοηθήσει είτε την έπαιρναν τηλέφωνο για συμβουλές.
Ποτέ δεν καταχράστηκε το επάγγελμά της για κερδοφορία. Πάντα θεωρούσε την ιατρική λειτούργημα και τηρούσε και συνεχίζει να τηρεί πιστά και τίμια τον όρκο του Ιπποκράτη, τον οποίο πάντα αναφέρει σε περιπτώσεις που έπρεπε να πάρει σοβαρές αποφάσεις.
Για τους ασθενείς της δεν ήταν μόνο μια «στεγνή» ιατρός, αλλά τους φερόταν όπως θα φερόταν στα παιδιά της. Τους πρότεινε και τους έδινε ό,τι ακριβώς θα έδινε και στα παιδιά της. Πιστεύω δεν θεράπευε μόνο στο σώμα τον κόσμο, αλλά πολλούς και στην ψυχή. Θυμάμαι έναν παππού με πολλά προβλήματα υγείας που ζητούσε να πάει στο Κέντρο Υγείας απλά για να την δει και να της μιλήσει και αμέσως ένιωθε καλύτερα έλεγε. Το σπίτι μας ήταν πάντα γεμάτο από διάφορα καλούδια που της έφερνε ο κόσμος ως «ευχαριστώ», ενώ πολλοί ήταν αυτοί που της φιλούσαν τα χέρια!

Μεταξύ άλλων η μαμά έλαβε μία εκπαίδευση και μία εξειδίκευση στο εξωτερικό λίγο διαφορετική από αυτή της Ελλάδας. Εκεί στα νοσοκομεία και στα φαρμακεία ήταν ευρέως γνωστά τα φυτικά φάρμακα, η βοτανολογία και η ομοιοπαθητική. Επιπλέον ο παππούς (ο μπαμπάς της) είχε πολλές γνώσεις σχετικά με τα βότανα και τις δράσεις τους, οπότε έμαθε πολλά και από αυτόν! Έτσι λειτουργούσε λίγο πιο διαφορετικά από τους άλλους γιατρούς και πάντα χρησιμοποιούσε τις γνώσεις της στην εναλλακτική ιατρική. Αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για εμάς και σήμερα έχουμε μία επιχείρηση με τσάι και διάφορα μείγματα βοτάνων από συνταγές παππούδων και καθηγητών ιατρικής και αφιερωμένη στη μαμά!
Αμφισβητήθηκε, αδικήθηκε, αλλά πάλεψε και στο τέλος επιβεβαιώθηκε! Εργαλείο της και πηγή δύναμής της η προσευχή. Πέρασε τόσα πολλά που ήταν τόσο εύκολο να λυγίσει, αλλά εκείνη κρατήθηκε! Ακόμη και τώρα είναι δραστήρια, γεμάτη ενέργεια και όρεξη για δουλειά και ζωή! Ζεστή φωλιά για όλους! Σίγουρα είναι πρότυπο όχι μόνο μαμάς και γυναίκας, αλλά και ιατρού! Στα μάτια τα δικά μας είναι αδιαμφισβήτητα ηρωίδα!»

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το