Τοπικά

”Ο παππούς μου έκρυψε τους επιζώντες του «Κατσώνης» που βυθίστηκε στη Σκιάθο”

Από τη δεκαετία του 1950 ο καπετάνιος Θεόδωρος Τζούμας μετέφερε με το καΐκι του, «Αλαμάνα», κόσμο στο στίγμα του ναυαγίου προκειμένου να αποτίσουν φόρο τιμής στα θύματα του «Κατσώνης» ρίχνοντας στεφάνια στη θάλασσα (φωτογραφία: Αρχείο Γιώργου Χρήστου)
Από τη δεκαετία του 1950 ο καπετάνιος Θεόδωρος Τζούμας μετέφερε με το καΐκι του, «Αλαμάνα», κόσμο στο στίγμα του ναυαγίου προκειμένου να αποτίσουν φόρο τιμής στα θύματα του «Κατσώνης» ρίχνοντας στεφάνια στη θάλασσα (φωτογραφία: Αρχείο Γιώργου Χρήστου)

Κρυβόταν στα 170 μέτρα βάθος, κοντά στις γαλαζοπράσινες ακτές της Σκιάθου. Το σκοτάδι που το περιέβαλλε επί 73 ολόκληρα χρόνια διαλύθηκε την περασμένη Τετάρτη, όταν το υδρογραφικό-ωκεανογραφικό πλοίο «Ναυτίλος» εντόπισε με σόναρ το θρυλικό του ναυάγιο: το υποβρύχιο «Κατσώνης» του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού είχε βυθιστεί από γερμανικό πλοίο κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Το ημερολόγιο έδειχνε 14 Σεπτεμβρίου 1943 όταν το νησί της Σκιάθου συνταρασσόταν από το γεγονός. Το ελληνικό υποβρύχιο είχε βυθιστεί έπειτα από επίθεση, οι κάτοικοι παρακολουθούσαν από μακριά με κομμένη την ανάσα, ενώ τρεις άνδρες είχαν κατορθώσει να ξεφύγουν και δύο εξ αυτών είχαν φτάσει κολυμπώντας στο νησί.

Ταλαιπωρημένοι από την απόσταση, βρήκαν καταφύγιο στο πρώτο κτίσμα που συνάντησαν μπροστά τους, ήταν το καλύβι του «Ζάμπουρα». Ο εγγονός του ανθρώπου εκείνου που περιέθαλψε τους επιζώντες του υποβρυχίου «Κατσώνης» ξετυλίγει στο «Εθνος» το κουβάρι των αφηγήσεων του παππού του για τις ιστορικές εκείνες στιγμές.

«Τη βραδιά εκείνη, όπως μου έλεγε ο συγχωρεμένος ο παππούς μου, η νύχτα έγινε μέρα», λέει ο Σταύρος Γεωργίου (Ζάμπουρας). «Οι φωτοβολίδες που έριχναν τα γερμανικά καράβια όταν τορπίλιζαν το “Κατσώνης” φώτιζαν τον ουρανό». Είχε προηγηθεί καταδίωξη μέσα στη θάλασσα, κατά την οποία το ελληνικό υποβρύχιο είχε υποστεί ζημιές καθώς βαλλόταν από βόμβες βυθού. «Το γερμανικό καταδιωκτικό είχε χρησιμοποιήσει ως καμουφλάζ άλλα γερμανικά καράβια και όταν εντόπισε το ελληνικό υποβρύχιο, άρχισε να το χτυπάει. Εχω ακούσει αρκετές φορές με λεπτομέρειες την περιγραφή των γεγονότων, ο παππούς μου πέθανε μόλις πριν από τέσσερα χρόνια», λέει ο κ. Γεωργίου.

«Δεν βυθίστηκε αμέσως»

Η επιχείρηση εντοπισμού του υποβρυχίου από το «Ναυτίλος» ξεκίνησε στις 4 Ιουλίου και είχε αίσιο τέλος την περασμένη Τετάρτη (κάτω)
Η επιχείρηση εντοπισμού του υποβρυχίου από το «Ναυτίλος» ξεκίνησε στις 4 Ιουλίου και είχε αίσιο τέλος την περασμένη Τετάρτη (κάτω)

«Μου έλεγε ότι επί ώρες μέσα στη νύχτα άκουγαν στο νησί τους κανονιοβολισμούς. Γίνονταν εκρήξεις. Το “Κατσώνης” είχε ανέβει στην επιφάνεια της θάλασσας και δεν καθόταν άπραγο. Το πλήρωμά του προσπαθούσε να χτυπήσει με το πυροβόλο του το γερμανικό σκάφος. Δεν βυθίστηκε αμέσως. Σύμφωνα με τον παππού μου, καθώς οι Γερμανοί το χτυπούσαν από μακριά, η πρώτη οβίδα βρήκε τη δεξαμενή που γεμίζει με νερό, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να βυθιστεί. Τις λεπτομέρειες των γεγονότων και το πώς αντέδρασε το πλήρωμα τις διηγήθηκε έπειτα στον παππού μου ένας από τους επιζώντες του υποβρυχίου, ο υποπλοίαρχος Τσουκαλάς».

«Μετά την ολοκλήρωση της επίθεσης», συνεχίζει ο κ. Γεωργίου, «οι Γερμανοί πλησίασαν και αποτελείωναν όσους έπλεαν μισοπεθαμένοι στους αφρούς της θάλασσας. Τρεις άνδρες, ο Τσουκαλάς, ο Αντωνίου και ο Τσίγκρος προσποιήθηκαν τους πεθαμένους. Οταν αποχώρησαν τα γερμανικά πλοία, εκείνοι ξεκίνησαν να κολυμπούν προκειμένου να φτάσουν στις ακτές. Οι δύο έφτασαν στη Σκιάθο. Στον παππού μου είπαν ότι κολυμπούσαν έξι με εννέα ώρες! Με το που έφτασαν στην περιοχή του Κάστρου, όπου ζούσε εκείνος με την οικογένειά του, τους είδε. Το καλύβι του βρισκόταν κοντά. Κατέβηκε στην παραλία, τους έκρυψε στο σπίτι του και τους περιέθαλψε. Εμειναν εκεί τέσσερις μέρες».

«Ολα έπρεπε να κρατηθούν μυστικά. Οι επιζώντες δεν μπορούσαν να κυκλοφορήσουν στο νησί και κανείς δεν έπρεπε να μάθει ότι ο Ζάμπουρας φιλοξενεί στο σπίτι του κάποιους από το πλήρωμα του υποβρυχίου. Εάν τον έπιαναν οι Γερμανοί, θα τον εκτελούσαν. Την επόμενη μέρα ο παππούς μου κατέβηκε στο χωριό και ήρθε σε επαφή με ανθρώπους από την Αντίσταση στη Σκιάθο. Εκείνοι τα κανόνισαν όλα. Τέσσερις μέρες μετά τη βύθιση του “Κατσώνης”, μια βάρκα ερχόταν μυστικά, νύχτα, στο Κάστρο για να παραλάβει τους δύο άντρες που είχε φιλοξενήσει ο παππούς μου και να τους μεταφέρει στο Πήλιο και μετά από περιπέτειες στη Μέση Ανατολή. Από τότε δεν τους ξαναείδε ποτέ».

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ
Από τα γαλλικά ναυπηγεία στην ελληνική Αντίσταση

• Η παραγγελία για το υποβρύχιο «Κατσώνης» δόθηκε το 1925 στα γαλλικά ναυπηγεία. Ναυπηγήθηκε στο Μπορντό.

• Είχε εκτόπισμα 576 τόνων και 775 τόνων σε κατάδυση.

Το υδατογραφικό - Ωκεανογραφικό πλοίο «Ναυτίλος», που εντόπισε το υποβρύχιο μετά από 73 χρόνια στη Σκιάθο
Το υδατογραφικό – Ωκεανογραφικό πλοίο «Ναυτίλος», που εντόπισε το υποβρύχιο μετά από 73 χρόνια στη Σκιάθο

• Η ακτίνα δράσης του ήταν 3.500 ναυτικά μίλια με ταχύτητα 10 κόμβων.

• Το 1941 είχε διαφύγει μαζί με άλλα ελληνικά πλοία στη Μέση Ανατολή.

• Τον Απρίλιο του 1943 τορπίλισε στο λιμάνι του Γυθείου μια γερμανική ναρκοθέτιδα 1.200 τόνων, με αποτέλεσμα να ανατιναχθούν και δύο φορτηγίδες με πυρομαχικά που ήταν δίπλα της. Ηταν μια καταδρομική επιχείρηση που διήρκεσε μόλις πέντε λεπτά αιφνιδιάζοντας τον αντίπαλο.

• Από το πλήρωμα του σκοτώθηκαν 32 άνδρες και αιχμαλωτίστηκαν 17. Διέφυγαν ο ύπαρχος Ηλίας Τσουκαλάς και οι υποκελευστές Α’ Αντώνιος Αντωνίου και Αναστάσιος Τσίγκρος.

ΦΟΡΟΣ ΤΙΜΗΣ ΣΤΑ ΘΥΜΑΤΑ
Εριχναν στεφάνια στη θάλασσα από βάρκες

Η επιχείρηση εντοπισμού του υποβρυχίου «Κατσώνης» από το «Ναυτίλος» ξεκίνησε στις 4 Ιουλίου. Δεν ήταν, όμως, η μοναδική προσπάθεια ανεύρεσης του θρυλικού ναυαγίου. Οι περισσότεροι στη Σκιάθο γνώριζαν από χρόνια πού βρισκόταν το «Κατσώνης», ενώ κάθε χρόνο στο νησί τελείται επιμνημόσυνη δέηση για τα θύματά του.

Το πλήρωμα του «Κατσώνης» σε στιγμές ξεκούρασης. Στην επίθεση που δέχτηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1943 σκοτώθηκαν 32 άνδρες και αιχμαλωτίστηκαν 17, ενώ τρεις διέφυγαν.
Το πλήρωμα του «Κατσώνης» σε στιγμές ξεκούρασης. Στην επίθεση που δέχτηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 1943 σκοτώθηκαν 32 άνδρες και αιχμαλωτίστηκαν 17, ενώ τρεις διέφυγαν.

Η συνήθεια αυτή ξεκίνησε από τη δεκαετία του 1950, όταν ο καπετάνιος Θεόδωρος Τζούμας, ο οποίος είχε εντοπίσει με την ανεμότρατά του το ναυάγιο, φόρτωνε με κόσμο το καΐκι του «Αλαμάνα» και τους πήγαινε να αποτίσουν φόρο τιμής στα θύματα. Το καΐκι ήταν σημαιοστολισμένο και ο κόσμος φορούσε τα καλά του, θυμούνται οι παλαιότεροι…

Στις επιμνημόσυνες δεήσεις εκείνης της εποχής το «παρών» έδιναν και οι συγγενείς των νεκρών. Ανάμεσά τους ήταν ο σκηνοθέτης Ορέστης Λάσκος, αδελφός του κυβερνήτη του «Κατσώνης», Βασίλη, και η Μπεάτα Ασημακοπούλου. Οι κάτοικοι, όπως θυμούνται σήμερα αρκετοί Σκιαθίτες, έφταναν στο στίγμα του ναυαγίου με βάρκες και έριχναν στεφάνια στη θάλασσα.

Ενδιαφέρον για να μαγνητοσκοπήσει το ναυάγιο προκειμένου να εμπλουτιστεί το αρχείο της σύγχρονης ιστορίας του νησιού έχει εκδηλώσει πρώτος ο δραστήριος τοπικός Πολιτιστικός Σύλλογος «Σκιάθος». Οπως εξηγεί ο πρόεδρος του Συλλόγου, Θοδωρής Τζούμας, για την ενέργεια αυτή έχει παραχωρηθεί σχετική άδεια από το υπουργείο Ναυτιλίας, έχει δοθεί έγκριση από το ΓΕΝ και την Εφορία Ενάλιων Αρχαιοτήτων και πλέον γίνονται προσπάθειες ώστε να καλυφθεί το οικονομικό σκέλος του εγχειρήματος.

Καταδύσεις για να εντοπίσει το ναυάγιο είχε κάνει στο παρελθόν και ο Ελληνας δύτης Κώστας Θωκταρίδης.

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ ΤΣΟΛΟΒΙΚΟΣ ΘΥΜΑΤΑΙ
«Οι Γερμανοί έριξαν το υποβρύχιο σε μια ξέρα»

Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΑΜΠΟΥΡΑΣ, εγγονός του ανθρώπου που περιέθαλψε και φιλοξένησε μυστικά δύο από τους τρεις επιζώντες του ναυαγίου, οι οποίοι έφτασαν στη Σκιάθο κολυμπώντας «έξι με εννέα ώρες», όπως είχαν πει
Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΖΑΜΠΟΥΡΑΣ, εγγονός του ανθρώπου που περιέθαλψε και φιλοξένησε μυστικά δύο από τους τρεις επιζώντες του ναυαγίου, οι οποίοι έφτασαν στη Σκιάθο κολυμπώντας «έξι με εννέα ώρες», όπως είχαν πει

«Ημουν 14 χρόνων όταν βυθίστηκε το “Κατσώνης”. Την ημέρα εκείνη είχα ανέβει στον Αϊ-Δημήτρη, όπου είχαμε κήπους με κερασιές. Ετσι, έβλεπα όλο το λιμάνι», λέει ο 86χρονος Αποστόλης Τσολοβίκος, ένας ακόμη κάτοικος της Σκιάθου που αφηγείται τις αναμνήσεις του από την εποχή.
«Στη θάλασσα υπήρχε ένα σκάφος με γερμανική σημαία. Κάποια στιγμή βλέπω μια οβίδα να χτυπάει το σκάφος και να βουλιάζει. Ακούστηκαν εκρήξεις και το “Κατσώνης” είχε αναδυθεί στην επιφάνεια, όμως λίγο πιο πέρα, σε έναν άλλο κόλπο, παραφύλαγε το γερμανικό. Τότε αυτό πλησίασε και έριξε το “Κατσώνης” σε μια ξέρα. Το υποβρύχιο βυθίστηκε. Δεν έβλεπα πολύ καλά πια, όμως άκουσα το “μπαμ”. Ηταν πολύ δυνατό», διηγείται.
«Από το καράβι βγήκαν ζωντανοί δύο άντρες. Κατάφεραν κολυμπώντας μια μεγάλη απόσταση να φτάσουν στο Κάστρο. Εκεί βρήκαν καταφύγιο στο πρώτο καλύβι που συνάντησαν μπροστά τους και ήταν το καλύβι του Ζάμπουρα, ο οποίος πια έχει πεθάνει», συνεχίζει.

assets_LARGE_t_420_54703005

Πηγή www.ethnos.gr

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το