Πολιτισμός

Μια συναρπαστική περιπέτεια 7.000 Ελλήνων στρατιωτών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Είχαμε την ευκαιρία να συναντήσουμε τον συγγραφέα και καθηγητή του Πανεπιστημίου κ. Δημήτριο Μπενέκο, ο οποίος μίλησε για το τελευταίο του βιβλίο με τίτλο «Και εγώ ήμουν στο Γκαίρλιτς», που μόλις άρχισε να κυκλοφορεί στα βιβλιοπωλεία. Η βιβλιοπαρουσίαση θα πραγματοποιηθεί στην αίθουσα Β1 της Σχολής Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (28ης Οκτωβρίου 76-78) αύριο Δευτέρα 21 Οκτωβρίου και ώρα 19.00 και θα μιλήσουν ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Αντώνιος Σμυρναίος, η δρ. Αννίτα Πρασσά, προϊσταμένη των Γ.Α.Κ. Μαγνησίας, και ο επιμελητής του βιβλίου, τ. αναπληρωτής καθηγητής Δημήτριος Μπενέκος. Την εκδήλωση θα χαιρετήσουν ο πρόεδρος της Σχολής Οικονομικών Επιστημών, καθηγητής Μιχαήλ Ζουμπουλάκης και ο επίτιμος πρόξενος της Γερμανίας Γεώργιος Παπαρρίζος. Τη συζήτηση συντονίζει ο δημοσιογράφος Ηλίας Κουτσερής.

Θέλετε να μας πείτε λίγα λόγια για το νέο σας βιβλίο, ώστε οι αναγνώστες μας να έχουν μια πρώτη επαφή με το περιεχόμενό του.
Σας ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου δίνετε να αναφερθώ σε ένα ιστορικό βιβλίο, υπό τη μορφή Ημερολογίου, που περιλαμβάνει γεγονότα της χρονικής περιόδου από το 1913 έως το 1919. Δηλαδή αρχίζει λίγο μετά το πέρας των Βαλκανικών Πολέμων και τελειώνει αμέσως μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πρόκειται για μια άκρως δραματική εποχή της σύγχρονης ελληνικής και ευρωπαϊκής ιστορίας.
Επειδή αρκετά από τα γεγονότα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου είναι λίγο μέχρι σχεδόν καθόλου γνωστά στο ευρύτερο ελληνικό κοινό, τα Απομνημονεύματα του στρατιωτικού βίου του δεκανέα Νικολάου Μαργαριτούλη από τον Προφήτη Ηλία του Άνω Βόλου, που υπηρετούσε στο Δ’ Ελληνικό Σώμα Στρατού στην Ανατολική Μακεδονία, μας χορηγούν από πρώτο χέρι σημαντικές πληροφορίες για τα δραματικά γεγονότα εκείνης της εποχής (από το 1913 μέχρι το 1919). Πληροφορούμαστε για τον αγεφύρωτο «Εθνικό διχασμό» της εποχής εκείνης και ιδιαίτερα μέσα στις τάξεις του στρατού, εντός και εκτός Ελλάδας, τη δημιουργία του πρώτου ελληνικού «σοβιέτ» (συμβουλίου) στο ελληνικό στρατόπεδο του Γκαίρλιτς της Γερμανίας, μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με την καθαίρεση του Κάιζερ και την ανακήρυξη της Δημοκρατίας στη Γερμανία, ως και για προσωπικές σχέσεις ανάμεσα στους Γερμανούς και Έλληνες, με διεθνοτικούς γάμους, αρραβώνες, θανάτους, ψυχαγωγία και πολιτική. Τα «Απομνημονεύματα» κλείνουν με λεπτομερέστατη περιγραφή της φυγής των στρατιωτών από τη Γερμανία, την επιστροφή στην Ελλάδα με σύντομη αναφορά στην ατιμωτική εξορία των ανδρών του Δ’ Σώματος Στρατού στα πειθαρχικά τάγματα στην Κρήτη, το 1919.

Πώς μάθατε για την ύπαρξη των Απομνημονευμάτων του Νικολάου Μαργαριτούλη;
Όταν στο πρόσφατο παρελθόν συνέγραφα το βιβλίο για τον αείμνηστο πρόξενο στον Βόλο Έλμουτ Σέφελ, πληροφορήθηκα την ύπαρξη των Απομνημονευμάτων, επειδή και ο Σέφελ και ο Μαργαριτούλης βρέθηκαν στο Γκαίρλιτς της Γερμανίας την ίδια χρονική περίοδο (1916-1919) και μάλιστα και οι δύο μάς άφησαν σημαντικές έγγραφες πληροφορίες για την εκεί παραμονή του Δ’ Ελληνικού Σώματος Στρατού, που αλληλοσυμπληρώνονται και μας χορηγούν μια πιο ξεκάθαρη εικόνα εκείνων των γεγονότων. Έτσι, λοιπόν, γεννήθηκε η ιδέα για την ιστορική ανάδειξη των «Απομνημονευμάτων», που πιστεύω θα θυμίσουν σε πολλές θεσσαλικές οικογένειες πως δικοί τους συγγενείς βρέθηκαν ως στρατιώτες εκεί και θα αναζητήσουν κάποιες κιτρινισμένες φωτογραφίες ή ξεχασμένες επιστολές.

Πώς συνέβη να βρεθούν 7.000 Έλληνες στην πόλη Γκαίρλιτς της Γερμανίας και μάλιστα σε περίοδο πολέμου;
Μετά τη νικηφόρα για την Ελλάδα λήξη και του Β’ Βαλκανικού Πολέμου (1913), το Δ’ Ελληνικό Σώμα Στρατού βρισκόταν στη Μακεδονία. Με την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου η Ελλάδα ενώ τηρούσε ουδέτερη στάση, βρέθηκε ανάμεσα από τις στρατιές των αντιμαχόμενων συμμαχιών, ήτοι των Κεντρικών Δυνάμεων και της Αντάντ (Αγγλογάλλους). Τότε συνέβη το πολεμικό παράδοξο, αντί να περιπέσει σε βουλγαρική αιχμαλωσία, προτίμησε να ζητήσει την προστασία του Κάιζερ της Γερμανίας Γουλιέλμου Β’. Έτσι, περίπου 7.000 Έλληνες αξιωματικοί, στρατιώτες και χωροφύλακες, μεταφέρθηκαν με πλήρη οπλισμό στην πόλη Γκαίρλιτς της Γερμανίας, όπου παρέμειναν για τα έτη 1916-1919 σε ένα ειδικά διαμορφωμένο στρατόπεδο, όχι ως αιχμάλωτοι πολέμου, αλλά ως «έμμισθοι φιλοξενούμενοι της Γερμανίας μέχρι το τέλος του πολέμου».

Γιατί τονίζετε πως οι Έλληνες στο Γκαίρλιτς δεν ήταν αιχμάλωτοι πολέμου των Γερμανών, αλλά φιλοξενούμενοι;
Το ελληνικό στρατόπεδο τελούσε υπό το καθεστώς ετερόχθονος περιοχής, δηλαδή σαν να ήταν ελληνικό έδαφος. Κυρίως οι αξιωματικοί, αλλά ακόμη και απλοί στρατιώτες, διέμεναν σε νοικιασμένα δωμάτια στην πόλη. Οι στρατιώτες, μετά την υποτυπώδη υπηρεσία στο στρατόπεδο, κυκλοφορούσαν δημόσια πάντα με τη στολή τους. Πήγαιναν σε κέντρα διασκέδασης, παρακολουθούσαν θεατρικές και κινηματογραφικές παραστάσεις, ταξίδευαν σε γειτονικές πόλεις και εργάζονταν σε εργοστάσια και διάφορα ιδρύματα. Εξέδιδαν ελληνόγλωσση εφημερίδα με την υποστήριξη του γερμανικού κράτους και, γενικά, είχαν τα ίδια προνόμια όπως και οι Γερμανοί. Τέλος, εκατοντάδες των Ελλήνων παντρεύτηκαν Γερμανίδες. Είναι, λοιπόν, φανερό πως μόνο ελεύθεροι πολίτες έχουν τέτοια δικαιώματα και όχι αιχμάλωτοι πολέμου, φρουρούμενοι αυστηρά σε στρατόπεδα.

Μπορείτε να μας εξηγήσετε πώς δέχτηκαν οι Γερμανοί ένα πάνοπλο Σώμα Στρατού να παραμείνει στην ενδοχώρα τους;
Το Δ’ Σώμα Στρατού ήταν διάσπαρτο στις πόλεις της Ανατολικής Μακεδονίας με έδρα την Καβάλα και με εντολή της κυβέρνησης τηρούσε ουδέτερη στάση, τόσο προς τους Αγγλογάλλους (Αντάντ), όσο και προς τις Κεντρικές Δυνάμεις (Γερμανία, Αυστροουγγαρία, Βουλγαρία). Με πρόφαση πως οι Αγγλογάλλοι εισήλθαν σε ελληνικό έδαφος (Θεσσαλονίκη), οι Βούλγαροι με έγκριση της Γερμανίας προέλασαν στη Μακεδονία και περικύκλωσαν το Δ’ Σώμα Στρατού, που είχε διαταγή να μην εμπλακεί σε εχθροπραξίες και να τηρήσει αυστηρή ουδετερότητα. Έτσι, οι Έλληνες, αντί να αιχμαλωτισθούν από τους Βούλγαρους, ζήτησαν προστασία από τους Γερμανούς. Το Σώμα πάνοπλο μεταφέρεται με συρμούς μέσω Βουλγαρίας, Σερβίας, Ουγγαρίας, Αυστρίας στη Γερμανία. Στο Γκαίρλιτς κάνουν παρέλαση με τον οπλισμό τους μέσα από τους κεντρικούς δρόμους, ενώ όλοι οι κάτοικοι παρακολουθούν το θέαμα από πεζοδρόμια και μπαλκόνια. Ο έφεδρος δεκανέας Νικόλαος Μαργαριτούλης, από τον Προφήτη Ηλία του Άνω Βόλου, περιγράφει με ευχάριστο και καθαρό λόγο, που θυμίζει πολεμικό ανταποκριτή, όλες τις φάσεις της μεταφοράς και παραμονής των Ελλήνων στη Γερμανία, που έγινε παγκόσμια είδηση.

Όπως αντιλαμβάνομαι, τα στρατιωτικά Απομνημονεύματα του δεκανέα Νικολάου Μαργαριτούλη υπήρξαν η βασική αυθεντική πηγή για να συνθέσετε τη δραματική αυτή φάση της νεοελληνικής Ιστορίας;
Ναι, έχετε δίκιο. Για να μπει ο αναγνώστης του βιβλίου στο ιστορικό κλίμα της εποχής εκείνης, για να μπορέσει να αναπαραστήσει τις περιπέτειες, ενίοτε, μυθιστορηματικού χαρακτήρα που βίωσε και περιγράφει ο δεκανέας Μαργαριτούλης στα «Απομνημονεύματα», έγινε χρήση πλούσιου φωτογραφικού και αρχειακού υλικού.
Ενδεικτικά η δραματική «φυγή» από το Γκαίρλιτς για την Ελλάδα, που διήρκεσε 73 ημέρες, θα μπορούσε να αποτελέσει υλικό για περιπετειώδη κινηματογραφική ταινία. Ήταν μια φυγή στην καρδιά του χειμώνα από τη Γερμανία στη Βιέννη, μετά στη Βουδαπέστη, κατόπιν στο Βουκουρέστι και με πλοίο από την Κωνστάντζα στη Θεσσαλονίκη και από εκεί στον Πειραιά με κατάληξη σε εξορία στο Ρέθυμνο. Πότε με άμαξες, πότε με τα πόδια μέσα από επικίνδυνα έλη, πότε έρποντας τη νύχτα για να μην γίνουν στόχος σε συνοριοφύλακες, πότε ταξιδεύοντας με ξεσκέπαστα τρένα και διανυκτερεύσεις στις όχθες από παγωμένα ποτάμια, άλλοτε σε καραντίνα για να φτάσουν στην Ελλάδα. Εκεί, στιγματισμένοι ως «εκ Γκαίρλιτς» εκτοπίστηκαν σε ελληνική εξορία, στην Κρήτη.

Κύριε Μπενέκο, εύχομαι το νέο βιβλίο σας να είναι καλοτάξιδο και να χαρίσει ευχάριστες στιγμές στους αναγνώστες του.
Και εγώ σας ευχαριστώ για τη δυνατότητα της άμεσης επαφής μου με το θεσσαλικό αναγνωστικό κοινό, μέσω της εφημερίδας σας. Κλείνοντας, επιθυμώ να εκφράσω τις θερμές ευχαριστίες μου στην οικογένεια των αδελφών Δημητρίου και Κωνσταντίνου Μαργαριτούλη, για την ουσιαστική συμβολή της με τη χορήγηση των χειρόγραφων Απομνημονευμάτων του πατέρα τους, καθώς και όλου του οικογενειακού φωτογραφικού, έντυπου και αρχειακού υλικού. Επίσης ευχαριστίες στο επίτιμο προξενείο της Γερμανίας στη Θεσσαλία και στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για την οργάνωση της εκδήλωσης και στις εκδόσεις Αφών Κυριακίδη, στη Θεσσαλονίκη, που ανάλαβαν τη δημοσίευση του βιβλίου και διατίθεται στο βιβλιοπωλείο «Επιλογή», Ερμού 262.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το