Τοπικά

Κρασί κάθε χρονιά σαν την πρώτη φορά από τον οινοποιό Δημήτρη Ζωϊτόπουλο

Η μακρά παράδοση της οικογένειας Ζωϊτόπουλου στην παραγωγή οίνου, δίνει χαρακτήρα και αξία στα κρασιά που κυκλοφορεί κάθε χρόνο. Μια ιστορία που χάνεται στο πέρασμα του χρόνου, έχοντας σημείο αναφοράς τον «Γλόμπο», την παλιά ταβέρνα που τα τελευταία χρόνια λειτουργεί ως οινοποιείο, το μοναδικό που βρίσκεται στην «καρδιά» του Βόλου. Για τον κ. Δημήτρη Ζωϊτόπουλο η παρασκευή κρασιού έχει εξελιχθεί σε τέχνη, που τον συνεπαίρνει και του προκαλεί έντονα συναισθήματα.

Ο «Γλόμπος» βρίσκεται στη γωνία Κουντουριώτου με Αριστοτέλους από το 1939, παραμένοντας σημείο αναφοράς για όσους προτιμούν το κρασί που βγάζει. Το «ταξίδι» του Γλόμπου ξεκίνησε τον 19ο αιώνα, όταν ένα αμούστακο παιδί που ορφάνεψε από πατέρα στα δέκα χρόνια του, ο Γιάννης Β. Ζωϊτόπουλος, βρέθηκε στο Κάιρο στο πλευρό του θείου του, Δημήτρη, που τον μύησε στα μυστικά του κρασιού και της ταβέρνας. Κι όταν πια πήρε το καράβι της επιστροφής στην Ελλάδα, με το που πάτησε το πόδι του στον Βόλο ασχολήθηκε με το επάγγελμα που έμαθε κατά την παραμονή του στην Αίγυπτο, ανοίγοντας το πρώτο του μαγαζί ένα τετράγωνο πιο πάνω (Αλεξάνδρας-Κρίτσκη) από τον δρόμο που βρίσκεται σήμερα το οινοποιείο.

Κάπως έτσι γράφτηκαν οι πρώτες αράδες μιας ιστορίας που θυμίζει… παλιό καλό κρασί, το οποίο για να φτιαχτεί μονάχα εύκολη υπόθεση δεν είναι. Ωστόσο, ο Δημήτρης Ζωϊτόπουλος, ο οποίος ανήκει στην τρίτη γενιά που έχει πάρει τα ηνία της οικογενειακής επιχείρησης, με τη βαθιά εμπειρική γνώση του παλεύει πάντοτε για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Το οινοποιείο εκσυγχρονίστηκε πλήρως τα τελευταία χρόνια, αφότου ο Βολιώτης οινοποιός, παλιός πιλότος στα F-16, αποστρατεύτηκε το 2010 και επέστρεψε στις… ρίζες του, συνεχίζοντας την παράδοση που κληρονόμησε.

Εδώ και λίγες ημέρες, με την είσοδο του Σεπτεμβρίου, του μήνα που γίνεται ο τρύγος των σταφυλιών, για τον κ. Ζωϊτόπουλο επαναλαμβάνεται η ιεροτελεστία που ακολουθεί κάθε χρόνο. Αγοράζει σταφύλια από αμπελουργούς, με τους οποίους συνεργάζεται από παλιά και έχει «χτίσει» μαζί τους σχέσεις εμπιστοσύνης. «Όλο αυτό που ξεκίνησε, θυμίζει ένα τρένο με πολλά βαγόνια. Ακολουθεί κάποιους δρόμους, που δεν είναι σταθεροί βέβαια, γιατί έχουμε να κάνουμε με μία δυναμική κατάσταση και κάθε χρονιά έχει τα δικά της. Σε κάθε περίπτωση πάντως, έχουμε να κάνουμε με ένα σύνολο ανθρώπων, που πρέπει να συντονιστούν για να οργανωθεί η παραγωγή και να έχουμε το αποτέλεσμα που επιθυμούμε», τόνισε ο έμπειρος παραγωγός κρασιού, για να προσθέσει: «Μια σωστή βάση μπαίνει, όταν έχεις συνεργάτες με τους οποίους έχεις χρόνια σχέση. Όχι μόνο επαγγελματικές, αλλά μιλάμε για σχέσεις ζωής. Όταν έχουν ξεδιαλεχτεί οι άνθρωποι και παράλληλα μπολιάζονται με νέο «αίμα», παιδιά δηλαδή που ακολουθούν, όπως για παράδειγμα ο ανιψιός μου που σπουδάζει οινολογία και στο μέλλον θα έχει μεγαλύτερο ρόλο, όλο αυτό εξελίσσεται. Από εκεί και πέρα, ο τρόπος που γίνεται το κρασί δεν έχει αλλάξει, είτε το έφτιαχνες πριν από τρεις χιλιάδες χρόνια είτε τώρα. Η αγωνία είναι ίδια, όπως και η προσδοκία να πετύχεις κάτι καλό».

Η διατήρηση της ποιότητας παραμένει ζητούμενο για τον κ. Ζωϊτόπουλο, που επισήμανε: «Κάθε χρόνο ο πήχης μπαίνει πιο ψηλά. Όσο «βουτάς» μέσα σ’ αυτό, ανακαλύπτεις την άγνοιά σου. Ο πατέρας μου και μέχρι λίγο πριν φύγει από τη ζωή μάθαινε ακόμη. Όποιος ισχυριστεί το αντίθετο, θα τον χαρακτήριζα ανόητο ή πονηρό. Εάν σου αρέσει να πετυχαίνεις σε ό,τι κάνεις, αγωνιάς κάθε στιγμή της διαδικασίας, που πέρα των άλλων, μας αποκαλύπτει και το μεγαλείο της φύσης. Η ζύμωση κρύβει έναν ολόκληρο μικρόκοσμο, περιέχοντας πολλά στοιχεία που αλληλεπιδρούν μεταξύ τους».

Στην ερώτηση για το εάν κάποιος γίνεται ή γεννιέται οινοποιός, τα όσα είπε ο Δημήτρης Ζωϊτόπουλος, αποκάλυψαν και την κουλτούρα που έχει διαμορφώσει μεγαλώνοντας μέσα στα κρασιά: «Όταν δεν θέλεις αυτό το πράγμα, όπως όλες τις δουλειές φυσικά, θα σέρνεσαι στη μετριότητα. Καλύτερα μην το κάνεις καθόλου. Πάνω απ’ όλα πρέπει να το αγαπάς και εάν μπορείς να κάνεις δίχως αυτό. Γι’ αυτό κάθε χρονιά είναι σαν να κάνω κρασί για πρώτη φορά, αλλά ταυτόχρονα σαν να είναι και η τελευταία».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το