Πολιτισμός

Η ποιητική «Υπόσχεση» της Ελένης Προγγίδη μέσα από «Τα μικρά τραγούδια του Έρωτα»

Της Χαρούλας Φράγκου

Σε πείσμα των καιρών επιμένουμε να διαβάζουμε και να γράφουμε ποίηση. Και νιώθουμε ευτυχισμένοι όταν μας δίδεται η ευκαιρία να ταξιδέψουμε μαζί της. Ποιος είπε πως στην πεζή εποχή μας έχουμε ξεπεράσει ότι είναι ή μπορεί να θεωρηθεί ουτοπικό… Μα κι αν ακόμη έτσι συμβαίνει θα δούμε πως και η ποίηση μπορεί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα της καθημερινότητας, αφού εδώ και καιρό έπαψε να προσφεύγει στις μεγαλοστομίες, στις υπερβολικές λυρικές εξάρσεις, στα περιττά φτιασιδώματα του παρελθόντος… χωρίς να παύει, ωστόσο, να προκαλεί και να φλερτάρει στο συναίσθημα, κυρίαρχη ουσία της, από καταβολής κόσμου, που ελκύει και ενθουσιάζει τον αναγνώστη.
Βιώματα όπως ο έρωτας, το πάθος, η μοναξιά, η απώλεια, η χαρά, η θλίψη, σκοντάφτουν στα… σγουρά της ζωής και η πένα του ποιητή επιμένει ν’ αποτελεί χτένι της φιλντισένιο, αλλά και κολυμπήθρα του Σιλωάμ όπου το ανθρώπινο πνεύμα καθαγνίζεται και ανανίπτει.
Διάβασα ξανά και ξανά αυτές τις ημέρες μια υπέροχη ποιητική συλλογή με τίτλο «Υπόσχεση» και υπότιτλο «Τα Μικρά τραγούδια του έρωτα» από τις εκδόσεις «Ήβη» που έφτασε στα χέρια μου εγκάρδιο δώρημα αγάπης της εκλεκτής ποιήτριας και συγγραφέα Ελένης Προγγίδη. Γνωστή για την πολύχρονη και πολύτιμη λογοτεχνική της προσφορά στον πνευματικό κόσμο του Βόλου και όχι μόνον, η δημιουργός έχαιρε και χαίρει ιδιαίτερης εκτίμησης και θαυμασμού εκ μέρους μου, με τη νέα της, ωστόσο, βραβευμένη στοχαστική εμπειρία, πολύμορφη με πλούσια λυρική γοητεία περίτεχνα δομημένη κυριολεκτικά να με απογειώνει.
Κάλεσμα των έσω ουρανών της μ’ ένα ρωμαλέο «αίφνης» η αγαπητή Ελένη με πήρε απ’ το χέρι και βάδισα ακροπατώντας μαζί της στους λειμώνες της Ποιητικής Τέχνης, στο μονοπάτι εκείνο που οδηγεί στα τρίσβαθα της ανθρώπινης ύπαρξης εκεί που η ψυχή του ποιητή δεν μπορεί να κρυφτεί και το «φως» της αφήνεται στην άμεση θέαση του αναγνώστη μύστη και συν/τραγουδιστή μιας αληθινής εκστατικής πραγματικότητας…
«Αυτά τα δέντρα δεν μου θυμίζουν / παρά τη σκιά που με κρύβει / απ’ τις ερινύες των παθών μου. / Λίγο πιο κάτω μ’ αποκαλύπτει ο ήλιος. / Ευλογημένη ανάσσα του μεσημεριού / εσύ τουλάχιστον σωπαίνεις (σελ. 12).

Πόσο μπορείς όμως αλήθεια και θέλεις να σωπαίνεις κρυμμένος πίσω από λέξεις και φωνήματα που στεγάζουν ώρες αγρύπνιας μιας καρδιάς ερωτευμένης με έναν Απρίλη που δεν γνωρίζει μοναξιές, δεν χαρίζεται σε δάκρυ και λύπη παρά στέκει παραδομένος στην ανεμοτάραχη ζάλη των πόθων προσδοκώντας πανηγυρικές επιστροφές…
«Είμαι εδώ / γιατί δεν μπορώ να δραπετεύσω / σε δρόμους χωρίς αισθήματα / Ο λιποτάχτης περίτεχνα / μέσα μου κρύβεται. Λιποτάχτης κιοτής / αποστρέφεται το κενό που θ’ αφήσει το σώμα μου. / Τον ίσκιο μου, που δεν αρκεί να σε καλύπτει / δεν εμπιστεύεται / Είμαι εδώ / Γιατί εσύ δεν έφυγες…
Πόσο συγκλονιστικοί στίχοι! Και τούτη η… παραμονή της Προγγίδη δεν αποτελεί άραγε υπενθύμηση και μαρτυρία του σεβασμού προς τις ελαύνουσες φωνές του μύχιου εαυτού της, αλλά και στάση ζωής προς το ίδιο το συναίσθημα του έρωτα που εγκαθίσταται και πληθαίνει σε κάθε απόφαση φυγής, παραμένοντας, ωστόσο, ανομολόγητο και αιώνιο;
Δεν ξετυλίγεται η αλήθεια ενός έρωτα γερά αγκυροβολημένου που αν και τσακίστηκε, άνθησε και επέζησε;
Πότε η αποστολή της ποίησης μπορεί να είναι πιο επιτακτική…
Πότε η ανάγκη να ταυτιστεί η συγκινησιακή φόρτηση και η διαύγεια του πνεύματος του ποιητή να μοιραστεί με τον αναγνώστη να υπάρξει αυτό το υπέροχο δούναι λαβείν ανάμεσα σε πομπό και δέκτη που δικαιώνει τον ρόλο και την ολόδροση ομορφιά της τέλειας αυτής επικοινωνίας, αποκτά σάρκα και… οστά όσο η στιγμή της συγκλονιστικής αποκάλυψης…

«Καλέ μου
Η αλήθεια είναι ακριβή / για να επενδύσεις κεφάλαια δραστηριότητας. / Η αποκάλυψη σκυφτή ανεβαίνει το Γολγοθά της. / Μα πάντα πίσω της η νοσταλγία του Παραδείσου (σελ. 42).
Αδιάκοπα πλέκεται ο συνειρμός των εκλεκτών παραδείσιων λέξεων στα πενήντα πέντε (55) ποιήματα που με γλαφυρή υμνητική πένα ανάλαφρης και ανεπαίσθητης πηλιορείτικης αύρας προλογίζει ο εκλεκτός ποιητής, δημοσιογράφος και εκδότης Πέτρος Κυπριωτέλης και με ευχέρεια και περίσσεια τέχνη χρησιμοποιεί η δημιουργός για να μας δώσει με φράσεις κλειδιά το ποιητικό τρόπον τινά χρονικό. Η ευαίσθητη καλλιτεχνική της συνείδηση θρεμμένη στο βουνό των Κενταύρων σε μια γη που καλπάζει η ομορφιά της φύσης «λούζει τα κατάξανθα μαλλιά της στις πηγές των Ναϊάδων / και τρίβει το κορμί με ροδοπέταλα» συλλέγει ένα προς ένα τα κυκλάμινα του φθινοπώρου και τα ροζ τριαντάφυλλα του Μάη για να στολίσει την ελευθερία της που χρόνια την αιχμαλώτιζε η υπόσχεση σιωπής ώσπου να ’ρθει η στιγμή να την κοινοποιήσει.

«…ό,τι δεν μπορείς να περιμένεις πια / είναι αυτό που άφησες να περάσει / χωρίς να σκύψεις να δεις / αν άξιζε να το κρατήσεις…» (σελ. 44) τονίζεται στους τελευταίους στίχους με τίτλο Επίλογος.
Η φιλοσοφική σκέψη περισσεύει, ο στοχασμός αποθεώνεται, σε μια γλώσσα ρέουσα καθαρή με ιδιαίτερη γνώση της ποιητικής τέχνης.
Δίκαια απονεμήθηκε στην ποιήτρια για το βιβλίο της το βραβείο «Πολύμνια» του 4ου Παγκόσμιου Λογοτεχνικού Διαγωνισμού «Κ.Π. Καβάφης», της Διεθνούς Ακαδημίας Τέχνης (Ιnternational Art Academy).
Συγχαρητήρια ολόκαρδα Ελένη μου και είθε ο αιώνιος έρωτας ανέστιος ή μη να κουρνιάζει στην πένα σου τις ωραιότερες και μελωδικότερες νότες συνεχίζοντας αέναα το συμπαντικό του τραγούδι στην Ψυχή του Κόσμου…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το