Άρθρα

Η μόρφωση είναι δικαίωμα ή προνόμιο;

 

Του
Γ. ΚΑΠΟΥΡΝΙΩΤΗ

Έχει αρχίσει η συζήτηση στη δημόσια σφαίρα για την επικείμενη ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Ωστόσο κανείς δεν γνωρίζει ακόμη ποιες θα είναι οι προϋποθέσεις κάτω από τις οποίες θα λειτουργούν τα ιδρύματα τούτα. Παράλληλα, στο όχι και τόσο μακρινό 2020, το υπουργείο έλαβε μία σειρά μέτρων εξίσωσης των πτυχίων των ιδιωτικών κολεγίων με αυτά των δημόσιων πανεπιστημίων, όπως για παράδειγμα την ψήφιση του αρ. 50 του ν. 4653/2020, όπου δίνει τη δυνατότητα διορισμού αποφοίτων ιδιωτικών κολεγίων στη δημόσια εκπαίδευση. Επομένως, υπό αυτές τις συνθήκες και πριν γίνει οποιαδήποτε συζήτηση για την αναθεώρηση του Άρθρου 16 του Συντάγματος, η δημιουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων βρίσκεται και πάλι στην επικαιρότητα και με ισχυρά επιχειρήματα που είναι: 1ο) Με τον τρόπο αυτό θα επιστρέψουν στη χώρα μας οι Έλληνες φοιτητές που σπουδάζουν στο εξωτερικό, 2ο) Παντού υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια εκτός από την χώρα μας, 3ο) Η ύπαρξη ιδιωτικών πανεπιστημίων θα ενισχύσει τα δημόσια πανεπιστήμια λόγω ανταγωνισμού. Παρεμπιπτόντως, σε ό,τι αφορά στους φοιτητές του εξωτερικού, αφενός η συντριπτική πλειοψηφία αυτών φοιτούν σε δημόσια πανεπιστήμια, αφετέρου δε, μεγάλο μέρος αυτών φοιτούν σε χώρες όπου μπορούν στη συνέχεια να αναζητήσουν ευκαιρίες εργασίας που δεν προσφέρονται στη χώρα μας εξαιτίας των ιδιαίτερα υψηλών ποσοστών νεανικής ανεργίας. Αξίζει ακόμη, να αναφέρουμε ότι σχεδόν όλα τα αξιόλογα πανεπιστήμια της Ευρώπης είναι δημόσια, ακόμα και αν ορισμένα έχουν δίδακτρα. Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι λίγα, κατά κανόνα υποβαθμισμένα σε σχέση με τα δημόσια, ενώ αρκετά ελέγχονται για διαφθορά.
Επομένως, είναι απαραίτητο να γίνουν προσεκτικά βήματα προς την κατεύθυνση της ίδρυσης και μη κρατικών πανεπιστημίων. Ωστόσο, ό,τι και να γίνει, είναι αναγκαίο να καταλάβουν όλοι ότι τα δημόσια πανεπιστήμια θα είναι ο βασικός πυλώνας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, γιατί η τελευταία είναι δημόσιο αγαθό και όλοι οι Έλληνες γονείς δεν θα έχουν την οικονομική δυνατότητα να πληρώνουν λ.χ. 15.000 ευρώ τον χρόνο για τα δίδακτρα των υπό ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων. Είναι λοιπόν εμφανές ότι η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα μόνο θα οξύνει τις ταξικές ανισότητες της χώρας μας και θα περιορίσει την κοινωνική κινητικότητα, που αποτελεί άλλωστε σημαντικότατο σκοπό της δημόσιας εκπαίδευσης. Και από ό,τι φαίνεται δυστυχώς η κυβέρνηση μάλλον δεν θέλει να κατανοήσει αυτό το απλό μέγεθος. Γιατί; Γιατί ο κρατικός τομέας αδυνατεί από μόνος του να στηρίξει την τριτοβάθμια εκπαίδευση; Γιατί υποχρηματοδοτεί αδικαιολόγητα τα δημόσια πανεπιστήμια και δεν δίνει καινούριες θέσεις καθηγητών, ενώ ταυτόχρονα υφίσταται και μια εκρηκτική ροή συνταξιοδότησης των παλιών καθηγητών. Τα δημόσια πανεπιστήμια ήδη ανταγωνίζονται μεταξύ τους και με την παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα, και, επίσης, το δημόσιο πανεπιστήμιο εξαρτάται από τις κρατικές αποφάσεις σε ό,τι αφορά στη χρηματοδότηση, τη στελέχωση κ.ά., και λόγω της ανεπαρκούς χρηματοδότησης αδυνατεί να παρέχει ανταγωνιστικούς μισθούς στο προσωπικό του. Υπενθυμίζεται, δε, ότι οι ελλείψεις σε θέσεις ΔΕΠ στην τριτοβάθμια είναι μεγάλες, αφού στη χώρα μας έχουμε διπλάσια αναλογία φοιτητών/καθηγητών σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, ενώ η αναλογία 1:1 σε συντάξεις και προσλήψεις ακαδημαϊκού προσωπικού καλύπτει μόλις το 65% των ΑΕΙ. Το αποτέλεσμα θα είναι ότι το 2026 δεν θα διδάσκονται αρκετά μαθήματα. Και αναρωτιέμαι: Θα μπορεί ένας κάτοχος διδακτορικού διπλώματος να διδάξει ανατομία σε φοιτητές της Ιατρικής ή να διδάξει ένα απαιτητικό μάθημα σε Νομική Σχολή;
Και ας μην ξεχνάμε, πως στα κρατικά πανεπιστήμια οι μαθητές γίνονται φοιτητές μόνο αν πετύχουν στις πολύ δύσκολες πανελλαδικές εξετάσεις. Υπάρχει δηλαδή ένα ισχυρό «φίλτρο αξιολόγησης» της μορφωτικής ικανότητας των παιδιών. Ένα από τα πρώτα μέτρα που έλαβε το υπουργείο Παιδείας το 2019 ήταν η κατάργηση των «πράσινων σχολών» στα πανεπιστήμια, στις οποίες οι απόφοιτοι Λυκείου θα μπορούσαν να έχουν πρόσβαση χωρίς να χρειάζεται να δώσουν Πανελλαδικές Εξετάσεις. Εν συνεχεία προχώρησε στη θέσπιση του μέτρου της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ). Πιο συγκεκριμένα, η κάθε σχολή ανακοινώνει την ελάχιστη απαιτούμενη βαθμολογία που πρέπει να γράψουν οι μαθητές/ριες σε συγκεκριμένα μαθήματα ώστε να εισαχθούν σε αυτή. Έτσι, ακόμα και αν οι εξεταζόμενοι/ες συγκεντρώσουν τα μόρια που απαιτεί μία σχολή, δεν γίνονται δεκτοί εάν δεν επιτύχουν και την απαιτούμενη ΕΒΕ. Για παράδειγμα, ένας μαθητής που συγκέντρωσε 22.000 μόρια μπορεί να μην γίνει δεκτός στην Αρχιτεκτονική λόγω της ΕΒΕ στο Ελεύθερο Σχέδιο, ένα μάθημα που ούτε καν διδάσκεται στα δημόσια σχολεία. Το μέτρο αυτό εκτιμάται ότι στερεί κάθε χρόνο σε πολλούς μαθητές τη δυνατότητα να εισαχθούν στη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση. Το ίδιο «ισχυρό φίλτρο αξιολόγησης» είναι εξόχως απαραίτητο να υπάρχει και για την εισαγωγή στα υπό ίδρυση ιδιωτικά πανεπιστήμια. Δηλαδή, μια μορφή αυτόνομων εξετάσεων μέσω των οποίων θα ελέγχεται το μορφωτικό status του μαθητή. Τα καλά ιδιωτικά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια έχουν αυτό το σύστημα (όπως η ιδιωτική Νομική Σχολή Bucerius στο Αμβούργο της Γερμανίας). Σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να επιτρέψουμε το κριτήριο να είναι απλώς ο βαθμός του απολυτηρίου του λυκείου (γιατί όλοι γνωρίζουμε ότι στην Ελλάδα δεν συνιστά έναν διαφανή δείκτη της μορφωτικής ικανότητας ενός παιδιού). Πέραν τούτου, αν ολέθρια καθιερωθεί ως κριτήριο ο βαθμός του απολυτήριου, τότε ακόμη και τα πιο «ανίκανα παιδιά» θα παίρνουν πτυχίο επειδή είχαν απλώς την τύχη να είναι οι απόγονοι οικονομικά ευκατάστατων γονέων (που μπορούν να πληρώνουν τα υψηλά δίδακτρα ενός ιδιωτικού πανεπιστημίου). Και τότε η εκπαιδευτική διαδικασία θα διογκώνει ακόμη περισσότερο τις οικονομικές ανισότητες (αντί να τις μειώνει).
Το συμπέρασμα; Ναι στην ίδρυση μη κρατικών πανεπιστημίων, αλλά ας προσέξουμε τις προϋποθέσεις, γιατί διαφορετικά θα ανοίξουμε καταστροφικά τον ασκό του Αιόλου! Η Παιδεία είναι δικαίωμα σε μια δημοκρατική πολιτεία και όχι προνόμιο για τους λίγους που έχουν τη δυνατότητα να την πληρώνουν.

Προηγούμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το