Άρθρα

Εθελούσια φυγή; Επιλογή ζωής;

Του Διονύση Λεϊμονή

Αφορμή για αυτό το άρθρο αποτέλεσε ένα άρθρο δημοσιευμένο στο Protagon της Κικής Τριανταφύλη. Παραθέτω ένα μικρό χαρακτηριστικό απόσπασμα ως αφόρμηση σκέψης και προβληματισμού για μια «εθελούσια εσωτερική μετανάστευση», απόρροια του κορωνοϊού και στη χώρα μας: «Τον περασμένο Φεβρουάριο, πήρα τη μεγάλη απόφαση να κάνω κύρια κατοικία μου το σπίτι του Σαββατοκύριακου στο Δερβένι. Δεν ήταν εύκολη η απόφαση, αλλά πάρθηκε σε χρόνο dt, καθώς πύκνωναν οι πληροφορίες ότι θα μπαίναμε σε lockdown. Αν έπρεπε να κλειστώ σε ένα σπίτι στην Αθήνα γιατί να μην το κάνω δίπλα στη θάλασσα; Συνεννοήθηκα με τον διευθυντή μου και τους συναδέλφους μου, πακετάρισα την πολύ ηλικιωμένη μάνα μου και φύγαμε. Το lockdown στο Δερβένι έχει τις δυσκολίες του, αλλά, χωρίς αμφιβολία, στη δική μου περίπτωση είναι ό,τι καλύτερο μπορούσε να συμβεί, καθώς η καθημερινότητά μου σε μια δυστυχώς πολύ υποβαθμισμένη γειτονιά της Αθήνας χειροτέρευε μέρα με τη μέρα»(Πηγή: https://www.protagon.gr/apopseis/to-diko-mou-grafeio-tou-protagon-einai-sto-cloud-44342218842)

Μια ηθελημένη φυγή προκειμένου να συνδυάσει κανείς το τερπνόν μετά του ωφελίμου! Επιστροφή στη γενέτειρα διατηρώντας την επαφή με την πρότερη ζωή και βέβαια συνεχίζοντας την εργασία που κατ’ ανάγκη πρέπει να γίνει εξ’ αποστάσεως. Δεν ξέρω αν οι ειδικοί συστήνουν την αποφυγή μιας τέτοιας μετακίνησης, ίσως οι πιο προνοητικοί που άνοιξαν τα παραθυρόφυλλα των πατρικών τους σπιτιών στην αρχή της πανδημίας επιλέγοντας να αντιμετωπίσουν το κακό που όλοι βιώνουμε στον οικείο χώρο, ξυπνώντας αναμνήσεις και σκηνές από τη νεότερη ζωή τους να κατάφεραν αυτόν τον απρόσμενο γυρισμό τους.

Ένας γυρισμός στα πάτρια, μια επιλογή για την επαναπόκτηση ποιότητας ζωής κοντά σε ένα πιο φυσικό προφανώς περιβάλλον, αυτό που όλους μάς προσδιορίζει και μάς καθορίζει από γεννησιμιού μας. Είμαι σίγουρος ότι σ’ αυτήν την περίπτωση, ο επιστρέφων ακόμα κι αν βρει πως τα πάντα άλλαξαν γύρω του, ακόμα κι αν δεν μπορεί να αναπτύξει την κοινωνικότητά του λόγω των συνθηκών που επικρατούν, αφού χρειάζεται να προσέχουμε και να σεβόμαστε τους άλλους, ακόμα κι αν συνειδητοποίησε αυτό που συνειδητοποιεί ο ξένος που επιστρέφει μετά από χρόνια πόσο μικρά μοιάζουν όλα γύρω του σε σχέση με την ταπεινή μεγαλειότητά του στο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη «Ο γυρισμός του ξενιτεμένου» (Γυρεύω το παλιό μου σπίτ/με τ’ αψηλά τα παραθύρια/σκοτεινιασμένα απ’ τον κισσό/γυρεύω την αρχαία κολόνα/που κοίταζε ο θαλασσινός. Πώς θες να μπω σ’ αυτή τη στάνη;/οι στέγες μού έρχουνται ώς τους ώμους/κι όσο μακριά και να κοιτάξω/βλέπω γονατιστούς ανθρώπους/λες κάνουνε την προσευχή τους), δεν το μετάνιωσε και δεν θα το μετανιώσει ποτέ.
Μπορεί να πάρει ανάσες ζωής, να επανασυνδεθεί με το χθες, να ξαναζήσει πιο ήρεμα, πιο χαμογελαστά, πιο μπορετά από το να ζει κυνηγημένος, με περίσσιο άγχος και πολλούς πολλούς άγνωστους μασκοφορεμένους ολότελα ξένους γύρω του στη μεγαλούπολη, περιτριγυρισμένους από σιωπηλούς «συντοπίτες» που θα τον κοιτάζουν για πολύ καιρό ακόμα και θα τους κοιτάζει κι εκείνος με φόβο, καχυποψία και δισταγμό κάθε φορά που αναγκαστικά ανταμώνουν σε πολυσύχναστους δρόμους, στοιβάζονται σε μέσα μαζικής μεταφορές ή συγχρωτίζονται σε χώρους εξυπηρέτησης κοινού.

Μια εθελούσια φυγή; Μια στάση ζωής; Μια επιλογή; Ένα γύρισμα σελίδες σε έναν κόσμο ίσως πιο ξεθωριασμένο στη μνήμη, μα σίγουρα πιο ζωντανό, λιγότερο αποστειρωμένο και πολύ γρήγορα πιο φυσικό και αναζωογονητικό προλαβαίνοντας ίσως οριακά το μούχλιασμα του πολυκαιρισμού, τη σήψη της εγκατάλειψης και καταληκτικά την απώλεια της ανθρωπιάς και της συνείδησης των κατά άλλα πετυχημένων πολιτών-αστών με τα χίλια μύρια προσόντα, πτυχία, μεταπτυχιακά, δεξιότητες τεχνικές και ικανότητες θαυμαστές που επιτέλους θα καταστήσουν υπαρκτή μια μέχρι πρότινος «ανύπαρκτη χώρα»…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το