Τοπικά

Δεκάδες Βολιώτες κατέθεσαν αίτημα στο Πρωτοδικείο για παροχή νομικής βοήθειας λόγω οικονομικής αδυναμίας

Στους 160 ανέρχονται το 2019 αυτοί που υπέβαλαν αίτημα στο Πρωτοδικείο Βόλου για την παροχή νομικής βοήθειας, καθώς η οικονομική τους κατάσταση ήταν τέτοια που δεν τους επέτρεπε να «σηκώσουν» το βάρος των εξόδων πρόσληψης δικηγόρου.
Η εφαρμογή της αφορά μόνο υποθέσεις των πολιτικών δικαστηρίων και όχι ποινικές, κατ’ εφαρμογή του νόμου 3226/2004, όπου ορίζεται ρητώς ποιοι δικαιούνται το συγκεκριμένο ευεργέτημα και τι πρέπει να κάνουν για να τους παρασχεθεί.
Πρόκειται για κατοίκους της Μαγνησίας οι οποίοι δεν έχουν τα απαραίτητα εισοδήματα για να προσλάβουν δικηγόρο και προσφεύγουν στη λύση της νομικής βοήθειας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία το 2018 υποβλήθηκαν 146 αιτήματα στο Πρωτοδικείο Βόλου, ενώ το 2017 έφτασαν τα 228. Το 2016 τα αιτήματα ανήλθαν στα 207 και το 2015 ήταν 160. Το 2014 ήταν η χρονιά με τα λιγότερα, αφού κατατέθηκαν στο Πρωτοδικείο μόλις 37 αιτήματα για νομική βοήθεια.

Δικαιούχοι νομικής βοήθειας, είναι εκείνοι των οποίων το ετήσιο οικογενειακό εισόδημα δεν υπερβαίνει τα δύο τρίτα των κατώτατων ετήσιων ατομικών αποδοχών που προβλέπει η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας. Σε περίπτωση ενδοοικογενειακής διαφοράς ή διένεξης, δεν λαμβάνεται υπόψη το εισόδημα εκείνου με τον οποίο υπάρχει η διαφορά ή διένεξη. Η νομική βοήθεια παρέχεται ύστερα από αίτηση του δικαιούχου. Η αίτηση αναφέρει συνοπτικά το αντικείμενο της δίκης ή της πράξης και τα στοιχεία που βεβαιώνουν τη συνδρομή των προϋποθέσεων για την παροχή της βοήθειας.
Στην αίτηση επισυνάπτονται τα αναγκαία δικαιολογητικά αποδεικτικά της οικονομικής καταστάσεως (ιδίως αντίγραφο φορολογικής δήλωσης ή βεβαίωση του εφόρου ότι δεν υποχρεούται σε υποβολή δήλωσης, αντίγραφο δήλωσης περιουσιακής καταστάσεως, εκκαθαριστικού σημειώματος, Α.Φ.Μ., βεβαιώσεις υπηρεσιών κοινωνικής πρόνοιας, ένορκες βεβαιώσεις) και αποδεικτικά της κατά την πρώτη παράγραφο του άρθρου 1 κατοικίας ή διαμονής, εάν πρόκειται για πολίτη τρίτου κράτους.

Η αίτηση και τα δικαιολογητικά υποβάλλονται δεκαπέντε τουλάχιστον ημέρες πριν από τη δίκη ή την πράξη για την οποία ζητείται η παροχή νομικής βοήθειας. Η προθεσμία μπορεί να συντμηθεί σε περίπτωση μεταγενέστερης κλήτευσης. Η διαδικασία διεξάγεται ατελώς και δεν είναι υποχρεωτική η παράσταση με δικηγόρο.
Για την παραδοχή της αίτησης αρκεί πιθανολόγηση. Ο αρμόδιος για την εξέτασή της δικαστής μπορεί να εξετάσει μάρτυρες, καθώς και τον αιτούντα, με όρκο ή χωρίς όρκο, να συγκεντρώσει κάθε αναγκαία πληροφορία και στοιχείο και να διατάξει την κλήτευση του αντιδίκου.
Η αποδοχή ή απόρριψη της αίτησης πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Νέα αίτηση μπορεί να υποβληθεί σε περίπτωση μεταβολής των πραγματικών περιστατικών. Συμπληρωματική αίτηση επιτρέπεται σε κάθε περίπτωση.

Η νομική βοήθεια παύει με τον θάνατο του δικαιούχου. Πράξεις που δεν επιδέχονται αναβολή μπορούν να ενεργηθούν και αργότερα με βάση τη βοήθεια που δόθηκε.
Η νομική βοήθεια μπορεί να ανακληθεί ή να περιορισθεί με απόφαση του αρμόδιου δικαστή, αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από πρόταση του εισαγγελέα, εφόσον αποδεικνύεται ότι οι προϋποθέσεις της παροχής είτε δεν υπήρχαν, είτε εξέλιπαν, είτε μεταβλήθηκαν ουσιωδώς.
Μαζί με την ανάκληση μπορεί να επιβληθεί στον αιτούντα που πέτυχε την παροχή της βοήθειας με αναληθή αίτηση ή στοιχεία χρηματική ποινή από 15 έως 150 ευρώ. Η χρηματική ποινή δεν θίγει την υποχρέωση καταβολής των ποσών από τα οποία απαλλάχθηκε.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το