Πολιτισμός

Δέκα βιβλία μικρής φόρμας – Νουβέλες και συλλογές διηγημάτων από τις νέες εκδόσεις

 

Της
Χαριτίνης Μαλισσόβα

Με δέκα βιβλία, τέσσερις νουβέλες και επτά συλλογές διηγημάτων, συνεχίζουμε το τρίτο μέρος του αφιερώματος στις νέες εκδόσεις.
Η «μικρή φόρμα» είναι εξόχως απαιτητική, αφού ο συμπυκνωμένος λόγος απαιτεί άρτιο χειρισμό της γλώσσας. Οι ιστορίες που περιέχονται στα βιβλία που προτείνονται στη σημερινή στήλη, αποτελούν υποδείγματα έμπνευσης και λογοτεχνικής αρτιότητας.
Καλή ανάγνωση.

Δημήτρης Καρακίτσος,
Για να μην αποτύχουμε
όπως οι Μπιόρλινγκ
και Καλστένιους,
εκδ. Ποταμός


Στην καινούργια του νουβέλα ο Δημήτρης Καρακίτσος στήνει ένα υπαρξιακό ταξίδι στην άκρη του κόσμου, στα οριακά άκρα της αφήγησης, με ιστορίες μέσα σε ιστορίες, όνειρα μέσα σε ονείρατα, απεικονίζοντας τον κόσμο μέσα από τον παραμορφωτικό φακό του γραμμένου χαρτιού ενός φιλόδοξου μυθιστοριoγράφου, με τη γομολάστιχα αφημένη στα χέρια του οριστικού κριτή της ανθρώπινης μοίρας. Ένα πολυδαίδαλο λογοτεχνικό σκαρίφημα, έναν ταξιδιωτικό χάρτη που συμπληρώνει το ίδιο το αναγνωστικό ταξίδι, προς τέρψη και μεγάλη απόλαυση του αναγνώστη
«Ο Δημήτρης Καρακίτσος είναι ένα μυαλό που διαρκώς γεννά ιστορίες. Στο έβδομο πεζογραφικό του βήμα, αμέσως μετά τον πολυμήχανο Δον Υπαστυνόμο, μας μεταφέρει στη Σουηδία, στα τέλη του 19ου αιώνα, για να μας αφηγηθεί το ταξίδι δυο νεαρών σπουδαστών. Στα έργα του Καρακίτσου, ωστόσο, τίποτα δεν πρέπει να προλαμβάνεται ως δεδομένο, εκτός από την αναγνωστική απόλαυση… Για τον Καρακίτσο η λογοτεχνία είναι ένα παιχνίδι, παιχνίδι με τον τρόπο των παιδιών, του Περέκ ή του Καλβίνο» (Γιάννης Καλογερόπουλος, efsyn).

Γεωργία Τάτση,
Πίσω από τον ήχο
του νερού, Νουβέλα,
Εκδ. Βακχικόν


Ένας εξηντάχρονος επιστρέφει στον γενέθλιο τόπο για να πουλήσει το εγκαταλειμμένο πατρικό του. Στο ταξίδι της επιστροφής, ανακαλεί τα επώδυνα γεγονότα της παιδικής του ηλικίας προσπαθώντας να καταλάβει αν οι μνήμες του είναι πραγματικές ή παραποιημένες από μεταγενέστερες ερμηνείες των γεγονότων.
Δείχνει στον μεσίτη τον χώρο και παρατηρεί τις αλλαγές που επέφερε στο τοπίο η δημιουργία της τεχνητής λίμνης, όταν αρχίζουν να συμβαίνουν ακατανόητα πράγματα: Άλογα πηδούν απ’ τα παράθυρα, αρνιά κατεβαίνουν απ’ τους τοίχους, παγόνια περπατούν μες στα δωμάτια.
Ο άντρας παραδίδει στον μεσίτη τα κλειδιά του προς πώληση σπιτιού και μπαίνει στο αυτοκίνητο για να γυρίσει στην πραγματική ζωή του. Αλλά ποια είναι η πραγματική ζωή, αν όχι ό,τι επιβιώνει στη μνήμη μας;

Ούρσουλα Φωσκόλου,
Ήσυχα να πας (Νουβέλα),
εκδ. Κίχλη


Η Ολίβια και ο Θάνος ξεκινούν μια νέα ζωή στον πλανήτη Γκλίζε. Στην τεχνολογικά εξελιγμένη αποικία του Έσπερου, που είναι χτισμένη μέσα σε οργιαστική βλάστηση, συμβιώνουν αρμονικά άνθρωποι από όλα τα μέρη του παλαιού κόσμου μαζί με ζώα και ανθρωποειδή. Μέσα στο κλίμα χαράς και ευφορίας που φαίνεται να διακατέχει τους κατοίκους της Γκλίζε, η Ολίβια είναι σκεπτική, σχεδόν μελαγχολική. Μια τυχαία συνάντηση με τον από χρόνια χαμένο θείο της, αλλά και η ανακάλυψη των καλά κρυμμένων υπόγειων λουτρών στο σύνορο με την απαγορευμένη ζώνη τη φέρνουν αντιμέτωπη με παράξενα οράματα. Ποιοι είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που συναντά όποτε καταδύεται στον πυθμένα των λουτρών;
Πίσω στη Γη, ένας νεαρός διανομέας βρίσκει νεκρό τον ηλικιωμένο παραλήπτη του δέματος που μεταφέρει, εξερευνά το διαμέρισμά του και ανακαλύπτει ένα γράμμα που απευθύνεται στον ίδιο.
Κινούμενη στην επικράτεια της επιστημονικής φαντασίας, η νουβέλα κρύβει στο κέντρο της την αναζήτηση του εαυτού και της μνήμης, διερευνά τα ρευστά όρια της ταυτότητας και συνάμα αγγίζει το μυστήριο του τέλους.

Σπύρος Κιοσσές,
Τα πρωτοβρόχια,
Μικρή ιστορία ενηλικίωσης,
Μεταίχμιο


Ο Τάσος μεγαλώνει σε μια λαϊκή γειτονιά μιας επαρχιακής πόλης στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και τις αρχές του ’80, μια περίοδο μεταβατική για την ελληνική κοινωνία. Μέσα από την αυτοδιήγηση του ήρωα ζωντανεύει το κλίμα της εποχής, όπως, τουλάχιστον, μπορεί να το αντιληφθεί ο ίδιος, αλλά και το πλέγμα των οικογενειακών σχέσεων – άλλοτε υποστηρικτικό, σαν δίχτυ ασφαλείας, κι άλλοτε πνιγηρό κι αναπόδραστο, σαν τον ιστό αράχνης. Παράλληλα με τη βασική πλοκή, που ξετυλίγεται σε σύντομες αυτοτελείς αφηγήσεις, ο αναγνώστης, μέσα από τη διήγηση της γιαγιάς του ήρωα, συνθέτει κομμάτι κομμάτι μια ιστορία που βαραίνει το παρελθόν της οικογένειας, συνεχίζει όμως να σκιάζει το παρόν των μελών της.

Ευγενία Μπογιάνου,
Αυτές, διηγήματα,
εκδ. Πόλις


Είκοσι τέσσερις τρόποι για να υπάρχεις μέσα στον χρόνο, μέσα στη διαδοχική αλληλουχία των ηλικιών.
Από την Α. μέχρι την Ω. και όλες τις άλλες ενδιάμεσες συνθήκες, είκοσι τέσσερις ιστορίες ανωνυμίας για τη γυναικεία κατάσταση.
Είκοσι τέσσερις τρόποι σαν νεύματα κατάφασης, άρνησης, υποταγής ή εξέγερσης.
Τα διηγήματα της συλλογής απαρτίζουν τα στάδια της ζωής μιας γυναίκας.
Αυτές. Που γίνονται αυτό που είναι. Αυτό που πάντα ήταν. Αυτό με το οποίο πάντα παλεύουν. Μόνες, λησμονημένες, σιωπηλές, ανένδοτες, εξεγερμένες.

Θεόδωρος Γρηγοριάδης,
Η νοσταλγία της απώλειας,
Διηγήσεις,
εκδ. Κίχλη


Οι τριάντα μία διηγήσεις είναι αφηγήσεις προσωπικές, ιστορίες φίλων και περαστικών, εξιστορήσεις που φανερώθηκαν μέσα από καταχωνιασμένα σημειωματάρια και το καταστάλαγμα της ζωής. Καταστάσεις πραγματικές και φανταστικές, ανομολόγητες και παρανοημένες, για ανθρώπους που δοκιμάστηκαν στα όρια της ζωής τους. Κοινά στοιχεία των διηγήσεων η μνήμη, ο πόνος και η απώλεια, οι εμμονές του έρωτα, τα ανθρώπινα παθήματα. Οι διηγήσεις, σύνοψη και απόσταγμα ζωής, αποτελούν μια αποσπασματική μυθοπλασία. Ως αφηγητής, αναφέρει ο συγγραφέας, δεν θέλησα μόνο να περιγράψω και να στοχαστώ, αλλά να εκτεθώ, να μιλήσω με ειλικρίνεια, να διηγηθώ ανυπόκριτα με συγκίνηση και αυτοσαρκασμό, αναζητώντας τη μοναδικότητα του εαυτού μας και την επαφή με τον αναγνώστη στη χαοτική εποχή μας. Άραγε πόσο αποκαλυπτόμαστε μέσα από τα λόγια και τις ιστορίες μας;

Ελένη Καραμαγκιώλη,
Μονωτική ταινία,
Διηγήματα,
εκδ. Ιωλκός


Δεκαέξι ιστορίες για ανθρώπους χωμένους στα κουκούλια τους. Άντρες και γυναίκες που ζουν στη μεγάλη πόλη κάνοντας μικρά όνειρα. Άνθρωποι αεροστεγείς – τουλάχιστον έτσι φαίνονται – που άλλοτε λυτρώνονται κι άλλοτε εγκαταλείπονται στην τύχη τους.
Πάντοτε, όμως, κινούνται. Τρέχουν ν’ αποφύγουν λακκούβες με θείους – που δεν αγαπάνε σαν θείοι – και με φυτά-μάρτυρες θλιβερών ιστοριών, σφυρίζουν στο τρένο ξαφνικά, χτυπάνε κουδούνια αγνώστων, ξύνουν τοίχους με τα χέρια τους, βουτάνε σε πισίνες για να κρυφτούν, βάζουν ηλεκτρική σκούπα για να φέρουν κοντά τους αυτούς που αγάπησαν, καταστρέφουν παιδικά πάρτι…
Κάνουν ό,τι μπορούν για να παραμείνουν προστατευμένοι, μονωμένοι ή – τουλάχιστον – έτσι νομίζουν.

Κατερίνα Τζωρτζακάκη,
Η καλή Νεράιδα,
Διηγήματα,
Αρμός


Ένας προνομιούχος οικονομικά ήρωας βουλιάζει, γιατί το χρήμα κάνει τους ανθρώπους αντικείμενα και τα ψυχικά κενά εύκολα βρίσκουν διέξοδο στους εθισμούς. Πατέρες αναζητούν τον ρόλο τους σε μια εποχή όπου καλούνται να συμμετέχουν ενεργά στην οικογένεια. Μητέρες εξαντλημένες αναρωτιούνται αν δικαιούνται να έχουν ακόμη όνειρα. Νέοι, που μεγάλωσαν με ανέσεις, βυθίζονται στην εργασιακή αβεβαιότητα. Ήρωες και ηρωίδες χωρίς όνομα, πρόσωπα της οικονομικής κρίσης και μετέπειτα της πανδημίας. Απέναντι σε όλα αυτά στέκουν η τέχνη, η ομορφιά της φύσης, η χαρά των παιδιών. Πάνω από όλα η αληθινή ανθρώπινη επαφή. Μέσα σε έναν κόσμο, που όλο και σκοτεινιάζει, μόνο η επικοινωνία θα βγάλει τον άνθρωπο του 21ου αιώνα από την απομόνωση και τις ανελέητες εσωτερικές ψυχικές συγκρούσεις. Όσο κι αν μεγαλώνουμε, πάντα στις δύσκολες στιγμές θα χρειαζόμαστε την καλή νεράιδα, ένα μαγικό άγγιγμα, αυτό το κάτι που θα μας κάνει να συνεχίσουμε.

Κώστας Μπαρμπάτσης,
Λυκοχαβιά Και άλλες ιστορίες,
εκδ. Κέδρος


Έξι ιστορίες για την απώλεια. Την απώλεια των συναισθημάτων, της λογικής, της ίδιας της ζωής. Κυρίαρχο σκηνικό η Αιτωλοακαρνανία και η Ήπειρος κατά τη διάρκεια του πολέμου, της Κατοχής, του Εμφυλίου, της μετανάστευσης. Άνθρωποι εύθραυστοι που, αδυνατώντας να αντιμετωπίσουν τη σκληρότητα που τους περιβάλλει, βλέπουν ως μόνη διέξοδο τη φυγή. «Η Λυκοχαβιά του εξαίρετου πεζογράφου Μπαρμπάτση δεν είναι εύκολη αναγνωστική εμπειρία, είναι όμως μοναδική», γράφει μεταξύ άλλων στη θερμή κριτική του για το βιβλίο ο Χρίστος Παπαγεωργίου στο Διάστιχο.

Βίβιαν Στεργίου,
Δέρμα,
εκδ. Πόλις


Ένα βαρετό πάρτι στην καλοκαιρινή Αθήνα αυξάνει τη μοναξιά των αποτυχημένων καλλιτεχνών που έχουν μαζευτεί για να σκοτώσουν την ώρα τους. Ο Μέγας Αλέξανδρος φεύγει για να κατακτήσει το Λονδίνο, αλλά εθίζεται στην ιντερνετική συνομιλία με μια κοπέλα που ζει στην Καισαριανή… Δύο φίλες χρησιμοποιούν την τεχνολογία της διαρκούς επικοινωνίας ως τρόπο για να αγνοούν η μία την άλλη μέχρι την οριστική αποξένωση. Ένα γυναικείο σώμα υποβάλλεται σε γυναικολογικές εξετάσεις και συνδέεται με τις ρίζες του, χορεύει στα μπαρ και στο τέλος απορρίπτεται. Τρεις συγκάτοικοι ονειρεύονται να βρουν καλές δουλειές στη Βόρεια Ευρώπη, χωρίς να είναι σίγουροι πού θέλουν να ζουν. Με χαλαρές συνδέσεις μεταξύ τους, οι ιστορίες έχουν ως κεντρικό θέμα την καθημερινότητα των ηρώων τους· τίποτα σημαντικό δεν συμβαίνει, εκτός από την ίδια τους τη ζωή.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το