Τοπικά

Ανάγκη για δημιουργία Ογκολογικής Κλινικής στο «Αχιλλοπούλειο»

 

Οι ανάγκες των ογκολογικών ασθενών αποτελούν το επίκεντρο του 9ου Πανελλήνιου Συμποσίου Νοσηλευτικής Ογκολογίας που ξεκίνησε τις εργασίες του χθες το πρωί στον Βόλο υπό την αιγίδα του υπουργείου Υγείας και σε συνδιοργάνωση με οχτώ πανεπιστημιακά Ιδρύματα, όλες τις ογκολογικές κλινικές της χώρας και την Περιφέρεια Θεσσαλίας. Για το έργο των νοσηλευτών στην ογκολογική μονάδα του Νοσοκομείου μίλησε η προϊσταμένη της Χρύσα Λάμπρου. Η ογκολογική μονάδα του Νοσοκομείου απαρτίζεται από τρεις ογκολόγους γιατρούς κι έξι νοσηλεύτριες. «Καθημερινά εξυπηρετούμε μεγάλο όγκο ογκολογικών ασθενών, δουλεύουμε με φιλότιμο κι αυταπάρνηση και να κάνουμε το καλύτερο» ανέφερε. Παράλληλα σημείωσε ότι οι νοσηλευτές συμμετέχουν σε προγράμματα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης να ενημερώνονται για τα τελευταία επιστημονικά δεδομένα με σκοπό να παρέχουν στους ασθενείς υπηρεσίες υγείας και μάλιστα υψηλής ποιότητας.

«Για να φτάσει κάποιος ασθενής στην ογκολογική μονάδα είναι εξακριβωμένο και έχει γίνει διάγνωση» ανέφερε και πρόσθεσε πως τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί πολύ ο αριθμός των ασθενών και το ακόμη πιο λυπηρό είναι ότι μειώνονται οι ηλικίες προς τα κάτω. Ωστόσο, το αισιόδοξο, όπως είπε, είναι ότι έχουμε νέες θεραπείες που βασίζονται σε κλινικές μελέτες και μπορούν οι ασθενείς να βρουν τη θεραπεία που τους αρμόζει. «Η ογκολογική κλινική είναι ημερήσιας νοσηλείας, πενθήμερο μέχρι το μεσημέρι. Οι ανάγκες όμως, απαιτούν να μείνουμε και περισσότερο. Έχουμε περίπου 40 με 45 συνεδρίες την ημέρα και την περίοδο της πανδημίας επειδή ήταν δύσκολες και οι μετακινήσεις αυξήθηκε η δουλειά και ο ασθενής δεν μπορεί να σταματήσει στη μέση τη θεραπεία του και υπάρχουν συγκεκριμένα πρωτόκολλα» δήλωσε χαρακτηριστικά.

Τόνισε ακόμη ότι οι ισορροπίες του ογκολογικού ασθενή είναι εύθραυστες και ανά πάσα στιγμή μπορεί να χρειαστεί νοσηλεία. Στο Νοσοκομείο του Βόλου δεν υπάρχει ογκολογική κλινική για να καλύψει αυτή την ανάγκη, ενώ μεγάλη είναι η ανάγκη και για τη δημιουργία ακτινοθεραπευτικού τμήματος, όπως υπογράμμισε. «Η ολιστική θεραπεία μπορεί να περιλαμβάνει και ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία, ενώ απαραίτητη είναι και η ψυχολογική στήριξη μέσα στη θεραπευτική μονάδα για τους ασθενείς» πρόσθεσε.

Aπό την πλευρά της η διευθύντρια της Νοσηλευτικής Υπηρεσίας του Νοσοκομείου Βόλου Κατερίνα Χαρανά δήλωσε ότι «Είναι μεγάλη χαρά και τιμή να φιλοξενούμε στην πόλη μας το 9ο Πανελλήνιο Συνέδριο. Ο ογκολογικός ασθενής έχει το δικαίωμα της ολιστικής αντιμετώπισης οπότε πρέπει να παρθούν γενναίες αποφάσεις και εκτός του Τμήματος Χημειοθεραπειών να δημιουργηθεί κλινική και ακτινοθεραπευτικό τμήμα στο Νοσοκομείο».
Ο Δημήτρης Παπαγεωργίου, επίκουρος καθηγητής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου στο Τμήμα Νοσηλευτικής και πρόεδρος στον Τομέα Νοσηλευτικής Ογκολογίας του Εθνικού Συνδέσμου Νοσηλευτών Ελλάδος ανέφερε ότι στο πλαίσιο του συνεδρίου έχουν καλεστεί ο γεν. γραμματέας του υπουργείου Υγείας, η Ομοσπονδία Ασθενών με καρκίνο, διευθύντριες μεγάλων ογκολογικών νοσοκομείων για να συμμετέχουν σήμερα το μεσημέρι σε ένα φόρουμ προκειμένου να συζητήσουν την ποιότητα φροντίδας υγείας. «Η διαχείριση ποιότητας αφορά και τον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα υγείας. Και συνεργασία χρειάζεται και διαχωριστικές γραμμές, χρειάζονται και χρήματα από το κράτος. Αλλά πάνω απ’ όλα χρειάζεται μια διαφορετική προσέγγιση και φιλοσοφία. Γι’ αυτό κι εμείς διοργανώνουμε αυτή τη συζήτηση με την πρόεδρο Μονάδα Πιστοποίησης Υπηρεσιών Υγείας κ. Καταλίδου με τον γεν. γραμματέα κ. Κοτσόπουλο με καθηγητές πανεπιστημίου. Θέλουμε να βγούνε οι ασθενείς με καρκίνο και να τους κάνουμε καλά και να βελτιώσουμε την ποιότητα ζωής» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Όπως τόνισε ο κ. Παπαγεωργίου, σε σχέση με την Ευρώπη, ο ογκολογικός ασθενής στην Ελλάδα λαμβάνει πολλά περισσότερα απ’ ό,τι λαμβάνει ένας ασθενής στο εξωτερικό. «Έχουμε πρόσβαση στα περισσότερα φάρμακα. Θα κάνουμε πολιτική μέσω της επιστήμης. Η πολιτική θα πρέπει να επηρεάζεται από τις επιστημοσύνες των συνεδρίων. Στο συνέδριο έχουμε νέα φάρμακα, νέες θεραπείες και σε αυτά στην Ελλάδα ο ασθενής έχει πρόσβαση πιο εύκολα και γρήγορα απ’ ό,τι στο εξωτερικό. Διάφορα προβλήματα κόστους διαχείρισης υποστελέχωσης υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντα. Το θέμα είναι πώς θα τα βελτιώσουμε χωρίς να δημιουργούμε άλλα προβλήματα, αλλά η πρόθεση υπάρχει από τους φορείς» σημείωσε.

Αναφορικά με τους νοσηλευτές τόνισε ότι υπάρχει μεγάλο ενδιαφέρον για να εκπαιδευτούν. «Το νοσηλευτικό προσωπικό κράτησε το σύστημα υγείας όρθιο στην πανδημία. Το νοσηλευτικό προσωπικό ενδιαφέρεται να μετεκπαιδευτεί και έχουμε θέματα για την ειδικότητα για την εξειδίκευση του νοσηλευτή. Έχουμε πιστοποιήσει 1.000 νοσηλευτές στη χημειοθεραπεία κι έχουμε «τρέξει» προγράμματα για ανοσοθεραπεία και κλινικές μελέτες» εξήγησε.

Τέλος, η κ. Ελένη Κυρίτση-Κουκουλάρη, ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής και πρόεδρος του Συνδέσμου Νοσηλευτών Ελλάδος υπογράμμισε ότι ειδικά για τους ογκολογικούς αρρώστους δεν γίνεται καμία οικονομία.
«Είναι πανάκριβα τα φάρμακα, αλλά έχουν εύκολη πρόσβαση. Υπάρχουν δομές για να μην ταλαιπωρούνται. Έχουν πρόσβαση ανά πάσα στιγμή όπου θέλουν. Ειλικρινά στην Ελλάδα απολαμβάνουν την καλύτερη νοσηλεία. Προσπαθούμε νοσηλευτές και γιατροί που απασχολούμαστε με καρκινοπαθείς να είμαστε μαζί τους».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το