Τοπικά

10.000 κενά ακίνητα στη Μαγνησία

Χιλιάδες ακίνητα στη Μαγνησία βρίσκονται σε κατάσταση απαξίωσης, καθώς παραμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα αναξιοποίητα, είτε γιατί δεν πωλούνται, είτε γιατί δεν εκμισθώνονται, ενώ πολλά απ’ αυτά κατεδαφίζονται τελικά από τους ιδιοκτήτες τους, που δεν αντέχουν να καταβάλουν φόρους (ΕΝΦΙΑ κ.αλ.) γι’ αυτά.

Παράγοντες της τοπικής κτηματαγοράς υπολογίζουν τα αναξιοποίητα (κλειστά και εγκαταλειμμένα) ακίνητα σε 10.000 περίπου σε όλη τη Μαγνησία, τα οποία κινδυνεύουν με πλήρη απαξίωση, αν δεν έχουν ήδη περιέλθει σ’ αυτή την κατάσταση, είτε γιατί είναι πολύ μεγάλης παλαιότητας, είτε γιατί παραμένουν απούλητα ή ξενοίκιαστα, καθώς είναι πολλών τετραγωνικών μέτρων και δεν έχουν την ζήτηση που έχουν τα μικρά διαμερίσματα, γκαρσονιέρες και δυάρια.
Μάλιστα οι παράγοντες της τοπικής κτηματαγοράς επισημαίνουν πως τα εν λόγω ακίνητα δεν προβλέπεται «να δουν φως», ούτε και όταν η ελληνική οικονομία αρχίσει να ορθοποδεί και να βγαίνει από την κρίση.

Όσο διατηρείται το καθεστώς «αχρησίας», στο οποίο έχουν περιέλθει τα τελευταία χρόνια τα εν λόγω ακίνητα, που συνήθως είναι κατασκευές χαμηλών ποιοτικών προδιαγραφών ή μεγάλης ηλικίας, που βρίσκονται σε μη ελκυστικές περιοχές, τόσο αυξάνει το ενδεχόμενο, να «βγουν» εντελώς από την αγορά.
«Επέρχεται σταδιακά απαξίωση της ακίνητης ιδιοκτησίας, που ήταν μέχρι πρότινος ο κύριος τομέας στον οποίο επένδυε ο Έλληνας. Οι μεσήλικες πλέον δεν επενδύουν σε ακίνητα. Αν δεν το έχεις νοικιασμένο, πρέπει να το χρηματοδοτείς συνεχώς, πληρώνοντας τους φόρους, όπως ο ΕΝΦΙΑ. Επειδή έχουν μειωθεί μισθοί και συντάξεις, ο Έλληνας ιδιοκτήτης ακινήτου δεν μπορεί πλέον να το χρηματοδοτήσει. Οδηγούμαστε σε εξαφάνιση της μεσαίας τάξης και υπάρχει το ενδεχόμενο, μόλις αρχίσουν οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί, τα ακίνητα αυτά να περιέλθουν στις τράπεζες, που θα τα πουλήσουν σε ξένους ομίλους», σημειώνει η Λία Κρατήρα, δικηγόρος, εν μέρους της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ιδιοκτητών Ακινήτων (ΠΟΜΙΔΑ). «Θα εκλείψει κατ’ αυτόν τον τρόπο η μικροϊδιοκτησία, που ήταν χαρακτηριστικό της ελληνικής οικονομίας», προσθέτει η κ. Κρατήρα.
Το απόθεμα των απούλητων ακινήτων υπολογίζεται στη Μαγνησία στις 4.000 περίπου. Στα ακίνητα αυτά περιλαμβάνονται παλαιές μονοκατοικίες, αλλά και νεόδμητες, οικόπεδα, αλλά και επαγγελματικά κτίρια, καθώς και εγκαταλειμμένα ακίνητα, ύστερα από τα λουκέτα που μπήκαν σε επιχειρήσεις.

Παλαιά μεγάλα ακίνητα κενά

Πολλά μεγάλα ακίνητα, κυρίως μονοκατοικίες και διαμερίσματα τεσσάρων και πέντε δωματίων, έμειναν κενά μετά την αποχώρηση των ενοίκων τους μεταναστών, κυρίως Αλβανών, με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Οι μετανάστες τα συντηρούσαν και τα επισκεύαζαν, καθώς οι περισσότεροι εξ αυτών ήταν και τεχνίτες-οικοδόμοι, ωστόσο με την επιστροφή τους στη χώρα τους οι εν λόγω οικίες έμειναν κενές και ουσιαστικά εγκαταλείφθηκαν.
Παράλληλα το δημογραφικό πρόβλημα στη Μαγνησία, με τις ελάχιστες γεννήσεις και τους πολλούς θανάτους, οξύνει και το πρόβλημα της ακίνητης περιουσίας, καθώς πολλά ακίνητα μένουν χωρίς κληρονόμους ή με κληρονόμους που βρίσκονται στο εξωτερικό ή σε άλλες περιοχές της χώρας και οι οποίοι δεν ενδιαφέρονται για την τύχη των ακινήτων τους.
«Η πώληση ενός ακινήτου είναι πλέον ζήτημα ανάγκης. Δεν υπάρχουν χρήματα για αγορές και οι περισσότερες είναι ενοικιάσεις. Εμείς ειδικευόμαστε στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, μέχρι να πουληθεί το ακίνητο, ώστε να μην δεσμεύεται», σημειώνει ο μεσίτης ακινήτων Σταμάτης Σπηλιόπουλος.

Η μεγάλη πτώση των τιμών στα ακίνητα, τουλάχιστον 40%, λόγω της συνεχιζόμενης οικονομικής κρίσης και φυσικά η μεγάλη πτώση στους μισθούς και στις συντάξεις, που φθάνει ή και ξεπερνά πολλές φορές το 50%, είχαν ως αποτέλεσμα την τεράστια μείωση της οικοδομικής δραστηριότητας, κατά 95% από το 2009 μέχρι σήμερα.
Η ανέγερση νέων οικοδομών είναι οικονομικά ασύμφορη και λόγω κόστους των υλικών, αλλά κυρίως λόγω μηδενικής ζήτησης, ενώ κι αν υπάρξει ανάκαμψη, αυτή θα αφορά κυρίως τα νεότερα και νεοαναγειρόμενα και όχι τα παλαιότερα ακίνητα, ακόμα κι αν οι τιμές τους είναι ελκυστικές. Μάλιστα, τα ακίνητα που περιέρχονται στα χέρια του Δημοσίου, θα είναι ακόμα λιγότερο ελκυστικά, δεδομένης της σημαντικής απαξίωσής τους και της φθοράς που υφίστανται σε καθημερινή βάση.

«Τα νεόδμητα ακίνητα είναι ελάχιστα, ενώ τα περισσότερα προβληματικά ακίνητα είναι τα κληρονομικά, όπου υπάρχουν τέσσερις-πέντε κληρονόμοι. Προσπαθούμε να βρούμε λύσεις και σ’ αυτά. Γκαρσονιέρες και δυάρια δεν μένουν ούτε μια ημέρα ξενοίκιαστα ή απούλητα, γι’ αυτό και σε αυτή την κατηγορία ακινήτων παρατηρούνται αυξήσεις τιμών», επισημαίνει ο σύμβουλος ακινήτων Απόστολος Τσικουρόπουλος.
«Τα μεγάλα διαμερίσματα δύσκολα πωλούνται. Κάποιοι βέβαια αγοράζουν και τριάρια, καθώς δεν υπάρχουν γκαρσονιέρες και δυάρια. Τα ενοίκια στις γκαρσονιέρες και στα δυάρια αυξήθηκαν 20% από πέρυσι και κυμαίνονται από 180 μέχρι 350 ευρώ, σε καλή κατάσταση και ανάλογα με τη θέση όπου βρίσκονται», προσθέτει ο κ. Τσικουρόπουλος.
Η πλειονότητα των νοικοκυριών έχει στραφεί πλέον στη μίσθωση ακινήτων λόγω της εισοδηματικής τους αφαίμαξης. Αλλάζει δηλαδή μια βαθιά ριζωμένη αντίληψη της ελληνικής κοινωνίας, ότι πρέπει ο καθένας να διαθέτει «ένα δικό του κεραμίδι πάνω από το κεφάλι του». Κάτι τέτοιο σήμερα είναι ανέφικτο για τη συντριπτική πλειονότητα των νοικοκυριών, όπως πιστοποιείται και από τον πολύ χαμηλό όγκο συναλλαγών. Οι συνεχείς αλλαγές της φορολογίας ακινήτων και η γενικότερη επιβάρυνση της κατοχής ακινήτου έχουν δημιουργήσει μια πλασματική εικόνα, ότι το ακίνητο δεν είναι καλή επενδυτική επιλογή.
«Θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν πολλά παλαιά ακίνητα με κριτήρια φυσικά πάντα τη θέση τους, το εμβαδόν τους και την κατάσταση στην οποία βρίσκονται, αν δηλαδή έχουν θέρμανση με φυσικό αέριο, μόνωση κ.λ.π.», αναφέρει η μεσίτρια ακινήτων Σοφία Χαλκιά.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το