Photo Gallery, Τοπικά

Καταπατημένα 75 ακίνητα του Δημοσίου

Στη Μαγνησία σύμφωνα με στοιχεία της Εταιρείας Ακινήτων
Στη Μαγνησία σύμφωνα με στοιχεία της Εταιρείας Ακινήτων

Εβδομήντα πέντε ακίνητα στη Μαγνησία, που ανήκουν στο Δημόσιο, είναι καταπατημένα, σύμφωνα με στοιχεία της Εταιρείας Ακινήτων του Δημοσίου (ΕΤΑΔ ΑΕ). Η συνολική αξία αυτών των ακινήτων φθάνει τα 14.515.000 ευρώ… Μόλις το 10% των δημοσίων κτημάτων στη Μαγνησία είναι ελεύθερα προς αξιοποίηση, καθώς τα υπόλοιπα είτε είναι καταπατημένα, είτε ανταλλάξιμα, σύμφωνα με παλαιότερα στοιχεία της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου.

Στα καταπατημένα δημόσια κτήματα έχουν ανεγερθεί κατοικίες, ακόμη και πολυκατοικίες, εργοστάσια, αποθήκες, αγροτικά ακίνητα, εργαστήρια, εμπορικά κέντρα και κτίρια για οποιαδήποτε επαγγελματική χρήση, που είτε ιδιοκατοικούνται, είτε εκμισθώνονται σε τρίτους και οι καταπατητές εισπράττουν μεγάλα ποσά από ενοίκια.

Υπάρχουν πολλές χαρακτηριστικές περιπτώσεις της τύχης ορισμένων δημοσίων κτημάτων, τα οποία ουσιαστικά έχουν χαθεί και βρίσκονται στα… αζήτητα! Σήμερα που το κράτος ψάχνει εναγωνίως έσοδα, υπάρχουν δημόσια κτήματα που παραμένουν ανεκμετάλλευτα, με συνέπεια η δημόσια ακίνητη περιουσία να βρίσκεται στο έλεος του καθενός. Αλλά και δημόσια κτήματα που θέλουν να τα αγοράσουν πολίτες, καταβάλλοντας το ανάλογο τίμημα, τελικά παραμένουν ανεκμετάλλευτα και απούλητα, ενώ επικρατεί σε ορισμένες περιπτώσεις αλαλούμ όσον αφορά και αυτό ακόμη το εμβαδόν τους.

Από τα 75 καταπατημένα ακίνητα στη Μαγνησία, τα 27 είναι αστικά και το εμβαδόν τους φθάνει τα 41.930 τετραγωνικά μέτρα, ενώ τα 48 είναι αγροτικά, με εμβαδόν 3.478 τ.μ. Οι καταπατητές είναι συνολικά 75, όσα και τα καταπατημένα ακίνητα.

Σύμφωνα με παλαιότερα στοιχεία από το υπουργείο Οικονομικών, τα δημόσια κτήματα στη Μαγνησία ανέρχονται σε 712, από τα οποία τα 20 είναι ανταλλάξιμα (Βόλος και Βελεστίνο). Επίσης 623 κτήματα, 18.067 στρέμματα, είναι καταπατημένα, ενώ 19 κτήματα, 1.017 στρέμματα, είναι καταπατημένα ανταλλάξιμα, κυρίως εντός του πολεοδομικού συγκροτήματος Βόλου.

Σε βάρος των καταπατητών δημοσίων κτημάτων εκδίδεται πρωτόκολλο αυθαίρετης χρήσης και πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής, ενώ προβλέπεται επίσης, άσκηση ποινικής δίωξης και σε περιπτώσεις καταπάτησης αιγιαλού εκδίδεται πρωτόκολλο κατεδάφισης.

Πρόκειται για ακίνητα με το χαρακτηρισμό «Αγνώστου ιδιοκτήτη» στις Κτηματολογικές Εγγραφές, που βρίσκονται υπό κατοχή επί δεκαετίες και παρόλο που οι κάτοχοί τους ζητούν να τα εξαγοράσουν, αδυνατούν λόγω των αυστηρών προϋποθέσεων που θέτουν οι υπάρχοντες νόμοι. Το φαινόμενο αυτό άρχισε να παρατηρείται από τη σύσταση του ελληνικού κράτους, όπου η ακίνητη περιουσία αυτού αποτέλεσε αντικείμενο αυθαίρετων καταπατήσεων εκ μέρους ιδιωτών, με αποτέλεσμα το Δημόσιο να εμπλέκεται σε ατέρμονες δικαστικούς αγώνες, πολλές φορές να χάνει σημαντικά ακίνητα, αλλά και όταν δικαστικά δικαιώνεται, λόγω της κατάστασης αυτής που παγιώθηκε, αλλά και του κοινωνικού κόστους, να μην μπορεί να αποβάλει τους καταπατητές.

«Διενεργούμε αυτοψίες στα δημόσια κτήματα, από τα οποία άλλα φέρονται ως ελεύθερα καταπατήσεων, χωρίς ωστόσο να είναι και άλλα φέρονται ως καταπατημένα, χωρίς ωστόσο να είναι. Μόνον στο πολεοδομικό συγκρότημα Βόλου τα δημόσια ακίνητα που είναι καταγεγραμμένα, είναι 750», σημειώνει υψηλόβαθμο στέλεχος της Κτηματικής Υπηρεσίας του Δημοσίου.

Το πρόβλημα στην Κτηματική Υπηρεσία είναι η έλλειψη προσωπικού και υλικοτεχνικής υποδομής. Με 11 υπάλληλους η Υπηρεσία δεν μπορεί να μεριμνήσει για την προστασία και του τελευταίου τετραγωνικού μέτρου που κατέχει το Δημόσιο στη Μαγνησία.

Αποτέλεσμα είναι το υπουργείο Οικονομικών να μην έχει επαρκή και ακριβή στοιχεία για την έκταση και τον αριθμό των ακινήτων που είναι καταπατημένα.

Κατά καιρούς έχουν εκδοθεί διάφοροι νόμοι, με τους οποίους δόθηκε η δυνατότητα στους καταπατητές δημόσιων κτημάτων, να τα εξαγοράσουν με μειωμένο τίμημα ανάλογα με το χρόνο εκμετάλλευσης αυτών. Ωστόσο, λόγω των αυστηρών προϋποθέσεων που έθεταν οι παραπάνω νόμοι – ο «κάτοχος» κατά την εξέταση της αίτησης εξαγοράς έπρεπε να είχε ακίνητη περιουσία άνω των 50 εκ. δραχμών (146.700 ευρώ) ή μέσο ετήσιο εισόδημα τα τρία προηγούμενα χρόνια πάνω από επτά εκ. δραχμών (20.543 ευρώ) – η αύξηση των αντικειμενικών αξιών και η μείωση των εισοδημάτων αποτέλεσαν αποτρεπτικό παράγοντα για τη ρύθμιση πολλών υποθέσεων.

Ανεκμετάλλευτη πηγή εσόδων για το ελληνικό Δημόσιο, παράλληλα με τα καταπατημένα ακίνητα, αποτελούν επίσης τα εθνικά κληροδοτήματα και οι σχολάζουσες κληρονομιές, εξαιτίας μιας απαρχαιωμένης νομοθεσίας, που δεν έχει αναθεωρηθεί από το 1939. Τα εθνικά κληροδοτήματα αφορούν ακίνητα μεγάλης αξίας, καταθέσεις σε τράπεζες, μετοχές και ομόλογα, τα οποία έχουν παραχωρηθεί στο Δημόσιο για συγκεκριμένη χρήση π.χ. να δημιουργηθεί ένα ορφανοτροφείο. Σήμερα, τα περισσότερα εθνικά κληροδοτήματα βρίσκονται υπό τη διαχείριση ιδρυμάτων, ενώ δεν λείπουν και οι περιπτώσεις κληροδοτημάτων που έχουν… εγκαταλειφθεί. Οι σχολάζουσες κληρονομιές, αφορούν περιουσίες αποθανόντων οι οποίοι δεν έχουν κληρονόμους. Η διαχείριση των περιουσιών αυτών ασκείται στις περισσότερες των περιπτώσεων από δικηγόρους.

Η τοπική Κτηματική Υπηρεσία έχει ξεκινήσει γενική καταγραφή και εκκαθάριση του μητρώου ακινήτων, ενώ προχωρεί σε αυτοψίες σε δημόσια κτήματα, προκειμένου να διαπιστώσει την κατάσταση στην οποία βρίσκονται και αν οι χρήστες τους τηρούν τους όρους εκχώρησης.

«Όλα τα δημόσια ακίνητα πρέπει να ελέγχονται κάθε χρόνο με αυτοψία, ώστε να καταγράφεται η κατάσταση στην οποία βρίσκονται», προσθέτει το στέλεχος της τοπικής Κτηματικής Υπηρεσίας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΤΑΔ σε όλη τη χώρα τα καταπατημένα δημόσια ακίνητα είναι 19.007, από τα οποία 5009 αστικά και 16.084 αγροτικά, ενώ οι καταπατητές υπολογίζονται σε 43.342, με έκταση 15,5 εκατομμύρια τ.μ. και αξία των καταπατημένων εκτάσεων 1.941.717 ευρώ.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το