Άρθρα

Βροχή αναμνήσεων…

του Γιάννη Μαντίδη

Το παθαίνω όταν βρέχει. Μιλάω για τη βροχή τη σιγανή, αυτή που μας θωπεύει, όχι για τη δαρτή και τη μονότονη, εκείνη που τραγούδαγε ο Γούναρης, ούτε και για τη βρόχα στρέιτ θρου που έπαιζε με το μπουζούκι του ο Ζαμπέτας. Μιλάω, για τις θεόσταλτες ψιλές σταγόνες που μας στέλνει κάθε φορά ο Ιούνιος, όταν δεν είναι στις κακές του, όταν δεν πλημμυρίζει, δεν μας πνίγει. Απλώς μας βρέχει, μας χαϊδεύει, για να μας κάνει να θυμόμαστε κάποιες βροχούλες μακρινές που ’πα να γίνουν ξεχασμένες…
Στους παιδικούς μας έρωτες, μαζί με το κορίτσι των ονείρων μας, ερωτευόμασταν και την πραγματική βροχή, αυτή που δεν ήταν ψεύτικη σαν την καρδούλα, κάποιες φορές, της μικρής μας αγαπημένης. Ας προσπεράσουμε όμως των αναμνήσεων τη βροχή κι ας έρθουμε σε τούτη, την προχθεσινή, με τις ψιχάλες της να μας καλεί ν’ αφήσουμε το Μουντιάλ (τι να το κάνεις τελικά χωρίς τη Γερμανία;) και να πάρουμε το στρατί, έτσι χωρίς ομπρέλα.
Το δρομολόγιο το ίδιο, γνωστό στο νου μας, γραμμένο στις πατούσες μας. Εκεί, μέχρι τη γέφυρα, αυτή που συνεχώς παλιώνει και συνεχώς ανανεώνεται ανάλογα με τις θύμησες και με τον Βρύχωνα να κατεβάζει τα πηλιορείτικα νερά, πότε με βρυχηθμούς και πότε με μουσικούς ήχους. Μικρή στάση στη γέφυρα κι ύστερα μεγαλύτερη, στη φιλική, φιλόξενη κι ανθρώπινη μικρή αυλή του Φράγκου.
Ο ίδιος λείπει, όχι πια για οικοδομικές δουλειές. Λείπει μονίμως για μαστορέματα στην αυλή του Παραδείσου. Στο τζαμένιο τραπεζάκι, προστατευμένο απ’ τη βροχή, υπάρχει, δεν λείπει, είναι ’κει μισογεμάτη η καράφα με το τσίπουρο, που τώρα, την προσέχει να μην αδειάζει, ο ισάξιος γιος του Φράγκου και αντικαταστάτης του στην αυλή των θαυμάτων, σ’ αυτή τη σύγχρονη κι ανθρώπινη κιβωτό.
Δεν είμαστε μονάχοι. Είναι και κάποιοι φίλοι που θυμούνται, δεν ξεχνούν, τις ώρες που ζήσαμε, τόσο στις μέρες των νιάτων μας, όσο και σ’ αυτές των γηρατειών μας. Αυτές που ξαναζούμε, κατά το δυνατόν. Με τη βροχή να πέφτει, όχι στρέιτ θρου, αλλά αθόρυβα, να μας θωπεύει, κάτι σαν ευλογία απρόσμενη, όχι τόσο για μας, αλλά κυρίως για τα χελιδόνια της καινούργιας τους φωλιάς που φτερουγίζουν από πάνω μας, βγαίνουν, πετούν και επανέρχονται για να ταΐσουν, στόμα με στόμα, τα νεογέννητα μικρά τους…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το