Τοπικά

Βολιώτισσα βιολόγος με βραβεία και λαμπρή καριέρα στην Αμερική

Λαμπρή καριέρα στην Αμερική με διακρίσεις και βραβεία κάνει η Βολιώτισσα Μαρία Λαλιώτη, έχοντας περάσει από διακεκριμένα πανεπιστήμια ενώ συμμετείχε ενεργά στην έρευνα μέσω των εργαστηρίων.

Η Μαρία Λαλιώτη τελείωσε τη Βιολογία στην Αθήνα και μετά, έχοντας κρατική ελβετική υποτροφία βρέθηκε στην Ελβετία για να κάνει το master και το διδακτορικό της. Στο διδακτορικό της στη Γενεύη εργαζόταν στο χρωμόσωμα 21 που προκαλεί το σύνδρομο Down ενώ δούλευε στο πλευρό του γενετιστή Στυλιανού Αντωναράκη.
«Αν φύγεις μια φορά έξω, μετά είναι πολύ δύσκολο να γυρίσεις» εξομολογήθηκε η ίδια στη «Θ». Στην Ελβετία γνώρισε τον σύζυγό της, που είναι Ελληνοαυστραλός, ο οποίος δεν είχε ζήσει στην Ελλάδα και μεγάλωσε στην Αυστραλία. Ο γάμος τους έγινε στον Βόλο και μαζί βρέθηκαν το 1998 στο Μπέρμιγχαμ της Αγγλίας για μεταδιδακτορικό.
Το μεταδιδακτορικό της κ. Λαλιώτη ήταν στη βιοχημεία, ενώ ακολούθησε και δεύτερο στη γενετική, στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ. Έτσι, το 2001 έφυγε για την Αμερική μετά από πρόταση που έγινε στον σύζυγό της να διδάξει στο Πανεπιστήμιο. Στην Αμερική μεγάλωσε την οικογένειά της καθώς απέκτησε τα τρία της παιδιά.
«Πήγα στο Γέιλ μία ημέρα πριν την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους. Φανταστείτε τί εμπειρία είναι για αυτούς που είναι καινούργιοι. Από ό,τι μου λένε και οι συνάδελφοι η Αμερική άλλαξε τελείως μετά από εκείνη την ημέρα».
Στο μεταδιδακτορικό στο Γείλ η κ. Λαλιώτη μελετούσε τη γενετική ασθενειών του νεφρού.
Η ίδια έχει διακριθεί αρκετές φορές για εργασίες στα ερευνητικά εργαστήρια που συμμετείχε και έλαβε βραβεία από την Αμερικανική και την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ανθρώπινης Γενετικής. Στο εργαστήριο της στο Πανεπιστήμιο μελετούσαν τις πολύ σπάνιες μεταλλαγές που προκαλούν επιληψία.
Από το 2005-2012 έμεινε στο Γέιλ ως επίκουρος καθηγήτρια μοριακής βιολογίας και γενετικής. Υπό την ίδια λειτούργησε στο πανεπιστήμιο ερευνητικό εργαστήριο μελετώντας την ανθρώπινη αναπαραγωγή. Όπως ανέφερε η ίδια, η έρευνα αφορούσε ασθένειες και μεταλλαγές που προκαλούν στειρότητα ή υπογονιμότητα.

«Πάντα ήθελα να ασχοληθώ με τη Βιολογία»
Η καριέρα δεν την εμπόδισε να εκπληρώσει και το δεύτερο όνειρό της, να κάνει παιδιά. «Πάντα ήθελα να κάνω παιδιά και έχοντας την αναπαραγωγή ανθρώπου ήξερα ότι δεν είναι κάτι που μπορεί να αναβληθεί για πάντα. Επίσης τα μεγάλα πανεπιστήμια δεν σε βοηθούν στο να κάνεις παιδιά» δήλωσε η κ. Λαλιώτη.
Επισήμανε πως για να καταφέρει να συνδυάσει την έρευνα με την οικογένεια χρειάστηκαν πολλές υποχωρήσεις, ενώ μεγάλη είναι και η βοήθεια από τη μητέρα της που βρίσκεται μαζί της στην Αμερική, από τον Οκτώβριο μέχρι τον Ιούνιο.
Ένας λόγος για να φύγει από το Πανεπιστήμιο πριν έξι χρόνια και να αναζητήσει εργασία σε εταιρεία ήταν και η οικογένεια. «Έφυγα από το Γείλ γιατί θεωρούσα ότι ήταν αδύνατο να συνδυάσω τα παιδιά με τη δουλειά. Έτσι πήγα σε μια φαρμακευτική εταιρεία όπου εργάζομαι πάλι στη Γενετική και συγκεκριμένα στις κλινικές δοκιμές για πολυγονιδιακές ασθένειες, όπως Πάρκινσον και Αλτσχάιμερ».
Η δουλειά της κ. Λαλιώτη επικεντρώνεται στην επίδραση του φαρμάκου στο κύτταρο και στις μεταλλάξεις. Έτσι επιλέγονται ποιοι ασθενείς θα μπουν στην κατάλληλη κλινική δοκιμή. Η επιλογή της σωστής κλινικής δοκιμής είναι πολύ σημαντική ιδιαίτερα για τις ασθένειες που εξελίσσονται πολύ γρήγορα, είναι πολύ σημαντικό οι ασθενείς να μπουν σε σωστή κλινική δοκιμή.

Η κ. Λαλιώτη δεν έχει αφήσει την Ελλάδα πίσω της, αφού κάθε χρόνο, μαζί με την οικογένειά της περνά εδώ τις καλοκαιρινές διακοπές της. «Μου λείπουν πολλά πράγματα από την Ελλάδα και για αυτό ερχόμαστε για διακοπές. Μου λείπουν οι συγγενείς και οι φίλοι μου, η ζεστασιά της οικογενειακής ζωής. Επίσης μου λείπουν οι ελληνικές θάλασσες, αλλά μπορώ να πω ότι μου λείπουν περισσότερο οι άνθρωποι και λιγότερο το περιβάλλον».
Υπάρχουν όμως και πράγματα που δεν της λείπουν από την Ελλάδα. Ένα από αυτά είναι η γραφειοκρατία αλλά και η αναξιοκρατία. «Με ενοχλεί όταν βλέπω παρκαρισμένα αυτοκίνητα σε ράμπες αναπήρων».
Η κ. Λαλιώτη δηλώνει παράγωγο της ελληνικής κοινωνίας και του ελληνικού συστήματος εκπαίδευσης. «Φοίτησα σε ένα δημόσιο σχολείο και σπούδασα σε ένα δημόσιο πανεπιστήμιο. Απλώς ήμουν μια καλή μαθήτρια που έψαχνε κάτι παραπάνω».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το