Άρθρα

Τρενάκι – Ποδήλατο, σημειώσατε Χ

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

Ήταν η πρώτη φορά που αποφάσισα ν’ ακολουθήσω το τρενάκι με το ποδήλατο. Ένα σπαστό, κοντό, αλλά δαιμόνιο γερμανικό δίτροχο που τσουλούσε οπουδήποτε. Ένα ποδήλατο που δεν αρνιόταν τις γούρνες, τα στενά περάσματα, τις γεφυρώσεις και τις γαλαρίες του τρένου.
Το ποδήλατο ήταν δανεικό. Και στην τρελή φοιτητική παρέα μας μπήκε κάποια στιγμή η ιδέα του να δοκιμάσουμε την αντοχή του, τις ικανότητες και την ταχύτητά του, παράλληλα με τις γραμμές του τρένου ή πίσω από αυτό, όπου εκείνες στένευαν και χωρούσε μονάχα ο συρμός.
Φυσικά ο κλήρος έπεσε σε μένα που ήμουνα κι ο κάτοχος του ποδηλάτου, με όλους τους άλλους να είναι σκαρφαλωμένοι στα παραπέτα του τρένου, στο τελευταίο βαγόνι και να μου δίνουν εντολές για επιτάχυνση, εμπόδια ή και ανατροπές της γραμμικής πορείας του ποδηλατικού σιρκουί στη δίκλωνη πίστα των ραγών.
Ώς τα Λεχώνια τα πήγα καλά. Το τρενάκι δεν μπορούσε να τρέξει περισσότερο από το ποδήλατο κι έτσι συμβαδίζαμε ή μάλλον συντρέχαμε στον στίβο της κοινής μας πορείας.
Από τα Λεχώνια και πέρα αρχίσανε τα δύσκολα. Όχι για το ποδήλατο που έβρισκε διέξοδο και πλάγιες εξωτερικές πορείες για να διολισθήσει, αλλά για το τρένο που άρχισε τα αγκομαχητά του.
Φυσικά το τραμπάλισμα ήταν η μεγαλύτερη προβληματική της πορείας του ποδηλάτου. Σκαμπανέβαινε τα πασάγια και τις εγκοπές κι αυτό επιβράδυνε το ρυθμό της πορείας του. Ωστόσο, ακολουθούσα.

Τετράτοξη κληρονομιά του Ιταλού αρχιμηχανικού

Ο μηχανοδηγός δεν μπορούσε να πιστέψει ότι τον «κυνηγούσε» ένα ποδήλατο. Αλλά δεν μπορούσε να κάνει και κάτι. Βέβαια οι πινακίδες «Απαγορεύεται το περιφέρεσθαι επί της γραμμής», του έδιναν ένα κάποιο δικαίωμα να μου ζητήσει τα ρέστα, αλλά αισθανόταν μειονεκτικά και θα ήταν το ρεζίλι να μου απαγορέψει να τον ακολουθώ, αφού έτσι κι αλλιώς πίστευε ότι όπου νάναι θα τα παρατήσω, λόγω… ανωτερότητας του τρένου…
Στη Γατζέα το τρενάκι έκαμε την καθιερωμένη του στάση. Εγώ και το ποδήλατό μου έφτασα με λίγη καθυστέρηση, γιατί στην προτελευταία γέφυρα περνούσε ένα κοπάδι πρόβατα και τα σκυλιά του με ορμήξανε. Μέχρι να περάσει και να καταλαγιάσει το μένος των σκυλιών – για το ποδήλατο κι όχι για τον αναβάτη -, το τρενάκι έπαιρνε τον καφέ του στο σταθμό της Γατζέας.
Πλησίασα, παρκάρισα στον υδρονομέα του τρένου και χαιρέτησα επιβάτες και φίλους που με ανέμεναν με αγωνία για την περιγραφή της ποδηλατικής «καταδίωξης» του τρένου.
Με πλησίασε κι ο μηχανοδηγός, ο οποίος εντυπωσιασμένος, επειδή δεν του ξανάτυχε τέτοια κυκλοφοριακή άμιλλα, με κέρασε κι ένα τσίπουρο, αλλά μου ζήτησε ευγενικά να σταματήσω την «καταδίωξή» του, γιατί αν συνέβαινε ενδεχόμενο ατύχημα αυτός θα έφερνε ακέραια την ευθύνη της αμέλειας, ενόσω με έβλεπε να τον ακολουθώ πάνω στις ράγες ιδιοκτησίας των ΣΕΚ, και δεν μου απαγόρευε τη χρήση τους που δεν ήταν προορισμένη για παράλογους χρήστες δικύκλων και ομάδων στοιχημάτων νεανικής τρέλας…
Έτσι γύρισα πίσω, απογοητευμένος, ηττοπαθής και στερημένος του τροπαίου μιας άνισης και παράξενης μάχης που δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, η οποία δόθηκε ανάμεσα σε δυο αντιφατικά μεταξύ τους κυκλοφοριακά μέσα: Στο τρενάκι του Πηλίου με τους σιδερένιους τροχούς και στο ποδήλατο με τις λαστιχένιες ρόδες, της ωραίας και επηρμένης φοιτητικής φαντασίας…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το