Πολιτισμός

«Το βότσαλο ταξιδεύει» από την Μαρία Ιωαννίδου

Της Μαρίας Αλμπανίδου,
νομικού MSc, ποιήτριας

Καλημέρα, καλημέρα αγαπημένοι και αγαπημένες! Ελπίζω να είστε όλοι καλά με δεδομένο το γεγονός ότι όλοι μα όλοι είμαστε κλεισμένοι σπίτι μας. Γι’ αυτό κι εγώ σήμερα σας έχω ένα παραμυθάκι για να σας γλυκάνω. Ένα όχι οποιοδήποτε παραμυθάκι, αλλά ένα για μεγάλους που ξέρουν να νιώθουν, να σκέφτονται και να ονειρεύονται σαν μικρά παιδιά. Κυρίως και πάνω απ’ όλα είναι ένα θεραπευτικό αφήγημα για ένα βότσαλο που ήθελε να ταξιδέψει. Αλλά στην ουσία είναι μία αλληγορία για το ψυχοθεραπευτικό ταξίδι της συγγραφέα από τον εγκλωβισμό και την ανασφάλεια προς τον έρωτα για τη ζωή. Ένα ταξίδι-πρόσκληση και πρόκληση για κάθε άνθρωπο που επιθυμεί να ζήσει τη ζωή του όπως πραγματικά θέλει και να γνωρίσει την άφθαρτη ομορφιά. Είναι το βιβλίο «Το βότσαλο ταξιδεύει» της συγγραφέα Μαρίας Ιωαννίδου, σε μία καλαίσθητη και πολύ προσεγμένη έκδοση των εκδόσεων Καστανιώτη, του Σεπτεμβρίου 2020.

Και ποια είναι αυτή η συγγραφέας; Ας αφήσουμε την ίδια να μιλήσει:

«Ονομάζομαι Μαρία Ιωαννίδου. Γεννήθηκα λίγο πριν εκπνεύσει το 1985. Η γέννησή μου ήταν για τους γονείς μου η πραγματοποίηση και ταυτόχρονα η διάψευση μιας ευχής. Ήθελαν πολύ ένα παιδί, αλλά όχι ακριβώς όπως ήρθε, αφού κάτι πήγε στραβά κατά την ώρα της γέννας και μου προκάλεσε μόνιμη κινητική αναπηρία. Η αναπηρία αυτή έγινε η αφορμή να αναζητώ από μικρή άλλες δυνατότητες ύπαρξης για μένα και τους ανθρώπους γύρω μου. Από νήπιο πειραματιζόμουν με αυτές τις δυνατότητες πλάθοντας ιστορίες για το «αλλιώς». Όταν έμαθα να γράφω, άρχισα να τις αποτυπώνω στο χαρτί. Αργότερα σπούδασα Ψυχολογία και ταξίδεψα στην Αγγλία για να ειδικευτώ στην Ψυχολογία Υγείας. Στη συνέχεια μετεκπαιδεύτηκα στην Ψυχοθεραπεία, εμπλουτίζοντας τη δυνατότητα του «αλλιώς» με την επιστημονική γνώση. Σήμερα εργάζομαι ιδιωτικά ως ψυχοθεραπεύτρια στο Χαλάνδρι και στο Ναύπλιο και ασχολούμαι ερασιτεχνικά με τον χορό και το θέατρο».

Σας παραθέτω εδώ δύο αποσπάσματα από μία εξαιρετική συνέντευξη που έδωσε στον δημοσιογράφο κ. Γιάννη Πανταζόπουλο στο περιοδικό Lifo στις 16-9-2018 με τίτλο «Μαρία Ιωαννίδου: Η αναπηρία μου έσωσε τη ζωή», που πραγματικά αξίζει να ψάξετε να τη βρείτε στο διαδίκτυο και να τη διαβάσετε:

«Η αναπηρία μού δημιούργησε ευκαιρίες που ίσως να μην τις είχα, αν είχα γεννηθεί φυσιολογικά. Ήταν αυτή που μου έμαθε να πιστεύω στη δύναμη του ανθρώπου, καθώς και ότι αυτό που οι άλλοι θεωρούν αντιξοότητα είναι για μένα ευκαιρία. Επίσης, μου έμαθε να μη βγάζω συμπεράσματα για τους άλλους ανθρώπους, αλλά να ρωτώ ποια είναι η δική τους εκδοχή της πραγματικότητας, όπως και ότι δεν έχει κανένα νόημα να βάζουμε τους ανθρώπους σε καλούπια».

«Το μόνο που έχουμε είναι η ζωή μας, όμορφη ή άσχημη. Επομένως, αυτό που χρειάζεται να κάνουμε είναι να την εξερευνήσουμε. Χωρίς όνειρα, λοιπόν, αυτό δεν μπορεί να γίνει εφικτό. Ονειρεύομαι να καλλιεργήσω τις καλλιτεχνικές μου ανησυχίες, να παίξω περισσότερο με πτυχές της ζωής, να γράψω βιβλία, να δημιουργήσω ένα κέντρο ψυχικής ανάπτυξης, καθώς και έναν σύλλογο κοινωνικής ποικιλομορφίας, δημιουργικότητας και πολιτισμού. Θέλω να κάνω τον κόσμο μου περισσότερο πολύχρωμο. Να αγωνίζομαι μέχρι τέλους για όσα επιθυμώ πολύ. Γιατί η ζωή, όταν τη φοβάσαι, σε προσπερνάει».

Και ας έρθουμε στο βιβλίο. Ο Όξυ είναι ένα φροντισμένο παιδί. Για την ακρίβεια είναι ένα παιδί-βότσαλο. Η μαμά βουνό το αγαπάει πολύ και το συμβουλεύει. Θέλει να το έχει συνέχεια κοντά της, καθώς, όπως η ίδια λέει στον Όξυ, ο κόσμος είναι ένα μέρος επικίνδυνο για τα μικρά βότσαλα. Έχει ποτάμια που σε παρασύρουν χωρίς να έχεις ιδέα πού σε πάνε. Έχει και δέντρα ψηλά, που σου πετάνε δίχως προειδοποίηση τους καρπούς τους και μπορεί να σε κάνουν χίλια κομμάτια. Έχει πουλιά αναιδέστατα, που πριν καλά-καλά τα δεις σε κουτσουλάνε και άλλοτε, στα καλά καθούμενα, σε πληγώνουν με το σουβλερό τους ράμφος. Έχει και θάλασσες βαθιές, που σε ρουφάνε με τη δύναμή τους για να γεμίσουν μ’ εσένα τις κοιλιές πεινασμένων ψαριών. Έχει γάτες που ψάχνουν ν’ ακονίσουν πάνω σε αθώα βότσαλα τα κοφτερά τους νύχια και σκύλους λυσσασμένους που με τα μεγάλα δόντια τους μπορούν να σε συντρίψουν. Και το χειρότερο από όλα, έχει ανθρώπους βαριεστημένους, αδιάφορους, που περπατούν επάνω σου χωρίς καν να προσέξουν την ύπαρξή σου, χωρίς να συλλογίζονται ότι και οι πέτρες καμιά φορά πονάνε. Οι άνθρωποι, όταν θυμώνουν ή απογοητεύονται, κλωτσούν τα βότσαλα με δύναμη, λες κι έτσι θα ξορκίσουν ό,τι νιώθουν. Κι όταν, πάλι, ερωτεύονται ή κάνουν όνειρα, έχουν τα βότσαλα για παιχνίδι και τα πετούν με δύναμη στο κύμα, χωρίς να τα ρωτούν αν θέλουν να ταξιδέψουν.

Όμως ο κόσμος έχει και καταρράκτες. Και μπορεί σύμφωνα με τη μαμά βουνό οι καταρράκτες να είναι «αλήτες» και επικίνδυνοι, ο Όξυ όμως έγινε φίλος με τον καταρράκτη Ναΐρ και αποφάσισε να ταξιδέψει μαζί του.

Έτσι χόρεψε με τα κυκλάμινα, μίλησε με τα γέρικα πλατάνια, τα οποία ρώτησαν τον Όξυ: «Ξέρεις τι ψάχνεις; Μόνο αν ξέρεις τι ψάχνεις θα το βρεις». Και ήρθε σ’ επαφή με τους ανθρώπους. Ακόμη άκουσε το αηδόνι να τραγουδά και συναντήθηκε με τις πεταλούδες. Έπαιξε με τη γάτα και μύρισε ένα τριαντάφυλλο. Και μέσα σ’ ένα μαλακό λαγούμι μίλησε με τη Ρίνα την αθερίνα και γνώρισε τη Λήδα την καλλονή και ατρόμητη σαν σούπερ καραβίδα. Αλλά γνώρισε και τον Νόλυ το δελφίνι.

Αυτά και άλλα πολλά έκανε ο Όξυ όταν αποφάσισε να ξεκινήσει το ταξίδι του για να βρει το πιο όμορφο που υπάρχει. Και πραγματικά ανακάλυψε πόσο όμορφος είναι ο κόσμος, αλλά και αυτός ο ίδιος.

Αν θέλετε και εσείς να ταξιδέψετε με τον Όξυ δεν έχετε παρά να προμηθευτείτε το βιβλίο, το οποίο πραγματικά θα σας συναρπάσει και θα σας κάνει να ονειρευτείτε σαν να ήσασταν πάλι παιδιά.

Καλή σας ανάγνωση.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το