Θ Plus

Ο γύρος της αθέατης Πίνδου – Oι δυο αυχένες της Βωβούσας

Του Kυριάκου Παπαγεωργίου

Μέρος Δεύτερο

Πεντακόσια μέτρα πιο κάτω από τη λίμνη βρίσκεται η διασταύρωση αριστερά για Γρεβενίτι και δεξιά για Φλαμπουράρι, Βωβούσα. Θα περάσουμε το γραφικό Φλαμπουράρι και σε έξι χιλιόμετρα από τη λίμνη με τα νούφαρα θα στρίψουμε δεξιά. θα οδηγήσουμε μέχρι να βγούμε στην πρώτη από τις δυο διασταυρώσεις της Βωβούσας. Θα περάσουμε και το Φλαμπουράρι και σε άλλα δυο χιλιόμετρα θα προσεγγίσουμε το Ελατοχώρι. Θα στρίψουμε και πάλι δεξιά παίρνοντας τον ανήφορο για τον ψηλό αυχένα της Νεράιδας ή της Ράχης Τζίνα. Ο δρόμος ανηφορίζει με έντονες στροφές, μέσα από δάση υψηλής στάθμης και άριστης υγείας. Θ’ αγγίξουμε τα χίλια πεντακόσια μέτρα σε υψόμετρο, ενώ ο ελλιποβαρής αέρας με τ’ οξυγόνο του θα είναι φορτωμένα ακατέβατες χλωροφυλλικές αξίες. Από εδώ θα αποκαλυφθεί το σύμπαν των κορυφών της Βάλια Κάλντα, με την Τσούκα Ρόσσα (Κοκκινόραχη) σε πρώτη φάση και το Αυγό σε δεύτερη. Σε μια διάδοχη ορεινή δαντέλα θ’ αποκαλύπτονται τ’ Αυτιά της Αρκούδας, η Φλέγγα και η Σαλατούρα, μα κι ο Καπετάν Κλήδης, στο τελείωμα της μπορντούρας. Αριστερά μας διαγράφεται το άλλο άγνωστο πολυκόρυφο σύστημα της Νεράιδας, του Παπαρούνα και του Κουκουρούτζου, με την κορυφή της Τσούκας (1.827 μ.) ακριβώς από πάνω μας. Ύστερα αρχίζει ο κατήφορος. Ένας ιδανικός κατήφορος που οδηγεί στο σμίξιμο των δυο αρχοντικών ποταμιών της Πίνδου, του Αρκουδορέματος και του Αώου. Θα κινηθούμε παράλληλα με το βαθύ ρέμα του Βαθύλακου, ο οποίος θα δέσει με έναν περίτεχνο σταυρό ποταμιών, στην είσοδο της κοιλάδας της Βωβούσας.
Η Βωβούσα θα αποκαλυφθεί μέσα στη φανταιζί χλαμύδα της, ντυμένη με ένα αθρόο και στιλπνό απογεματινό φως.
Δεν θα μπούμε στο χωριό γιατί θα πάρουμε τον δρόμο για τη Λάιστα και τον δεύτερο ψηλό αυχένα, αυτόν της Μόρφας.
Οι σκιές της αρκούδας θα μας κυνηγούνε σε κάθε στροφή κι οι πετριές που μας ρίχνουν θα μοιάζουν με μια αέναη διαμαρτυρία της άγριας ζωής απέναντι στην απόπειρα εκμηχάνισης του αμόλυντου βιότοπού της.
Θα διασχίσουμε μερικά από τα πιο υγιή οικοσυστήματα των ελληνικών δασών μέχρι να πιάσουμε το διάσελο της Μόρφας.
Εκεί πάνω πια θ’ αχνίσουνε όλα τα ηρωικά βουνά της Μακεδονίας και της Ηπείρου, ο Σμόλικας, η Βασιλίτσα, ο Γράμμος και η Γκαμήλα.
Θα διανυχτερεύσουμε στη Λάιστα, το πιο απόμακρο χωριό της Ελλάδας.

Το ρέμα της Μιαλού

Ο ηρωικός Γυφτόκαμπος
Την άλλη μέρα το πρωί θα συνεχίσουμε τον δρόμο μας για τον Γυφτόκαμπο, οδηγώντας ανάμεσα στα πολυποίκιλα δάση της αθέατης Πίνδου που σχεδόν δεν τα έχει ο χάρτης. Αλλά κι αν τάχει, δε λένε τίποτα στον πεζοπόρο και τον οδηγό, αφού δεν έχουν κάτι από το ανθρωπογενές στοιχείο για να τους προσελκύσει. Και τούτο γιατί διαθέτουν τον άγριο κι απρόσβλητο θύλακα του ωραίου και του μαγικού.
Η δασική διαδρομή των δεκαεπτά χιλιομέτρων μέχρι τον Γυφτόκαμπο θα μας μυήσει σε μια γλώσσα τραχιά, μα αληθινή, τέτοια που δεν θα ξανακούσουμε στον ηπειρωτικό χώρο.
Δυο χιλιόμετρα πριν θα κάνουμε μια στάση στη βρύση Γκόρδη, για να εκμετρήσουμε την απίστευτη ποικιλία των ηπειρωτικών δέντρων, σε μια λάκα λίγων μέτρων. Δίπλα – δίπλα θα ξεφωνίζουν οι μίσχοι και οι φυλλωσιές από δυο έλατα, λίγα πεύκα, ένα σφεντάμι, έναν κέδρο, μια κερασιά, ένα γάβρο κι ένα πλατάνι. Ολόχαρη συμπλεκτική οπτασία που σαλεύει πάνω από το λιγοστό νεράκι μιας παμπάλαιας πηγής.
Κατηφορίζοντας πια μέσα από τα πυκνά και δύσβατα τοπία του εθνικού δρυμού των Σαρακατσαναίων, θα βγούμε στον Γυφτόκαμπο, εκεί όπου θ’ αφουγκραστούμε τη μοναδική φωνή του έρημου κόσμου αυτής της θαυματουργής επικράτειας. Ενός Περιβολιώτη που κρατάει ορεινές Θερμοπύλες, σε αυτόν τον άσπιλο τόπο της πιο γνήσιας, αλλά και της πιο παραμελημένης Ελλάδας.
Θα ξεπεζέψουμε και θα πιούμε μαζί του δυο τσίπουρα με συνοδεία τον καλό του λόγο και μερικά κομμάτια από κεφαλότυρο κι ένα καρβέλι ζυμωτό ψωμί. Θα πούμε πολλά, θα ανοίξουμε τρύπες στη λιτή ζωή του, θ’ αφουγκραστούμε ακόμη – ακόμη τους τριγμούς και τα σείστρα από μια ψυχή αβόλευτη κι ηρωική, που ζει εδώ πάνω, παρέα με τ’ αγρίμια και τα ζουλάπια της αρχέτυπης φύσης.
Κι όταν θάρθει ο λόγος στον λογαριασμό για να πληρώσουμε θα ντραπεί για να ζητήσει χρήματα και θα μας πει καλό ταξίδι και «να με θυμάστε». Από πού κι ώς πού αυτοί οι άνθρωποι εδώ έχουν χάσει την επαφή τους με το καθεστώς της αλληλόχρεης νομοτέλειας, τη στιγμή μάλιστα που στην πόλη θέλεις ένα πουγκί για να εξαγοράσεις το γνήσιο και το αυθεντικό;
Φεύγοντας από το «λουλούδι του Γυφτόκαμπου» ο ηρωικός ξωμάχος θα μας φιλέψει και δυο ματσάκια τσάι, που μάζεψε μόλις χτες από τις πλαγιές του Βρίκου.
Φεύγοντας ρίχνουμε κλεφτές ματιές σε αυτόν τον μαγικό ορεινό όγκο του Βρίκου (ανατολική απόληξη της οροσειράς της Γκαμήλας) που έχει υψόμετρο 2.156 μέτρα.

Γυφτόκαμπος, η ποικιλία των δέντρων

Το δάσος του Μακρίνου
Θα πάρουμε τον δρόμο για το Σκαμνέλι και το Τσεπέλοβο, αλλά δε θα φτάσουμε ποτέ εκεί. Γιατί εκείνο που τώρα αποζητούμε, είναι η περιπέτεια μέσα στα πιο απρόσιτα θεραπευτήρια της ψυχής.
Ναι, αυτό θέλουμε κι αυτό αποζητάει η ψυχή μας. Το απρόβλεπτο ταξίδι που θα σαρώσει τα πιο άγρια δάση της Πινδώας γης, εστιάζοντας στους απόκοσμους ψιθύρους του φλοιού της, καθώς και στην προσέγγιση των ελάχιστων ιθαγενών «ενοίκων» της, ξεμακραίνοντας συνάμα από κάθε σφυγμό και τοξίνη της ανθρώπινης ζωής.
Μα τι έχει αυτή η διαδρομή των δεκατριών χιλιομέτρων δύσβατου κι επίπονου δασικού δρόμου; Και τι δεν έχει…
Πρώτα απ’ όλα το τεράστιο σφάλμα της χιλιομετρικής απόστασης που αποτύπωσε η επίσημη πολιτεία. Είκοσι χιλιόμετρα γράφει η κρατική πινακίδα για το Μακρίνο. Να πώς συνεχίζει και μας πληγώνει η Ελλάδα όπου και να ταξιδέψουμε. Άλλο δεκατρία χιλιόμετρα κι άλλο είκοσι, κύριοι της Σεφέρειας μομφής.
Έπειτα, μπαίνοντας στον δασικό προθάλαμο του άθικτου αυτού δρυμού, νιώθουμε τον αέρα να μας κεντάει με τις βελόνες των ελατιών, των μαυρόπευκων και των σφενταμιών που είναι στην ώρα τους. Χώρια τους γάβρους, τις οξιές, τους φράξους και τις αγριοφουντουκιές.
Η ζωή μας, μέχρι να βγούμε στην άσφαλτο του Μακρίνου, τον δρόμο δηλαδή που έρχεται από Φραγκάδες, Λεπτοκαρυά και Καστανώνα, θα διαγράψει μια τροχιά σε ένα ταξίδι γεμάτο από το αδρό και τραχύ νόημα της απρόβλεπτης συνάντησης με τα αιώνια στοιχεία του «καλού» και του «αγαθού», της φύσης φυσικά…
Διασχίζουμε ένα από τα πιο αυθεντικά και αστείρευτα δάση κωνικής ευτυχίας και ολικού πλούτου, ευτυχώς απρόσιτου στον μαχόμενο στρατιώτη του ελληνικού ταξιδιού.
Θα διεισδύσουμε στο στένωμα του Μάγγου περνώντας ανάμεσα από δυο πανύψηλες κορυφές, της Τσούκας και της Κούστας, μέχρι να βγούμε στη βρύση Μιαλού.
Εκεί στη μέση περίπου της διαδρομής θα σταματήσουμε για μια προσευχή στο άγιο δάσος της Ηπείρου, στη θέση «Παναγία η Μακρινή», όπου το πέτρινο ξωκλήσι και η πηγή, αλλά προπάντων μια θέα που τσακίζει κόκαλα, στην κοιλάδα του Σουρίκα θα μας καθηλώσει.
Ύστερα εγκαταλείπουμε το παρθένο μικτό δάσος (οξιάς, ελάτης, μαυρόπευκων και βελανιδιάς, με διάσπαρτα τα πολύτροπα και πολύχρωμα άτομα του είδους σφενδάμη και γάβρος) κι αρχίζουμε από βελτιωμένο δασικό χωματόδρομο την κάθοδό μας στον ασφάλτινο πολιτισμό.
Το δάσος του Μακρίνου που αφήσαμε πίσω μας δεν ήταν παρά ένα υπέροχο δράμα εξωστρεφούς μονολόγου…
*
Πιάνοντας την άσφαλτο δυο χιλιόμετρα έξω από το Μακρίνο, θα διανύσουμε άλλα πέντε μέχρι να φτάσουμε έξω από το Ελατοχώρι, όπου ολοκληρώνουμε τον γύρο αυτής της αθέατης εκδοχής του Πινδώου παράδεισου που ευτυχώς μένει αλώβητος ακόμη κι αμεταχείριστος από τους λογής ευκαιριακούς «ταξιδιώτες και κατακτητές» της τετρακίνητης μανίας…

Σεπτέμβρης του ’17

Διασχίζοντας το δάσος του Μακρίνου

Ένδειξη αποστάσεων
Χιλιόμετρα από Εγνατία (μέσω Χρυσοβίτσας και Βωβούσας) μέχρι Λάιστα: Εβδομήντα τέσσερα (74).
Xιλιόμετρα από Λάιστα (μέσω Γυφτόκαμπου και Μακρίνου) μέχρι τη λίμνη των Πηγών Αώου: Πενήντα τρία (53).
Ο προτεινόμενος γύρος από Ελατοχώρι (μέσω Βωβούσας) σε Ελατοχώρι (μέσω Γυφτόκαμπου) ακριβώς ογδόντα (80) χιλιόμετρα.

 

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το