Θ Plus

Το σπίτι του Πάτρικ Λη Φέρμορ στην Καρδαμύλη

Του Κυριάκου Παπαγεωργίου

Αρχές του 2011. Έχω από καιρό προγραμματίσει αυτό το ταξίδι στην Καρδαμύλη, πιέζοντας τη διεύθυνση του περιοδικού ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΠΑΝΟΡΑΜΑ, να μου εξασφαλίσει μια συνέντευξη από τον Πάτρικ Λη Φέρμορ. Επιζητούσα έτσι κι αλλιώς τη γνωριμία με τον Άγγλο «Φιλεντέμ», για να μου ξεκαθαρίσει ποιος ήταν ο λόγος που εγκατέλειψε την Κρήτη. Επιπλέον ήθελα να του πω ότι χάρη σε αυτόν, έκαμα το 2000 ολόκληρη τη διαδρομή – πορεία που έκαμε ο ίδιος μαζί με τον απαχθέντα στρατηγό Κράιπε και μερικούς Κρητικούς, τον Απρίλη του ’44 διασχίζοντας τα Ανωγειανά αόρια, τον Ψηλορείτη και τις Αμαριανές κοιλάδες μέχρι την παραλία του Ροδάκινου. Ίσως έτσι να τον συγκινούσα. Και να μου άνοιγε την καρδιά του.
Αλλά δεν πρόλαβα! Τον Ιούνιο του ίδιου έτους αρρώστησε κι έφυγε για να αφήσει την τελευταία του πνοή στο Λονδίνο ύστερα από λίγες μέρες.
Αυτό που δεν κατάφερα να πραγματοποιήσω την άνοιξη του 2011, το έκαμα με βαριά καρδιά ύστερα από λίγους μήνες…

Η πανέμορφη αυλή του σπιτιού του

*
Είναι Δεκέμβρης του ’11. Είμαι στην Καρδαμύλη κι αναζητώ τους «ανθρώπους» του Μιχάλη. Tην κυρία Λέλα, που του στάθηκε στο νοικοκύρεμα του σπιτιού του. Μα η κυρία Λέλα είναι απομονωμένη και «κλεισμένη» στον εαυτό της. Ύστερα ψάχνω την κυρία Ελπίδα, την οικονόμο του. Την κυρία Ιφιγένεια, τον καπετάν Σταύρο τον Κατσικέα και την αρχόντισσα κυρα-Παναγιώτα. Όλοι σκύβουν με σεβασμό και λατρεία πάνω από τη μνήμη του Λη Φέρμορ, του Μιχάλη τους, του δικού τους ανθρώπου, που τον θυμούνται με αγάπη.
Αγωνιώ να σκάψω στη μνήμη ενός ανθρώπου που πολύ αγάπησα εδώ και πολλά χρόνια και που δεν πρόλαβα να τον γνωρίσω από κοντά. Όλο και κάτι συνέβαινε και το ανέβαλλα. Σήμερα μνημονεύω τα εξάμηνά του. Εδώ στην αγαπημένη του Καρδαμύλη
*

Η είσοδος

Την άλλη μέρα, μ’ ένα αφύσικο χειμερινό φως, τυλιγμένο με μια εξαίσια θαλπωρή, μπαίνω με την κυρία Ελπίδα από την κύρια είσοδο του σπιτιού του. Βηματίζω νευρικά σχεδόν στους χώρους που έζησε ο μεγαλύτερος ταξιδιωτικός συγγραφέας της Ευρώπης. Στο καμαράκι του, στο καθιστικό, στην τραπεζαρία, στον ξενώνα και στο γραφειάκι του με το αχώριστο μπαουλάκι του.

Το χολ

Βγαίνω στην εξαίσια αυλή του και τραβάω το μονοπάτι που πήγαινε στην Καρδαμύλη. Ακολουθεί μια πορεία μεσ’ από γλυκούς οπωρώνες κι ελιές. Εκατό μέτρα σχεδόν από το χτήμα του Φέρμορ ξεφυτρώνει ένα κατάλευκο εκκλησιδάκι, που είναι αφιερωμένο στη μνήμη των Αρχαγγέλων Ταξιαρχών. Το έχτισε ο «Μιχάλης» και γιόρταζε κάθε οχτώ του Νοέμβρη, την «ονομαστική» του γιορτή, με εσπερινό, αρτοκλασία κι εωθινή λειτουργία. Ύστερα καλούσε όλο τον κόσμο, έστρωνε στην αυλή του σπιτιού του εκείνα τα μακρόστενα μοναστηριακά τραπέζια και τα γέμιζε με όλες τις λιχουδιές και τα καλούδια της εποχής. Η ρακή έρρεε δίχως μέτρο. Όπως και τα γέλια, οι χαρές κι οι προσφωνήσεις. Κι αν τύχαινε και κανας-επίσημος ξένος, είτε Κατσίμπαλης λεγόταν αυτός, είτε Σεφέρης, μα είτε και Χατζηκυριάκος – Γκίκας, έ, τόριχναν κι εκείνοι έξω. Έξω τόριχνε κι ο φιλέορτος Αγγλος, ο ελληνίζων, ελληνιστής κι ελληνολάτρης Μιχάλης – Πάτρικ Λη Φέρμορ.

Η βιβλιοθήκη του
Το τζάκι του
Το λιτό του κρεβάτι
Φωτογραφίες της Τζόαν και του Κατσίμπαλη

Την άλλη Κυριακή αναλυτικά η Μανιάτικη ζωή του.

Το αγαπημένο του λιακωτό
Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το