Άρθρα

Τι ποδόσφαιρο θέλουμε

Του ΒΑΣΙΛΗ Ι. ΠΑΝΑΓΙΩΤΙΔΗ,
προπονητή ποδοσφαίρου

Απορία – θλίψη – αγανάκτηση ήταν κάποια από τα συναισθήματα που ένιωσα να με κυριεύουν με όλα όσα έγιναν στον ποδοσφαιρικό αγώνα Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός.
Το… πανηγύρι μόλις είχε αρχίσει σκέφτηκα. Όλα αυτά σ’ ένα γήπεδο και μια έδρα προδιαγραφών Champions League, στο οποίο διεξήχθη λίγες ημέρες πριν ο τελικός του ευρωπαϊκού Super Cup.
Γεγονότα οπαδικής βίας γίνονται και σε προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες. Η τοξικότητα όμως που υπάρχει, δεν έχει προηγούμενο. Το δηλητήριο της καχυποψίας πλημμυρίζει τους ποδοσφαιροπαράγοντες.
Παντού υπάρχουν εχθροί, ακόμα και αόρατοι. Κάθε άποψη που δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους είναι εχθρική. Την επόμενη ημέρα μετά το παιχνίδι της ομάδας τους, αυτό που τους απασχολεί είναι ποιος διαιτητής θα τους σφυρίζει την ερχόμενη Κυριακή. Τη σκυτάλη παίρνουν μετά τα φιλικά προς την ομάδα ΜΜΕ, όπου εκεί γίνεται αναφορά για σενάρια διαπλοκής και συνομωσίας.
Διαμορφώνουν έτσι συνθήκες πίεσης προς όλους τους εμπλεκόμενους φορείς ποδοσφαίρου και κυρίως στην επιτροπεία διαιτησίας, καθώς στα εξεταστικά και πειθαρχικά όργανα ελέγχου του Επαγγελματικού Ποδοσφαίρου. Έχουν καταγραφεί και καταγγελθεί άθλιες συμπεριφορές ακόμη και των ίδιων προέδρων κάποιων ομάδων, αλλά και ανθρώπων γύρω από αυτούς. Όταν και εάν επιβληθούν κάποιες τιμωρίες, αφού αυτές μειωθούν στο ελάχιστο, μέσα από αστείες μεθοδεύσεις, στις περισσότερες των περιπτώσεων δεν τηρούνται από τους τιμωρημένους, αλλά και από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς που υποτίθεται ότι είναι υπεύθυνοι για την τήρησή τους.
Περνούν έτσι το μήνυμα ότι αυτοί είναι υπεράνω τους, με αποτέλεσμα οι συμμορίες των οργανωμένων χουλιγκάνων οπαδών να θεωρούν ως δεδομένο πως ό,τι και αν κάνουν, δεν θα τους κάνουν και αυτούς τίποτα.

Στην Ελλάδα δεν κάνουμε καμία απολύτως προσπάθεια να περιορίσουμε την «οπαδική βία». Φυσικά η Ελλάδα δεν μπορεί να λύσει το παγκόσμιο φαινόμενο της βίας. Μπορεί όμως να προστατεύσει τον αθλητισμό της από τα κρούσματα της βίας, όπως το πέτυχαν πολλές χώρες στον πλανήτη σε σημαντικό βαθμό. Αν και αξίζει να προσπαθήσουμε, δείχνουμε όμως ότι δεν το θέλουμε.
Η πολιτεία, με την όποια κυβέρνηση, είναι άβουλη. Επίσης, και οι ομάδες που αποτελούν τον δεύτερο κομβικό παράγοντα. Οι εκάστοτε κυβερνήσεις φοβούνται μην χάσουν ψηφοφόρους και οι ομάδες μην χάσουν τους πελάτες. Αν αναρωτηθείτε ποιοι είναι όμως οι ψηφοφόροι και οι πελάτες; Οι λίγοι κάφροι ή οι πολλοί φυσιολογικοί άνθρωποι και φίλαθλοι; Αυτοί που πάνε στο γήπεδο μεθυσμένοι, χαπακωμένοι, με φωτοβολίδες επάνω τους ή μήπως αυτοί που θέλουν να πάνε με τη γυναίκα τους και τα παιδιά τους να ευχαριστηθούν, να περάσουν όμορφα και να ξοδέψουν τον χρόνο τους και τα χρήματά τους διασκεδάζοντας;
Πολιτεία και ομάδες δεν έχουν τη στοιχειώδη δύναμη που απαιτείται για να υπηρετήσουν την απλή – κοινή λογική. Τη σωστή!
Ο πρωθυπουργός στη συνάντηση μόλις πριν λίγο καιρό με τους εκπροσώπους των Big 4 για την οπαδική βία (με αφορμή τη δολοφονία του οπαδού στη Φιλαδέλφεια), πολύ σωστά εντόπισε το πρόβλημα μακριά από τα γήπεδα και πιο κοντά σ’ άλλα φαινόμενα που θέλουν να «εκμεταλλευτούν» τον κόσμο που συγκεντρώνεται γύρω από το ποδόσφαιρο. Τι αποφάσισαν όμως;

Α. Έγινε καταρχάς προσπάθεια να ριχθούν σε όλους ευθύνες, μειώνοντας αυτές που έχει το ελληνικό κράτος. Λες και δεν διέσχισε τη μισή Ελλάδα ανενόχλητο το κομβόι των Κροατών χουλιγκάνων.
Β. Να κλείσουν για 28η φορά οι σύνδεσμοι οπαδών, αλλά και να επιστρέψει η αστυνομία στις εισόδους των γηπέδων. Από εκεί που όταν έφυγε, μειώθηκαν τα επεισόδια. Πιστεύω ότι από τη συνύπαρξη οπαδών και αστυνομικών θα δημιουργηθούν νέες δυσάρεστες καταστάσεις. Τις περισσότερες από τις εξαγγελίες που ακούσαμε περί μέτρων, τις έχουμε ακούσει άλλες 100 φορές στο παρελθόν.

«Χωράει» πολλή συζήτηση, αν έχουν να προσφέρουν το παραμικρό, αλλά κυρίως αν οι περισσότερες από αυτές είναι εφαρμόσιμες. Είναι γνωστό ότι με τον «νόμο Ορφανού» που προέκυψε το ιδιώνυμο (τον σκληρότερο που έχει γίνει στην Ελλάδα), τα επεισόδια μειώθηκαν σημαντικά, οι θεατές αυξήθηκαν, το περιβάλλον έγινε πιο υγιεινό. Και όμως το 2007, μετά τις εκλογές, η ίδια η Ν.Δ. «άδειασε» τον Ορφανό και ακύρωσε τον «νόμο Ορφανού». Έφτανε να πέσουν οι πρώτες ποινές για να θορυβηθεί η κυβέρνηση από αντιδράσεις οργανωμένων οπαδών και να πάρει πίσω όσα η ίδια θεσμοθέτησε.
Τι γίνεται όμως σε προηγμένες ποδοσφαιρικά χώρες; Έχοντας παρακολουθήσει τη σχολή Προπονητών Ποδοσφαίρου Ιρλανδίας – Αγγλίας, όπως κι έχοντας γνωρίσει την εμπειρία ομάδων εκεί, καθώς και επιμορφωτικών σεμιναρίων, μπορώ να αναφερθώ σε κάποιες αποφάσεις που έλαβαν και που αντιμετωπίζουν με σημαντικό βαθμό επιτυχίας το συγκεκριμένο πρόβλημα.
1ο. Όσοι συλλαμβάνονται εκτός γηπέδου σε οπαδικά επεισόδια, κατευθείαν μέσα στη φυλακή μέχρι να γίνει η δίκη.
2ο. Για τα επεισόδια εντός γηπέδου υπεύθυνη πρέπει να είναι πάντα η γηπεδούχος ομάδα. Αυτή πρέπει να διασφαλίσει πως δεν θα γίνει το παραμικρό στο «σπίτι της». Αν γίνει κάτι, θα πρέπει να είναι σε θέση να εντοπίσει άμεσα τον δράστη, αφού τα ηλεκτρονικά μέσα παρακολούθησης εντός χώρων γηπέδου είναι υποχρεωτικά και μπορούν να ταυτοποιήσουν τον κάθε παραβάτη. Όταν για «κάποιο λόγο» κάπια δεν λειτουργήσουν και δεν χρησιμοποιηθούν ώστε να αξιοποιήσουμε τις δυνατότητες που μας δίνουν, σημαίνει πως κάποιοι δεν θέλουν να τα χρησιμοποιήσουν.
Τότε ας το πληρώσουν και μάλιστα πολύ ακριβά, με άμεση αφαίρεση βαθμών και με χρηματικό πρόστιμο μεγάλο.
3ο. Σε καμία σοβαρή ποδοσφαιρική χώρα δεν μπορεί κανείς αντιπρόεδρος ομάδας να πετάξει μια φούστα στον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου. Πολύ απλά θα συλληφθεί, θα φυλακιστεί, θα καθαιρεθεί, όπως, επίσης, και θα του απαγορευτεί η διά βίου ενασχόληση με το άθλημα. Επίσης, δεν μπορεί κανένα αφεντικό της όποιας ομάδας ή και άνθρωποί του να την «πέσουν» στους διαιτητές με σπάσιμο πόρτας, λεκτική ή σωματική βία. Οι αρμόδιες αρχές ποδοσφαιρικές, αλλά και δικαστικές, έχουν κόψει με τη μία τον βραχνά αυτό, καθορίζοντας σαφέστατα τα όρια και τους ρόλους του καθενός. Στην πράξη όμως, όχι στη θεωρία.
4ο. Όποιος προκαλέσει επεισόδια, αφού συλληφθεί και τιμωρηθεί, υποχρεούται για μεγάλο χρονικό διάστημα την ώρα των αγώνων να δίνει το «παρών» στο Αστυνομικό Τμήμα.
Όλα αυτά τα μέτρα είναι για όλους ίδια, ανεξαρτήτως ονόματος. Προστατεύουν έτσι το ποδοσφαιρικό τους προϊόν και το βελτιώνουν συνεχώς. Γήπεδα που πληρούν όλες τις σύγχρονες προδιαγραφές με χώρους για όλη την οικογένεια (εστιατόρια – καφέ – μπόουλινγκ). Κάνουν μεγάλες επενδύσεις και προσελκύουν περισσότερους φιλάθλους – καταναλωτές. Αυτούς οι οποίοι πηγαίνουν στο γήπεδο με διάθεση να ξοδέψουν πέραν του εισιτηρίου. Οικογένειες ολόκληρες που βλέπουν τον ποδοσφαιρικό αγώνα ως γιορτή ή καλύτερα ως διασκέδαση του Σαββατοκύριακου. Άρα έχουν την απαίτηση να παρακολουθήσουν τον αγώνα κάτω από τις καλύτερες συνθήκες. Φυσικά ούτε λόγος για συνθήκες ελληνικών γηπέδων που προσβάλουν την αισθητική και την αθλητική κουλτούρα κάθε υγιούς σκεπτόμενου ανθρώπου.

Τα γεγονότα στο «Γ. Καραϊσκάκης» με τον τραυματισμό Χουάνκαρ έφεραν στην επικαιρότητα το ερώτημα, γιατί δεν έρχονται υψηλού επιπέδου παίκτες στην Ελλάδα, αν και υπάρχει τώρα η δυνατότητα από κάποιους προέδρους να ικανοποιηθούν οικονομικά. Ένας από τους αποτρεπτικούς παράγοντες είναι ότι οι «πολεμικές συνθήκες» που επικρατούν στα γήπεδα της χώρας μας για κάθε ποδοσφαιριστή, να διατρέχει κίνδυνο για τη σωματική του ακεραιότητα, κάνουν τον γύρο του κόσμου και είναι εν γνώση των παικτών και των εκπροσώπων τους.
Σε θετική κατεύθυνση είναι η ανακοίνωση της ΠΑΕ Ολυμπιακός ότι αναζητεί τον δράστη που πέταξε την κροτίδα και δηλώνει ότι θα του απαγορευτεί εφ’ όρου ζωής η είσοδος στο «Γ. Καραϊσκάκης». Πολύ σωστά πράττει. Αυτό πρέπει να κάνουν όλες οι ΠΑΕ. Να συμφωνήσουν στις συνθήκες ομαλής διεξαγωγής των αγώνων. Έτσι δεν θα κινδυνεύουν από την τιμωρία έδρας, βαριά χρηματικά πρόστιμα και ποινές αφαίρεσης βαθμών.
Οι ΠΑΕ λοιπόν θα πρέπει να συμφωνήσουν για το ποδόσφαιρο που θέλουν.
Σ’ αυτό το διάστημα της ποδοσφαιρικής τοξικότητας, δύο γεγονότα που συνέβησαν ήταν άξια αναφοράς, αλλά και θαυμασμού κατά τη γνώμη μου.
Α. Υπόδειγμα αντίδρασης σοβαρής ομάδας από τη Μαρσέιγ η ανακοίνωση που εξέδωσε (με βαρείς χαρακτηρισμούς) για τη βίαιη συμπεριφορά οπαδών της κατά της αποστολής της Λυών.
Β. Η κίνηση του ποδοσφαιριστή της ΑΕΚ Π. Μάνταλου να πάρει αγκαλιά τον μικρό Γιαννάκη (φίλαθλο του ΠΑΟΚ) μαζί με τον αδελφό του Ευθύμη (φίλαθλος της ΑΕΚ αυτός), αναδεικνύοντας το αληθινά συγκλονιστικό γεγονός του ντέρμπι. Αυτό του δικαιώματος της διαφορετικής ομάδας σε μια κοινή αγκαλιά όμως.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το