Πολιτισμός

Σανούρ, η πόλη και η παραλία

Της Άννας Μαρίας Κουτσιρίμπα – Σεμιλιέτωφ,
φιλολόγου – συγγραφέα*

Μέναμε στο Σανούρ, μια πόλη με όμορφη αμμώδη παραλία περίπου 5 χιλιομέτρων στα νοτιοανατολικά του νησιού. Σε αυτή την παραλία κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι ιαπωνικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν για να καταλάβουν το νησί. Σήμερα διαθέτει μια σειρά από ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις και εστιατόρια. Θεωρείται πιο ακριβή, αλλά είναι πολύ πιο ήσυχη από την κοσμοπολίτικη Κούτα που θα επισκεφτούμε στη συνέχεια.
Δίπλα στο ξενοδοχείο μας, ένα ακόμη, το Grant Inna, με τις πύλες σε αρκετή απόσταση για τη διέλευση των οχημάτων και τον πολύχρωμο δράκοντα πάνω από το θυρωρείο της εισόδου.
Περνάμε τις πύλες για την είσοδο στην παραλία. Δεξιά και αριστερά για τους πεζούς και στο κέντρο ανάμεσα στις πέτρινες πόρτες για τα αυτοκίνητα. Ένα πολύχρωμο μνημείο με το άγαλμα μιας γυναίκας που πλαισιώνεται από μια καρδιά μάς προϋπαντεί. Θα αντικρίσουμε παραδοσιακά ψαροκάικα, αλλά και τα σκάφη που μεταφέρουν τον κόσμο στο απέναντι νησί, το Penida. Θα απολαύσουμε μια όμορφη βόλτα κατά μήκος της παραλίας, παρακολουθώντας τους ψαράδες στο έργο τους.

Ο ναός Blanjong

Όταν άρχισε η τουριστική τους ανάπτυξη, στην παραλία δημιουργήθηκε ένα ξενοδοχείο πολυώροφο, το Bali Beach Hotel, που το αποτέλεσμα όμως δεν άρεσε στις αρχές και τους ντόπιους, με αποτέλεσμα να ψηφιστεί νόμος όπου απαγόρευε οι ξενοδοχειακές μονάδες να είναι ψηλότερες από τους φοίνικες και τα άλλα δέντρα του νησιού. Με αυτόν τον τρόπο φρόντισαν να εξασφαλίσουν και να διαφυλάξουν τη φυσική ομορφιά από κάποια τσιμεντένια και άθλιας αισθητικής τερατουργήματα. Πολύ καλό μέτρο και τα περισσότερα ξενοδοχεία είναι καλαίσθητα σε μπαλινέζικη αρχιτεκτονική με κήπους από πολύχρωμα φυτά και δέντρα και σιντριβάνια.

Το Kain poleng είναι ένα καρό μαυρόασπρο ύφασμα που συμβολίζει την πάλη του καλού με το κακό. Θα το συναντάμε διαρκώς στο νησί και αποτελεί έμβλημα της πόλης Σανούρ. Θα το βλέπουμε τυλιγμένο στα δέντρα, στους ναούς τους, φορεμένο από τους Μπαλινέζους σαν σαρόνγκ. Πίσω από αυτό κρύβεται μια ολόκληρη φιλοσοφία. Εκτός από το καρό άσπρο μαύρο που θυμίζει σκακιέρα, μπορούμε να το δούμε και σε γκρι ή σε κόκκινο. Το λευκό αντιπροσωπεύει το καλό και το μαύρο το κακό. Η φιλοσοφία τους έγκειται στο γεγονός ότι το καλό με το κακό συνυπάρχουν γιατί μόνο με αυτόν τον τρόπο υπάρχει ισορροπία στο σύμπαν, είναι ο αμοιβαίος δυισμός. Για να υπάρχει μέρα πρέπει να υπάρχει και νύχτα, για να υπάρχει γέννηση πρέπει να υπάρχει και θάνατος, για να μπορεί κανείς να χαρεί την ευτυχία, θα πρέπει να υπάρχει και περίοδος θλίψης, διαφορετικά δεν υπάρχει ισορροπία. Στην ουσία δεν είναι η πάλη του καλού με το με κακό για το ποιος θα επικρατήσει, όπως πιστεύουν μερικοί, αλλά η αρμονία του σύμπαντος. Και αυτή η αρμονία επιτυγχάνεται με τα ζυγά τετράγωνα που εναλλάσσονται ομοιόμορφα. Τυλίγουν με αυτά τα δέντρα τους γιατί πιστεύουν ότι ένα πνεύμα κατοικεί σε αυτό και το ύφασμα επισημαίνει την ιερότητα του χώρου. Πιστεύουν ότι με αυτό προστατεύουν τα μέρη ή τα αντικείμενά τους από αρνητικές δυνάμεις, από το κακό. Στην αρχή προορίζονταν για ιερείς και ηγεμόνες. Στις θρησκευτικές τελετές τους το φορούν οι χορευτές τους.

Θεότητα με το καρό ύφασμα

Το Μουσείο Le Mayer είναι ένα κομψό δείγμα μπαλενέζικης αρχιτεκτονικής στην παραλία. Χαρακτηριστική η είσοδος και τα παραθυρόφυλλα. Περιέχει πίνακες ζωγραφικής με έντονα χρώματα, αλλά και ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Σε αυτό το σπίτι έζησε ένας Βέλγος καλλιτέχνης, από όπου πήρε το όνομά του, στη δεκαετία του ’30, όπου γνώρισε μια χορεύτρια του τοπικού χορού Lagong, έφτιαξαν αυτό το σπίτι και το διακόσμησαν με πέτρινα ανάγλυφα και ξυλόγλυπτα. Μετά τον θάνατο και της χορεύτριας το 1985 το σπίτι κληροδοτήθηκε στην κυβέρνηση και λειτουργεί ως μουσείο.
Το Blanjong Temle Sanur είναι ο αγαπημένος ναός των ντόπιων. Το όνομα του ναού αποτελεί μείγμα δυο λέξεων, «κομμάτια και ψάρι». Και αυτό γιατί οι ντόπιοι πιστεύουν πως στην παραλία κοντά στον ναό βρέθηκε μια ψαρόβαρκα που του έδωσε το όνομά της. Ο ναός φιλοξενεί τον περίφημο πυλώνα του 10ου αιώνα. Τεράστιοι πέτρινοι δράκοντες προστατεύουν τον ναό.

Στην είσοδο του ξενοδοχείου Grand Inna

Στην όμορφη παραλία του Mertasari Beach με τα ήρεμα κύματα που είναι κατάλληλη για παιδιά και οικογένειες, μπορούμε να χαρούμε τον ήλιο και τη θάλασσα, να περπατήσουμε, αλλά και να ασχοληθούμε με θαλάσσια σπορ. Σε όλες τις παραλίες της πόλης θα συναντήσουμε παράγκες με καφέ και πρόχειρο φαγητό. Είναι κατάμεστες τα Σαββατοκύριακα από ντόπιους από το πρωί μέχρι αργά το βράδυ. Τις καθημερινές όμως σπάνια γεμίζουν, αφού οι ντόπιοι εργάζονται ώς αργά το απόγευμα και η νύχτα έρχεται νωρίς.
Αφήνουμε την παραλία και συνεχίζουμε τη βόλτα μας στην πόλη όπου θα περπατήσουμε ανάμεσα σε καταστήματα με είδη παραδοσιακής τέχνης, κυρίως με ξυλόγλυπτα, κοσμήματα, χειροποίητα υφάσματα μπατίκ και με πίνακες ζωγραφικής που αποτυπώνουν τη ζωή στα νησιά της Ινδονησίας. Συναντάμε πολλά μικρά καφέ και εστιατόρια, αλλά και ξενοδοχεία όμορφα διακοσμημένα με χαρακτηριστικά πέτρινα αγάλματα και μικρά σιντριβάνια. Τα εστιατόριά τους γεμίζουν από τουρίστες. Είναι η ώρα να δειπνήσουμε σε ένα από αυτά και να αφήσουμε το βλέμμα μας να παρακολουθεί τη ζωή και τις συνήθειες των ντόπιων.
Συνεχίζεται…
*Οι φωτογραφίες είναι του Μιλτιάδη και του Γιώργου Σεμιλιέτωφ.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το