Άρθρα

“Το Κοιμητήριο ως χώρος μνήμης και πολιτισμού”

του Γιάννη Πολυμενίδη*

Στο κοιμητήριο, συγχρόνως με τα ταφικά έθιμα και την έκφραση των συναισθημάτων πένθους, συμβαίνουν και άλλες διαφορετικές δραστηριότητες. Όλες αυτές οι διαφορετικές δραστηριότητες, επηρεάζουν τον τρόπο που ορίζει κάποιος το κοιμητήριο (Francis 2003).
Οι χώροι ταφής χαρακτηρίζονται ως τοπία με νόημα. Πράγματι ο χώρος του κοιμητηρίου είναι περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο χώρο, ένα τοπίο φορτισμένο με πολύ έντονα συναισθήματα. Επισκεπτόμαστε συνήθως τέτοιους χώρους όταν αισθανόμαστε θλίψη ή αναστάτωση και για τον λόγο αυτό είναι τοπία με ιδιαίτερο χαρακτήρα και σημασία (Worpole 2003, Γναφάκη 2016).

Η λατρεία των προγόνων και ο σεβασμός στα ανθρώπινα λείψανα είναι σύνηθες φαινόμενο στις κουλτούρες των περισσότερων κοινωνιών. Οι χώροι ταφής θεωρούνται πολιτισμικά ως «ένα μέρος, εκτός», καθαγιασμένο και σεβαστό, ενώ κάποιες φορές προκαλούν φόβο. Πρόκειται για τοπία που «εξουσιάζουν το μυαλό». Το γεγονός του θανάτου αποτέλεσε την κύρια πηγή έμπνευσης για τις πολλές και διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις που έχουν προκύψει από τις ανθρώπινες κοινωνίες και πολιτισμούς σε όλη την ιστορία του κόσμου. Από τον ισχυρισμό αυτό προκύπτει το συμπέρασμα ότι αποδίδεται στους χώρους και τις πρακτικές ταφής ιδιαίτερα σημαντική και συμβολική αξία (Worpole 2003, Γναφάκη 2016).
Ο άνθρωπος που βιώνει τη χωρική εμπειρία σε ένα νεκροταφείο έρχεται σε επαφή με ανάμεικτα συναισθήματα και σκέψεις. Τα τοπία των νεκρών είναι πάντα ταυτόχρονα τοπία που απευθύνονται στους ζωντανούς, ενώ αποτελούν για τον άνθρωπο υπενθύμιση της φθαρτότητάς του. Είναι αυτή η ταύτιση ζωής και θανάτου που δίνει στον χώρο ταφής την ιδιαίτερη και αξιοπρόσεκτη φύση του και τη συναισθηματική του δύναμη (Worpole 2003, Γναφάκη 2016).

Ο Warner ανέλυσε το κοιμητήριο ως «συλλογική αναπαράσταση», ένα ιερό συμβολικό αντίγραφο της κοινότητας των ζωντανών, που εξέφραζε πολλές από τις βασικές πεποιθήσεις και αξίες της. Το κοιμητήριο είναι ένα συγκεκριμένο είδος κοινωνικού, οριοθετημένου χώρου, όπου οι καθημερινές τελετές μνήμης, διατηρούν τις σχέσεις μεταξύ των «πνευματικών» νεκρών και των «κοσμικών» ζωντανών (Francis 2003, Warner 1959).
Εξαιτίας της παραπάνω ιδιαίτερης συναισθηματικής φόρτισης, το κοιμηρήριο συνιστά ένα πολύ σημαντικό τοπίο μνήμης. Αυτό συμβαίνει διότι όλη η ανθρώπινη μνήμη βρίσκεται κυριολεκτικά θαμμένη μέσα στο τοπίο και ο άνθρωπος τη βιώνει και την ανακαλύπτει κινούμενος μέσα σε αυτό. Ο Miralles αντιμετωπίζει το κοιμητήριο σαν ένα «κοινωνικό τοπίο». Επιδιώκει μέσα σε αυτό, να δημιουργήσει κοινωνικές σχέσεις, μεταβάλλοντας τον ρόλο του και μετατρέποντάς το σε πάρκο. Αν και πρόκειται για τοπίο μνήμης, το νεκροταφείο του Miralles είναι στην πραγματικότητα ένα τοπίο κοινωνικών συναναστροφών και συμφιλίωσης με την πραγματικότητα. Δεν είναι ένα μνημείο για τον θάνατο, αλλά αντίθετα ένα πάρκο για τη ζωή (Γναφάκη 2016).

Τα ταφικά μνημεία αποκαλύπτουν τις πολιτιστικές απόψεις και αξίες της εκάστοτε κοινωνίας και αποτελούν σημαντική πηγή για τη μελέτη της κοινωνικής και πολιτιστικής ιστορίας. Αποτελούν φορείς μνήμης και συνιστούν ισχυρούς δείκτες μιας μεταθανάτιας ταυτότητας, με σημαντική πολιτισμική αναφορά (Αντζουλάτου-Ρετσίλα 2004).
Οι χώροι ταφής λειτουργούν επίσης ως βιβλιοθήκες προηγούμενων ζωών, πεποιθήσεων και αντικειμένων, που μπορούν να διαβάσουν ξανά και ξανά οι επόμενες γενιές. Όπως οι βιβλιοθήκες, έτσι και τα κοιμητήρια είναι ήσυχα, ταξινομημένα και σχολιασμένα (Worpole 2003).
Ένας λόγος για τον οποίο οι χώροι ταφής στα κοιμητήρια, συχνά φαίνεται να ασκούν μια τόσο ενεργή παρουσία, είναι ότι είναι γεμάτα από ονόματα, βιογραφικά στοιχεία, εικόνες και επιτύμβιες στήλες, υποστηρίζοντας περαιτέρω την ιδέα ότι λειτουργούν πραγματικά σαν πέτρινες βιβλιοθήκες. Η έλλειψη της επιγραφής στη σύγχρονη αστική αρχιτεκτονική και τον σχεδιασμό, αποτελεί μέρος της απώλειας ταυτότητας και του νοήματος (Worpole 2003).
Πράγματι, τα κοιμητήρια είναι κέντρα βαθιάς έκφρασης πολιτισμού και αναπαράστασης, στα οποία καταγράφηκαν συνηθισμένες ζωές, επαγγέλματα και ανθρώπινα χαρακτηριστικά (Worpole 2003).

Τα υλικά στοιχεία του κοιμητηρίου (ο χώρος, τα μνημεία και οι επιγραφές), επανατοποθετούν τους νεκρούς, στο σήμερα και κυρίως στον χώρο και έτσι συμβολικά συμβάλουν στη διατήρηση της οντότητάς τους και επιβεβαιώνουν την κοινωνική τους ύπαρξη, μέσω της μνήμης. Ο Warner (1959) ορίζει τις υλικές ιδιότητες του κοιμητηρίου, ως ένα χώρο σαφώς οριοθετημένο, εσωτερικά διαμορφωμένο, όπου τα μνήματα είναι συγκεκριμένα τοποθετημένα, οριοθετημένα και επισημασμένα με επιγραφές που προσδιορίζουν είτε μεμονωμένα άτομα, είτε οικογένειες ή ομάδες ατόμων. Ο ορισμός του κοιμητηρίου, ως ένα υλικό κατασκεύασμα, δίνει τη δυνατότητα και μιας ιστορικής και διαπολιτισμικής συσχέτισης. «Τα σύμβολα του θανάτου μιλάνε για τη ζωή και τα σύμβολα της ζωής μιλάνε για τον θάνατο» (Francis 2003, Warner 1959).

* τοπογράφου μηχ. – υποψ. διδάκτορα
Πολεοδομίας Χωροταξίας,
αν. δ/ντή Κοιμητηρίων Δήμου Βόλου

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το