Πολιτισμός

Πρωτότυπη έκθεση με παλιά παιχνίδια από την Παρασκευή στο Βόλο

Παιχνίδια που κατασκευάστηκαν πριν από πολλές δεκαετίες και ανασύρουν μνήμες οικίες και αγαπημένες από την παιδική ηλικία, θα παρουσιαστούν σε λίγες ημέρες στην έκθεση «Το παλιό ελληνικό παιχνίδι», που διοργανώνει ο Βαγγέλης Χρυσάνθης, ιδιοκτήτης του καφέ «Φίλοιστρον» και θα επιμεληθεί ο συλλέκτης Μιχάλης Νικολάου. Οι δύο άνδρες μίλησαν για την έκθεση, που θα ξεκινήσει την Παρασκευή 10/2 και υπόσχεται να αποκαλύψει έναν κόσμο μοναδικό και αξεπέραστο, αυτόν του ελληνικού παιχνιδιού, ο οποίος μέχρι και σήμερα ασκεί μία απαράμιλλη γοητεία.

Ο Βαγγέλης Χρυσάνθης λίγα 24ωρα πριν από τα εγκαίνια, αναφέρθηκε στις προσδοκίες που έχει για την έκθεση. «Είμαι συλλέκτης κι εγώ. Ο Μιχάλης Νικολάου, ο οποίος θα έχει και την επιμέλεια της έκθεσης, συλλέγει κυρίως παιχνίδια. Είπαμε να κάνουμε μία απόπειρα, γιατί θεωρούμε ότι υπάρχει ενδιαφέρον. Θα δώσουμε την ευκαιρία σε ανθρώπους μεγαλύτερης, κυρίως, ηλικίας να θυμηθούν τα παλιά τους παιχνίδια, ενώ θα μπορέσουνε και τα σημερινά παιδιά που θα μας επισκεφτούνε να δούνε πράγματα που δεν έχουν αντικρίσει ποτέ άλλοτε στη ζωή τους. Ίσως και να έπαιξε ρόλο το γεγονός ότι ακούω συχνά να λένε πως δεν μας ικανοποιεί η σημερινή ζωή και τα ωραία πράγματα βρίσκονται στις αναμνήσεις των παιδικών μας χρόνων», είπε ο ιδιοκτήτης του χώρου, ενώ στη συνέχεια αποκάλυψε περισσότερες λεπτομέρειες για την έκθεση: «Θα καλύψουμε ένα ευρύ φάσμα. Στα εκθέματα θα περιλαμβάνονται και προπολεμικά παιχνίδια, ενώ θα φτάσουμε μέχρι τη δεκαετία του 1990. Μέχρι εκείνη τη χρονιά υπήρχαν πολλές εταιρείες, αλλά και βιοτεχνίες που έφτιαχναν παιχνίδια στην Ελλάδα. Είχαμε και στο Βόλο τέτοια παραδείγματα. Φυσικά όλα αυτά γίνονταν πριν ακόμη κατακλυστούμε από τα πλαστικά παιχνίδια».
Τα τσίγκινα παιχνίδια θα κατέχουν περίοπτη θέση στις προθήκες, με τον κ. Χρυσάνθη να σημειώνει: «Τότε κυριαρχούσε ο τσίγκος. Σε κάποιες περιπτώσεις μέχρι και παλιές κονσέρβες χρησιμοποιούνταν ως πρώτη ύλη για την κατασκευή τους. Όμως, παρά την απλή κατασκευή τους, σε ωθούσαν να δουλέψεις τη φαντασία σου. Δημιουργούσες σκηνές και καταστάσεις. Τώρα κυριαρχεί η αποχαύνωση μπροστά από την οθόνη ενός υπολογιστή. Αν συγκρίνουμε το χθες με το σήμερα, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι σήμερα δεν υπάρχει παιχνίδι. Οι περισσότεροι γονείς δίνουν στα παιδιά τους ένα tablet και τα αφήνουν να περάσουν έτσι την ώρα τους. Αυτό για μένα δεν είναι παιχνίδι, αλλά καθιστική μοναχική απασχόληση».

Την επιμέλεια της έκθεσης θα έχει ο Μιχάλης Νικολάου, 42 ετών, ο οποίος από το 2009 συλλέγει φανατικά παλιά ελληνικά παιχνίδια και πλέον στην κατοχή του έχει χιλιάδες είδη. Ο Βολιώτης συλλέκτης μίλησε για το πώς προέκυψε η συγκεκριμένη ενασχόλησή του, η οποία στη συνέχεια εξελίχθηκε σε κάτι περισσότερο από ένα απλό χόμπι: «Το 2009 επισκέφτηκα τα Γιαννιτσά, απ’ όπου κατάγεται η γυναίκα μου. Έκανα βόλτα στην πόλη. Κάποια στιγμή μπήκα σε κάτι δρόμους, όχι κεντρικούς, και βρήκα ένα παιχνιδάδικο από τα παλιά. Έτσι όπως κατέβαινα, είδα στη βιτρίνα ένα παιχνίδι που είχα μικρός. Μόλις το αντίκρισα, κοντοστάθηκα. Έκανα ένα βήμα πίσω και το κοίταξα με συγκίνηση. Βγήκε έξω ο ιδιοκτήτης του, ένας ηλικιωμένος κύριος και με ρώτησε «Τι κοιτάς;». Του απάντησα «τα παιχνίδια που είχα, όταν ήμουν παιδί». Με προσκάλεσε στο κατάστημά του και τελικά εκείνη την ημέρα, αγόρασα ό,τι είχε. Γέμισα όλο το αυτοκίνητο. Τώρα πια εκτός από παιχνίδια έχω και παλιά σχολικά, βιβλία, μολύβια, κασετίνες, στο σύνολο κοντά στα 3.000 κομμάτια. Τα πιο παλιά παιχνίδια που έχω, είναι δύο προπολεμικές τσίγκινες κουδουνίστρες της ΕΚΑΜ, άλλης μίας ελληνικής εταιρείας».

Έχοντας εντρυφήσει στην ιστορία του ελληνικού παιχνιδιού, «φώτισε» ένα άγνωστο κομμάτι των πρώτων χρόνων της μεταπολεμικής Ελλάδας: «Η ελληνική παραγωγή παιχνιδιών κάποτε ήταν αξιοσημείωτη. Η Lyra και η El Greco έκαναν απίστευτες πωλήσεις. Από την περιοχή μας είχαμε κι έναν από τους μεγαλύτερους κατασκευαστές παιχνιδιών: Τον Χρήστο Παπαευαγγέλου, ο οποίος ήταν ιδρυτής της εταιρείας FINO. Είχε καταγωγή από Αλμυρό. Τη δεκαετία του ’50 έκανε τρομερές πωλήσεις. Εκείνα τα χρόνια αντέγραφαν τους ξένους. Για παράδειγμα, κυκλοφορούσαν ένα παιχνίδι οι Γιαπωνέζοι, το έπαιρναν οι δικοί μας και κατασκεύαζαν κάτι αντίστοιχο. Αξιοσημείωτο είναι ένα περιστατικό με την ΕΛ.ΒΙ.Π., δεν υπάρχει πια, που είχε αντιγράψει τον Πλούτο, ένα κουρδιστό σκυλάκι. Ήρθαν οι Αμερικάνοι έκαναν ασφαλιστικά μέτρα και το σταμάτησαν. Δεν πρόλαβαν να κυκλοφορήσουν πολλά τεμάχια, αλλά εγώ έχω ένα. Οι τίτλοι τέλους του ελληνικού παιχνιδιού έπεσαν στις αρχές της δεκαετίας του ‘90. Τότε έκλεισαν οι τελευταίες εταιρείες στη χώρα μας. Κάπου στα 1990-‘91. Μέχρι το 1960 σημείο αναφοράς ήταν τα τσίγκινα παιχνίδια. Σταμάτησαν να παράγονται τότε και απαγορεύτηκαν, γιατί θεωρήθηκαν επικίνδυνα για τα παιδιά. Τα έφτιαχναν μέχρι και από κονσερβοκούτια, για να μειώσουν το κόστος, γιατί μην ξεχνάμε ότι υπήρχε φτώχεια στην Ελλάδα. Στις οικοτεχνίες βοηθούσε όλη η οικογένεια στην κατασκευή ενός παιχνιδιού. Μάζευαν π.χ. άδειες κονσέρβες ή κουτιά από γάλα και μετά τα έπαιρναν στα σπίτια τους και κατασκεύαζαν παιχνίδια. Σε πολλά μπορεί να τύχει να το γυρίσεις και να δεις από κάτω από ποιο προϊόν προερχόταν. Αυτά ήταν τα λεγόμενα «πανηγυριώτικα» παιχνίδια. Ήταν και πιο οικονομικά, αφού δεν διέθεταν μηχανισμούς. Απευθύνονταν περισσότερο στον απλό λαό».

* Η έκθεση «Το παλιό ελληνικό παιχνίδι» θα λειτουργήσει καθημερινά τις ώρες 09.30-15.00 και 17.00-23.00 από τις 10 μέχρι τις 17 Φεβρουαρίου στο καφέ «Φίλοιστρον» (Τ. Οικονομάκη 54Α, μεταξύ Σπ. Σπυρίδη και Δον Δαλεζίου).

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το