Τοπικά

Όταν το όνειρο για υιοθεσία «παγώνει» λόγω γραφειοκρατίας – Τι περιγράφει Βολιώτισσα στη «Θ» που ξεκίνησε τις διαδικασίες

Η αγάπη της για τα παιδιά την ώθησε να ξεκινήσει τη διαδικασία για υιοθεσία. Η διαδικασία με την οποία η πολιτεία διαχειρίζεται το ζήτημα των υιοθεσιών την έκανε να «παγώσει» τη διαδικασία αυτή παρόλο που το όνειρο για ένα παιδί δεν σβήνει. Η κ. Κ. από τον Βόλο είναι παντρεμένη και ξεκίνησε τις διαδικασίες για υιοθεσία πριν από περίπου 10 χρόνια. «Καταρχάς αυτό που πρέπει να σκεφτεί ένας άνθρωπος που θέλει να ζητήσει ένα παιδί, και αυτό που έκανα και εγώ με τον άντρα μου, είναι να σκεφτεί για ποιο λόγο θέλει το υιοθετήσει. Ζούμε σε μία επαρχιακή πόλη αλλά και στους δύο δεν άρεσε αυτό που ακούγαμε από τους γονείς και τους παππούδες για άλλα ζευγάρια ότι υιοθέτησαν ένα παιδί για να τους γηροκομήσει ή ότι κάποιος υιοθέτησε ένα παιδί και δεν του βγήκε καλό. Αυτά δεν μας άγγιζαν. Δεν μας άρεσε καθόλου αυτός ο τρόπος σκέψης. Ο σκοπός για τον οποίο φτάσαμε στην υιοθεσία θέλαμε να είναι καθαρά μη εγωιστικός. Δηλαδή όχι η ανάγκη να αποκτήσουμε ένα παιδί για τους δικούς μας λόγους, αυτούς τους τυπικούς, αλλά επειδή αγαπάμε τα παιδιά».
Μιλώντας στη «Θ» ανέφερε ότι η ίδια και ο σύζυγός της αναρωτήθηκαν, αν αγαπούν τα παιδιά όσο πρέπει για να φτάσουν στο σημείο να υιοθετήσουν. «Εμείς πιστεύουμε ότι τα αγαπάμε πάρα πολύ και δεν μας ενδιαφέρει κάτι άλλο» δήλωσε.

Με αυτές τις σκέψεις ξεκίνησαν και είπαν να κάνουν ότι μπορούν και να φτάσουν σε ένα αίσιο αποτέλεσμα. «Δεν επισκεφθήκαμε κάποιο κέντρο γιατί όλα γίνονται πρώτα τηλεφωνικά. Υπήρχε μία διαδικασία και έπρεπε αρχικά να στείλεις κάποιο γράμμα μία επιστολή να αναφέρεις κάποια πράγματα για σένα και το σκεπτικό σου για την υιοθεσία. Αν έκρινε το ίδρυμα στο οποίο είχε στείλει την επιστολή ότι άξιζε να συνεχίσεις, τότε θα σου έστελνε πίσω μία επιστολή ζητώντας περαιτέρω πράγματα για να συνεχίσει η διαδικασία. Είχα επικοινωνήσει με πολλά ιδρύματα σε όλη την Ελλάδα και καταλήξαμε με τον άνδρα μου σε ένα».
Σε επικοινωνία που είχε με τα ιδρύματα ήθελε να της εξηγήσουν πώς γίνεται η όλη διαδικασία ουσιαστικά, ενώ καταλάβαινε και εκλάμβανε ότι ήθελαν απλώς να της πούνε την τυπική διαδικασία.

Με τον σύζυγό της έκαναν το πρώτο βήμα, έστειλαν μία επιστολή και μετά από λίγο καιρό τους ήρθε η απάντηση ζητώντας τους κάποια έγγραφα. «Η αλήθεια είναι ότι διαβάζοντας τα έγγραφα που μου έστειλαν απογοητεύτηκα. Τα βρήκα πολύ στεγνά. Δεν είναι μόνο το τι ζητάνε και ο τρόπος που το ζητάνε. Ειδικά όταν ένας άνθρωπος έχει πόθο να πάρει ένα παιδάκι γιατί νιώθει ότι αυτό το παιδάκι είναι έγκλειστο κάπου. Ζητούσαν τα τυπικά αλλά και κάποιες άλλες πληροφορίες που εμένα μου φάνηκαν άσχημες έτσι όπως της ζητούσαν. Φανταστείτε ότι ζητούσαν να μάθουν πόσα κιλά και τι ύψος έχω εγώ και ο άντρας μου. Θα προσφέρει κάτι στο παιδί αν εγώ είμαι 1,60 η 1,74; Παίρνοντας αυτά τα χαρτιά στα χέρια μου ήταν και ο λόγος που σταμάτησα τη διαδικασία. Είπα όχι. Δεν μπορώ να μπω εγώ σε αυτή τη διαδικασία, εγώ απλώς αγαπάω» εξομολογήθηκε.
Συμπλήρωσε ακόμη πως τα έγγραφα ζητούσαν να έχει την οικονομική ευχέρεια. «Πώς την προσδιορίζεις όμως; Ποιον πρέπει να συναγωνιστώ για να γίνω θέτος γονιός; Γιατί αν κάποιος φανερώνει ένα εισόδημα 100.000 ευρώ, δεν θα μπορέσω να το κάνω, οπότε μη ζητάς να κληθώ να σταθώ σαν υποψήφιος γονέας γιατί θα με βάλεις σε μία διαδικασία που, εκτός του ότι θα μου στερήσει τη χαρά να γίνω γονιός, θα με πονέσει κιόλας όταν είμαι συνειδητοποιημένος και ξέρω για ποιο λόγο θέλω να πάρω ένα παιδάκι. Γιατί έχω να του προσφέρω πράγματα. Ένας άνθρωπος μπορεί να είναι γονιός ακόμα και αν δεν είναι πλούσιος. Και εμείς ως παιδιά μπορεί να στερηθήκαμε τα πλούτη αλλά δεν στερηθήκαμε αυτά που είχαμε πραγματικά ανάγκη» εξήγησε.

Η ίδια τόνισε πως δεν έχουν σημασία μόνο τα ρούχα, το φαγητό και η εκπαίδευση που θα έχει ένα παιδί αλλά και άλλα ουσιαστικά πράγματα. «Σαν παιδί θα ήθελα να βρω έναν άνθρωπο που θα με αγκαλιάζει και θα καταλάβω ότι με αγκαλιάζει, να νιώσω τη ζεστασιά. Ότι αυτός που έχω απέναντί μου θα είναι δίπλα μου και θα με στηρίξει. Με αγκαλιάζει και θα νιώθω τη ζεστασιά του» ανέφερε. Με τον σύζυγό της ξεκίνησαν να συγκεντρώνουν τα χαρτιά όμως δεν τα έστειλαν ποτέ. Σε μετέπειτα επικοινωνίες που είχε με τα ιδρύματα υποστήριξε πως, ενώ αρχικά της είχαν πει ότι υπήρχαν πολλά παιδιά τα οποία μπορούσαν να δοθούν για υιοθεσία μετά τις ανέφεραν ότι δεν υπήρχαν πολλά.
«Αν όντως θέλουμε να φύγουν τα παιδιά από τα ιδρύματα πρέπει να φροντίσουμε να μην υπάρχουν ιδρύματα. Πρέπει να γίνονται οι διαδικασίες αλλιώς. Πρέπει ένα παιδί να μπαίνει σε μία οικογένεια και ο έλεγχος να γίνεται στην οικογένεια μέσα στο σπίτι. Γιατί να γίνεται σε έναν χώρο όπου υπάρχουν όροι και που ένα παιδί θα τηρήσει θέλοντας και μη τους όρους που υπάρχουν εκεί μέσα; Κάποιος που θέλει να υιοθετήσει ένα παιδί πρέπει να το κάνει για να μη στερηθεί το παιδί. Όχι για να μη στερηθεί εκείνος την ανάγκη που έχει για μητρότητα ή πατρότητα. Κοιτάζουμε τους ενήλικες και όχι το παιδί. Εγώ, όμως θα προτιμούσα να κοιτάμε αντίστροφα. Το παιδί πρέπει να πει με ποιους θέλει να είναι και τους λόγους για τους οποίους θέλει να είναι μαζί τους».
Η ίδια είχε απευθυνθεί και στο υπουργείο Εξωτερικών όταν συνέβη το τσουνάμι στην Ινδονησία καθώς υπήρχαν πληροφορίες για παιδιά που έμειναν ορφανά, αλλά και αυτό δεν προχώρησε.

«Μέσα μου το έχω αφήσει προσωρινά μέχρι να δω αν η πολιτεία θα κάνει κάτι καλύτερο. Δεν έχει τελειώσει μέσα μας. Τα χαρτιά είναι σχεδόν μαζεμένα. Περιμένουμε να δούμε, αν θέλει η πολιτεία να βοηθήσει. Ελπίζουμε για το καλύτερο. Το κράτος πρέπει να έρθει και να ελέγξει, αν είμαστε καλοί άνθρωποι, να ρωτήσει τη γειτονιά, το ίδιο το παιδί αν περνάει καλά μαζί μας. Το παιδί θα σου πει την αλήθεια αρκεί να έχει ανοιχτά τα αυτιά σου και να το ακούσεις» δήλωσε.
Όσο για την επιθυμία της να υιοθετήσει τόνισε «Δεν μπορώ να διανοηθώ ότι από μικρή ηλικία ένα παιδί πρέπει να σηκώσει έναν σταυρό που δεν είναι δικός του. Αν μπορώ να το ελαφρύνω ή να του τον πάρω, θα το κάνω με μεγάλη χαρά. Όμως έχω να αντιμετωπίσω αυτόν που του δίνει τον σταυρό».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το