Άρθρα

Οι μνήμες ας φωτίζουν το μέλλον…

Tου Διονύση Λεϊμονή

«Σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σαν να σβήνεις

κι ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον»

Γιώργος Σεφέρης

Με την ευκαιρία του εορτασμού των 200 χρόνων από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης βιώσαμε αυτές τις μέρες ανεπανάληπτες στιγμές κι ας ήταν όλα τόσο δύσκολα φέτος κι ας τα παρακολουθήσαμε βασικά εκ του μακρόθεν. Η απόδοση τιμών στον αγώνα του ’21 ανύψωσε το εθνικό μας αίσθημα, αναπτέρωσε τις ελπίδες μας για ένα αύριο πιο όμορφο, πιο ελπιδοφόρο, πιο υγιές…
Φοβάμαι πάντα τους εορτασμούς, όμως όταν σβήνουν τα φώτα των εκδηλώσεων κι όταν αποσυρόμαστε στα κατ’ ιδίαν της καθημερινότητάς μας, όταν οι μουσικές παύσουν, όταν ο εθνικός μας ύμνος δεν ηχεί ως ύμνος Ελευθερίας, όταν οι φορεσιές του ’21 φαντάζουν ένα φολκλόρ ντύσιμο και τίποτα παραπέρα, τότε φοβάμαι για μια γενιά που αρέσκεται να απορρίπτει και να αποδομεί – ίδιον βέβαια κάθε νέας γενιάς – αλλά περιορίζεται σε μια αμείλικτη κριτική χωρίς να οικοδομεί. Οι μνήμες πρέπει να φωτίζουν το μέλλον κάθε λαού, το παρελθόν να λειτουργεί ως οδηγός για το μέλλον, τα λάθη να αποτρέπουν νέα λάθη κι οι επιτυχίες να μάς τροφοδοτούν με όλα τα εφόδια αντιμετώπισης των σημερινών δυσκολιών. Οφείλουμε λοιπόν να μάθουμε το χθες, οφείλουμε αυτό το χθες να το παραδώσουμε στη νεολαία – κι ας μην ακουστεί αυτό ως παρωχημένη συμβουλή. Αλήθεια, γιατί οτιδήποτε παλαιό να το κάνουμε να φαντάζει άχρηστο; Γιατί να απορρίπτουμε το παλαιό apriori στο όνομα τάχα ενός ανόητο εκσυγχρονισμού;


Γράφοντας πρόσφατα ένα βιβλίο για την Ελληνική Επανάσταση και μάλιστα μια ιστορία που αφορούσε στον τόπο που γεννήθηκα και μεγάλωσα είχα την ευκαιρία να γνωρίσω έναν σπουδαίο ήρωα. Έναν ήρωα που βέβαια η προτομή του δέσποζε και δεσπόζει ακόμα περήφανα στην είσοδο του μικρού τόπου μου, μα μιλιά δεν έβγαζε για την ταυτότητά και τα κατορθώματά του. Και τώρα φαντάζομαι γιατί. Γιατί ποτέ δεν ένιωσα την ανάγκη να τον ρωτήσω, εγώ και πολλοί ίσως που ζήσαμε, ζούμε σ’ αυτό το μέρος. Ποτέ δεν αναρωτηθήκαμε, γιατί στέκει εκεί, τι έκανε; Με ποιους τα ‘βαλε, γιατί αξιώθηκε με την προσωνυμία «ήρωας». Ισως χρειαζόμαστε όλοι μια αφορμή, το έναυσμα για μια «συνομιλία» με το χθες. Γιατί μόλις δόθηκε σ’ εμένα αυτή η αφορμή, έμαθα για τα όνειρά που είχε από παιδί να ελευθερωθεί το γένος μας, για το ότι παράτησε την περιουσία και τον τόπο του να συνεισφέρει στον αγώνα των ομοεθνών του, πως παρόλο που έχασε σε μάχη το όνομά του και τον έλεγαν «γκαβό» κατόρθωσε σαν άλλος «Λεωνίδας» με 300 άντρες να καθυστερήσει την επέλαση του Κιουταχή, πως ενώ σκοτώθηκε, εκεί στο μικρό νησάκι με το αστείο όνομα «Ντολμάς» δυο τρία παλικάρια του πρόλαβαν σερνάμενοι να ειδοποιήσουν τους Αιτωλικιώτες να εκκενώσουν το Αιτωλικό με αποτέλεσμα να μην χαθούν αθώες ψυχές. Άραγε είναι ο μοναδικός βουβός ήρωας ανάμεσά μας, το μοναδικό άγαλμα που προσπερνάμε αδιάφορα, είμαι ο μόνος που αγνοούσα για χρόνια την ιστορία του τόπου μου; Αν ναι, τότε παραδέχομαι το λάθος μου. Αν όχι, ίσως έχει έρθει η ώρα ενδιαφερθούμε, να στρέψουμε το κεφάλι πίσω, να «αναγνώσουμε» στο χθες, να βιώσουμε το χθες, όχι μόνο τιμώντας το εθιμοτυπικά αλλά χρησιμοποιώντας το ουσιαστικά φωτίζοντας το αύριο , το μέλλον μας, τη συνέχειά μας.
Αυτή η επέτειος των 200 χρόνων θέλω να ελπίζω πως θα κρούσει τον κώδωνα της αφύπνισης, της εγρήγορσης, της εκτίμησης της Ιστορίας ως μια ανάγκη επιβίωσης και αποφυγής σφαλμάτων και λαθών. Εύχομαι να μην σβήσουμε τα κομμάτια του παρελθόντος μας ΄όχι μόνο εμείς, κανένα λαός, αλλά να ανάψουμε τη δάδα που θα φωτίσει τα χνάρια μας στο μέλλον…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το