Πολιτισμός

Ο Έλληνας κι η ιστορία

 

Του
ΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ

Πότε ο Έλληνας έρχεται σε επαφή με την ιστορία;
Πότε φεύγει κι εξαφανίζεται και πότε επιστρέφει;
Ούτε φεύγει ούτε εξαφανίζεται, αλλά πάντοτε επιστρέφει. Εκεί που όλοι τον νόμιζαν χαμένο.
Όταν όλος ο κόσμος λοιπόν τον θεωρεί λησμονημένο και νεκρό, ο Έλληνας ξαφνικά σπάει το τζάμι και γράφει ιστορία δημιουργώντας «προβλήματα» στις κυρίες του πλανήτη που τις λένε και μεγάλες δυνάμεις.
Ο Έλληνας ζει πότε στην πυραμίδα των γεγονότων και πότε στην αφάνεια, λένε, τα θεμέλια υπονομεύοντας της ιστορίας τους.
Όταν οι λαοί τον έχουν ξεχασμένο κι είναι σχεδόν αόρατος από την ιστορία, ο Έλληνας ξαναντύνεται τσολιάς, βοσκός της Αρκαδίας και ψαράς της Σκύρου και της Καλύμνου βουτηχτής, για να δηλώσει την παρουσία του, κραδαίνοντας ό,τι βρει μπροστά του.
Ξαναπιάνει το καλέμι κι υποδύεται τον Ζεύξη ή το Λύσιππο μιλώντας κι αγορεύοντας σαν τον Ισοκράτη, υπενθυμίζοντας τον κλασικό του ρόλο.
Όταν τόσοι και τόσοι λαοί και λαοί εξαφανίστηκαν από το πρόσωπο της ιστορίας και δεν ξαναφάνηκαν ποτέ (Χαλδαίοι, Βαβυλώνιοι και Χετταίοι, Γότθοι, Βησιγότθοι κι Οστρογότθοι, Καρχηδόνιοι, Σαβίνοι και Φοίνικες, Πάρθοι, Σκύθες και Ιλλυριοί), ο Έλληνας είναι εδώ, μίζερος, μπερμπάντης και κανάγιας και φωνάζει προς όλες τις κατευθύνσεις «είμαι εδώ και όχι αλλού».
Μπορεί να έχασε εδάφη, κοιτίδες και νησιά, αλλά του έμεινε μια μικρή γωνιά (γωνία πάντως) για να καλλιεργεί, να ψαρεύει και να βγάζει κεφάλι τόσο στον ισημερινό, όσο και στους δυο πόλους.
Μεσόγειος ο τόπος του κι αυτό του έκαμε καλό. Στον χαρακτήρα, στη διάθεση στην καλλιέργεια.
Οπλίστηκε με περίσσιο θάρρος, αν και πλειοδότησε σε αυτοπροβολή – δίχως να έχει άδικο – και διέσχισε καμαρωτός ή και λαβωμένος τις δέλτους της παγκόσμιας ιστορίας.
Αν τον δικαίωσε ή όχι η ιστορία αυτό είναι ζήτημα έλασσον μπροστά στην επιμονή του να διατυμπανίζει την υπεροχή του, έστω και με λαβωμένη την περηφάνεια του.
Δεν τον ένοιαζε ποτέ το μέλλον γιατί κοίταζε το παρελθόν και ζούσε όπως – όπως μέσα στο παρόν, τρεφόμενος με χόρτα και με πεταλίδες. Και βέβαια με θρεφτικές αναμνήσεις.
Ήρωας δεν ήταν κι ας καμωνόταν τον καμπόσο, αλλά τον βοήθησε η ισχυρή του κράση να ανταπεξέλθει τα απανωτά χτυπήματα και τις σφαλιάρες που δέχτηκε στην πορεία της ιστορίας του.
Δε λύγισε κι αυτό μετράει για την επιβίωσή του. Δεν βγήκε μπροστά για να διεκδικήσει, παρόλο που γλυκοκοίταζε τα δικά του μέρη με νοσταλγία και κρυφό καημό και μαράζι.
Ναι! Καημός και μαράζι, δυο λέξεις που δεν υπάρχουν στα λεξικά των ξένων γλωσσών κι είναι από τη μια λιγωτικές κι από την άλλη δυναμωτικές του ήθους και του χαρακτήρα του.
Περπάτησε στις γειτονιές του κόσμου, με ή δίχως δεκανίκια κι άφησε αποτύπωμα, ακόμη και σε ιθαγενή μπουλούκια, όμως γύριζε πάντα πίσω, για να μένει, απ’ όπου περνούσε, η σφραγίδα του και η συμπαθητική μελάνη της ιστορίας και της δύσχρηστης γλώσσας του.
Ο Έλληνας είναι αλήθεια πως ζει σε μια χώρα μακρινή, απομονωμένη από την ιστορία και τις εξελίξεις και μοιάζει σα να τρέφεται μόνο από τα βιβλία.
Ποτέ δεν έφυγε ωστόσο από την ιστορία ούτε κι εκείνη απ’ αυτόν, μα κρύφτηκε περνώντας αθόρυβα πίσω από μια πύλη μυστικιά για να επιστρέψει πιο δυνατός.
Κανείς δε φανταζότανε, από τους δυνατούς ούτε κι υποψιάζονταν ότι υπάρχει κι ότι ζει στην ίδια χώρα που κυλάει ο Ευρώτας και ο Ασωπός και λιμνάζει μια Υλίκη.
Ότι τον χειμώνα λάμπουν το Σούνιο, ο Παρνασσός και το Ερέχθειο.
Ότι ο ήλιος δύει κάθε βράδυ πίσω από τη Σαλαμίνα.
Ότι στην Κρήτη ευδοκιμούν οι ίδιες πάντοτε ελιές και τα διονυσιακά αμπέλια.
Ότι οι σφουγγαράδες χτενίζουν πάντοτε τον ίδιο βυθό.
Ότι οι κρήνες αναβρύζουν το ίδιο νερό από την Κασταλία, την Υπέρεια και τον Ελικώνα.
Άραγε ξέρουν τον Θεόκριτο και το Λογγίνο κι ακούνε σύριγγα, αυλό, λύρα και ζουρνά σε κάθε ρεματιά, βάλτο ή βοσκοτόπι;
Ξέρουν ότι ο Χορός των κοριτσιών είναι πάντα ο ίδιος, υποδυόμενος πότε τις Φοίνισσες και πότε τις Καραγκούνες;
Με τον ίδιο πάντα Αριστοφάνη στο τιμόνι;
Με τον Ευριπίδη οδηγό τους, να τις σέρνει μια στον Κιθαιρώνα μια στο Ζάλογγο, και μια στο απόσπασμα των Γερμανών;
Για όλους τους ουμανιστές του πλανήτη, πάντως, η Ελλάδα ήταν και είναι η ένδοξη κοιτίδα του πνεύματος και το λίκνο της ανδρείας και της πολιτικής αρετής.
(Που δεν ήταν πάντα αρετή)…
Η Ελλάδα ήτανε λοιπόν η πατρίδα της ιστορίας κι η ιστορία πάντα είχε πατρίδα την Ελλάδα.
Το μαρτυράνε τα ερείπια, η γλώσσα κι ο πολιτισμός.
Γιατί από την ιστορία δεν έλειψαν ποτέ ένας Διγενής χερομάχος κι ένας Απολλόδωρος συμπιλητής.
Όσο κι αν οι δυνατοί καμώνονται πως δεν υπάρχουν.
Η συμπαθητική μελάνη της ιστορίας τυπωμένη σε γραμμική Α’ ή Β’ ή με παράξενα ιερογλυφικά στοιχεία θα τους μνημονεύει στους αιώνες…

16-9-2023

Υστερόγραφο: Άγγιξα τις οχτακόσιες λέξεις κι είναι ώρα να φύγω από το προσκήνιο της ιστορίας, για να διατηρηθεί η μαγιά μου στους αιώνες…
Η μαγιά του Έλληνα, θέλω να πω, που κατοικοεδρεύει στην ιστορία, με σκαμπανεβάσματα, βυθίσματα κι αναταράξεις και προπάντων με πείσμα και μεράκι…

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το