Θ Plus

Ο Αριστοφάνης κι η ευρωπαϊκή του καριέρα

του Κυριάκου Παπαγεωργίου

«Η Κωμωδία χρησίμευε για ασφαλιστική βαλβίδα σε αισθήματα που μπορούσαν αλλιώς να εκδηλωθούν με τρόπο πιο βίαιο από τα απλά λόγια»
C.M. Bowra

Είναι γεγονός ότι ο Αριστοφάνης δημιούργησε τεράστια θεματολογία στη δυτική λογοτεχνία. Άλλοι υπήρξαν φίλα προσκείμενοι στο έργο του κι άλλοι εχθρεύτηκαν τη στάση του, τη γραφή και το ύφος του. Ποτέ άλλοτε ένας κωμικός ποιητής δεν ξεσήκωσε τέτοιο λογοτεχνικό σάλο.
Θα σταθώ σε αυτό που έγραψε για το έργο του Αριστοφάνη ο Baldry (Greek Literature): «Λίγα ομορφότερα πράγματα έχει να παρουσιάσει η ελληνική λογοτεχνία απ’ τα τραγούδια των πουλιών του Αριστοφάνη ή τις περιγραφές του απ’ την αγροτική ζωή»…
Αλλ’ ας περιπλανηθούμε στη στάση φίλων και εχθρών του Αριστοφάνη.
Εν αρχή ην ο Κώδικας της Ραβένας που αποτελεί και το πιο πολύτιμο κειμήλιο της Βιβλιοθήκης της, η οποία κατάφερε να διασώσει τις έντεκα αριστοφανικές κωμωδίες. Αν δεν υπήρχε ο Κώδικας δεν θα είχαμε σήμερα τίποτα από Αριστοφάνη.
Αποτελεί ουσιαστικά το τελειότερο αριστοφανικό χειρόγραφο.
Από κει και πέρα αρχίζει ο βίος και τα πάθη του μεγαλύτερου κωμωδιογράφου της ανθρωπότητας. Ένας κωμωδιογράφος που κάνει φύλλο και φτερό την Αθηναίων Πολιτεία. Όλους τους άρχοντες. Μηδενός εξαιρουμένου.

«Τον Δήμον αφεψήσας», λέει ο Αλλαντοπώλης, «καλόν εξ αισχρού πεποίηκα» (για να μην ξεχνάμε και τα δικά μας)…
Ποιος όμως ήταν ο χαρακτήρας του Αθηναίου Κωμωδιογράφου; Ιδού πώς μας τον παρουσιάζει ο Διδότος, από τι Σάτιρες του Οράτιου: «Ο δε Αριστοφάνης τον μέσον ελήλακεν των ανδρών χαρακτήρα. Ούτε γαρ πικρός λίαν έστι, ώσπερ Κρατίνος, ούτε χαρίεις ώσπερ Εύπολις, αλλ’ έχει και προς τους αμαρτάνοντας το σφοδρόν του Κρατίνου και το της επιτρεχούσης χάριτος Ευπόλιδος»…
Αυτόν τον χαρακτήρα πώς τον μεταχειρίστηκαν τα σπουδαία μυαλά της ευρωπαϊκής κριτικής και διανόησης και πώς τον «είδαν» οι σοφοί κι οι καλαμαράδες; Κι ακόμη πώς διαχειρίστηκαν το ύφος, τον λόγο και τα καμώματα του Αριστοφάνη οι θεατρικοί ομόλογοί του ανά τον κόσμο;

Ας κάνουμε μιαν επισκόπηση (ένα σβάρνισμα) της αριστοφανικής περιπέτειας από τα βυζαντινά χρόνια ίσαμε τις μέρες μας.
Θα ξεκινήσω με τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, που υπήρξε επίμονος μελετητής και λάτρης του Αριστοφάνη. Οι ιστορικοί λένε πως κοιμόταν με τις 28 κωμωδίες (τόσες είχαν έως τότε διασωθεί) του Αριστοφάνη κάτω από το προσκεφάλι του. (*)
Περνάνε οι αιώνες και φτάνουμε στην Αναγέννηση.
Έρασμος και Ραμπελαί συναγωνίζονται ποιος θα πάρει κεφάλι για τον Αριστοφάνη. Ο Έρασμος θαυμάζει και αντιγράφει τον Αθηναίο κωμωδιογράφο.
Στον Ραμπελαί όμως υπάρχει αναδημιουργία της αριστοφανικής τέχνης. Στον «Γαργαντούα» του βρίσκουμε την αριστοφανική παρωδία του πολέμου. Στον «Πανταγκρουέλ» σατιρίζονται όλοι οι πνευματικοί παράγοντες της εποχής.
Ο Ραμπελαί είναι ο άνθρωπος που έκανε να ξαναγεννηθεί ο Αριστοφάνης.

Επόμενος σταθμός μας ο Τόμας Μουρ. Ο Άγγλος δέχεται τον Αριστοφάνη σαν έναν από τους πρόδρομους του Ουμανισμού και η «Ουτοπία» του είναι πολύ κοντά στη «Νεφελοκοκκυγία».
Αλλά και η «Νέα Κωμωδία» έχει παραλάβει όλα τα στοιχεία της αρχαίας. Έχει γεμίσει ο 16ος αιώνας από Αλλαντοπώληδες, Ξανθίες, Στρεψιάδηδες, Φιλοκλέωνες και Λάμαχους.
Κι ερχόμαστε στον Σαίξπηρ. Εδώ τα πράγματα σκοτεινιάζουν. Το αγγλικό θέατρο, γενικά, δεν έχει πάρει τίποτα απ’ τον Αριστοφάνη. Είναι δυο κόσμοι ολωσδιόλου διαφορετικοί. Η Αθήνα του χρυσού αιώνα και η Βικτωριανή εποχή. Άλλωστε ο Σαίξπηρ ζητεί να ναρκώσει τον θεατή, ενώ ο Αριστοφάνης να τον ξυπνήσει. Είναι προφανές ότι ο Σαίξπηρ δεν έχει διαβάσει Αριστοφάνη.
Γενικά οι Εγγλέζοι δεν τα πάνε καλά με τον Αριστοφάνη γιατί α) είναι εγκεφαλικοί, β) είναι πολύ τυπικοί με την κουλτούρα, γ) στερούνται διονυσιακού πάθους και λαϊκής ορμής (από την οποία πλημμυρίζει ο Αριστοφάνης).

Ο Μπεν Τζόνσον είναι πιο κοντά στον Αθηναίο Κωμωδιογράφο, γιατί είναι πιο καλλιεργημένος. Έχει πιάσει όλες τις διαθέσεις και τις όψεις του γελοίου του Αθηναίου κωμικού. Ιδιαίτερα στο «Πρακτορείο Ειδήσεων» και στο «Στιχοπλόκο» μοιάζει να τον αντιγράφει. Και τα δυο ξεχειλίζουν από αριστοφανική διάθεση.
Στην Ισπανία ο Λόπε Ντε Βέγκα, ο σπουδαίος αυτός δραματουργός, μνημονεύει την αρχαία ελληνική κωμωδία. Μόνο που είναι συντηρητικός. Μάχεται τις βωμολοχίες.
Στη Γαλλία ο Μολιέρος αποκλήθηκε μετενσάρκωση της μεγαλοφυίας του Αριστοφάνη. Όλοι οι μολιερικοί ήρωες θυμίζουν πρόσωπα του αριστοφανικού πανθέου.
Αλλά και ο Ρακίνας που υπήρξε τραγικός ποιητής έγραψε μια κωμωδία τους «Φιλόδικους», που είναι ίδιοι οι αριστοφανικοί Σφήκες.
Από την άλλη μεριά ο μπουφόνικος Μπουαλώ και ο Βολταίρος (ο πιο άσπονδος κατήγορος του Αριστοφάνη) τον καταδικάζουν για τις Νεφέλες του επειδή σε αυτές καταδικάζει τον Σωκράτη.
Εδώ ανοίγει τεράστιο θέμα για την αριστοφανική αντιμετώπιση του Σωκράτη. Ο Φενελόν ισχυρίζεται πως αμέσως μετά την παράσταση των Νεφελών ο Μέλητος υποβάλλει μήνυση εναντίον του Σωκράτη. Πολλοί, πάρα πολλοί, στην Ευρώπη, θεωρούν τον Αριστοφάνη όργανο μιας αντι-σωκρατικής οργάνωσης και τις «Νεφέλες» ως πρώτο βήμα για την εξόντωση του δασκάλου.

Ο φωτισμένος Ντιντερό προσπαθεί να αποκαταστήσει τα πράγματα. «Ένας συγγραφέας σαν τον Αριστοφάνη», λέει, «είναι θείο δώρο για μια κυβέρνηση που ξέρει να τον χρησιμοποιήσει. Γιατί όταν παραλάβει αυτός τους διάφορους έξαλλους που ταράζουν την κοινωνία και τους εκθέσει δημόσια, περιττεύουν ακόμα και οι Φυλακές».
Ο Γκαίτε είναι μια άλλη περίπτωση. Εμπνέεται από τη λογοτεχνική όψη του Αριστοφάνη και τον αποκαλεί «ανυπόταχτο κανακάρη των Χαρίτων». Γράφει τα «Πουλιά», παράφραση απ’ τους Όρνιθες.
Οι ποιητές του ρομαντισμού βρίσκουν στον Αριστοφάνη πολλά απ’ τα ιδανικά τους. Κι αυτά είναι α) ανήσυχο κι ανικανοποίητο πνεύμα, β) ορμητικό πάθος, γ) σμίξιμο λυρισμού και σάτυρας, δ) απειθάρχητη ελευθερία σκηνικής οικονομίας, ε) μυθικές παραβολές και στ) εξωτικό στοιχείο.
Ο πιο γλαφυρός υμνητής του Αριστοφάνη στάθηκε ο Μυσσέ. Όταν ο Thiers είχε με νόμο περιορίσει την ελευθερία του Τύπου, βγήκε ο ποιητής και με έμμετρη διαμαρτυρία τον συμβούλεψε να διαβάσει τα έργα του Αριστοφάνη.
Ο Κόλριτζ γράφει πως η κωμωδία του Αριστοφάνη είναι η ποίηση στην πιο δημοκρατική της μορφή.
Ο Ρόμπερτ Μπράουνινγκ γράφει την «Απολογία του Αριστοφάνη», παράδοξο ποίημα, το μοναδικό λογοτέχνημα απ’ την εποχή του ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ που χρησιμοποιεί για ήρωα τον αττικό κωμωδιογράφο.
Ο Ουγκώ αντίθετα παρουσιάζεται αρνητικός. Ισχυρίζεται πως «η αίσθηση του υπέροχου έπνιγε τη χρησιμότητα του γελοίου».
Ο μεγάλος αισθητικός της λογοτεχνίας Σλέγκελ τοποθετεί τον Αριστοφάνη στο πιο ψηλό βάθρο.
Ο ποιητής Χάινε θεωρεί πως οι κωμωδίες του Αριστοφάνη δεν είναι παρά τραγωδίες με χωρατά.
Ο Νίτσε αναποδογυρίζει την κατηγορία των Μπουαλώ και Βολταίρου, για εγκληματική επίδραση του κωμωδιογράφου στη μοίρα του Σωκράτη αναγνωρίζοντας στον Αριστοφάνη τον ιδανικό εκπρόσωπο του διονυσιακού πνεύματος.
Ο Γερμανός φιλόσοφος κατηγορεί τους σωκρατικούς που βεβήλωσαν τη μνήμη του Αριστοφάνη. Ξεκινάει την αντι-σωκρατική και αντι-ευριπιδική εκστρατεία του έχοντας στο πλευρό του τον «αττικό καθαρτή».
*
Δίπλα στον θεατράνθρωπο όμως στέκεται ο ιστορικός κι ο δημοσιογράφος. Ως ιστορικός, ο Αριστοφάνης συμπληρώνει τον Θουκυδίδη, στο χρονικό του Πελοποννησιακού πολέμου. Ως δημοσιογράφος δίνει πολλές κι ανάγλυφες εικόνες από την αθηναϊκή ζωή.
Ο Αριστοφάνης υπήρξε ουσιαστικά ο πρώτος πολιτικός αρθρογράφος και σχολιαστής της επικαιρότητας και ο πρώτος κριτικός τέχνης.
Η «Δίκη Ντοντέν» του Ρομαίν Ρολλάν είναι μια σάτιρα της δικαιοσύνης, με Χορό από μύγες.
Ο Μπρεχτ ταιριάζει περισσότερο με τον Αριστοφάνη στα εξής: Πρώτο, αγαπούν κι οι δυο τις παρωδίες, δεύτερο, μιλούν σαν ιεροκήρυκες από άμβωνα, τρίτο, τους γοητεύουν οι ίδιες ιδέες και τέταρτο, διέπονται από ιδεολογική παραφορά. Δείχνουν προτίμηση στο nicht aristotelische θέατρο (αναρχικό και δίχως περιοριστικούς κανόνες θέατρο που στέκεται μακριά από τα πρότυπα της «Ποιητικής» του Αριστοτέλη).
Ο Βίλλυ και ο Μωυσής είναι ο Πεισθέταιρος κι ο Ευελπίδης. Ο Πουντίλα και ο υπηρέτης του Μάττι είναι ο Διόνυσος και ο Ξανθίας (σε κωμικό μεν, αλλά παθιασμένο ανταγωνισμό).
Ερχόμαστε στον Έλιοτ. Το πρώτο του θεατρικό έργο (πρωτόλειο) έχει τίτλο «Σουήνυ Αγωνιστής» (Sweeny Agonistes) και είναι αποσπάσματα αριστοφανικού μελοδράματος.
Ο Μπέρναρ Σω ακολουθεί τα βήματα του Σαίξπηρ δίχως κλασική παιδεία.
Δεν παίρνει τον Αριστοφάνη για οδηγό, αλλά 1) εχθρεύεται τον πόλεμο και τους καμαρωτούς ήρωες, 2) κρίνει αυστηρά τη μουσική και τη λογοτεχνία του καιρού του, 3) σατιρίζει πραγματικά πρόσωπα, με ψευδώνυμα, 4) βάζει το γυναικείο δαιμόνιο να θριαμβεύει στην αντρική μετριότητα. Θέλει κι άλλα για να θεωρηθεί αντιγραφέας του Αριστοφάνη;
*
Η Λυσιστράτη είναι η μόνη κωμωδία του Αριστοφάνη που ευδοκίμησε στο ευρωπαϊκό σύγχρονο θέατρο. Ιδιαίτερα από τον Γερμανό σκηνοθέτη Μαξ Ράινχαρτ.
Ο Αλέξανδρος Ραγκαβής, για να έρθουμε στα δικά μας, είναι ο πρώτος που ασχολήθηκε με τον Αριστοφάνη στη νεότερη Ελλάδα. Υπήρξε μεταφραστής κι έγραψε κατ’ απομίμηση του Αριστοφάνη τον «Γάμο του Κουτρούλη».
Ο Πολύβιος Δημητρακόπουλος είναι ο πρώτος που απέδωσε Αριστοφάνη. Μετάφρασε «Νεφέλες», «Ειρήνη» και «Όρνιθες».
O Κάρολος Κουν παίζει στο Κολλέγιο Αθηνών και στη Λαϊκή Σκηνή, έργα του Αριστοφάνη με σοβαρές παραστάσεις (Όρνιθες, Βάτραχοι, Πλούτος).
Η Εύα Σικελιανού είναι η πρώτη που ξεσκεπάζει τους τραγικούς και τους βγάζει από τη μούχλα.
Κι ο Όμηρος Ντέηβις είναι ο πρώτος που παίζει Αριστοφάνη.
Η Λυσιστράτη, τέλος, είναι η πρώτη παράσταση στην Επίδαυρο, το 1957.
*
Κλείνοντας τη μικρή αυτή περιπλάνηση του αριστοφανικού έργου ύφους και γραφής ανά τον κόσμο, θάθελα να δώσω τη χαρακτηριστική φυσιογνωμία του ιδανικότερου αριστοφανικού παίχτη (ηθοποιού) του νεοελληνικού θεάτρου στο πρόσωπο του Χριστόφορου Νέζερ.

(*) 44 είναι οι κωμωδίες που έγραψε ο Αριστοφάνης (Dindorf, BergK).

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το