Πολιτισμός

O αγώνας της Ουκρανίας για επιβίωση

Του Αχιλλέα Παπαρσένου*

Βιβλίο: Invasion
Συγγραφέας: Luke Harding
Εκδ. Guardian Faber, 2022, σελ. 335

Ο Λουκ Χάρντινγκ, βραβευμένος ξένος ανταποκριτής της Guardian, είχε μια περιπετειώδη σχέση με τη Ρωσία. Διετέλεσε διευθυντής του γραφείου της βρετανικής εφημερίδας στη Μόσχα από το 2007 έως το 2011, όταν απελάθηκε από τη ρωσική πρωτεύουσα, ενώ το καλοκαίρι του 2022 το όνομά του προστέθηκε στη μαύρη λίστα Βρετανών, που είχαν χαρακτηρισθεί personae non gratae από τις ρωσικές αρχές. Συγγραφέας ευπώλητων βιβλίων για τη Ρωσία και τις αποκαλύψεις των Τζούλιαν Ασάνζ και Έντουαρντ Σνόουντεν, επικεντρώνεται τώρα στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, την οποία βίωσε από κοντά, λίγο πριν και μετά την έναρξή της στις 24 Φεβρουαρίου 2022, περιγράφοντας το κλίμα που επικρατούσε, καθώς συσσωρεύονταν απειλητικά τα σύννεφα του πολέμου και στη συνέχεια την απροκάλυπτη ρωσική επιθετικότητα και τον αγώνα του ουκρανικού λαού για επιβίωση.
Στο χρονικό του, που καλύπτει τις εξελίξεις μέχρι το φθινόπωρο 2022, κυριαρχούν οι ανθρώπινες ιστορίες από την πρώτη γραμμή του «μεγαλύτερου πολέμου στην Ευρώπη από το 1945», που εξαπέλυσε η Ρωσία, μην αφήνοντας καμία αμφιβολία με ποιους συντάσσεται στην αντιπαράθεση του «καλού με το κακό». Καταγράφει τον τραγικό απολογισμό με τις δεκάδες χιλιάδες νεκρούς και τραυματίες εκατέρωθεν και τις υλικές ζημιές εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων και παράλληλα σκιαγραφεί τους δύο πρωταγωνιστές του πολέμου. Από τη μια πλευρά κυριαρχεί στο Κίεβο ένας πρώην ηθοποιός, μετρ της επικοινωνίας και δημόσιας διπλωματίας, που μεταμορφώνεται σε ένα «νέο Τσώρτσιλ» τονώνοντας το ηθικό τού δοκιμαζόμενου λαού του και κερδίζοντας τη διεθνή υποστήριξη με την ακάματη προβολή του αφηγήματος περί μάχης της ελευθερίας κατά του ολοκληρωτισμού, από την οποία διακυβεύονταν η ασφάλεια της Δύσης.

Από την άλλη δεσπόζει η «ύβρις» ενός αυταρχικού ηγέτη στη Μόσχα, που εμφανίζει τη χώρα του ως θύμα ρωσοφοβίας της δυτικής ελίτ και ονειρεύεται την αναβίωση του αυτοκρατορικού μεγαλείου της επιχειρώντας να διαγράψει από τον χάρτη μια ανεξάρτητη χώρα και να απαλείψει την εθνική ταυτότητά της, επειδή αρνούνταν να επανενταχθεί στο «ρωσικό κόσμο» και στη σφαίρα επιρροής του. Οκτώ δεκαετίες μετά τη Γιάλτα η Μόσχα επεδίωξε να επαναχαράξει τα σύνορα της Ευρώπης όχι με διαπραγματεύσεις των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά με την ωμή βία, υπογραμμίζει.

Ο πρόεδρος Πούτιν, όταν διέταξε την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση για να απαλλάξει τους αδελφούς Ουκρανούς από τους ναζί», είχε την ψευδαίσθηση ότι θα τον υποδέχονταν ως απελευθερωτή με το παραδοσιακό ψωμί και αλάτι. Αντ’ αυτού αντιμετώπισε τη σθεναρή αντίσταση στο εσωτερικό και την καταφρόνηση στο εξωτερικό. Αποδομώντας τον αναθεωρητισμό του Κρεμλίνου, ο Χάρντινγκ καταλογίζει στον Πούτιν ολέθρια στρατηγικά λάθη, καθώς υποτίμησε τη γενναιότητα του ουκρανικού λαού και την ενότητα και αποφασιστικότητα που επέδειξε η Δύση στην τιμωρία της Μόσχας και στη γενναιόδωρη στρατιωτική και οικονομική στήριξη της Ουκρανίας, αντίθετα με τη χλιαρή απάντησή της στη ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας και στις αποσχιστικές επιχειρήσεις στο Ντονμπάς το 2014. Ακούσια αναζωογόνησε επίσης και το κατά Μακρόν «εγκεφαλικά νεκρό» ΝΑΤΟ με τη διεύρυνσή του προς τις ουδέτερες Φινλανδία και Σουηδία και την ιστορική αλλαγή στην αμυντική πολιτική της Γερμανίας.
Ο ενεργειακός εκβιασμός και οι πυρηνικές απειλές, ο βομβαρδισμός μη στρατιωτικών στόχων και υποδομών για να ενσπείρουν τον τρόμο στον πληθυσμό, δεν έκαμψαν το φρόνημα του ουκρανικού λαού, που αρνήθηκε να παραδοθεί αγωνιζόμενος «υπέρ βωμών και εστιών». Η σφαγή αμάχων στην Μπούτσα και η ισοπέδωση της «ελληνικής» Μαριούπολης εξόργισαν τη διεθνή κοινή γνώμη. Μάλιστα η χαλυβουργία Αζοφτσάλ με τους ελεύθερους πολιορκημένους της για τον συγγραφέα αποτέλεσε τις νέες Θερμοπύλες. Στο Φιδονήσι, «το νησί όπου κυκλοφορούσε το πνεύμα του Αχιλλέα κατά τη μυθολογία», η υβριστική απάντηση της ουκρανικής φρουράς στο ρωσικό τελεσίγραφο για παράδοση έγινε εθνικό σύνθημα, όπως ανάρπαστο έγινε και το γραμματόσημο με το υπερυψωμένο μεσαίο δάκτυλο κατά της ναυαρχίδας του ρωσικού στόλου στη Μαύρη Θάλασσα Moskva, που βυθίσθηκε από ουκρανικούς πυραύλους.

O συγγραφέας αναγνωρίζει ότι η καταδίκη του Πούτιν δεν ήταν καθολική και ότι η αταλάντευτη στήριξη της Ουκρανίας από τον πρόεδρο Μπάιντεν αποκατέστησε τον ηγετικό ρόλο της Αμερικής στη διεθνή σκηνή. Ανατέμνοντας το δυτικό μέτωπο αλληλεγγύης κατατάσσει τις χώρες του ΝΑΤΟ και της ΕΕ σε δύο ομάδες «της δικαιοσύνης και της ειρήνης», παραλείπει όμως να επικρίνει τη ρήξη της Άγκυρας με τη Δύση και τους στενούς δεσμούς της με τη Μόσχα. Στο εσωτερικό της Ρωσίας επικρατούσε ένα «αιχμάλωτο μυαλό», με ελάχιστη εναλλακτική ενημέρωση στην ανελέητη κρατική προπαγάνδα και τα δρακόντεια μέτρα καταστολής των αντιφρονούντων. Πάντως παρά τις αυστηρές οικονομικές κυρώσεις της Δύσης η ζωή ακολουθούσε τους κανονικούς ρυθμούς της και η άρχουσα τάξη ήταν απίθανο να απαρνηθεί τον Πούτιν.
Είναι οπωσδήποτε νωρίς να γραφεί η ιστορία του ρωσοουκρανικού πολέμου ή να προβλεφθεί η διάρκεια και έκβασή του, όπως ήταν αβέβαιο πόσα εδάφη από το 20% των κατεχομένων από τη Ρωσία θα μπορούσε να ανακτήσει το Κίεβο στην πολυαναμενόμενη εαρινή αντεπίθεσή του. Για τον Χάρντινγκ όμως το ψυχολογικό πλεονέκτημα ανήκε στην Ουκρανία, με την προϋπόθεση ότι θα συνεχιζόταν η ενίσχυσή της από τη Δύση με σύγχρονα οπλικά συστήματα. Γι’ αυτόν ο Πούτιν είχε ουσιαστικά χάσει, καθώς το σχέδιό του να απορροφήσει την Ουκρανία είχε αποτύχει και η Ρωσία φαινόταν πιο εύθραυστη όσο ποτέ από το 1991. Η Δύση δεν βρισκόταν σε παρακμή, όπως πίστευε ο Ρώσος πρόεδρος και η Ουκρανία είχε αποδείξει ότι δεν ήταν το αποτυχημένο κράτος, όπως αυτός φανταζόταν, καταλήγει.

*Ο Αχιλλέας Παπαρσένος υπηρέτησε στην ελληνική πρεσβεία του Λονδίνου ως προϊστάμενος του Γραφείου Τύπου και Επικοινωνίας.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το