Πολιτισμός

Μαθητές/τριες του Β4 του 3ου ΓΕΛ Βόλου προτείνουν αναγνώσματα

Της Βασιλικής Μελισσουργού,
MSc (ΔΠΜ) φιλολόγου
του 3ου ΓΕΛ Βόλου

ΕΥΓΕΝΙΑ ΤΖΕΛΕΠΗ:
«Περηφάνια και Προκατάληψη»,
συγγραφέας: Austen Jane,
μετάφραση: Ουρανία Τουτουντζή,
Εκδόσεις: Elxis


Η ιστορία διαδραματίζεται στις αγροτικές περιοχές της Αγγλίας τον 19ο αιώνα και αφορά, κυρίως, την οικογένεια Μπένετ, η οποία περιλαμβάνει πέντε αδελφές διαφορετικών χαρακτήρων. Η μητέρα των κοριτσιών, η κυρία Μπένετ ενδιαφέρεται να διασφαλίσει ότι και οι πέντε κόρες της θα παντρευτούν, γιατί η οικογένεια αντιμετωπίζει προβλήματα μετά τον θάνατο του κ. Μπένετ. Σε ένα πάρτι, ο πλούσιος Τσάρλς Μπίνγκλεϊ που μόλις έφτασε, αναπτύσσει αμέσως ενδιαφέρον για την πρωτότοκη κόρη Τζέιν. Ωστόσο, ο Ντάρσι, ο οποίος είναι φίλος του Μπίνγκλεϊ, δεν πρόκειται να τον αφήσει να παντρευτεί κάποια κατώτερή τους, ανάξια της κοινωνικής τους θέση και της αριστοκρατικής τους καταγωγής. Στη συνέχεια, ο Κόλινς φτάνει με την ελπίδα ότι μπορεί να παντρευτεί μία από τις αδελφές Μπένετ. Ωστόσο, η Ελίζαμπεθ αρνείται αυτή την προσφορά και αντ’ αυτού, ο Κόλινς αρραβωνιάζεται τη Σάρλοτ Λούκας, την καλύτερή της φίλη. Στο μεταξύ, η Ελίζαμπεθ γνωρίζει τον Τζορτζ Γουίκχαμ, έναν γοητευτικό στρατιωτικό, με τον οποίο μοιράζονται μια αμοιβαία έλξη.
Όταν ο Μπίνγκλεϊ φεύγει ξαφνικά για το Λονδίνο, το μίσος της Ελίζαμπεθ για τον Ντάρσι εντείνεται, επειδή θεωρεί ότι ο Ντάρσι υπονομεύει τη σχέση του Μπίνγκλεϊ και της Τζέιν. Παράλληλα, ο Ντάρσι έλκεται όλο και περισσότερο από την Ελισάβετ και φτάνει σε σημείο να της κάνει πρόταση γάμου, την οποία η Ελίζαμπεθ αρνείται. Όταν ο Ντάρσι ζητάει τον λόγο της άρνησής της, η Ελίζαμπεθ του λέει ότι προσπαθεί να καταστρέψει τη σχέση της αδελφής της και του Μπίνγκλεϊ. Έπειτα, ο Ντάρσι της απολογείται μέσω ενός γράμματος, λέγοντάς της ότι δεν πιστεύει ότι η Τζέιν είναι πραγματικά ερωτευμένη με τον Μπίνγκλεϊ. Λίγο αργότερα, η Λίντια, η μικρότερη από τις αδελφές Μπένετ, έρχεται αντιμέτωπη με τον Γουίκχαμ, ενώ η Ελισάβετ ανησυχεί πολύ, καθώς αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να καταστρέψει τη φήμη όλων των αδελφών Μπένετ. Αφού λέει στον Ντάρσι τα νέα, πείθει κρυφά τον Γουίκχαμ να ζητήσει το χέρι της Λίντιας στον γάμο. Την ίδια στιγμή ενθαρρύνει επίσης τον Μπίνγκλεϊ να επιστρέψει. Στο τέλος, ο Μπίνγκλεϊ αρραβωνιάζεται την Τζέιν και ο Ντάρσι κάνει ξανά πρόταση γάμου στην Ελίζαμπεθ όπου αυτή τη φορά δέχεται.
Ένα από τα κλασικά έργα της αγγλικής λογοτεχνίας με ζωντανούς χαρακτήρες, αντιπροσωπευτικούς της κοινωνίας του 18ου-19ου αιώνα που παρουσιάζονται με ρεαλισμό και προοιωνίζουν τη δυναμική εξέλιξη μιας αυτόνομης και ολοκληρωμένης γυναικείας προσωπικότητας.

ΑΝΝΑ ΡΟΥΣΙ:


Το βιβλίο με τίτλο «Το φιλί της ζωής» είναι ένα βιβλίο της συγγραφέως Λίτσας Ψαραύτη από τις εκδόσεις Πατάκη. Η Ιφιγένεια, μια κοπέλα δεκατεσσάρων χρονών καταρρακωμένη από την απώλεια του πατέρα της, καλείται να διαχειριστεί την εμφάνιση ενός νέου προσώπου στη ζωή της μητέρας της και τη δική της. Η μητέρα της, Ευρυδίκη παντρεύεται τον Αντώνη και γίνεται πατριός της Ιφιγένειας. Ο Αντώνης στην αρχή ήταν όλο δώρα και χαμόγελα με την Ιφιγένεια προσπαθώντας να την κάνει να τον συμπαθήσει. Μέχρι που μια μέρα η Ιφιγένεια θα έρθει αντιμέτωπη με διάφορα προβλήματα τα οποία θα της δημιουργήσει η συμπεριφορά του πατριού της. Όταν η μητέρα της είχε βγει για εξωτερικές δουλειές, αφήνοντας την Ιφιγένεια μαζί με τον Αντώνη στο σπίτι, αυτός θα προσπαθήσει να την κακοποιήσει. Η κοπέλα μη μπορώντας να συνεχίσει να ζει στο ίδιο σπίτι με αυτόν τον άνθρωπο, παίρνει την απόφαση να μαζέψει κάποια ρούχα της και να φύγει, έχοντας μαζί της τον σκύλο της, τον Ρας για συντροφιά. Φτάνοντας στην Αθήνα αδυνατώντας να μείνει σε κάποιο ξενοδοχείο, περνάει την ημέρα και τη νύχτα στους δρόμους της Αθήνας μόνη με τον Ρας. Αναγκάζεται από την πείνα της να πηγαίνει σε συσσίτια, αλλά και σε ταχυφαγεία. Η Ιφιγένεια συναντά μία πολύ ευγενική και καλή κοπέλα, η οποία δούλευε εκεί. Αφού πλησίασε την Ιφιγένεια της είπε ότι δεν ήταν ανάγκη να τρώει τα αποφάγια, αλλά μπορεί να έρχεται κάθε απόγευμα και να παίρνει μια μερίδα φαγητό. Η Ιφιγένεια συγκινημένη, αλλά και παραξενευμένη πάει την επόμενη μέρα να συναντήσει τη Δανάη, η οποία προσφέρεται να φιλοξενήσει την Ιφιγένεια και τον μικρό της φίλο. Ένα απρόσμενο όμως γεγονός θα ταράξει την ηρεμία της Ιφιγένειας και θα την οδηγήσει στον δρόμο της επιστροφής. Ο πατριός της θα βρεθεί ανάπηρος μετά από ένα τραγικό ατύχημα. Ταραγμένη η Ιφιγένεια θα γυρίσει πίσω, αλλά αποφασισμένη να μείνει πια με τη γιαγιά της. Αναζητώντας κάτι από το πατρικό της, αντίκρισε τον Αντώνη σε δεινή θέση. Τη στιγμή που η Ιφιγένεια τον είδε, πάγωσε το αίμα της και για μια στιγμή σκέφτηκε να φύγει και να αφήσει έναν άνθρωπο αβοήθητο. Η Ιφιγένεια με ώριμη σκέψη, μετανιωμένη που δεν εκμυστηρεύτηκε την αλήθεια στη μητέρα της, προβαίνει σε άφεση αμαρτιών, ιδιαίτερα από τη στιγμή που θα μάθει ότι θα αποκτήσει ένα αδελφάκι.

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΞΑΦΟΓΙΑΝΝΗΣ:
Η Φόνισσα
του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη


Στο διήγημα αυτό του Παπαδιαμάντη, από τις εκδόσεις Πατάκη, εκτυλίσσεται η ιστορία μιας γυναίκας μεγάλης ηλικίας, της Φραγκογιαννούς / Χαδούλας, η οποία έφτασε στο έσχατο σημείο της παιδοκτονίας, σκοτώνοντας τέσσερα κοριτσάκια. Το διήγημα διαδραματίζεται στο νησί της Σκιάθου, πατρίδας του συγγραφέα. Αρχικά, η Χαδούλα είχε δύσκολη παιδική ηλικία. Ο πατέρας της ήταν έντιμος και εργατικός άνθρωπος, ενώ η μητέρα της κακή και φθονερή. Όταν είχε έρθει η ώρα να παντρευτεί, της αρνήθηκαν την παροχή μεγάλης προίκας. Έτσι, μετά τον γάμο της με τον Ιωάννη Φράγκο αναγκάστηκαν να συζήσουν με την αδερφή του, χήρα και μητέρα τριών παιδιών. Η Φραγκογιαννού με οικονομίες που είχε αποκομίσει κρυφά από τους γονείς της και ξενοδουλεύοντας άλλοτε ως γιατρέσσα, υφάντρα κ.τ.λ. κατάφερε να χτίσει ένα σπίτι, όπου μετακόμισε και έκανε επτά παιδιά.
Η Χαδούλα, πλέον γιαγιά, ζούσε με τη μεγάλη της κόρη Δελχαρώ, με τις δύο μικρότερες να ζουν στη γειτονιά και τους τέσσερεις γιους να έχουν φύγει από το νησί. Η Δελχαρώ είχε τρία παιδιά και το τελευταίο είχε γεννηθεί άρρωστο. Η Φραγκογιαννού τα φρόντιζε, όσο μπορούσε. Ωστόσο, ένα βράδυ αναλογισμένη το παρελθόν της, το γεγονός πως σε όλη της τη ζωή ήταν υπηρέτρια και ότι τα κορίτσια υπάρχουν για να βασανίζουν τις οικογένειές τους, πνίγει το εγγόνι της. Το βρέφος είχε πεθάνει από φυσικά, όπως φαίνεται, αίτια και η Χαδούλα ένιωθε τύψεις για την αποτρόπαιη αυτή πράξη. Μια μέρα, μαζεύοντας βότανα πήγε στο ξωκλήσι του Αι Γιάννη του Κρυφού, όπου πήγαιναν όσοι είχαν κρυφή αμαρτία και ψυχικό πόνο, επιθυμώντας ένα σημάδι για το αν είχε πράξει ορθά. Φεύγοντας, η Χαδούλα συνάντησε δυο μικρά κοριτσάκια να παίζουν δίπλα σε μία στέρνα γεμάτη νερό. Το θεώρησε καλό σημάδι και έριξε τα δύο κοριτσάκια μέσα πνίγοντάς τα. Το γεγονός χαρακτηρίστηκε ατύχημα και η Φραγκογιαννού γλίτωσε.
Λίγες μέρες αργότερα, ημέρες του Πάσχα, η Φραγκογιαννού έκανε δουλειές με την κόρη της σε μία αυλή, όταν ξαφνικά μένει μόνη της με ένα κορίτσι. Εύχεται να πέσει μέσα στο φρεάτιο όπου έπαιζε, για να απαλλάξει έτσι τη μητέρα του από το βάρος της προίκας ενός μελλοντικού γάμου. Το κορίτσι έπεσε μέσα, η Φραγκογιαννού το εγκαταλείπει και αυτό ξεψυχά. Οι υποψίες κινούνται γύρω από την Χαδούλα για ένα έγκλημα που δεν είχε, όμως, πράξει.
Η Φραγκογιαννού νύχτα καταφεύγει μακριά από το σπίτι της σε ένα σπίτι μίας παλιάς φίλης, της Μαρούσας, όπου κρύβεται, για να αποφύγει τη σύλληψη.
Ακολουθούν μερικές μέρες καταδίωξης, στις οποίες η Φραγκογιαννού αποπειράθηκε να σκοτώσει ένα βρέφος και κατάφερε να πνίξει ένα άλλο. Μετά τον τελευταίο φόνο κρύφτηκε σε μία σπηλιά για τρεις μέρες. Εκεί έχοντας δει πολλά όνειρα σχετικά με τα κορίτσια που σκότωσε, αποφασίζει να μετανοήσει και θέλει να φύγει από το νησί για μια νέα αρχή. Την τρίτη ημέρα καταφθάνουν οι αρχές με τη Φραγκογιαννού να τρέπεται σε φυγή κατευθυνόμενη προς το μοναστήρι του Αϊ Σώστη, όπου θα εξομολογούταν. Στο τέλος, όμως, η Χαδούλα δεν κατάφερε να φτάσει εκεί. Πνίγεται στο θαλασσοδαρμένο πέρασμα για το μοναστήρι με τις αρχές να πλησιάζουν, και με την ίδια να ξεψυχά, ανάμεσα στην θεία και την ανθρώπινη δικαιοσύνη.
Ένα από τα αριστουργήματα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη με υπότιτλο «κοινωνικόν μυθιστόρημα» που αναφέρεται στον «θεσμό της προίκας» και την υποβαθμισμένη για τα δεδομένα εκείνης της εποχής θέση της γυναίκας. «Εις εικόνας, εις σκηνάς και εις οράματα, της είχεν επανέλθει εις τον νουν όλος ο βίος της, ο ανωφελής και μάταιος και βαρύς».
Συνεχίζεται την επόμενη Κυριακή

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το