Ελλάδα

Καταστροφή στις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις : Κινδυνεύουν να χαθούν 105.000 θέσεις εργασίας

Η Έρευνα  του  ΙΜΕ της  ΓΣΕΒΕΕ  που διενεργήθηκε τον  Ιούλιο του  2020  αφορά την εξαμηνία αποτύπωση του οικονομικού κλίματος στις μικρές επιχειρήσεις (0-49 άτομα προσωπικό οι οποίες αποτελούν το 99,6% των ελληνικών επιχειρήσεων). Η έρευνα δείχνει κατακρήμνιση του δείκτη οικονομικού κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων και όλων των βασικών οικονομικών δεικτών, ραγδαία αύξηση αδυναμίας καταβολής υποχρεώσεων, δυσοίωνες προσδοκίες για το μέλλον.

Η εξαμηνιαία έρευνα οικονομικού κλίματος στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η 24η κατά σειρά, αποτυπώνει τις επιπτώσεις της υγειονομικής κρίσης στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Μετά από την σταθερή σε γενικές γραμμές βελτίωση που είχε καταγραφεί στις προηγούμενες έξι εξαμηνιαίες έρευνες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η οικονομική κατάσταση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων αντιστράφηκε απότομα και σε βάθος.

Όλοι οι δείκτες οικονομικού κλίματος καταγράφουν σοβαρή μείωση δείχνοντας πως μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα η κατάσταση των μικρών και πολύ επιχειρήσεων έχει επιδεινωθεί δραματικά, θέτοντας σε κίνδυνο την βιωσιμότητα τους.

Η ραγδαία μείωση της οικονομικής δραστηριότητας αρχίζει εκ νέου να αποτυπώνεται και στην αδυναμία καταβολής των υποχρεώσεων τόσο προς τον δημόσιο όσο και προς τους ιδιώτες.

Ο φαύλος κύκλος ύφεσης – υπερχρέωσης φαίνεται πως αναβιώνει. Μέσα σε ένα τόσο τοξικό για τις επιχειρήσεις περιβάλλον, όπου δημιουργούνται συνθήκες για εκτεταμένο και μαζικό κλείσιμο μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που αποτελούν τον βασικό πυλώνα απασχόλησης στην Ελλάδα, είναι μάλλον αμφίβολο πως η ύφεση στην οποία ήδη έχει εισέλθει η ελληνική οικονομία θα είναι βραχύβια, ανεξάρτητα από τις προσπάθειες που καταβάλλονται από τους επιστήμονες της υγείας για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του COVID-19. Η αποψίλωση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων ισοδυναμεί με αποψίλωση της εναπομείνασας από την δεκαετή οικονομική κρίση μεσαίας τάξης θέτοντας σε σοβαρό κίνδυνο την διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.

Με βάση αυτά είναι αναγκαίο τα μέχρι τώρα μέτρα στήριξης της κυβέρνησης, τόσο για την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων, όσο και για την κάλυψη απώλειας των εισοδημάτων να διευρυνθούν και να συμπληρωθούν από ένα ρεαλιστικό πλαίσιο διευθέτησης και διαχείρισης των υποχρεώσεων τους.

Τα κυριότερα ευρήματα της έρευνας κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, όπου αποτυπώνεται η εξαιρετικά δυσμενής κατάσταση που βρίσκονται οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις είναι τα εξής:

  • Αποτίμηση εξαμήνου – Βασικοί οικονομικοί δείκτες – Υποχρεώσεις/οφειλές
  • 8 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν πως η οικονομική κατάσταση της επιχείρησης τους επιδεινώθηκε κατά το προηγούμενο εξάμηνο έναντι μόλις 4,9% που δήλωσε ότι βελτιώθηκε και 15,1% που δήλωσε πως παρέμεινε αμετάβλητη
  • Ο δείκτης οικονομικού κλίματος διαμορφώνεται στις 20,1 μονάδες καταγράφοντας πτώση 46 μονάδων μόλις μέσα σε ένα εξάμηνο γεγονός που αποτυπώνει το βάθος της οικονομικής κρίσης
  • 8 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν πως ο τζίρος τους μειώθηκε κατά το προηγούμενο εξάμηνο έναντι μόλις 5,6% που δήλωσε ότι αυξήθηκε. Μέσος όρος μείωσης του κύκλου εργασιών 46,4%.
  • 8 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν πως μειώθηκε η ρευστότητα τους, έναντι μόλις του 5,4% δήλωσε ότι αυξήθηκε.
  • 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία (ΦΠΑ, ΦΜΥ κλπ)
  • 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον πρώην ΟΑΕΕ
  • 1 στις 6 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς το πρώην ΙΚΑ
  • 1 στις 3 επιχειρήσεις που έχει ενοίκιο δήλωσε πως έχει καθυστερημένες οφειλές.
  • 1 στις 5 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τις τράπεζες
  • 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε πως έχει καθυστερημένες οφειλές προς προμηθευτές
  • 1 στις 4 επιχειρήσεις έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε λογαριασμούς ενέργειας (ΔΕΗ, φυσικό αέριο), ενώ 1 στις 5 έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές σε λοιπούς λογαριασμούς (τηλέφωνο, ύδρευση).
  • Απασχόληση
  • 1 στις 6 των επιχειρήσεων που απασχολούν προσωπικό προχώρησαν σε μείωση των θέσεων απασχόλησης κατά το προηγούμενο εξάμηνο. Με βάση τα στοιχεία της έρευνας εκτιμάται ότι το προηγούμενο εξάμηνο χάθηκαν 117.000 θέσεις απασχόλησης.
  • 1 στις 7 των επιχειρήσεων που απασχολούν προσωπικό θα προχωρήσει σε μείωση των θέσεων απασχόλησης το επόμενο διάστημα, έναντι 6,7% που θα κάνει προσλήψεις. Από την επεξεργασία των επιμέρους στοιχείων εκτιμάται ότι το επόμενο εξάμηνο κινδυνεύουν να χαθούν 105.000 θέσεις απασχόλησης.
  • Προσδοκίες για το επόμενο εξάμηνο – Βιωσιμότητα επιχειρήσεων – Υποχρεώσεις/οφειλές
  • 1 στις 3 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις εκφράζουν τον φόβο για ενδεχόμενη διακοπή της δραστηριότητας τους κατά το επόμενο διάστημα.
  • 1 στις 2 επιχειρήσεις αναμένει περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης το επόμενο εξάμηνο έναντι μόλις του 10,7% που αναμένει βελτίωση και του 26,9% που δεν περιμένει καμία μεταβολή
  • 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε ότι το επόμενο διάστημα δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις δανειακές της υποχρεώσεις προς τις τράπεζες
  • 1 στις 4 επιχειρήσεις δήλωσε ότι το επόμενο διάστημα δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις ενοικίου
  • 1 στις 5 επιχειρήσεις δήλωσε πως δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί:
  • στις φορολογικές της υποχρεώσεις
  • στις ασφαλιστικές της υποχρεώσεις (πρώην ΟΑΕΕ και ΙΚΑ)
  • στις υποχρεώσεις προς προμηθευτές
  • στις υποχρεώσεις για λογαριασμούς ενέργειας και λοιπούς λογαριασμούς
  • Αξιολόγηση μέτρων της κυβέρνησης για την στήριξη των επιχειρήσεων
  • 6 στις 10 επιχειρήσεις (62,9%) δήλωσαν πως είναι λίγο ή καθόλου ικανοποιημένοι με τα μέχρι τώρα μέτρα της κυβέρνησης, έναντι του 35,3% που δήλωσε πως είναι πολύ ή αρκετά ικανοποιημένο.

 * Η έρευνα που παρουσιάζεται είναι η δεύτερη για το 2020 που διεξάγει το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ σε συνεργασία με την εταιρία MARC AE σε εξαμηνιαία βάση από τον Μάιο του 2009. Έγινε σε πανελλαδικό δείγμα 803 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό), στο διάστημα 13-14 & 21-29 Ιουλίου 2020 και έχει ως βασικό στόχο την αποτύπωση του οικονομικού κλίματος στις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, στους κλάδους της μεταποίησης, του εμπορίου και των υπηρεσιών, που αποτελούν το 99,6% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα. Τα ευρήματα αυτής της έρευνας μπορούν να συγκριθούν με τα αντίστοιχα των προηγούμενων ερευνών (Μάιος 2009 – Φεβρουάριος 2020). Οι έρευνες αυτές αποτελούν το μοναδικό εργαλείο, σε πανελλαδικό επίπεδο, για την καταγραφή της κατάστασης και της πορείας του μεγαλύτερου τμήματος της πραγματικής οικονομίας στην Ελλάδα. Τα πρωτογενή δεδομένα οικονομικών και επιχειρηματικών προσδοκιών χρησιμοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων (SME United) για την κατασκευή των δεικτών ευρωπαϊκού οικονομικού κλίματος και είναι συγκρίσιμα με τα στοιχεία άλλων χωρών της ΕΕ.

Όπως και στις προηγούμενες έρευνες, έτσι και τώρα, υπάρχει μια σαφής καταγραφή των τάσεων του οικονομικού κλίματος καθώς και η παρακολούθηση των βασικών δεικτών λειτουργίας των μικρών επιχειρήσεων κατά το 1ο εξάμηνο του 2020, ενώ παράλληλα επιχειρείται οικονομική πρόβλεψη για το 2ο εξάμηνο του 2020.

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ Α ΕΞΑΜΗΝΟΥ 2020

 Το Α εξάμηνο του 2020 συνδέεται με την εκδήλωση της υγειονομικής κρίσης και τις επιπτώσεις της στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Η βασική διαπίστωση είναι ότι η υγειονομική κρίση έχει συντελέσει στην αλλαγή επί τα χείρω, τόσο στο γενικό οικονομικό κλίμα όσο και σε όλους τους επιμέρους δείκτες. Η βελτίωση που σταθερά είχε καταγραφεί στις προηγούμενες έξι εξαμηνιαίες έρευνες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ ανακόπηκε απότομα. Η επιδείνωση μάλιστα όλων των βασικών δεικτών είναι τέτοια που παραπέμπει στην περίοδο 2012-2013, δηλαδή σε εκείνη την περίοδο που η ελληνική οικονομία κατέγραψε την πιο βαθιά ύφεση κατά την διάρκεια υλοποίησης των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής.

Συγκεκριμένα ο γενικός δείκτης οικονομικού κλίματος διαμορφώνεται στις 20,1 μονάδες έναντι 66,4 που είχε καταγραφεί για το Β εξάμηνο του 2019 Καταγράφεται δηλαδή πτώση της τάξης των 46 μονάδων μόλις μέσα σε ένα εξάμηνο γεγονός που αποτυπώνει το βάθος της οικονομικής κρίσης που προκάλεσε η υγειονομική κρίση.

Ειδικότερα 8 στις 10 επιχειρήσεις (79,3%) δήλωσαν πως η οικονομική κατάσταση τους επιδεινώθηκε κατά το προηγούμενο εξάμηνο, έναντι μόλις 4,9% που δήλωσε ότι βελτιώθηκε και 15,1% που δήλωσε πως παρέμεινε αμετάβλητη.

Τις μεγαλύτερες αρνητικές επιπτώσεις τις έχει υποστεί ο τομέας των υπηρεσιών (82,5%), έναντι του εμπορίου (78,3%) και της μεταποίησης (75,8%). Σχετικά καλύτερα είναι τα ευρήματα για τις μεγαλύτερες με βάση τον κύκλο εργασιών και τον αριθμό εργαζομένων επιχειρήσεις έναντι των υπόλοιπων, καθώς τα ποσοστά των μεγαλύτερων επιχειρήσεων που δήλωσαν πως επιδεινώθηκε η οικονομική τους κατάσταση είναι χαμηλότερα κατά 7-10 ποσοστιαίες μονάδες έναντι των πιο μικρών επιχειρήσεων και των αυτοαπασχολούμενων (Γράφημα 3).

Την καλύτερη εικόνα παρουσιάζουν οι νέες επιχειρήσεις (έως 5 χρόνια λειτουργίας) καθώς το 66,1% δήλωσε πως επιδεινώθηκε η κατάσταση του.  Η σημαντική αυτή απόσταση σε σχέση με τις μεγαλύτερες σε ηλικία επιχειρήσεις πιθανότατα οφείλεται στην υπόθεση ότι οι επιχειρήσεις αυτές γεννήθηκαν σε μια περίοδο σχετικής σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας (εξωτερικό περιβάλλον) χωρίς προϋπάρχουσες υποχρεώσεις (εσωτερικό περιβάλλον) και με μεγαλύτερες δυνατότητες ενσωμάτωσης νέων τεχνολογιών στην δραστηριότητα τους.

Κύκλος εργασιών

Ο δείκτης κύκλου εργασιών των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων μετά την σημαντική αύξηση που κατέγραψε κατά τις προηγούμενες έξι εξαμηνιαίες έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ παρουσιάζει σοβαρή μείωση κατά 42,6 μονάδες. Διαμορφώνεται στις 17,2 μονάδες έναντι 69,8 τον Ιανουάριο του 2020. Η επίδοση αυτή είναι η δεύτερη χειρότερη που καταγράφεται τα τελευταία 10 χρόνια καταδεικνύοντας την κατακρήμνιση του τζίρου στις ΜΜΕ. Συμβαδίζει, επίσης και με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το ΑΕΠ σύμφωνα με τα οποία το ΑΕΠ για το 2ο τρίμηνο του 2020 μειώθηκε κατά 15,3% που αποτελεί την μεγαλύτερη πτώση που έχει καταγραφεί σε τριμηνιαία βάση.

Ειδικότερα, 8  στις 10 επιχειρήσεις (80,6%) δήλωσαν πως ο τζίρος τους μειώθηκε κατά το προηγούμενο εξάμηνο έναντι μόλις 5,6% που δήλωσε ότι αυξήθηκε και 10,8% που δήλωσε πως παρέμεινε αμετάβλητος.

Τις χειρότερες επιδόσεις παρουσιάζουν οι υπηρεσίες (84,1%), έναντι του εμπορίου (79%) και της μεταποίησης (77,3%). Οι μεγαλύτερες με βάση τον τζίρο επιχειρήσεις παρουσιάζουν μικρότερη επιδείνωση (κατά περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με τις μικρότερες επιχειρήσεις. Σημαντικά χειρότερα είναι τα ευρήματα για τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην γεωγραφική περιοχή Νησιά Αιγαίου-Κρήτης σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα καθώς 9 στις 10 επιχειρήσεις (91,7%) της συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής κατέγραψαν μείωση του κύκλου εργασιών. Από την άλλη μεριά την καλύτερη εικόνα παρουσιάζουν οι νέες επιχειρήσεις (έως 5 χρόνια λειτουργίας) καθώς το 67,9% δήλωσε πως μειώθηκε ο τζίρος τους.

Ετήσιος τζίρος – Κερδοφορία

Το 34,1% των επιχειρήσεων δήλωσαν πως για το 2019 είχαν ετήσιο κύκλο εργασιών έως 50.000€ (39,1% το 2018 και 44,1% το 2017). Το 64,1% αυτών  (69,1% το 2018) αφορά επιχειρήσεις χωρίς προσωπικό και το 45,6% (50,1% το 2018) τον τομέα των υπηρεσιών. Το 15,9 δήλωσε πως για το 2019 είχε ετήσιο τζίρο από 50-100.000€ (17,7% το 2018 και 17,6% το 2017), το 19,9% από 100 έως 300.000 € (18,4% το 2018 και 15,5% το 2017). Σχεδόν 1 στις 5 επιχειρήσεις (22%) δήλωσαν ετήσιο τζίρο μεγαλύτερο των 300.000€ (18,2% το 2018 και 14,9% το 2017) (Γράφημα 10).

Ως προς την κερδοφορία για το 2019 (Γράφημα 11), το 19,3% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είχε κέρδη κάτω των 5.000€ (20,1% το 2018 και 19,1% το 2017), ενώ το 7,8% κατέγραψε ζημίες ή μηδενικό κέρδος (15,1% το 2018 και 13,8% το 2017). Η πλειονότητα των επιχειρήσεων (29,8%) δήλωσε ότι τα φορολογητέα κέρδη κυμαίνονται μεταξύ 5.000 και 20.000 (28,6% το 2018 και 25,4% το 2017), ενώ το 16,8% δήλωσε επίπεδο κερδών άνω των 20.000€ (13,4% το 2018 και 13,2% το 2017).

Από τα στοιχεία αυτά φαίνεται πως η σταθεροποίηση και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας που προηγήθηκε σε συνδυασμό με την βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος είχε δώσει την δυνατότητα στις ελληνικές μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις να αρχίσουν αργά αλλά σταθερά να μεγεθύνονται. Εάν είχε διευθετηθεί και η διαχρονική αδυναμία των τραπεζών να χρηματοδοτήσουν την λειτουργία και τις επενδύσεις τους τότε πιθανότατα τα αποτελέσματα να ήταν θεαματικά καλύτερα.

Από την άλλη μεριά πρέπει να σημειωθεί ότι οι συνθήκες που έχει διαμορφώσει η υγειονομική κρίση και η κατακρήμνιση της οικονομικής δραστηριότητας πιθανόν να οδηγήσουν σε αδυναμία καταβολής των υποχρεώσεων των επιχειρήσεων και αναστολής της δραστηριότητας τους, εάν δεν συνεχιστούν και διευρυνθούν τα μέτρα ενίσχυσης από την ελληνική κυβέρνηση. Άλλωστε η ανάκαμψη των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων που παρατηρήθηκε πριν την εκδήλωση της υγειονομικής κρίσης δεν ήταν τέτοια που να τις καθίστα ιδιαίτερα ανθεκτικές στις σοβαρές επιπτώσεις που η υγειονομική κρίση έχει επιφέρει στην ελληνική οικονομία. Η μη αποτελεσματική ή ανεπαρκή στήριξη τους, λαμβάνοντας υπόψη και την κατακρήμνιση όλων τα βασικών δεικτών στα επίπεδα του 2012-2013, αποτελεί προάγγελο δεκάδων χιλιάδων λουκέτων και απώλειας θέσεων απασχόλησης με ενδεχόμενες σοβαρές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις. Στο πλαίσιο αυτό και εκτός από τα έκτακτα μέτρα στήριξης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της υγειονομικής κρίσης είναι αναγκαίο ένα σημαντικό κομμάτι των νέων χρηματοδοτικών επιλογών και εργαλείων, πχ του ταμείου ανάκαμψης να κατευθυνθεί για την ενίσχυση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το