Άρθρα

Καλοκαίρι και καταχνιά

Του Γ. Καπουρνιώτη

«Στάσου, μύγδαλα», φώναζε ο Γιάννης Βόγλης στην Anne το 1967 στην ταινία «Κορίτσια στο Ήλιο», φράση που έμεινε στην ιστορία. Πρόκειται για μια σκηνή «παρεξήγησης» όπου μια τρομαγμένη νεαρή κοπέλα φοβήθηκε παρόλο που ο χωριάτης βοσκός (Γ. Βόγλης) είχε αγαθές προθέσεις απέναντί της. Ο βοσκός της εν λόγω σκηνής είχε δίκαιο πάντως να επιμένει να κεράσει αυτόν τον τόσο θρεπτικό καρπό σε μια Αγγλίδα τουρίστρια με το αγγελικό πρόσωπο που ερωτεύτηκε με μια ματιά. Αν γυρίζονταν η ταινία, στο σήμερα, θα έβρισκε ο εν λόγω βοσκός να προσφέρει αμύγδαλα μετά από τις φωτιές του καλοκαιριού, όπως τη φωτιά που έκαψε αγροτεμάχια με καλλιέργειές της στη Μαγνησία;
Στην ταινία η κοπέλα είναι με ένα λεπτό φουστανάκι και σαγιονάρες. Ο Βόγλης φοράει τη χοντρή μαύρη κάπα του τσομπά¬νη και τρέχει με την κάπα στους ώμους και την γκλίτσα στο χέρι. Για ποιον λόγο ο Βόγλης φοράει κάπα μέσα στο κατακαλόκαιρο; Εδώ κάτι δεν πάει καλά, αλλά αυτά είναι θέματα του σκηνοθέτη. Βέβαια η ταινία γυρίστηκε, προ κλιματικής αλλαγής, και βασίστηκε πάνω σε μια ιδέα του Κλέαρχου Κονιτσιώτη, ο οποίος άντλησε έμπνευση από τις «εξελίξεις» και θέλησε να γυριστεί μια ταινία με φόντο το «αγνό» ελληνικό καλοκαίρι. Γυρίστηκε σε μία εποχή που, παρά τη χούντα, το ελληνικό καλοκαίρι έπλεκε όνειρα με τις ακτίνες του ήλιου, έτσι όπως έμπαιναν στο κελί στο οποίο κρατείτο ο Βόγλης. Γιατί το ελληνικό καλοκαίρι ήταν η εποχή του ονείρου, ενώ παράλληλα λειτουργούσε ως πρεσβευτής του τουρισμού στην Ελλάδα. Σήμερα είναι ένα καμένο χωράφι και… σβήνει σιγά σιγά. Και μαζί του σβήνουν μνήμες, σβήνει η ταυτότητά μας, θολώνει ο ορίζοντας. Χωρίς το ελληνικό καλοκαίρι, το καλοκαίρι όλων μας, το καλοκαίρι που ήταν αποκούμπι για τις μεγάλες καθημερινές δυσκολίες, τι μένει πλέον; Κάποτε ήταν πόθος. Τώρα είναι κατάρα. Μία προσμονή που έγινε εφιάλτης. Ήταν ένα λευκό χαρτί πάνω στο οποίο ζωγράφιζες χα¬μόγελα και λουλούδια και έγινε αποκαΐδια. Σκληρό και αμείλικτο. Η εποχή που μάθαμε να αγαπάμε, μεταμορφώθηκε σε τέρας. Καίγονται δάση, ερημώνουν μέρη ολόκληρα, χάνονται παλικάρια στις φλόγες, πνίγονται άνθρωποι στις θάλασσες.

Είμαστε στην 23η χρονιά της 3ης χιλιετίας και του 21ου αιώνα, με εικόνες ντροπής από μια Ελλάδα που καίγεται μέχρις οι φλόγες να σβήσουν στη θάλασσα, που «τα λευκά μάρμαρα…» είναι επισκέψιμα μόνο όταν το επιτρέπει ο καύσωνας, ένα καλοκαίρι διαφορετικό από την ταινία, λες και είμαστε σε δύο διαφορετικές Ελλάδες. Δύο Ελλάδες που στέκονται η μία απέναντι στην άλλη. Σε μια Ελλάδα που σώζει, που θυσιάζεται, που δίνει μά¬χη, που βοηθάει στις εκκενώσεις, που πεθαίνει ηρωικά εν ώρα καθήκοντος με τη συντριβή του πυροσβεστικού αεροπλάνου, τύπου Canadair, με πλήρωμα τον σμηναγό Χρήστο Μουλά και τον ανθυποσμηναγό Περικλή Στεφανίδη, όπου ο θάνατός τους βύθισε τη χώρα στο πένθος. Και σε μια άλλη Ελλάδα που αδιαφορεί από τον πόνο, καπνίζει μελίσσια μέσα στο δάσος με καύσωνα, πάει ελεύθερη κατασκήνωση και ανάβει φωτιά για μπάρμπεκιου τη στιγμή που υπάρχει ρητή απαγόρευση, όταν οι άνεμοι λυσσομανούν και η θερμοκρασία φτάνει στους 40 βαθμούς Κελσίου. Εγωπάθεια, ωχαδερφισμός, δολοφονική αμέλεια, παχυδερμία… στο ίδιο έργο θεατές. Φωτιές που ξεσπούν ταυτόχρονα, από κάποιους που δεν μαθαίνουμε ποτέ, αριθμοί που τρομάζουν. Από τις 13 έως και τις 26 Ιουλίου 561 πυρκαγιές. Η ανθρώπινη ζωή σε χάσταγκ, ο πόνος και η τραγωδία σε διαδικτυακή διαβούλευση. Και μη νομίζετε, ότι αυτό ήταν. Μπορεί να μπήκαμε στον πανηγυρικό του μήνα και να μετράμε ανάποδα για το «Πάσχα του καλοκαιριού», τον Δεκαπενταύγουστο, αλλά οι στροφές του ηλίου μάς λένε άλλα, γιατί η γη ζεστάθηκε και βγάζει τον ρόγχο της.

Είναι όμως ακόμη καλοκαίρι… Ένα καλοκαίρι, βέβαια, με καταχνιά… Όμως έχουμε μπρο¬στά μας μια πανσέληνο ακόμη και πολλές μέρες για βουτιές. Κι εκεί, κάτω από τη θάλασσα, παραδομένοι στην προσωπική μας άβυσσο, κρατώντας, όσο αντέξουμε, την αναπνοή μας, μπορούμε να ξορκίσουμε κι εκείνη την «οσμή νεκροθαλάμου» που λέει ο συνθέτης, στιχουργός και τραγουδοποιός Διονύσης Σαββόπουλος. Γιατί: «…Καλοκαίρι μες στα κόκκινα της δύσης του ανατέλλει», αυτού του πανέμορφου φεγγαριού! Και έτσι, στήνω την καρέκλα του σκηνοθέτη στο μπαλκόνι μου, κάπου στο Πήλιο, όπου με τυλίγει η υπέροχη αυγουστιάτικη δροσιά και αναπολώ τον έρωτα του Έλληνα βοσκού και της Αγγλίδας τουρίστριας… Και αν το δεις λίγο στο «πιο καμένο από τον ήλιο», η Άναμπελ, η πρωταγωνίστρια, είναι μια ελαφριά – σαν αεράκι στην ακρογιαλιά – πράξη αντίστασης. Ως «ξένη» προσπαθεί να καταλάβει τι είναι αυτό που της συμβαίνει – τυχερή – όχι γιατί το καλοκαιρινό της διάλειμμα είναι καταδικασμένο να τελειώσει από κάποια φωτιά, αλλά γιατί θα έχει για πάντα την Ελλάδα στην καρδιά της όπου θα της θυμίζει τα καλοκαιρινά «σε αγαπώ», ξεκινώντας τόσα απλά… από μια χούφτα αμύγδαλα. Ενώ αυτό το καλοκαίρι, βλέπεις τους απογοητευμέ¬νους τουρίστες που δεν κατάφεραν να ανέβουν στην Ακρόπολη να βγάλουν, έστω αυτή την πολυπόθητη selfie, όπου ήξεραν ότι η Ελλάδα θα τους προσφέρει: «λίγα μύγδαλα, λίγα πεύκα, λίγα μάρμαρα λευκά και μια θάλασσα που λάμπει από φρεσκάδα», να αισθάνονται, τώρα, λες και δεν ήρθαν ποτέ στην Ελλάδα! Μα, για φαντάσου την εικόνα τους, μιας εικόνας που εμφανίζει ανησυχητικά σημάδια «κόπωσης» και απογοήτευσης…

Και έτσι, από τη φράση: «Στάσου μύγδαλα» στην ταινία «Κορίτσια στον Ήλιο» που έμεινε στην ιστορία και περνώντας από το μυαλό μου όλες οι φρικτές εικόνες που ζήσαμε τον μήνα Ιούλιο, νοστάλγησα το φθι¬νόπωρο που και αυτό, βέβαια, είναι ύπουλο γιατί συχνά επιτρέπει στο καλοκαίρι να κάτσει περισσότερο από όσο πρέπει. Και εκτίμησα, επι¬τέλους, το χειμώνα που παραμένει η πιο έντιμη εποχή. Ο χειμώνας δεν σε ξεφτιλίζει όπως ο καύσωνας. Δεν σε ταπεινώνει όπως το καλο¬καίρι με τις απλησίαστες τιμές στα ακτοπλοϊκά εισιτήρια, στα ξενοδοχεία και στα ενοικιαζόμενα δωμάτια. Ο χειμώνας έχει κατανόηση. Δεν σου ζητάει να αδυνατίσεις, να ερωτευτείς, να ταξιδέψεις, να ξε¬παραδιαστείς για να πεις μετά ότι ξεκουράστηκες. Το χειμώνα περιμένεις την αμυγδαλιά να ανθίσει. Η αποστολή της είναι να χαρίζει την Ελπίδα. Ο προορισμός της να υμνεί τη Ζωή. Έχει τον τρόπο της να μαζεύει γύρω της και να ενώνει τις μέλισσες, τα πουλιά, τους ανθρώπους. «Στάσου αμύγδαλα».

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το