Τοπικά

Ηλ. Μόσιαλος στο Πανθεσσαλικό Φαρμακευτικό Συνέδριο: “Χρειαζόμαστε καλά οργανωμένα δημόσια συστήματα υγείας”

Για τις ευάλωτες και ευπαθείς ομάδες και τις δαπάνες υγείας για την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη μίλησε σήμερα ο καθηγητής Πολιτικής της Υγείας στο LSE, Ηλίας Μόσιαλος στο 6ο Πανθεσσαλικό Φαρμακευτικό Συνέδριο που διοργάνωσαν οι Φαρμακευτικοί Σύλλογοι Θεσσαλίας. Όπως τόνισε ο καθηγητής, όσοι προσπαθούν να σχεδιάσουν υπηρεσίες υγείας δεν έχουν συχνά πρόσβαση σε δεδομένα. Η πολυνοσηρότητα είναι συχνότερη στους ηλικιωμένους και η δαπάνη της υγείας συνδέεται με τον αυξημένο αριθμό των ηλικιωμένων.

Ωστόσο, ενώ τα ποσοστά της πολυνοσηρότητας αυξάνονται με την ηλικία, ο πραγματικός αριθμός ατόμων με πολυνοσηρότητα είναι υψηλότερος στις νεότερες ηλικίες. Παράδειγμα αποτελεί και ο Καναδάς, ωστόσο οι μισοί και παραπάνω δεν έχουν διαγνωστεί ποτέ από την ασθένεια που πάσχουν.

«Το πρόβλημα στην υγεία δεν αφορά μόνο τους ηλικιωμένους αλλά και τον εργαζόμενο πληθυσμό» ανέφερε ο κ.Μόσιαλος και πρόσθεσε πως το 10% των ασθενών καταναλώνουν το 60% περίπου των δαπανών για την υγεία.
Για την Ελλάδα δεν έχουμε στοιχεία, όπως είπε ο καθηγητής, ενώ γίνονται προσπάθειες για ηλεκτρονικούς φακέλους των ασθενών.

«Αν δεν ενοποιήσουμε τις βάσεις δεδομένων, τότε δεν θα μπορούμε να έχουμε δεδομένα για να τις δαπάνες για την υγεία. Όχι για να τους «κόψουυμε» αυτούς τους ασθενείς αλλά για να οργανώσουμε το σύστημα υγείας καλύτερα» τόνισε.

Αναφερόμενος στο σύστημα Υγείας είπε ότι είναι ένα σύστημα αντανακλαστικών κινήσεων. «Οι γιατροί δεν έχουν χρόνο μέσα στα νοσοκομεία για να δώσουν αναλυτικές οδηγίες στους ασθενείς για τα φάρμακα. Είναι εξαντλημένοι» σημείωσε.

Ο κ. Μόλιασος υπογράμμισε πως πρέπει να δούμε ποιο είναι αυτό το 10% του πληθυσμού, αλλά στην Ελλάδα έχουμε «σκοτάδι» ποιοι είναι αυτοί που ταλαιπωρούνται περισσότερο μέσα στο σύστημα υγείας, προκειμένου να συντονιστεί η φροντίδα. «Πρέπει να έχουμε ένα σύστημα υγείας που δεν θα είναι ένα σύνολο αντανακλαστικών κινήσεων. Πρέπει να έχουμε διεπιστημονική εκπαίδευση και συνεργατική φροντίδα» εξήγησε.

Αναφορικά με τη συμμετοχή των ασθενών στο κόστος των δαπανών υγείας δήλωσε πως κάποιοι που δεν χρησιμοποιούν τις υπηρεσίες υγείας δεν θα πληρώσουν τίποτα για χρόνια ενώ είναι κόστος για κάποιον που θα πάει 16 φορές στον γιατρό.

«Είναι θεμελιώδες ερώτημα τι σύστημα υγείας θέλουμε, δημόσιο ή ιδιωτικό. Θα ενδιαφέρονταν οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες να ασφαλίσουν αυτό το 10% που χρειάζεται το 60 % των δαπανών υγείας; Θα ήταν καλοί πελάτες; Προφανώς όχι. Ενδιαφέρονται να ασφαλίζουν ανθρώπους νεότερους που έχουν μικρό ρίσκο και δεν έχουν προβλήματα υγείας. Για αυτό χρειαζόμαστε καλά οργανωμένα δημόσια συστήματα υγείας.
Στα δημόσια συστήματα υγείας οι τυχεροί επιδοτούν τους άτυχους, οι υγιείς τους ασθενείς, οι εργαζόμενοι τους ανέργους. Υπάρχουν πολλαπλές μορφές αναδιανομής του ρίσκου» ανέφερε.
Εξηγώντας τα προβλήματα που παρατηρούνται στο σύστημα Υγείας ο κ.Μόσιαλος,  τα απαρίθμησε ως εξής:
-Αντιμετωπίζουμε τους ασθενείς αρκετά αργά, όταν έχουν συμπτώματα ή έρθουν στα νοσοκομεία. Μεγάλος είναι ο ρόλος των φαρμακοποιών που θα μπορούσαν να κάνουν εξετάσεις προληπτικής ιατρικής όπως σε ασθενείς αρτηριακής πίεσης.

-Δεν ξέρουμε πάντα τι δουλεύει και τι όχι στο δημόσιο σύστημα υγείας. Χρειάζονται καλές και σχεδιασμένες κλινικές δοκιμές για να δούμε τι δουλεύει στη φαρμακευτική φροντίδα, και η μετα-ανάλυση των δεδομένων .

-Αντιμετωπίζουμε όλους τους ασθενείς με τον ίδιο τρόπο. Ένας διαβητικός μπορεί να έχει άλλα τρία προβλήματα.

– Δεν μετράμε τα λάθη που γίνονται στο σύστημα υγείας. Ένας γιατρός μπορεί να συνταγογραφήσει ένα φάρμακο που είναι ασύμβατο με ένα άλλο που έχει συνταγογραφήσει κάποιος άλλος γιατρός, και δεν το ξέρει γιατί δεν έχει πρόσβαση στον ηλεκτρονικό φάκελο του ασθενούς

-Υπάρχουν τεράστιες διαφοροποιήσεις στις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας. Δεν γίνεται μεταφορά τεχνογνωσίας.

-Οι εργασιακές δομές μέσα στα νοσοκομεία πρέπει να καθορίζονται με βάση τη δομή των ασθενών

-Πρέπει να υπάρξει ο ηλεκτρονικός φάκελος του ασθενούς και να υπάρξει συνεργαστικότητα των γιατρών με τους φαρμακοποιούς

-Οι ασθενείς πολλές φορές αγνοούν τις συμβουλές των ειδικών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι το 50%-60% των ασθενών με υπέρταση σταματούν να παίρνουν τα φάρμακά τους. Τις αγνοούν γιατί κανείς δεν έχει χρόνο να τους εξηγήσει γιατί είναι τόσο σημαντικό να παίρνουν τα φάρμακά τους.

Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το