Άρθρα

#icantbreath

Του Παντελή Προμπονά
Δε θέλω να αναπαράγω (άλλη) μια εικόνα δολοφονίας. Δε θέλω να (ξανα) συζητήσουμε την προβλέψιμη επιτελεστικότητα της. Είναι πραγματικό βάσανο σε μια συνθήκη γενικευμένου ανορθολογισμού, λαϊκιστικού σχετικισμού και δυστοπικών μεταφορών να παρακολουθούμε τη συστηματική υποτίμηση και διάλυση κάθε μορφής κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων που σήμαναν κάτι για την ανθρωπότητα. Υπάρχουν αυτουργοί για την κατάσταση αυτή διεθνώς: η επικράτηση κατά βάση των συντηρητικών δυνάμεων (ρατσιστικών, ξενοφοβικών, αυταρχικών) ως απάντηση στη κρίση τη τελευταία εικοσαετία και η επιθετική ολιγαρχική συμπεριφορά του διεθνούς κεφαλαίου που αντικατέστησε την (υποτιθέμενη) κρατική ρύθμιση του, με μια νέα μορφή πατερναλισμού της επίσημης πολιτικής με τρόπο κυνικό.
Ο λευκός, άνδρας, αστυνομικός που εκτείνει το όπλο του ή χρησιμοποιεί φυσική βία από τη Μινεάπολη έως την οδό Γλάδστωνος δε συνιστά μια εκτροπή από την καλώς καμωμένη δημοκρατία μας αλλά μια επιθετική εκφορά ενός κόσμου που θέλει να υπάρξει. Ενός παλιού, δυσώδους κόσμου που πιστεύει πως ξαναγεννήθηκε από το extreme makeover μιας καλοπληρωμένης και χιλιοαγιασμένης λήθης. Η πολιτική ορθότητα γι αυτούς είναι σχολαστικισμός των θολοκουλτουριάριδων, τα κοινωνικά δικαιώματα τροχοπέδη στην ανάπτυξη, η μη διάκριση με βάση τη ταυτότητα φύλου απόπειρα των ανώμαλων να επιβάλλουν τη διαστροφή ως κανονικότητα, ο ρατσισμός μορφή ενός επιθετικού πατριωτισμού και το ποινικό έγκλημα αντικείμενο προς ανάλυση αναλόγως τι φορούσε το θύμα, τι χρώμα δέρμα είχε, τι ζωή ζούσε και τελειωμό δεν έχουμε.
Κλείνω τα μάτια και έχω στο μυαλό μου μια διαχρονική εικόνα του δυνάστη, προφανώς στερεοτυπική, του αλλάζω ρούχα, τον βλέπω τύραννο της αρχαιότητας, ασύδοτο αυτοκράτορα, ιεροεξεταστή, αποικιοκράτη, βασανιστή, στρατηλάτη, δικτάτορα. Έχει επιμελημένο ντύσιμο, ύφος αυτάρεσκο, φωνή σίγουρη και κοφτή. Μιλάει ως αυθεντία, παραθέτει ρητά, υπόσχεται φωτεινό μέλλον για τους ταγούς του και σπανίως αναφέρεται στο σκοτεινό παρόν των αντιπάλων του κι όταν το κάνει ορκίζεται πως δεν υφίσταται. Οι ομιλίες του σώζονται σε περγαμηνά αντίγραφα αρχαίων κειμένων, κώδικες και χειρόγραφα, κασέτες, φωνογραφημένους δίσκους, μαγνητοταινίες, βίντεο, threads και tweets. Ένα μεγάλο γλωσσικό αρχείο για όσους τους κέρδισε το μίσος και έψαχναν φθόγγους να το εκφράσουν.
Και δε σαστίζω μπροστά στην εικόνα του, ίσως πια να μένω απαθής, σαστίζω μπροστά στο κοινό του. Στους ανθρώπους που με τόση βεβαιότητα τον χειροκροτούν και διαγκωνίζονται να βρουν μια βολική θέση για το βλέμμα του, σε αυτούς που θα συνωστισθούν έξω από το γραφείο του για κάθε λογής αιτήματα, που θα διεκπεραιώσουν κάθε λογής γραφειοκρατία που θα τους ζητηθεί, που μόλις εξασφαλίσουν το αντικείμενο που τόσο παρακάλεσαν για να έχουν θα γυρίσουν ανακουφισμένοι στο σπίτι τους χαμογελώντας. Και σαστίζω γιατί τούτη η μάζα, που τη συνείδηση της οφείλω να τη σέβομαι, θα χειροκροτήσει τον επόμενο εκφωνητή του προμελετημένου μέλλοντος, θα γεμίσει τις συγκεντρώσεις του και θα αναζητήσει τη τύχη της στα νέα του γραφεία.
Μάθαμε να τα διακρίνουμε όλα αυτά με τόση εμβρίθεια ασκηθήκαμε να λεπτολογούμε τις διαφωνίες μας σε τόσο βάθος που σχεδόν ξεχάσαμε πως βρισκόμαστε από την ίδια πλευρά. Χωριστήκαμε με τεράστια επιστημονική βεβαιότητα για το υπόβαθρο του χωρισμού μας κι όταν τα τέρατα κανιβαλίζουν τις σάρκες της ανθρωπότητας εμείς διαγωνιζόμαστε για την πιο αντιπροσωπευτική περιγραφή του κανιβαλισμού της, χαρίζοντας απλόχερα στους κανιβάλους νέα θύματα ίσως γιατί δε τα ερμήνευαν καλά τα πράγματα, ίσως γιατί έτσι μειώνεται ο συναγωνισμός.
Ο Τζορτζ Φλόιντ με το πρόσωπο στο έδαφος, δεμένο με χειροπέδες, να φωνάζει “δεν μπορώ να αναπνεύσω”. Είναι μια εικόνα που δε θα ξεχάσω ποτέ, μια εικόνα που με εξοργίζει, με φοβίζει, με πονά. Ο Τζορτζ Φλόιντ τη στιγμή του θανάτου του δε μπορούσε να αναπνεύσει από το γόνατο του δολοφόνου του και είναι το σώμα του μια (ακόμη) επίμονη και εμφατική μαρτυρία πως είναι εκατομμύρια όσοι και όσες δε μπορούν να αναπνεύσουν κάτω από τις οντολογικές προϋποθέσεις που κατέστησαν το θάνατο του δυνατό. Τι διάολο χρειάζεται αυτός ο κόσμος για να σιχαθεί τον φόβο, τη βία και το μίσος; Τι διάολο χρειάζεται για να μιλήσουμε; Όχι μόνο γι όσα συμβαίνουν στη μακρινή Αμερική αλλά (πρωτίστως) για όσα συμβαίνουν στη δική μας γειτονιά, στα δικά μας οδοστρώματα, στις δικές μας αυλές. Ίσως έτσι γλιτώσουμε και ανθρώπους από το ακούσιο, αδόκητο και αδιόρατο μαρτύριο τους.
Προηγούμενο ΆρθροΕπόμενο Άρθρο
Μοιραστείτε το